Στὴν τελευταία συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (23-24 Νοεμβρίου 2016) συζητήθηκε τὸ θέμα τῶν ἐργασιῶν τῆς Μεγάλης Συνόδου ποὺ ἔγινε στὴν Κρήτη τὴν ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς (18-26 Ἰουνίου 2016).
Κατ᾿ αὐτήν, μετὰ τὴ σχετικὴ Εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρῶν κ. Θεολόγου μὲ τίτλο: «Ἐνημέρωσις περὶ τῶν διεξαχθεισῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», ἀκολούθησε συζήτηση, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος ἔκανε δύο παρεμβάσεις, κατέθεσε δὲ καὶ πληρέστερο κείμενο στὰ Πρακτικά.
Οἱ παρατηρήσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου εἶναι ἄξιες ἰδιαίτερης προσοχῆς, γι᾿ αὐτὸ καὶ μεταφέρουμε ἐδῶ κάποια ἀπὸ τὰ κατὰ τὴ γνώμη μας ἀξιολογότερα στοιχεῖα.
«Ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν Σύνοδο αὐτή», εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος, «δὲν ἦταν ἐπαρκής. Τὸ κείμενο ποὺ καταρτίσθηκε ἀπὸ τὴν Ε΄ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη δὲν ἦταν σὲ γνώση τῆς Ἱεραρχίας. Τὸ λάβαμε μετὰ τὴν ὑπογραφὴ ἀπὸ τοὺς Προκαθημένους, τὸν Ἰανουάριο 2016. Ἔπρεπε νὰ γίνη συζήτηση στὴν Ἱεραρχία, πρὶν ὑπογραφῆ ἀπὸ τοὺς Προκαθημένους».
Ὅμως μὲ ἀνεπαρκὴ προετοιμασία καὶ ἔλλειψη πληροφορήσεως πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ λειτουργήσει σωστὰ μία τέτοια Σύνοδος; Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τὸ εἴδαμε. Τὸ βασικὸ κείμενο τῆς Συνόδου ἀποδείχθηκε ἀδόκιμο θεολογικῶς.
Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Σεβασμιώτατος: «Τὸ κείμενο ποὺ ἀπετέλεσε τὴν βάση τῆς Συνόδου ἦταν τὸ ἕκτο, μὲ τίτλο ‘‘Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον’’. Τὸ τελικὸ κείμενο ἔχει πολλὰ προβλήματα, παρὰ τὶς μερικὲς γενικὲς καλὲς διατυπώσεις. Μάλιστα, ὅταν δημοσιευθοῦν τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου, ὅπου ἀποτυπώνονται οἱ αὐθεντικὲς ἀπόψεις αὐτῶν ποὺ ἀποφάσισαν καὶ ὑπέγραψαν τὰ κείμενα, τότε θὰ φανῆ καθαρὰ ὅτι στὴν Σύνοδο κυριαρχοῦσαν ἡ θεωρία τῶν κλάδων, ἡ βαπτισματικὴ θεολογία καὶ κυρίως ἡ ἀρχὴ τῆς περιεκτικότητος… Παρατηρεῖ κανεὶς στὸ τελικὸ κείμενο ἀντιφατικὰ σημεῖα. Κατὰ τὴν γνώμη μου δὲν εἶναι κείμενο θεολογικό, ἀλλὰ διπλωματικό. Ὅμως, ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν στηρίζεται σὲ διπλωματικὰ κείμενα».
Θλιβερότατες οἱ καίριες θεολογικὲς ἐπισημάνσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου. Αὐτὲς φανερώνουν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει σὲ ἐπικίνδυνο βαθμὸ ἁλωθεῖ ἀπὸ τὴν προτεσταντικὴ σύγχυση ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴ «θεωρία τῶν κλάδων» καὶ τὶς παρόμοιες ἀντιλήψεις. Ἀντιλήψεις μὲ τὶς ὁποῖες εἰσάγεται ἡ διπλωματία στὸ χῶρο τῆς θεολογίας καὶ οὐσιαστικὰ ἐπιχειρεῖται συμβιβασμὸς τῆς ἀλήθειας μὲ τὸ ψέμα!
Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι κατεξοχὴν ἐπίκαιρος ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, τὸν ὁποῖο παρέθεσε ὁ Σεβασμιώτατος: «Οὐδέποτε διὰ μεσότητος, ἄνθρωπε, τὰ ἐκκλησιαστικὰ διωρθώθη. Μέσον ἀληθείας καὶ ψεύδους οὐδέν ἐστι».
Διπλωματία, μέση λύση ἢ συμβιβασμὸς στὰ τῆς πίστεως δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει!