Μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται στὰ σπάργανα. Οἱ πρῶτες μέρες ζωῆς καὶ δράσεώς της. Καὶ δὲν ἄργησαν νὰ φανοῦν οἱ ἀντιδράσεις. Συλλαμβάνονται οἱ Ἀπόστολοι τὴν ὥρα ποὺ κήρυτταν στὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων. Οἱ ἀντιδράσεις πολλές, ἡ ἐντολὴ σαφής: νὰ μὴν κηρύττουν, νὰ μὴ διδάσκουν καὶ κατηχοῦν τὸν λαό.
Ἀλλὰ καί μετὰ τὴν καταδίκη τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, ξέσπασε διωγμὸς στὰ Ἱεροσόλυμα κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Καὶ οἱ Ἀπόστολοι ὄχι μόνο δὲν πτοήθηκαν ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ Στεφάνου καὶ τὸν τοπικὸ διωγμό, ἀλλὰ διέδωσαν τὸν λόγο καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ στενὰ πλαίσια τῆς Ἱερουσαλήμ. «Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες διῆλθον εὐαγγελιζόμενοι τὸν λόγον» (Πράξ. η΄ 4)· καὶ ὅσοι διεσκορπίσθησαν στὰ διάφορα χωριά, περιόδευαν ἀπὸ τόπο σὲ τόπο κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι ὁ διωγμὸς μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Στεφάνου, ἦταν εὐκαιρία γιὰ τὴν περαιτέρω ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου· «οὐ μικρὸν ὁ διωγμὸς κατόρθωσεν εἰς τὸν λόγον… καὶ ὅρα ποῦ τὸ κήρυγμα ἐξετάθη: Διῆλθον, φασίν, ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας· οὐδενὶ μέντοι ἐλάλουν, εἰ μὴ μόνοις Ἰουδαίοις» (Ὑπόμνημα εἰς τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων / PG 60, 191).
Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητὴς Παν. Τρεμπέλας σχολιάζει στὸ Ὑπόμνημα τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων: «Ὁ διωγμὸς διὰ τοῦ ὁποίου προσεπάθουν νὰ ἐξαφανίσουν τὴν ἐκκλησίαν ἐγένετο δι’ οἰκονομίας τῆς θείας Προνοίας αἰτία καὶ ἀφορμὴ τοῦ νὰ ἐπεκταθῇ αὐτὴ περισσότερον… Οἱ διωγμοὶ συνετέλεσαν εἰς τὸ νὰ διαδοθῇ καὶ ἀλλαχοῦ ἡ φλόγα τῆς πίστεως» (σελ. 264).
Διωγμὸς στὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ἐν διωγμῷ», οἱ Ἀπόστολοι συνεχίζουν τὸ ἔργο τους. Συνεχίζουν νὰ κηρύττουν, νὰ διδάσκουν τὸν λαό, νὰ τὸν ὁδηγοῦν στὴ νέα ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν τοὺς φοβίζουν, δὲν τοὺς τρομάζουν οἱ ἀπειλές. Ἕνα μόνο ἐπιζητοῦν: νά μεταδώσουν ὅσα εἶδαν, ἄκουσαν καὶ ἔζησαν κοντὰ στὸ θεῖο Διδάσκαλο.
Τὸ παράδειγμά τους θαυμαστὸ καὶ ἄξιο γιὰ μίμηση σὲ κάθε ἐποχή. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀντιμετώπισε στὸ διάβα τῶν αἰώνων παρόμοιες καταστάσεις διωγμοῦ, καὶ οἱ πιστοί, παρ᾿ ὅλες τίς δυσκολίες, συνέχιζαν τὴ δράση τους, τὴν ἱεραποστολή, τὴ φιλανθρωπία, δὲν σταμάτησαν τὸν ἀγώνα τους, δὲν ἔχασαν τὴν εὐκαιρία νὰ κηρύττουν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας.
Ἡ Ἐκκλησία θὰ συνεχίζει πάντοτε τὸ ἱερὸ ἔργο της, τὴν ὑψηλὴ ἀποστολή της στὸν κόσμο αὐτό. Εἶναι ἡ Κιβωτὸς τῆς σωτηρίας γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο. Αὐτὸ τὸ σωτήριο ἔργο συνεχίζει καὶ σήμερα στὴν ἐποχὴ τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἀποστασίας. Στὶς μέρες μας πολλοὶ ἐπιδιώκουν νὰ τεθεῖ ἡ Ἐκκλησία στὸ περιθώριο, τὴν κατηγοροῦν πὼς αὐτὴ εὐθύνεται γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ λαοῦ μας. Θεσπίζονται νόμοι ἀντίθετοι πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, προσπαθοῦν νὰ ξεριζώσουν τὴν πίστη ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ μας. Τὴν πίστη ποὺ τὸν κράτησε ὄρθιο τόσους αἰῶνες καὶ τὸν κρατάει καὶ σήμερα. Σ’ αὐτὴ τὴν ἐποχὴ καὶ μ’ αὐτὰ τὰ δεδομένα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία θὰ συνεχίζει τὴν ἀποστολή της μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.
Σὰν τὸ ποτάμι ποὺ κυλᾶ ἀργά-ἀργὰ καὶ ἤρεμα τὰ νερά του καὶ ποτίζει τὴ γῆ, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, ἔτσι ἐργάζεται ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του. Ἁπαλά, ἀθόρυβα, ἁπλὰ ἀλλὰ οὐσιαστικά, καὶ ποτίζει τὴ γῆ μας, καὶ ξεδιψᾶ τὶς ψυχές μας.
Κοντά της κι ἐμεῖς, τὰ πιστὰ μέλη της, νὰ συνεχίζουμε τὸ ἔργο μας μὲ σταθερότητα, μὲ περισσότερο ζῆλο, ταπεινὰ καὶ ἀθόρυβα, μὲ τὸν διακριτικὸ καὶ γεμάτο ἀγάπη λόγο, τὴ θερμὴ προσευχή μας, τὸ ζωντανό, ἀγωνιστικὸ παράδειγμά μας. Μὴ μᾶς ἐπηρεάζουν τὰ ὅσα ἀκοῦμε κατὰ καιροὺς ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Λειτουργῶν της. Δὲν εἶναι πρωτόγνωρα. Μὴν κλονίζουν τὴν ἐμπιστοσύνη μας σ᾿ αὐτήν! Εἶναι μαζί μας ὁ παντοδύναμος Κύριος!