Ἀπόστολος: ἡμέρας, Πεμ. ιγ΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Β΄ Κορ. ι΄ 7 – 18):
7 Τὰ κατὰ πρόσωπον βλέπετε! εἴ τις πέποιθεν ἑαυτῷ Χριστοῦ εἶναι, τοῦτο λογιζέσθω πάλιν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ὅτι καθὼς αὐτὸς Χριστοῦ, οὕτω καὶ ἡμεῖς Χριστοῦ. 8 ἐάν τε γὰρ καὶ περισσότερόν τι καυχήσωμαι περὶ τῆς ἐξουσίας ἡμῶν, ἧς ἔδωκεν ὁ Κύριος ἡμῖν εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν ὑμῶν, οὐκ αἰσχυνθήσομαι, 9 ἵνα μὴ δόξω ὡς ἂν ἐκφοβεῖν ὑμᾶς διὰ τῶν ἐπιστολῶν. 10 ὅτι αἱ μὲν ἐπιστολαί, φησί, βαρεῖαι καὶ ἰσχυραί, ἡ δὲ παρουσία τοῦ σώματος ἀσθενὴς καὶ ὁ λόγος ἐξουθενημένος. 11 τοῦτο λογιζέσθω ὁ τοιοῦτος, ὅτι οἷοί ἐσμεν τῷ λόγῳ δι᾿ ἐπιστολῶν ἀπόντες, τοιοῦτοι καὶ παρόντες τῷ ἔργῳ. 12 Οὐ γὰρ τολμῶμεν ἐγκρῖναι ἢ συγκρῖναι ἑαυτούς τισι τῶν ἑαυτοὺς συνιστανόντων· ἀλλὰ αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς ἑαυτοὺς μετροῦντες καὶ συγκρίνοντες ἑαυτοὺς ἑαυτοῖς οὐ συνιοῦσιν. 13 ἡμεῖς δὲ οὐχὶ εἰς τὰ ἄμετρα καυχησόμεθα, ἀλλὰ κατὰ τὸ μέτρον τοῦ κανόνος οὗ ἐμέρισεν ἡμῖν ὁ Θεὸς μέτρου, ἐφικέσθαι ἄχρι καὶ ὑμῶν. 14 οὐ γὰρ ὡς μὴ ἐφικνούμενοι εἰς ὑμᾶς ὑπερεκτείνομεν ἑαυτούς· ἄχρι γὰρ καὶ ὑμῶν ἐφθάσαμεν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ, 15 οὐκ εἰς τὰ ἄμετρα καυχώμενοι ἐν ἀλλοτρίοις κόποις, ἐλπίδα δὲ ἔχοντες, αὐξανομένης τῆς πίστεως ὑμῶν, ἐν ὑμῖν μεγαλυνθῆναι κατὰ τὸν κανόνα ἡμῶν εἰς περισσείαν, 16 εἰς τὰ ὑπερέκεινα ὑμῶν εὐαγγελίσασθαι, οὐκ ἐν ἀλλοτρίῳ κανόνι εἰς τὰ ἕτοιμα καυχήσασθαι. 17 Ὁ δὲ καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω· 18 οὐ γὰρ ὁ ἑαυτὸν συνιστῶν, ἐκεῖνός ἐστι δόκιμος, ἀλλ᾿ ὃν ὁ Κύριος συνίστησιν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
7 Ναί. Δέν εἶναι ἀκόμη τέλεια ἡ ὑπακοή σας. Δίνετε προσοχή στήν ἐξωτερική ὄψη τῶν πραγμάτων, καί γι’ αὐτό σᾶς ἐξαπατοῦν εὔκολα. Ἐάν κανείς ἀπ’ αὐτούς πού σᾶς πλησιάζουν ἔχει τήν πεποίθηση γιά τόν ἑαυτό του ὅτι εἶναι δοῦλος καί διάκονος τοῦ Χριστοῦ, ἄς συλλογίζεται πάλι μόνος του αὐτό, ὅτι ὅπως αὐτός εἶναι διάκονος τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι κι ἐμεῖς εἴμαστε διάκονοι τοῦ Χριστοῦ. 8 Διότι κι ἄν καυχηθῶ κάπως περισσότερο γιά τήν ἐξουσία πού μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος γιά νά σᾶς οἰκοδομοῦμε κι ὄχι νά σᾶς σκανδαλίζουμε καί νά σᾶς βλάπτουμε, δέν θά ντροπιασθῶ, ὅπως ντροπιάζονται οἱ καυχησιάρηδες. 9 Δέν θά καυχηθῶ ὅμως περισσότερο, γιά νά μή φανῶ σάν νά σᾶς ἐκφοβίζω μέ τίς ἐπιστολές μου. 10 Καί λέω ὅτι δέν θέλω νά φανῶ ὅτι σᾶς ἐκφοβίζω, διότι οἱ ψευδαπόστολοι πού μᾶς συκοφαντοῦν λένε ὅτι οἱ ἐπιστολές τοῦ Παύλου βέβαια εἶναι βαρυσήμαντες καί δυνατές, ἡ προσωπική του ὅμως ἐμφάνιση εἶναι ἀσθενική, καί ὁ προφορικός του λόγος τιποτένιος. 11 Αὐτός ὅμως πού λέει αὐτές τίς κατηγορίες ἄς συλλογίζεται καλά αὐτό: ὅτι ὅποιοι εἴμαστε μέ τό λόγο ὅταν ἀπουσιάζουμε καί στέλνουμε ἐπιστολές, τέτοιοι εἴμαστε καί μέ τό ἔργο, ὅταν εἴμαστε παρόντες. 12 Πράγματι εἶμαι ἀσθενής! Διότι δέν τολμῶ νά κατατάξω ἤ νά συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ μερικούς πού αὐτοσυστήνονται. Ἀλλά ἐκεῖνοι μετροῦν τόν ἑαυτό τους μέ τόν ἑαυτό τους καί συγκρίνουν τόν ἑαυτό τους μέ τόν ἑαυτό τους. Εἶναι δηλαδή ἄνθρωποι πού αὐτοθαυμάζονται καί ἐπαινοῦνται μεταξύ τους. Ἐγκωμιάζει ὑπέρμετρα ὁ ἕνας τόν ἄλλο, καί δέν καταλαβαίνουν πόσο ἀνόητοι εἶναι. 13 Ἐμεῖς ὅμως δέν θά καυχηθοῦμε γιά κόπους ἄλλων σέ μέρη ἔξω ἀπό τά μέτρα τῆς δικαιοδοσίας μας, ἀλλά θά καυχηθοῦμε γιά τά μέρη πού βρίσκονται μέσα στά ὅρια τῆς δικαιοδοσίας μας, τά ὁποῖα μᾶς ξεχώρισε ὁ Θεός ὡς μέτρο καί περιφέρεια τῆς δράσεώς μας. Καί τό μέτρο αὐτό περιλαμβάνει κι ἐσᾶς. Ἡ ἀποστολική μας δικαιοδοσία δηλαδή εἶναι νά φθάσουμε μέχρι κι ἐσᾶς, καθώς θά κηρύττουμε τό Εὐαγγέλιο. 14 Διότι δέν παρατεντώνουμε τόν ἑαυτό μας μέ καυχησιολογίες καί μέ λόγια πού δέν στηρίζονται στήν πραγματικότητα. Αὐτό θά συνέβαινε ἐάν εἴχαμε καμφθεῖ ἀπό τούς κόπους καί δέν εἴχαμε φθάσει μέχρις ἐσᾶς. Ἀλλά αὐτό δέν συνέβη. Διότι ἐμεῖς φθάσαμε καί μέχρι τήν πόλη σας κηρύττοντας τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. 15 Καί δέν καυχόμαστε ἔξω ἀπό τή σφαίρα καί τό μέτρο τῆς δικαιοδοσίας μας γιά κόπους πού κατέβαλαν ἄλλοι προκειμένου νά διαδώσουν ἐκεῖ τό Εὐαγγέλιο. Ἀλλά ἔχουμε τήν ἐλπίδα ὅτι ὅσο αὐξάνεται ἡ πίστη σας, θά ἀναδειχθοῦμε μέ τή δική σας πρόοδο κι ἐμεῖς οἱ διδάσκαλοί σας μέσα στά ὅρια τῆς δικαιοδοσίας πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, κι ἔτσι θά ἐπεκταθεῖ καί ἡ δράση μας μέ τό παραπάνω, 16 ὥστε νά κηρύξουμε τό Εὐαγγέλιο στίς χῶρες πού εἶναι πολύ πιό πέρα ἀπό τήν πατρίδα σας, χωρίς νά καυχηθοῦμε σέ ξένη δικαιοδοσία γιά κατορθώματα πού ἐπιτεύχθηκαν ἀπό ἄλλους. 17 Μέ δικούς μας λοιπόν κόπους, πού θά εὐλογεῖ ὁ Θεός θά ἐπιτυγχάνουμε νέες κατακτήσεις γιά τό εὐαγγέλιο· καί θά καυχόμαστε γι’ αὐτές μέ ταπείνωση ἀποδίδοντας τό πᾶν στόν Κύριο, ὥστε νά ἐφαρμόζουμε τό λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς: Ἐκεῖνος πού καυχιέται, ἄς καυχιέται ὄχι ἀλαζονικά, νομίζοντας ὅτι ἀπό τόν ἑαυτό του ἔγιναν ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα καυχιέται, ἀλλά ἄς δοξάζει τόν Κύριο, ὁ ὁποῖος μέσα ἀπ’ αὐτόν ἐργάσθηκε τίς ἐπιτυχίες αὐτές. Κι ἔτσι ἄς καυχιέται ἐν Κυρίῳ. 18 Διότι δέν εἶναι δόκιμος καί ἀρεστός στό Θεό ἐκεῖνος πού συστήνει μόνος του τόν ἑαυτό του, ἀλλά ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου τό ἔργο τό εὐλογεῖ ὁ Κύριος, κι ἔτσι συστήνεται κι αὐτός ἀπό τόν Κύριο.