Μπροστὰ στὰ ἀδιέξοδα…

Ὁ κόσμος μας καὶ ἡ ζωὴ τοῦ καθενός μας δέρνονται ἀπὸ κύματα προβλημάτων, ποὺ συχνὰ δείχνουν νὰ εἶναι ἄλυτα, νὰ φτάνουν σὲ ἀδιέξοδο. Τὶς ὧρες αὐτὲς πολλοὶ κινδυνεύουμε νὰ λυγίσουμε, νὰ χάσουμε τὸ θάρρος μας, νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα. Σ᾿ αὐτὲς τὶς δύσ­κολες καὶ συχνὰ ἀδιέξοδες ὧρες, ἡ λύση βρίσκεται στὸ νὰ στρέφουμε τὰ μάτια μας πρὸς τὰ ἄνω, στὸν οὐρανό, στὸ Δημιουργό μας, ἔτσι ὅπως σὲ πολλὰ σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς Ἐκεῖνος μᾶς διδάσκει.

Νά ἕνα παράδειγμα: Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητές Του ἀποσύρεται σὲ ἔρημο τόπο, μακριὰ ἀπὸ τὴν πολυκοσμία τῶν πόλεων, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν καὶ νὰ ἀνανεώσουν τὶς πνευματικὲς καὶ τὶς σωματικές τους δυνάμεις. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δὲν τοὺς ἀφήνουν σὲ ἡσυχία, σπεύδουν καὶ τώρα νὰ τοὺς συν­αντήσουν. Μπροστὰ σ᾿ αὐ­τὸ τὸ θέαμα τῆς συρροῆς τῶν ἀνθρώπων, ὁ Κύριος τοὺς σπλαχνίζεται. Ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴ δική Του ξεκούραση καὶ τῶν μαθητῶν Του, πλησιάζει τοὺς ἀν­θρώπους, τοὺς διδάσκει καὶ θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς τους.

Ἡ ὥρα ὅμως περνάει, ὁ ἥλιος κοντεύει νὰ δύσει. Οἱ ἄνθρωποι συνεπαρμένοι ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ξεχνοῦν καὶ τὸ φαγητό τους. Μὲ διακριτικότητα ἐπεμβαίνουν οἱ μαθητὲς καὶ παρακαλοῦν τὸν Διδάσκαλό τους νὰ ἀπολύσει τοὺς ὄχλους, διότι εἶναι νηστικοὶ ὅλη τὴ μέρα. Ἔκπληκτοι τότε ἀκοῦν νὰ τοὺς λέει: Φροντίστε ἐσεῖς γιὰ τὴ διατροφή τους· «δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν». Αὐτὰ ὅμως ποὺ μπόρεσαν νὰ βροῦν οἱ μαθητὲς ἦταν μόνο πέν­τε ψωμιὰ καὶ δυὸ ψάρια (βλ. Ματθ. ιδ΄ [14] 13-21). Πῶς νὰ θρέψουν μὲ αὐτὰ χιλιάδες ἀνθρώπους; Ἔ­βλεπαν μπροστά τους ἀδιέξοδο. Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχουν γιὰ τὸν Θε­ὸ ἀδιέξοδα. Ὁ Κύριος ζητάει νὰ φέρουν τὰ ψωμιὰ καὶ τὰ ψάρια μπροστά Του. Καὶ «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐ­­λόγησε τοὺς ἄρτους… καὶ ἔφαγον πάν­τες καὶ ἐχορτάσθησαν». Σήκωσε τὰ μάτια Του στὸν οὐρανό, τὰ εὐλόγησε καὶ χόρτασαν ἀπὸ τὰ λίγα ψωμιὰ πέντε χιλιάδες ἄν­δρες καὶ ἐπιπλέον οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, 10 μὲ 15 χιλιάδες ἄνθρωποι. Καὶ εἶχαν καὶ περισσεύματα, 12 γεμάτα κοφίνια. «Ἀ­νέβλεψε», κοίταξε στὸν οὐρανό, ἑρ­­μη­νεύουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς τὸ ἴδιο.

Ἀνάλογο εἶναι καὶ τὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Μωϋσῆ καὶ τοὺς Ἑβραίους στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα. Βρίσκεται πρὸ ἀδιεξ­όδου, γιατὶ ὁ Φαραὼ μετανόησε γιὰ τὴν ἄδεια ποὺ ἔδωσε νὰ ἀναχωρήσουν καὶ τοὺς κατεδίωξε μὲ τὰ στρατεύματά του. Μπροστὰ ἡ θάλασσα, πίσω τὰ στρατεύματα τοῦ Φαραὼ καὶ ὁ λαὸς φοβισμένος καὶ ἀγανακτισμένος νὰ διαμαρτύρεται. Ἄλυτο τὸ πρόβλημα. Κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῆς εὐθύνης καὶ τῆς ἀγωνίας ὁ Μωυσῆς ἀπευθύνεται στὸ Θεό, προσ­εύχεται σιωπηλά. «Τί βοᾶς πρός με;», ἀκούει τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοῦ δίνει ἐντολὴ νὰ χτυπήσει μὲ τὸ ραβδί του τὴ θάλασσα. Ἡ θάλασσα σχίστηκε στὰ δύο. Καὶ πέρασαν μὲ ἀσφάλεια ὅλοι τους, ἐνῶ τὰ στρατεύματα τοῦ Φαραὼ καταποντίστηκαν (βλ. Ἐξόδ. ιδ΄ [14] 16-21).

Ἡ διατροφὴ τῶν πεντακισχιλίων καὶ ἡ θαυμαστὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, μᾶς διδάσκουν νὰ μὴν ἀποκάμνουμε μπροστὰ καὶ στὰ πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε, νὰ μὴν τὰ χάνουμε στὰ ἀδιέξοδα. Νὰ γνωρίζουμε ὅτι τὰ δικά μας ἀδιέξοδα εἶναι ἡ εὐκαιρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος εἶπε: «Ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν» (Ματθ. ιζ΄ [17] 20). Ἐὰν ἔχετε πίστη θερμὴ καὶ δυνατὴ σὰν τὸν μικρὸ σπόρο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πεῖτε στὸ βουνὸ αὐτό, πήγαινε ἀπὸ ἐδῶ ἐκεῖ, καὶ θὰ μετακινηθεῖ. Καὶ τίποτε δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο σὲ σᾶς.

Τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸν πιστό. Ἔχουμε αὐτὴ τὴ βεβαιότητα, διότι ἀναβλέπουμε στὸν οὐρανό, καταφεύγουμε στὸ Θεό, ποὺ εἶναι παντοδύναμος, πάνσοφος καὶ πανάγαθος. Καὶ ἑπομένως γνωρίζουμε ὅτι ὡς πανάγαθος μᾶς ἀκούει καὶ μᾶς φροντίζει μὲ ἄπειρη ἀγάπη, ὡς πάνσοφος γνωρίζει τὴν ἄριστη λύση καὶ ὡς παντοδύναμος μπορεῖ νὰ τὴν ἐφαρμόσει.

Ὅταν ὀρθώνονται μπροστά μας οἱ ὀγ­κόλιθοι τῶν προβλημάτων καὶ μᾶς δημιουργοῦν ἀδιέξοδα, ἂς ἀνυψώνουμε τὴν καρδιά μας μὲ θερμὴ προσευχὴ πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν οὐρανὸ μὲ βεβαιότητα. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι παντοδύναμος, πάνσοφος καὶ πανάγαθος.

Συνηθίζουν οἱ ναυτικοί, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, νὰ κοιτάζουν τὸν οὐρανὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ παίρνουν τὴν ὁδηγία τῆς πορείας τοῦ πλοίου. Τὴν ἡμέρα μὲν ἀπὸ τὸν ἥλιο, τὴ νύχτα δὲ ἀπὸ τὸν ἀστερισμὸ τῆς Ἄρκτου ἢ ἀπὸ κάποιο ἄλλο ἀπὸ τὰ μονίμως ὁρατὰ ἀστέρια, καὶ ἀπὸ αὐτὰ νὰ ἀποφασίζουν τὴ σωστὴ πορεία. Καὶ ἐσὺ λοιπὸν στὸν οὐρανό, στὸ Θεὸ νὰ ἔχεις στραμμένο τὸ βλέμμα: «Ἔθος τοῖς ναυτιλλομένοις πρὸς οὐ­ρανὸν ἀναβλέπειν, κἀ­κεῖθεν λαμβάνειν τὴν ὁδηγίαν τοῦ πλοῦ, ἐν ἡμέρᾳ μὲν ἀπὸ τοῦ ἡλίου, ἐν νυκτὶ δὲ ἀπὸ τῆς Ἄρκτου, ἤ τινος ἄλλου τῶν ἀειφανῶν ἀστέρων· καὶ τούτοις ἀεὶ τεκμαίρεσθαι τὴν εὐθύτητα. Καὶ σὺ τοίνυν πρὸς οὐ­ρανὸν ἔχε τὸ ὄμμα» (Ὁμιλία εἰς τὴν ἀρχὴν τῶν παροιμιῶν, PG 31, 421C).

Καὶ ὅλοι μας λοιπὸν ἐκεῖ, στὸν οὐρανό, στὸ Θεὸ νὰ ἔχουμε στραμμένα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας. Μπροστὰ στὰ προσωπικά μας ἀλλὰ καὶ στὰ γενικότερα προβλήματα, μπροστὰ στὰ ἀδιέξοδα, ὁ καθένας μας ἂς ἀκούει καὶ ἂς προτρέπουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον:

«Πρὸς οὐρανὸν ἔχε τὸ ὄμμα»!