Κορίτσι μὲ πολλὰ χαρίσματα εἶναι ἡ Φατμέ. Ἀπὸ τὰ μικρά της χρόνια τῆς ἀρέσει τὸ θέατρο. Δάσκαλοι καὶ γονεῖς τὴ θαυμάζουν. Ὑποδύεται μὲ τέτοια φυσικότητα τοὺς ρόλους της ποὺ καταπλήσσει τοὺς θεατές.
Στὴν ἀφρικανικὴ ὅμως χώρα ποὺ ζεῖ δὲν ὑπάρχουν τὰ μέσα γιὰ νὰ καλλιεργήσει τὸ ταλέντο της. Βρῆκε ὡστόσο μιὰ καλὴ εὐκαιρία γιὰ σπουδὲς γύρω ἀπὸ τὸ θέατρο καὶ τὸν κινηματογράφο καὶ πῆγε στὴν Ἀμερική. Ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα της μὲ μεγαλεπήβολα σχέδια νὰ διακριθεῖ.
Σὲ μιὰ συνάντηση μὲ τοὺς συναδέλφους της συμφώνησαν νὰ ἀνεβάσουν στὸ θέατρο ἕνα σπουδαῖο ἔργο. Σ᾿ αὐτὸ μία ἔπρεπε νὰ ὑποδυθεῖ τὸν ρόλο Μοναχῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἦταν τὸ κύριο πρόσωπο τοῦ ἔργου καὶ γύρω ἀπὸ αὐτὸ ἐκτυλισσόταν ὅλη ἡ πλοκή του. Ὅλοι θεωροῦν τὴ Φατμὲ ὡς τὸ πιὸ κατάλληλο πρόσωπο. Σκέφτηκαν μάλιστα ὅτι θὰ βοηθηθεῖ πολύ, ἂν ἐπισκεφθεῖ τὴν Ἑλλάδα καὶ παραμείνει ἕνα διάστημα σὲ γυναικεῖο Μοναστήρι, γιὰ νὰ ζήσει ἀπὸ κοντὰ τὴ ζωὴ ποὺ κάνουν οἱ Μοναχές.
Ἔκανε ἡ Φατμὲ μερικὰ μαθήματα ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ βρέθηκε σύντομα στὴν Ἑλλάδα. Ρώτησε, ἔμαθε καὶ κατέληξε σὲ ἕνα γυναικεῖο Μοναστήρι. Οἱ Μοναχὲς τὴ δέχτηκαν μὲ πολλὴ καλοσύνη. Παρακάλεσε τότε νὰ τὴν κρατήσουν γιὰ κάποιο διάστημα στὸ Μοναστήρι.
Ἡ Ἡγουμένη προβληματίστηκε. Τὴν κάλεσε στὸ Ἡγουμενεῖο. Μὲ καλοσύνη καὶ μὲ στοργικὸ ἐνδιαφέρον κουβέντιασε μαζί της.
–Γερόντισσα, θέλω νὰ ζήσω λίγες μέρες στὸ Μοναστήρι, εἶπε ἡ Φατμὲ μὲ σπασμένα Ἑλληνικά.
–Παιδί μου, τῆς εἶπε ἡ Γερόντισσα, ἐδῶ ἔχουμε Ἀκολουθίες μακρές, ξυπνᾶμε πολὺ πρωί. Ἔχουμε καὶ τὰ διακονήματά μας. Οἱ ἐπισκέπτες μας διαμένουν στὸν Ξενώνα ποὺ ἔχουμε ἔξω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι καὶ παραμένουν μία, τὸ πολὺ δύο ἡμέρες. Θὰ πρέπει νὰ προσαρμοστεῖς στὸ πρόγραμμα τοῦ Μοναστηριοῦ, χωρὶς μετακινήσεις, θορυβώδεις ἐπικοινωνίες καὶ ἄλλες ἐκδηλώσεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ δημιουργήσουν προβλήματα. Ἂν λοιπὸν μπορεῖς νὰ προσαρμοστεῖς σ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς, μὲ τὸ καλὸ νὰ μείνεις στὸ Μοναστήρι μας.
–Γερόντισσα, ρώτησε ἡ Φατμέ, στὶς προσευχὲς ποὺ κάνετε στὸ Ναό, μπορῶ νὰ ἔρχομαι;
–Μπορεῖς. Μόνο, ἐπειδὴ δὲν εἶσαι Ὀρθόδοξη Χριστιανή, θὰ παρακολουθεῖς τὶς Ἀκολουθίες μας ἀπὸ τὸ Νάρθηκα τοῦ Ναοῦ, ἀπ᾿ ὅπου τὶς παρακολουθοῦν καὶ οἱ ἄλλοι οἱ μὴ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ καὶ οἱ ἀλλόθρησκοι, ὅπως ἐσύ. Τὶς μέρες ποὺ θὰ μένεις κοντά μας θὰ διανυκτερεύεις στὸν Ξενώνα. Θὰ ἐπικοινωνεῖς μὲ τὴ μοναχὴ Παϊσία ποὺ γνωρίζει πολὺ καλὰ τὴν ἀγγλικὴ γλώσσα καὶ θὰ συζητᾶς μαζί της ὅλα τὰ θέματα ποὺ ἔχεις.
–Γερόντισσα, μὲ σκλαβώσατε μὲ τὴν ἀγάπη σας καὶ τὴ μητρικὴ στοργὴ ποὺ δείχνετε σὲ μένα, ἐνῶ δὲν μὲ γνωρίζετε. Γι᾿ αὐτὸ θέλω νὰ σᾶς μιλήσω μὲ εἰλικρίνεια. Κατάγομαι, ὅπως βλέπετε, ἀπὸ ἀφρικανικὴ χώρα. Μεγάλωσα σὲ μουσουλμανικὴ οἰκογένεια καὶ εἶμαι Μωαμεθανή. Εἶμαι ὅμως ἠθοποιός. Καὶ στὴν πατρίδα μου ἔχουμε προγραμματίσει νὰ ἀνεβάσουμε στὸ θέατρο ἕνα σπουδαῖο ἔργο, στὸ ὁποῖο ὁ κύριος ρόλος παρουσιάζει τὴ ζωὴ μιᾶς Ὀρθόδοξης Μοναχῆς σὲ Μοναστήρι. Ἀνέθεσαν σ᾿ ἐμένα αὐτὸν τὸν ρόλο, γι᾿ αὐτὸ σκεφθήκαμε νὰ ἔρθω γιὰ μερικοὺς μῆνες στὴν Ἑλλάδα, σὲ κάποιο Μοναστήρι, γιὰ νὰ δῶ ἀπὸ κοντὰ τὴ ζωὴ τῶν μοναχῶν καὶ νὰ ὑποδυθῶ καλύτερα αὐτὸν τὸν ρόλο…
Ἡ Γερόντισα τὴν ἀγκάλιασε μὲ ἀγάπη.
–Μεῖνε ὅσο θέλεις, τῆς εἶπε. Παρακολούθησε τὰ πάντα καὶ εἶμαι σίγουρη ὅτι θὰ παίξεις θαυμάσια τὸν ρόλο σου.
Ἀπὸ κείνη τὴν ὥρα ἡ Φατμὲ ἀναπαύθηκε ψυχικά. Εἶπε τὴν ἀλήθεια καὶ κέρδισε τὴν ἐμπιστοσύνη τῆς Γερόντισσας καὶ τῶν Μοναχῶν. Ὅμως, καθὼς κυλοῦσαν οἱ μέρες, μέσα της ἄναψε ἡ φλόγα νὰ γνωρίσει καλύτερα τὴν Ὀρθοδοξία. Κάθε μέρα ἦταν πρώτη στὶς Ἀκολουθίες. Τὶς παρακολουθοῦσε ἀπὸ τὸ Νάρθηκα μὲ πολλὴ εὐλάβεια. Λαχταροῦσε ὅμως νὰ μπεῖ κι αὐτὴ μέσα στὸν κυρίως Ναό, νὰ μετέχει σ᾿ αὐτὲς ὅπως οἱ Μοναχὲς καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι προσκυνητές. Ἦταν ὅμως σαφὴς ἡ ἐντολὴ τῆς Ἡγουμένης: Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι μποροῦν νὰ μπαίνουν μέσα στὸ Ναό.
Καὶ τότε, χωρὶς καλά-καλὰ νὰ τὸ καταλάβει καὶ ἡ ἴδια, μέσα της ἔγινε ἡ μεγάλη ἀλλαγή. Ἔνιωσε πὼς βρέθηκε σ᾿ ἕναν καινούριο κόσμο, πὼς ἐπιτέλους βρῆκε αὐτὸ ποὺ βαθιὰ ποθοῦσε ἡ ψυχή της. Ἔτσι σὲ λίγο διάστημα ἡ Φατμὲ κατηχήθηκε, βαπτίστηκε καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Θεοδοσία. Ἦταν πανηγύρι ἡ μέρα τῆς Βαπτίσεώς της. Τώρα ἡ Θεοδοσία μπαίνει στὸ Ναὸ καὶ παρακολουθεῖ ὅλες τὶς Ἀκολουθίες ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ ὄχι ἀπὸ τὸ Νάρθηκα. Τὸ σπουδαιότερο εἶναι ὅτι μπαίνει στὴ σειρὰ καὶ μετὰ τὶς Μοναχὲς κοινωνεῖ καὶ αὐτή. Ζεῖ σ᾿ ἄλλο κόσμο τώρα ἡ Θεοδοσία. Ποτὲ δὲν μποροῦσε αὐτὸ νὰ τὸ φαντασθεῖ. Ἔγραψε καὶ στοὺς πρώην συναδέλφους της ὅτι ἀλλάζει σπουδὲς καὶ δὲν θὰ ἀσχοληθεῖ πλέον μὲ τὸ θέατρο καὶ τὸν κινηματογράφο. Τὸ ἀνεκοίνωσε καὶ στοὺς γονεῖς της
Ἡ Θεοδοσία πῆρε καὶ μιὰ ἀκόμη ἡρωικὴ ἀπόφαση. Νὰ μείνει γιὰ πάντα στὸ Μοναστήρι, νὰ γίνει Μοναχή. Μὲ πολλὴ ἐπιμονὴ ἐκφράζει τὴν ἐπιθυμία της στὴν Ἡγουμένη. Δέχεται τὶς σχετικὲς συμβουλές. Ὅμως ἐπιμένει. Ἔμαθε καλὰ τὰ Ἑλληνικά. Ἔμαθε νὰ ψάλλει καὶ μὲ τὴν ὡραία μελωδικὴ φωνή της ὑμνεῖ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς Ἁγίους.
Μετὰ τὸ καθορισμένο χρονικὸ διάστημα τῆς δοκιμασίας της ἦρθε ἡ μεγάλη ἡμέρα της μοναχικῆς της κουρᾶς. Ἡ Θεοδοσία ἔγινε Θεοδούλη Μοναχή.
Ἡ Θεοδούλη ζεῖ πλέον οὐράνιες στιγμὲς καὶ δοξάζει τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πολλή Του ἀγάπη, μὲ τὴν ὁποία τὴν ὁδήγησε στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας.
Εὐλογημένο τὸ ὄνομά Του!