«Τί θαυμάζεις, Μαριάμ;»

Καθὼς φθάνουν τὰ Χριστούγεννα, ἡ μορφὴ τῆς Ἁγίας Θεοτόκου, τῆς Παναχράντου Μητέρας τοῦ Κυρίου μας, καταλαμβάνει ξεχωριστὴ θέση στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν. Ἔκτακτο τὸ μεγαλεῖο της, διότι μόνην ἐκείνην ἐξέλεξε ὁ Θεὸς νὰ γίνει ἐκλεκτὸ ὄργανο, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Μονογενής Του Υἱὸς θὰ προσ­ελάμβανε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ θὰ ἐρχόταν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ὡς Σω­­­­­τήρας καὶ Λυτρωτής.

Ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας τὶς ἡμέρες αὐτὲς παρουσιάζει τὸ πανάγιο πρόσωπό της, τὴν τιμητικὴ θέση της καὶ τὴ στάση της στὸ Μυστήριο τῆς Γεννήσεως.

Σ’ ἕνα τροπάριο – κάθισμα τοῦ Ὄρ­θρου τῶν Χριστουγέννων, ὁ ἱερὸς Ὑ­μνογράφος ἀπευθύνεται πρὸς τὴν Παν­­αγία Θεοτόκο μ’ ἕνα ἐρώτημα:

«Τί θαυμάζεις Μαριάμ; τί ἐκθαμβεῖσαι τὸ ἐν σοί;»· τί κοιτᾶς, θαυμάζεις καὶ ἀ­πορεῖς, Μαριάμ; Γιατί ἐκπλήττεσαι μ’ αὐ­­­­τὸ ποὺ Σοῦ συμβαίνει;

Τὴν ἐρωτᾶ ὁ ἱερὸς ὐμνωδός, καὶ ἐ­κείνη ἀπαντᾶ: «Ὅτι ἄχρονον Υἱόν, χρό­νῳ ἐγέννησα, τοῦ τικτομένου τὴν σύλληψιν μὴ διδαχθεῖσα». Θαυμάζω καὶ ἀ­πορῶ, διότι τὸν ἄχρονο Υἱὸ τοῦ Θεοῦ τὸν γέννησα τώρα, σὲ ὁρισμένο χρόνο ὡς ἄνθρωπο, χωρὶς νὰ καταλάβω πῶς ἔγινε ἡ σύλληψη! «Ἄνανδρός εἰμι, καὶ πῶς τέξω Υἱόν; ἄσπορον γονὴν τίς ἑώρακεν; ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις, ὡς γέγραπται». Εἶμαι Παρθένος, δὲν ἔχω ἄνδρα. Πῶς θὰ γεν­νήσω παιδί; Ὅταν ὅμως θέλει ὁ Θεός, ἀλλάζει ἡ φυσικὴ ροὴ τῶν πραγμάτων, ἀλλάζουν οἱ φυσικοὶ νόμοι!

Προσπαθεῖ ὁ ἱερὸς Ὑμνογράφος στὸ τροπάριο αὐτὸ ν’ ἀποτυπώσει τὴν ἔκ­πληξη τῆς Παναγίας μας ἐνώπιον τοῦ μοναδικοῦ γεγονότος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ τὸ τροπάριο αὐτό, ἐκφράζει καὶ τὴν ἔκπληξη τοῦ κάθε ἀνθρώπου μπροστὰ στὸ θεϊκὸ Μυστήριο.

«Τί θαυμάζεις Μαριάμ;», εἶναι καὶ ἡ δική μας ἀπορία. Πῶς ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, πῶς ὁ ἀχώρητος Θεὸς χωράει στὰ σπλάχνα μιᾶς Παρθένου; Θαυ­μάζεις (ἀπορεῖς) γιὰ τὴν ταπείνωση, τὴ συγκατάβαση ποὺ βλέπεις νὰ ἔχει «ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων»; Ἐκπλήττεσαι ἀπὸ τὴν ἄγνοια, τὴν ἀδιαφορία καὶ τὴν ψυχρότητα τῶν ἀνθρώπων;

Ὅσο ὅμως καὶ ἂν ὁ ἱερὸς Ὑμνογράφος προσπαθεῖ νὰ παρουσιάσει τὴν ἀπορία – ἔκπληξη τῆς Θεοτόκου καὶ νὰ δώσει ὁ ἴδιος ἀπαντήσεις, τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο μᾶς πληροφορεῖ πὼς ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ὅλο αὐτὸ τὸ γεγονὸς τὸ διῆλθε μὲ σιωπὴ καὶ «πάντα συνετήρει… ἐν τῇ καρδίᾳ αὐ­­τῆς» (Λουκ. β΄ 19)· συγκρατοῦσε ὅλα αὐτὰ μέσα στὴν καρδιά της.

Ἡ Παναγία μας σιωπηλὴ στέκεται δίπλα καὶ ἀτενίζει τὸ θεῖο Βρέφος. Ὑπηρετεῖ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ μέσα στὴ σιωπή της. Δὲν ἐκφράζεται γιὰ τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔζησε τὴν ὥρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τὴ στιγμὴ τῆς θείας Γεννήσεως, τῆς προσ­κυνήσεως τῶν Ποιμένων καὶ τῶν Μά­γων. Καμία λέξη στὰ χείλη της· ἕνα εἶναι τὸ φρόνημά της, πὼς αὐτὴ εἶναι δούλη τοῦ Κυρίου ἕτοιμη νὰ ἐκτελέσει τὸ θέλημά Του. Τὴν ὅποια ἔκπληξη – ἀπορία τὴν κρατᾶ μέσα της. Πιστεύει ἀκράδαντα πὼς Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.

Χριστούγεννα πλησιάζουν, καὶ ἡ σκέψη μας στρέφεται στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ὅπου ὁ Χριστὸς γεννᾶται.

Ξεχωριστὴ ἡ θέση της Παναγίας μας. Θὰ τὴ δοῦμε κατὰ τὴ μεγάλη ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων νὰ παραστέκει στὸν Υἱό της μέσα στὴ φτωχικὴ φάτνη Του. Σεμνὰ καὶ ταπεινὰ σκύβει ἐπάνω Του καὶ Τὸν φροντίζει. Θὰ ἀποθέσουμε εὐλαβικὸ ἀσπασμὸ στὸν Υἱό της καὶ θὰ τὴν ὑμνήσουμε. Τὸ παράδειγμα τῆς Θεοτόκου νὰ μᾶς διδάξει. Μὲ θαυμασμό, μὲ σιωπὴ νὰ πλησιάσουμε τὸ Μυστήριο, γιὰ νὰ δυναμώσει ἡ πίστη μας.

Ἂς ἀφήσουμε τὴ σκέψη μας νὰ ἐμβαθύνει στό μεγάλο γεγονός, ἡ καρδιά μας ἂς συγκινηθεῖ μπροστὰ στὴ Φάτνη, ἡ ζωή μας νὰ ἀλλάξει.

Ἂς σιωπήσουμε καὶ ἂς θαυμάσουμε. Ὁ μεγάλος θαυμασμὸς ἀφήνει ἄφωνο τὸν ἄνθρωπο, τὸν κάνει νὰ χάνει τὰ λόγια του, τὸν συγκλονίζει!

Μή μείνουμε ὅμως μόνο στὸ θαυμασμό· νὰ προχωρήσουμε καὶ σὲ γενναῖες ἀποφάσεις στὸν καθημερινό μας ἀγώνα. Νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Κύριο, νὰ πιστέψουμε σ’ Αὐτόν. Αὐτὸ τὸ Βρέφος εἶ­­ναι ὁ Κύριος τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ κόσμου. Σ’ Αὐτὸν νὰ ἀναθέσουμε τὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀποθέσουμε τὶς ἐλπίδες μας.