Ἀπόστολος: ἡμέρας, Σαβ. κα΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Β΄ Κορ. γ΄ 12 – 18):
12 Ἔχοντες οὖν τοιαύτην ἐλπίδα πολλῇ παρρησίᾳ χρώμεθα, 13 καὶ οὐ καθάπερ Μωϋσῆς ἐτίθει κάλυμμα ἐπὶ τὸ πρόσωπον ἑαυτοῦ πρὸς τὸ μὴ ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ εἰς τὸ τέλος τοῦ καταργουμένου. 14 ἀλλ᾿ ἐπωρώθη τὰ νοήματα αὐτῶν. ἄχρι γὰρ τῆς σήμερον τὸ αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ἀναγνώσει τῆς παλαιᾶς διαθήκης μένει, μὴ ἀνακαλυπτόμενον ὅτι ἐν Χριστῷ καταργεῖται, 15 ἀλλ᾿ ἕως σήμερον, ἡνίκα ἀναγινώσκεται Μωϋσῆς, κάλυμμα ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν κεῖται· 16 ἡνίκα δ᾿ ἂν ἐπιστρέψῃ πρὸς Κύριον, περιαιρεῖται τὸ κάλυμμα. 17 ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία. 18 ἡμεῖς δὲ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τὴν αὐτὴν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
12 Ἔχοντας λοιπόν μιά τέτοια ἐλπίδα, ὅτι δηλαδή τό ἔργο πού ὑπηρετοῦμε θά παρουσιασθεῖ καί θά λάμψει ἐνδοξότερο ἀπό τή διακονία τοῦ Μωυσῆ, μεταχειριζόμαστε στό κήρυγμά μας πολλή παρρησία καί ἐλευθερία. 13 Καί δέν βάζουμε κάλυμμα στή διδασκαλία μας γιά νά ἀποκρύψουμε ἤ νά συσκιάσουμε τήν ἀλήθεια, ὅπως ὁ Μωυσῆς ἔβαζε στό πρόσωπό του κάλυμμα, πού συμβόλιζε ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη ἦταν συσκιασμένη ἐμφάνιση τῆς ἀλήθειας. Καί προτύπωνε τό κάλυμμα ἐκεῖνο ὅτι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ δέν θά μπορέσουν ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας τους νά ἀτενίσουν καί νά δοῦν τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι τό τέλος καί ὁ σκοπός τοῦ νόμου πού καταργεῖται. 14 Ἀλλά σκοτίσθηκε ὁ νοῦς τους. Διότι μέχρι σήμερα ὑπάρχει τό ἴδιο κάλυμμα· τό βάζουν ὅταν διαβάζουν τήν Παλαιά Διαθήκη, καί δέν τό σηκώνουν. Διότι τό κάλυμμα αὐτό καταργεῖται μόνο μέ τήν πίστη καί τήν ἕνωση μέ τόν Χριστό. 15 Ἀλλά μέχρι σήμερα, ὅταν ἀναγινώσκεται ὁ νόμος τοῦ Μωυσῆ, ὑπάρχει κάλυμμα στήν καρδιά καί στή σκέψη τους, ὥστε νά μήν μποροῦν νά καταλάβουν ὅτι ὁ νόμος καί οἱ προφῆτες τούς ὁδηγοῦν στόν Ἰησοῦ. 16 Ὅταν ὅμως καθένας πού διαβάζει τά βιβλία τοῦ Μωυσῆ ἐπιστρέψει στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τότε θά ἀφαιρεθεῖ τό κάλυμμα καί θά καταλάβει ὅτι ὁ νόμος ὁδηγοῦσε στό Χριστό. 17 Καί πράγματι ὁ καθένας μας μέ τήν ἐπιστροφή του στό Χριστό παίρνει μέσα του καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Καί τό Πνεῦμα εἶναι ὁ Κύριος. Ὅπου μάλιστα ὑπάρχει τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο λαμβάνουμε μέσῳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἐλευθερία ἀπό τό κάλυμμα καί τή δουλεία τοῦ νόμου. 18 Καί ὅλοι ἐμεῖς μέ ξέσκεπο τό πρόσωπο τοῦ ἐσω-τερικοῦ μας ἀνθρώπου, σάν καθρέφτες πνευματικοί δεχόμαστε καί ἀντανακλοῦμε τή δόξα τοῦ Κυρίου. Κι ἔτσι μεταμορφωνόμαστε καί παίρνουμε τήν ἴδια ἔνδοξη εἰκόνα τοῦ Κυρίου. Καί προοδεύουμε ἀπό ἕνα βαθμό δόξας σέ ἄλλο ἀνώτερο βαθμό, ὅπως εἶναι ἑπόμενο νά προοδεύει ὁ ἄνθρωπος πού φωτίζεται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο εἶναι ὁ Κύριος.