Πολλὲς φορὲς τὴν πνευματική μας ζωὴ τὴ διακρίνει ἡ στασιμότητα. Δὲν προχωροῦμε. Δὲν προοδεύουμε. Δὲν στολίζουμε μὲ ἀρετὲς τὴν ψυχή μας. Δὲν κατακτοῦμε ὁλοένα καὶ ψηλότερες πνευματικὲς κορυφές. Γυρίζουμε διαρκῶς στὰ ἴδια. Ὅλα τὰ ζοῦμε ὑποτονικά, τὰ ἐπαναλαμβάνουμε τυπικὰ καὶ μένουμε στάσιμοι.
Κατάσταση ὄχι μόνο δυσάρεστη, ἀλλὰ καὶ πολὺ ἐπικίνδυνη. Διότι τὴ στασιμότητα μπορεῖ νὰ ἀκολουθήσει ἡ ὑποχώρηση.
Οὕτως ἢ ἄλλως ἡ κατάσταση τῆς στασιμότητος βασανίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ζωὴ φαίνεται νὰ μὴν ἔχει ἐνδιαφέρον, νὰ μὴν ἔχει σκοπό, νὰ εἶναι πάντα ἴδια, μονότονη, πληκτική. Ἕνα τέλμα στὸ ὁποῖο βυθίζεται ὁ ἄνθρωπος χωρὶς καμιὰ ἀνώτερη προοπτική.
Ποιὰ ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ; Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ διορθωθεῖ; Πῶς μποροῦμε νὰ ἐπιτελοῦμε τὸν σκοπό μας, νὰ προοδεύουμε πνευματικὰ καὶ νὰ πορευόμαστε μὲ χαρὰ στὸ δρόμο τῆς ζωῆς;
Ἡ αἰτία; Ποιὰ ἄλλη ἀπὸ τὴν ὀκνηρία, τὴ ραθυμία, τὸ νυσταγμό. Δὲν ὑπάρχει ὄρεξη γιὰ ἀγώνα. Δὲν ὑπάρχει διάθεση γιὰ δουλειά. Ὑπνηλία καταλαμβάνει τὴν ψυχή μας. Καὶ τότε ὅλα φαίνονται δύσκολα, βαριὰ καὶ ἀκατόρθωτα.
Ἕνα πνεῦμα ἀναβλητικότητος κυριαρχεῖ: Δὲν πειράζει. Τώρα εἶμαι κουρασμένος, ζαλισμένος. Φεύγει ὁ νοῦς. Πῶς νὰ κάνω προσευχή; Αὔριο θὰ προσπαθήσω νὰ προσευχηθῶ. Τώρα εἶμαι μὲ τὶς σκοτοῦρες τῆς δουλειᾶς. Γύρισα στὸ σπίτι μὲ τόσα προβλήματα, ποὺ κούρασαν τὴν ψυχή, ἔσβησαν τοὺς πόθους της γιὰ κάτι ἀνώτερο, καὶ γυρίζουν διαρκῶς στὸ μυαλό μου. Πῶς ν’ ἀνοίξω τώρα τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ νὰ διαβάσω; Φαίνεται τόσο ἀταίριαστο! Τὸ ἀφήνω γιὰ ἀργότερα. Γιὰ ἀργότερα ὁ ἐκκλησιασμός, ἀργότερα ἡ Ἐξομολόγηση, ἡ φιλανθρωπία κ.λπ. Δὲν ἀρνοῦμαι τίποτε. Ὅλα χρήσιμα καὶ ἀναγκαῖα εἶναι, ἀλλὰ δὲν γίνονται τώρα. Ἀργότερα…
Εὐλογοφανεῖς οἱ δικαιολογίες, ἀλλὰ ὄχι σοβαρές. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀφήσουμε τὴν ψυχή μας ἄπραγη, ναρκωμένη, ἀπρόθυμη γιὰ τὰ πνευματικά, ράθυμη καὶ ὀκνηρή. Ἀλλὰ πρέπει νὰ στραφοῦμε στὸν ἑαυτό μας καὶ μὲ αὐστηρότητα νὰ τοῦ ποῦμε: «ἕως τίνος, ὀκνηρέ, κατάκεισαι; πότε δὲ ἐξ ὕπνου ἐγερθήσῃ;». Ὣς πότε, ὀκνηρέ, θὰ μένεις ξαπλωμένος; Πότε θὰ σηκωθεῖς ἀπὸ τὸν ὕπνο; «Ὀλίγον μὲν ὑπνοῖς, ὀλίγον δὲ κάθησαι, μικρὸν δὲ νυστάζεις, ὀλίγον δὲ ἐναγκαλίζῃ χερσὶ στήθη». Λίγη ὥρα κοιμᾶσαι καὶ κατόπιν γιὰ λίγο κάθεσαι. Λίγο νυστάζεις καὶ λίγο ἀγκαλιάζεις τὰ στήθη σου μὲ σταυρωμένα χέρια (Παρ. ς΄ 9-10).
Ὁ ὀκνηρὸς καὶ ράθυμος πνευματικῶς ἄνθρωπος! Ὅλο ἀναβάλλει τὴ φροντίδα γιὰ τὴ σωτηρία του. Πότε θὰ ἀνασκουμπωθεῖ καὶ θὰ δουλέψει;
«Ἴθι πρὸς τὸν μύρμηκα, ὦ ὀκνηρέ, καὶ ζήλωσον ἰδὼν τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ καὶ γενοῦ ἐκείνου σοφώτερος». Πήγαινε, ὀκνηρὲ ἄνθρωπε, πρὸς τὸ μυρμήγκι. Πήγαινε νὰ δεῖς, νὰ παρατηρήσεις προσεκτικὰ τοὺς τρόπους τῆς ζωῆς του. Νὰ τοὺς ζηλέψεις καὶ νὰ τοὺς μιμηθεῖς καὶ νὰ γίνεις πιὸ σοφὸς καὶ ἐργατικὸς ἀπὸ αὐτό. Πρόσεξε τὸ μυρμήγκι· παρόλο ποὺ δὲν ἔχει χωράφια νὰ καλλιεργεῖ, οὔτε κανένα νὰ τὸ ἀναγκάζει νὰ δουλέψει, ὅμως τὸ καλοκαίρι ἐργάζεται καὶ ἑτοιμάζει τὴν τροφὴ ὅλου τοῦ ἔτους καὶ ἐξασφαλίζει προμήθεια πολλὴ καὶ κάνει μεγάλη ἀποθήκευση κατὰ τὸν θερισμό, τοποθετώντας κατάλληλα τὶς ἀπαραίτητες γιὰ ὅλο τὸν χρόνο τροφές. «Πορεύθητι πρὸς τὴν μέλισσαν καὶ μάθε ὡς ἐργάτις ἐστὶ». Πήγαινε νὰ παρακολουθήσεις καὶ τὴ μέλισσα καὶ νὰ μάθεις πόσο ἐργατικὴ εἶναι καὶ μὲ πόση προσοχή, ἐπιμέλεια καὶ τάξη κάνει τὴν ἐργασία της. Τὸν κόπο της, δηλαδὴ τὸ μέλι, τὸ γεύονται οἱ ἄνθρωποι ὡς τροφὴ καὶ φάρμακο. Μικρὸ ἔντομο εἶναι, καὶ ὅμως ὅλοι τὴν τιμοῦν, διότι προτιμᾶ τὸν κόπο τῆς ἐργασίας καὶ ἐργάζεται μὲ περισσὴ τέχνη καὶ σοφία (βλ. Παρ. ς΄ 6-8).
Ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει κάτι πολύ μεγάλο, παίρνοντας παραδείγματα ἀπὸ τὰ πολὺ μικρὰ ζωύφια καὶ ἔντομα. Αὐτὰ δὲν κάθονται, δὲν ραθυμοῦν. Ἐκμεταλλεύονται τὸν χρόνο τους καὶ ἐργάζονται. Ἀσταμάτητα κινοῦνται τὰ μικρὰ μυρμήγκια γιὰ νὰ ἀποθηκεύσουν κάτω ἀπὸ τὴ γῆ ὅσα θὰ τοὺς εἶναι ἀναγκαῖα τὸν χειμώνα. Ἐργατικὲς καὶ οἱ μέλισσες πετοῦν ἀπὸ λουλούδι σὲ λουλούδι γιὰ νὰ κάνουν τὸ μέλι.
Ὅσοι ἀδρανοῦν, θὰ ἔλθει καιρὸς ποὺ δὲν θὰ ἔχουν, θὰ στερηθοῦν καὶ θὰ πεινάσουν. Ὅσοι ἐργάζονται, θὰ ἀπολαύσουν στὸν κατάλληλο καιρὸ τοὺς καρποὺς τῶν κόπων τους.
Πρόσεξε, ἄνθρωπε, μελέτησε τὴν ἐργατικότητα ποὺ δείχνουν τὰ μικρὰ ζωύφια, τὰ μικρὰ ἔντομα, πρόσεξε τὴ σοφία καὶ προνοητικότητα μὲ τὴν ὁποία ἐργάζονται καὶ δροῦν. Μὴ χάνεις τὸν καιρό σου καὶ ἐργάσου καὶ σύ, δημιούργησε τὶς συνθῆκες ποὺ αὔριο θὰ σὲ διευκολύνουν καὶ θὰ σώσουν ἴσως τὴ ζωή σου.
Προσπάθησε καὶ στὸν πνευματικό σου ἀγώνα νὰ κάνεις τὸ καλύτερο ποὺ μπορεῖς σήμερα, γιὰ νὰ θερίσεις αὔριο καρποὺς θαυμαστούς. Κάθε ὥρα, κάθε λεπτὸ τῆς ζωῆς σου εἶναι πολύτιμο καὶ δὲν θὰ τὸ ξαναβρεῖς. Κάνε ἔγκαιρα τὶς καταθέσεις σου στὴν Τράπεζα τοῦ οὐρανοῦ. Φρόντιζε τὴν ψυχή σου καὶ μὴν τὴν παραμελεῖς. Κόψε τώρα τὰ ἀγκάθια τῶν παθῶν καὶ στόλισέ την μὲ τὰ ἄνθη τῶν ἀρετῶν. Μὴν ἀναβάλλεις γιὰ αὔριο αὐτὸ ποὺ μπορεῖς νὰ κάνεις σήμερα. Τὴν προσευχή, τὴ μελέτη, τὴν ἀγαθοεργία, τὸν ἐκκλησιασμό, τὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση, τὸν ἀγώνα, μὴν τ’ ἀφήνεις γιὰ αὔριο. Τὸ αὔριο μπορεῖ νὰ μὴν ἔλθει, καὶ ἂν ἔλθει, κάτι ἄλλο θὰ σὲ καλέσει νὰ κάνεις. Τὸ σήμερα δὲν πρέπει νὰ χαθεῖ.
Ἄνθρωπε, ποὺ εἶσαι ἀπὸ τὸν Θεὸ προικισμένος μὲ λογικό, πάρε μαθήματα ἀπὸ τὰ ἄλογα ὄντα: ἀπὸ τὴ μέλισσα καὶ τὸ μικρὸ μυρμήγκι· «καὶ γενοῦ ἐκείνων σοφώτερος».
Ναί, νὰ σκεφθοῦμε σωστά, νὰ ἐνεργήσουμε σωστά· νὰ γίνουμε σοφότεροι ἀπὸ τὰ μυρμήγκια!