Εὐαγγέλιον: τῶν ἀσωμάτων (Λκ. ι΄ 16 – 21):
16 Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με. 17 Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες· Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου. 18 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα. 19 ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. 20 πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 21 Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἠγαλλιάσατο τῷ πνεύματι ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
16 Διότι ὅποιος ἀκούει ἐσᾶς καί ὑπακούει σέ σᾶς, ἀκούει ἐμένα καί ὑπακούει σέ μένα. Κι ὅποιος παρακούει ἐσᾶς, παρακούει ἐμένα. Κι ἐκεῖνος πού παρακούει ἐμένα, παρακούει τόν Θεό, πού μέ ἔστειλε στόν κόσμο. Κάθε λοιπόν παρακοή καί περιφρόνηση πού θά δείξουν οἱ ἄνθρωποι σέ σᾶς εἶναι σάν νά τήν δείχνουν στόν ἴδιο τόν ἐπουράνιο Θεό. 17 Ἐπέστρεψαν ἀπό τήν περιοδεία τους οἱ ἑβδομήντα μαθητές μέ χαρά κι ἔλεγαν: Κύριε, ἀκόμη καί τά δαιμόνια ὑποτάσσονται σέ μᾶς μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός σου. 18 Τούς εἶπε τότε: Ἀπό τότε πού ἄρχισα τό ἔργο μου, ἀλλά κι ὅταν σᾶς ἔστειλα σέ περιοδεία, καί τώρα πού ἤλθατε καί μοῦ ἀναγγέλλετε τίς ἐκδιώξεις αὐτές τῶν δαιμόνων, ἔβλεπα τόν σατανά νά χάνει τήν ἐξουσία του καί τή δύναμή του· τόν ἔβλεπα νά πέφτει συντριμμένος κάτω ἀπό τό ὕψος τῆς ἐξουσίας του καί ἀπό τίς ἀνώτερες σφαῖρες τοῦ ἐναέριου κόσμου, ἀπ’ ὅπου ἀσκοῦσε τήν κυριαρχία του. Καί νά πέφτει τόσο ἀπότομα καί φανερά καί μέ τόσο πάταγο, ὅπως πέφτει ἡ ἀστραπή. 19 Ἰδού, ἐγώ σᾶς δίνω τώρα ἐξουσία ἐναντίον τοῦ σατανᾶ πολύ μεγαλύτερη ἀπ’ ὅση σᾶς ἔδωσα ὅταν σᾶς ἔστειλα νά κηρύξετε. Σᾶς δίνω ἐξουσία νά νικᾶτε καί νά ποδοπατᾶτε ὅλα τά ὄργανα τοῦ σατανᾶ, πού σάν φίδια καί σκορπιοί ἐπιβουλεύονται καί χύνουν τό δηλητήριό τους ὕπουλα στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, γιά νά τίς νεκρώσουν. Σᾶς δίνω ἐξουσία νά κατανικᾶτε ὅλη τή δύναμη πού διαθέτει ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ σατανάς. Κι ἔτσι κανένα μέσο νά μήν τελεσφορεῖ ἀπ’ ὅσα θά χρησιμοποιεῖ γιά νά παρεμποδίσει τό ἔργο σας. Κι ἀπ’ ὅσα μηχανεύεται ἐναντίον σας, τίποτε δέν θά σᾶς βλάψει. 20 Ἀλλ’ ὅμως ὅλη σας ἡ χαρά ἄς μήν περιορίζεται σ’ αὐτό καί μή χαίρεστε τόσο γιά τό ὅτι τά πονηρά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ σᾶς. Δέν εἶναι αὐτό δικό σας κατόρθωμα· εἶναι χάρισμα πού ἐγώ σᾶς ἔδωσα, καί προσέξτε νά μήν κυριευθεῖτε ἀπό οἴηση καί ἀλαζονεία γιά τό χάρισμα αὐτό. Νά χαίρεστε ὅμως περισσότερο διότι τά ὀνόματά σας λόγῳ τῆς πίστεώς σας γράφτηκαν στούς οὐρανούς. Ἐκεῖ εἶστε πολιτογραφημένοι ἔχοντας ὅλα τά δικαιώματα τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἀγαθῶν τῆς ἐπουράνιας κοινωνίας καί βασιλείας. 21 Τήν ὥρα αὐτή ὁ Ἰησοῦς ἔνιωσε πολύ μεγάλη χαρά στά βάθη τῆς ψυχῆς του καί εἶπε: Σ’ εὐχαριστῶ, Πάτερ, Κύριε καί ἐξουσιαστή καί κυβερνήτη πάνσοφε καί δίκαιε τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Σ’ εὐχαριστῶ, διότι ἐνεργώντας μέ πανσοφία καί μέ δικαιοσύνη ἀπέκρυψες τίς μυστηριώδεις καί οὐράνιες αὐτές ἀλήθειες ἀπό τούς ἀνθρώπους πού νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοί καί συνετοί, καί φανέρωσες τά σωτηριώδη αὐτά μυστήρια σέ ἀνθρώπους ἁπλούς, ἄδολους καί ταπεινούς. Ναί, σ’ εὐχαριστῶ, Πάτερ, διότι αὐτό σοῦ ἄρεσε καί τέτοια ὑπῆρξε ἡ ἀγαθή καί δίκαιη θέλησή σου.