ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (6/11)

Ἀπόστολος: Κυρ. κ΄  ἑβδ. ἐπιστ. (Γαλ. α΄ 11 – 19):

11 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελ­φοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγ­γελισθὲν ὑπ’ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· 12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐ­τὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι’ ἀπο­καλύψεως Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. 13 Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐ­μὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερ­βολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρ­θουν αὐτήν, 14 καὶ προέκοπτον ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλω­τὴς ὑπάρχων τῶν πατρι­κῶν μου παραδόσεων. 15 Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ 16 ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγ­γελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, 17 οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. 18 Ἔπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα στορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέ­μεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέ­ρας δεκαπέντε· 19 ἕτερον δὲ τῶν ἀπο­στόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

11 Σᾶς γνωστοποιῶ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅτι τό Εὐαγγέ­­­­­­λιο πού σᾶς κήρυξα δέν ἀποτελεῖ ἀνθρώπινη ἐπι­νό­η­ση. 12 Διότι ὄχι μόνο οἱ ὑπόλοιποι ἀπόστολοι, ἀλλά κι ἐ­­­­γώ δέν τό παρέλαβα οὔτε τό διδάχθηκα ἀπό κάποι­­­ον ἄν­­­­­θρωπο, ἀλλά τό παρέλαβα μέ ἀποκάλυψη τοῦ Θε­­­οῦ, ὁ ὁποῖος ἀπευθείας μοῦ φανέρωσε καί μοῦ ἀπο­κά­­­λυ­­­ψε τόν Κύριο Ἰησοῦ. 13 Καί τό ὅτι τό Εὐαγγέλιο μοῦ παραδόθηκε μέ ὑπερ­­­­­φυσική ἀποκάλυψη ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, ἀπο­δει­κνύ­ε­ται ἀπό τή δράση μου στό παρελθόν. Διότι ἀσφα­λῶς ἔχε­τε ἀκούσει γιά τή διαγωγή πού ἔδειξα κά­ποτε, ὅταν ἀκο­λουθοῦσα τό νόμο καί τά ἔθιμα τῶν Ἰου­δαίων. Ἀκού­­σατε δηλαδή ὅτι καταδίωκα ὑπερβολικά τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί προσπαθοῦσα νά τήν ἐξολοθρεύσω. 14 Καί προόδευα στόν Ἰουδαϊσμό περισσότερο ἀπό πολλούς συνομήλικους συμπατριῶτες μου καί ἔδειχνα περισσότερο ζῆλο ἀπ’ αὐτούς γιά τίς παραδόσεις πού κληρονομήσαμε ἀπό τούς πατέρες μας. 15 Ὅταν ὅμως εὐαρεστήθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μέ ξεχώρισε καί μέ διάλεξε ἀπό τόν καιρό ἀκόμη πού ἤμουν στήν κοιλιά τῆς μητέρας μου, καί μέ κάλεσε μέ τή χάρη του, χωρίς ἐγώ ἀπό τά ἔργα μου νά εἶμαι ἄξιος γιά μία τέτοια ἐκλογή, 16 νά ἀποκαλύψει στό βάθος τῆς ψυχῆς μου τόν Υἱό του, γιά νά τόν κηρύττω στά ἔθνη, ἀμέσως δέν συμβου­λεύ­­­­­­θηκα σάρκα καί αἷμα, δηλαδή κάποιον θνητό ἄν­θρω­­πο, 17 οὔτε ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά συναντήσω τούς ἀποστόλους πού εἶχαν κληθεῖ πρίν ἀπό μένα στό ἀποστολικό ἀξίωμα, ἀλλά πῆγα στήν Ἀραβία καί πάλι ἐπέστρεψα στή Δαμασκό. 18 Ἔπειτα, μετά ἀπό τρία χρόνια ἀπό τότε πού εἶχα ἐπι­­στρέψει στό Χριστό, ἀνέβηκα στά Ἱεροσόλυμα γιά νά γνωρίσω ἀπό κοντά τόν Πέτρο, κι ἔμεινα μαζί του δε­­καπέντε μέρες. 19 Ἄλλον ἀπό τούς ἀποστόλους δέν εἶδα, παρά μόνο τόν Ἰάκωβο, τόν ἀδελφό τοῦ Κυρίου.