Ποιοὶ εἶναι αὐτοί, ποὺ τολμοῦν νὰ σταθοῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ ἐχθρικὲς διαθέσεις; Ποιοὶ εἶναι οἱ τόσο δυνατοί, ποὺ ἀποφασίζουν νὰ πολεμήσουν τὸν Παντοδύναμο; Ποιοὶ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους τόσο μεγάλο, ὥστε νὰ ζητοῦν νὰ καταργήσουν τὸν Ἄπειρο; Ποιοί;
Οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε αὐτοί. Ναί! Οἱ μικροὶ καὶ ἀδύναμοι ἄνθρωποι κάποτε πολεμοῦμε τὸν ἄπειρο καὶ παντοδύναμο Θεό. Ὑψώνουμε ἀγέρωχοι τὴ γροθιά μας καὶ Τοῦ λέμε: Δὲν ὑπάρχεις! Γεμίζουμε τὰ ὅπλα μας καὶ σημαδεύουμε τὸν οὐρανό. Ὀργανώνουμε τὴ ζωή μας καὶ δὲν Τὸν καλοῦμε κοντά μας. Ψηφίζουμε τοὺς νόμους μας καὶ δὲν λαμβάνουμε ὑπόψη μας τὸν δικό Του αἰώνιο Νόμο. Παιδαγωγοῦμε τὰ παιδιά μας καὶ δὲν θέλουμε οὔτε νὰ ἀναφέρουμε τὸ ὄνομά Του. Φτιάχνουμε τὶς δικές μας λέσχες, ἑταιρεῖες καὶ κοινωνίες καὶ δὲν ἀνεχόμαστε νὰ ὑπάρχει ἡ δική Του θεανθρώπινη κοινωνία, ἡ ἁγία Του Ἐκκλησία. Τὴν πολεμοῦμε, δὲν θέλουμε νὰ ἀκοῦμε τὴ φωνή της, δὲν δεχόμαστε νὰ ἐπηρεάζει τὴ ζωή μας, νὰ κρίνει τὸν κόσμο μας, νὰ ἐλέγχει τὴ συνείδησή μας.
Ὄχι! Ὄχι! Δὲν μοῦ χρειάζονται αὐτά. Δὲν Σὲ θέλω, Κύριε. Δὲν δέχομαι τὴν παρουσία Σου στὴ ζωή μου. Φύγε μακριά μου! Δὲν θέλω νὰ γνωρίζω τοὺς δρόμους Σου. «Ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι», ξεσπάει μὲ ἀποφασιστικότητα καὶ ἀποτομία ὁ ἄφρων ἄνθρωπος κάθε ἐποχῆς στὸν Πατέρα Θεό (Ἰὼβ ιδ΄ [14] 10).
Ἄνθρωπε, τί εἶπες; Πῶς μπορεῖς νὰ ζήσεις χωρὶς Αὐτὸν ἐσύ, ποὺ σ’ ἔπλασε ὁ Θεὸς μὲ ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ φροντίδα; Πῶς μπορεῖς νὰ Τὸν ἀγνοεῖς ἐσύ, ποὺ φέρεις τὴν εἰκόνα Του μέσα σου; Ἐσύ, ὁ προορισμένος νὰ ὁμοιάσεις μὲ τὸν Θεό, ποῦ θὰ φθάσεις, ἂν Τὸν πολεμεῖς; Ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία Του ἐπὶ τῆς γῆς γιὰ νὰ ζεῖς ἐκεῖ μέσα τὴν ἀναγέννησή σου, νὰ βρίσκεις τὴ λύτρωση καὶ τὴ σωτηρία σου, καὶ ἐσὺ τὴν πολεμεῖς; «Λῦσον τὸν πόλεμον, ἵνα μὴ καταλύσῃ σου τὴν δύναμιν»· σταμάτα τὸν πόλεμο, γιὰ νὰ μὴ σοῦ ἐξαφανίσει ὅλη τὴ δύναμη, τονίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καὶ συνεχίζει: Μὴν ἀνοίγεις πόλεμο μὲ τὸν οὐρανό. Ἂν πολεμεῖς κάποιον ἄνθρωπο, ἢ θὰ νικήσεις ἢ θὰ νικηθεῖς. Ἂν ὅμως πολεμεῖς τὴν Ἐκκλησία, εἶναι ἀδύνατο νὰ νικήσεις. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ ἰσχυρότερος ἀπ’ ὅλους. Μήπως προκαλοῦμε τὸν Θεό; Μήπως εἴμαστε ἐμεῖς πιὸ ἰσχυροὶ ἀπὸ Αὐτόν; Ὁ Θεὸς ἐθεμελίωσε τὴν Ἐκκλησία. Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἐπιχειρήσει νὰ τὴ σαλεύσει; Δὲν γνωρίζεις τὴ δύναμή Του. Βλέπει ἀπὸ ψηλὰ τὴ γῆ καὶ τὴν κάνει νὰ τρέμει. Δίνει ἐντολὴ καὶ αὐτὰ ποὺ σείονται, στερεώνονται ἀμετακίνητα. «Ἡ Ἐκκλησία οὐρανοῦ ἰσχυροτέρα» (PG 52, 429).
Ὁ Θεὸς «πάντων ἰσχυρότερος». «Ἡ Ἐκκλησία οὐρανοῦ ἰσχυροτέρα». Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἁρπάζει τὶς πέτρες καὶ πετροβολᾶ τὸν οὐρανό. Τεντώνει τὸ τόξο του καὶ σημαδεύει τὸν οὐρανό. Καὶ δὲν καταλαβαίνει ὅτι μὲ ὅσο μεγαλύτερη μανία ἐκσφενδονίζει τὰ βέλη του, μὲ τόσο μεγαλύτερη ὁρμὴ αὐτὰ θὰ πέσουν καὶ θὰ καρφωθοῦν στὸ κεφάλι του.
Δὲν τὸ βλέπουμε; Βγάζει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴ ζωή του καὶ αὐτὴ χάνει τὸ νόημά της. Πορεύεται χωρὶς τὸν Θεὸ στὸν κόσμο αὐτό, καὶ δὲν βρίσκει σκοπό. Θέλει νὰ κτίσει κάτι μεγάλο, καὶ αὐτὸ μόλις λίγο ὑψωθεῖ ἀπὸ τὴ γῆ, σωριάζεται σὲ ἐρείπια.
Ἀρνοῦνται πολλοὶ καὶ στὸ ἔθνος μας τὸν Θεό. Δὲν θέλουν νὰ σηκώσουν τὸ χέρι τους νὰ κάνουν τὸν σταυρό τους. Δὲν θέλουν νὰ προσκυνοῦν τὶς ἅγιες εἰκόνες. Περιφρονοῦν τὶς ἱερὲς καὶ ἅγιες Παραδόσεις του. Ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴ μητέρα καὶ τροφό τους, τὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Νομοθετοῦν ἀντίθετα μὲ τὸν αἰώνιο Νόμο Του. Ἀρνοῦνται τὴν ἱερότητα τοῦ Γάμου. Ἀπορρίπτουν τὴ χριστιανικὴ διαπαιδαγώγηση τῶν νέων. Δὲν θέλουν νὰ προσεύχονται τὰ παιδιὰ στὰ σχολεῖα μας, νὰ ἐκκλησιάζονται, νὰ διδάσκονται ἀνόθευτη τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας.
Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Περιφρόνηση, ἐκμετάλλευση, καταδυνάστευση καὶ πολεμικὴ ἀπὸ τοὺς μεγάλους τῆς γῆς. Φτώχεια καὶ ἀνεργία, κατάρρευση τῆς οἰκογένειας, ἀνηθικότητα, ἐγκληματικότητα καὶ ναρκωτικά, ψυχικὰ ἀδιέξοδα, ἀπογοήτευση καὶ μιζέρια.
Καὶ ὅταν ὁ κόσμος στὴν πλειονότητά του ἀρνεῖται τὸν Θεό, γίνεται ὁ κόσμος στὸν ὁποῖο ζοῦμε σήμερα. Δηλαδὴ ὁ κόσμος τῆς τρομοκρατίας, τοῦ ἐγκλήματος, τῆς ἀδικίας καὶ ἐκμεταλλεύσεως, ὁ κόσμος τῆς ἀθλιότητος καὶ κακίας, ὁ κόσμος τῶν διαρκῶν πολέμων καὶ τῆς ἀπανθρωπίας.
Ὁ ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ χειρότερος ἐχθρὸς τοῦ ἑαυτοῦ του. Κάθε πολεμικὴ κατὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι πολεμικὴ κατὰ τοῦ ἀνθρώπου. Οὔτε ὁ ἄνθρωπος, οὔτε τὰ ἔθνη, οὔτε ὁ κόσμος ὅλος μποροῦν νὰ σταθοῦν χωρὶς τὸν Θεό. Ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ γίνεται τελικὰ καταστροφὴ τοῦ κόσμου.
Ἡ ἀθεΐα εἶναι ἡ χειρότερη ἀπανθρωπία, τρέλα καὶ ἀφροσύνη. Αὐτὴν δυστυχῶς διαλέγουν πολλοὶ σήμερα καὶ στὴν πατρίδα μας, τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.
Πρὶν ξεσπάσει ἡ ὀργὴ τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τὴν ἀποστασία μας, ὅσο ὁ πανάγαθος Θεὸς μακροθυμεῖ, ἂς σκεφθοῦμε συνετά, νὰ μετανοήσουμε εἰλικρινὰ καὶ μὲ βαθιὰ συντριβὴ νὰ γονατίσουμε ἐνώπιόν Του. Γιὰ νὰ ζητήσουμε ταπεινὰ τὸ ἔλεός Του καὶ νὰ δεχθοῦμε πλούσια τὴ Χάρι Του στὴ ζωή μας.