ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016
Πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως: Ἑβρ. ια΄ 9-10, 32-40
Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραὰμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς. ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ
1. Μὲ τὸ βλέμμα στὴν οὐράνια πατρίδα
Τὴν Κυριακὴ πρὸ τῶν Χριστουγέννων ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη «πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων»· ὅλων, δηλαδή, ὅσοι εὐαρέστησαν στὸ Θεὸ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι καὶ τὸν Ἰωσήφ, τὸν μνήστορα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀναγινώσκεται ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ὅπου ἐξυμνοῦνται τὰ κατορθώματα τῆς πίστεως τῶν δικαίων αὐτῶν ἀνθρώπων.
Πρῶτος στὴ σειρὰ προβάλλει ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ὑπόσχεση ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅτι θὰ κληρονομήσει τὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Καὶ πράγματι, ἔφτασε στὴ γῆ ἐκείνη μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια του. Καὶ παρόλο ποὺ εἶχε τὴν οἰκονομικὴ δυνατότητα, δὲν θέλησε νὰ κτίσει παλάτια καὶ ἀνάκτορα, οὔτε κἂν ἕνα ἁπλὸ σπίτι. Προτίμησε νὰ μένει σὲ σκηνές, διότι ἤξερε ὅτι ἀκόμη καὶ ἡ γῆ ἐκείνη ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, προσωρινὴ ἦταν. Ὁ ἴδιος προσέβλεπε σὲ ἄλλη, ἀσύγκριτα ἀνώτερη πατρίδα: «Ἐξεδέχετο τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός». Ἔμενε ὡς ξένος καὶ πάροικος στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, διότι μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως ἔβλεπε τὴν ἐπουράνια πόλη καὶ αὐτὴν περίμενε καὶ προσδοκοῦσε. Τὴν πόλη τῆς οὐράνιας Βασιλείας, ἡ ὁποία ἔχει ἀληθινὰ καὶ ἀδιάσειστα θεμέλια, καὶ τεχνίτη καὶ κτίστη της τὸν ἴδιο τὸν Θεό.
Ἆραγε ἐμεῖς σκεπτόμαστε καθόλου αὐτὴ τὴν ἐπουράνια πατρίδα; Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι δὲν θὰ μείνουμε αἰώνια στὴ γῆ αὐτή; Ἂν ναί, τότε δὲν θὰ μᾶς ἀπορροφᾶ ἡ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων. Δὲν θὰ μᾶς καταλαμβάνει ἄγχος καὶ στενοχώρια γιὰ κτήματα καὶ περιουσίες, γιὰ καταθέσεις καὶ ἐπενδύσεις. Ὄχι ὅτι θὰ μένουμε ἀδρανεῖς. Ὀφείλουμε νὰ ἐργαζόμαστε καὶ νὰ ἀναπτύσσουμε τίμια καὶ ὑπεύθυνα κάθε νόμιμη δραστηριότητα, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίζουμε τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συντήρησή μας. Νὰ μὴν ἀφήνουμε ὅμως νὰ μᾶς θαμπώνουν πολυτέλειες περιττὲς καὶ ἀπολαύσεις ἐγκόσμιες.
Ἂς παρακαλοῦμε λοιπὸν τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς χαρίζει αὐτὴ τὴ δυνατὴ πίστη ποὺ βλέπει πέρα ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα, στὰ αἰώνια καὶ ἄφθαρτα ἀγαθά. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴ δυνατὴ πίστη ὄχι μόνο θὰ περιφρονοῦμε καθετὶ παροδικὸ καὶ ἐφήμερο, ἀλλὰ θὰ ἀντιμετωπίζουμε κάθε πειρασμὸ καὶ δυσκολία. Αὐτὸ ἐπέτυχαν καὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ ἀναφέρει στὴ συνέχεια τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα.
2. Μᾶς περιμένει ὁ χορὸς τῶν Ἁγίων
Εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγράψει κανεὶς σὲ λίγες γραμμὲς τὰ ἐκπληκτικὰ θαύματα τῆς πίστεως ποὺ ἔζησαν οἱ μεγάλες μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: «Ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ». Στ’ ἀλήθεια, εἶναι καταπληκτικὸ τὸ πῶς γλύτωσαν ἀπὸ τὸ στόμα τῶν λιονταριῶν ἢ τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς, ἀπὸ σφαγὲς καὶ πολέμους ἢ καὶ θανατηφόρες ἀσθένειες.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ ἐντυπωσιακὰ θαύματα, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τοῦ Θεοῦ ἔζησαν καὶ μαρτυρικὲς στιγμὲς πόνου καὶ δοκιμασίας: Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, ἀντιμετώπισαν διωγμοὺς καὶ φυλακίσεις… Περιπλανιόντουσαν σὲ ἐρημιὲς καὶ σὲ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ στὶς τρύπες τῆς γῆς μὲ φοβερὲς στερήσεις καὶ κακοπάθειες· «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι».
Πῶς ἀντιμετώπισαν ὅλες αὐτὲς τὶς δοκιμασίες οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἄνθρωποι; Ἔχοντας τὸ βλέμμα στραμμένο στὴν οὐράνια πατρίδα. Ἡ πίστη στὴν αἰώνια ζωὴ ἦταν τὸ στήριγμα καὶ ἡ ἐλπίδα τους. Αὐτὴ τοὺς ἐνίσχυε γιὰ νὰ ὑπομένουν τὶς πιὸ σκληρὲς κακουχίες καὶ τὰ φρικτότερα μαρτύρια. Ἀγωνίζονταν μὲ τὴ βέβαιη ἐλπίδα ὅτι τοὺς περιμένει ἄφθαρτη καὶ αἰώνια δόξα.
Ὡστόσο, δὲν ἔλαβαν ἀκόμη τὴ δόξα αὐτὴ σὲ τέλειο βαθμό. Κι αὐτὸ διότι ὁ Θεὸς θέλησε νὰ μὴ φθάσουν μόνοι τους στὴν τελείωση ποὺ τοὺς περιμένει στὴν οὐράνια Βασιλεία, ἀλλὰ νὰ ἀναμένουν κι ἐμᾶς γιὰ νὰ λάβουμε ὅλοι μαζὶ τὴν αἰώνια σωτηρία καὶ τὴν ἄφθαρτη δόξα.
Ὥστε λοιπὸν μᾶς περιμένουν οἱ Ἅγιοι! Μᾶς περιμένουν γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε ὅλοι μαζὶ ὡς ἕνα σῶμα τὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τί μεγάλη τιμή! Νὰ παρακαθήσουμε στὸ ἴδιο τραπέζι μὲ τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ, τὸν βασιλέα Δαβίδ, τοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ὁσίους, τοὺς Ὁμολογητές. Ἐκεῖ θὰ εἶναι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, ἐκεῖ, σὲ ἐξέχουσα θέση, ἡ Βασίλισσα τοῦ Οὐρανοῦ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος! Ἀλήθεια, τί δόξα θὰ περιβάλλει αὐτὸ τὸν ἐπουράνιο χορὸ ὁ ὁποῖος θὰ κυκλώνει τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ! Τί ὕμνοι θὰ ἀναπέμπονται πρὸς τὸν παντοκράτορα Κύριο!
Ἂς μὴν ὀλιγωροῦμε λοιπόν. Μᾶς περιμένουν οἱ Ἅγιοι. Μᾶς περιμένει ἀσύλληπτη δόξα καὶ μακαριότητα. Ἂς ἀγωνιζόμαστε μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε αὐτῆς τῆς ὑπερκόσμιας χαρᾶς. Εἰδικὰ τὶς ἡμέρες αὐτὲς ποὺ πρόκειται νὰ γιορτάσουμε τὴ Γέννηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἂς δοξάσουμε τὸν πανάγαθο Θεό, ὁ Ὁποῖος δὲν κράτησε κλειστὸ τὸν δρόμο γιὰ τὸν Παράδεισο, ἀλλὰ ἔστειλε τὸν Μονογενή Του Υἱὸ γιὰ νὰ μᾶς καλέσει στὴν αἰώνια Βασιλεία Του. Καὶ γεμάτοι εὐγνωμοσύνη ἂς ψάλουμε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία»!