2017! Στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους ἀναζητῶ τὸ νόημα τοῦ ἔτους, τὸν σκοπὸ τῆς ἐπίγειας πορείας μου.
Εἶμαι πλασμένος ἀπὸ χῶμα· μέσα μου ὅμως κάτι ἀνώτερο ζητῶ. Εἶμαι φτιαγμένος ἀπὸ ὕλη· μέσα μου ὅμως τὸ πνεῦμα κυριαρχεῖ. Δὲν ἔχω μόνο σῶμα· ἔχω καὶ ἀθάνατη ψυχή. Ζῶ πάνω στὴ γῆ καὶ ἐπίμονα ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό.
Ἐκεῖ εἶναι στραμμένο τὸ βλέμμα μου, ἐκεῖ εἶναι ἡ καρδιά μου, οἱ πόθοι μου καὶ ὁ προορισμός μου, ἐκεῖ νιώθω νὰ ἀναπνέει ἐλεύθερα ἡ ψυχή μου.
Δυστυχῶς, ὅμως! Ἔχει γίνει τόσο χωματένια ἡ ζωή μας, τόσο φτηνή, ἀνούσια καὶ ρηχή. Ζοῦμε πνιγμένοι στὴ ματαιότητα καὶ στὴν ἀπάτη. Ζοῦμε ὑπόδουλοι στὸ κράτος τῆς φθορᾶς. Καὶ δὲν τὸ ἀντέχουμε.
Δὲν ἀντέχουμε νὰ μᾶς λένε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα ἐξελιγμένο ἀνώτερο ζῶο, ἕνας λίγο πιὸ ἔξυπνος πίθηκος. Δὲν μποροῦμε νὰ συμβιβασθοῦμε μὲ τὴν ἰδέα ποὺ μᾶς περνοῦν, ὅτι ὅλα ἀρχίζουν καὶ τελειώνουν ἐδῶ, ὅτι ὁ θάνατος εἶναι τὸ ὁριστικὸ τέλος τῆς ζωῆς μας, ὅτι δὲν ὑπάρχει κάτι ἀθάνατο μέσα μας, μιὰ ψυχὴ ποὺ πάντοτε ζεῖ καὶ ποτὲ δὲν πεθαίνει. Καὶ ἑπομένως δὲν δεχόμαστε ὅτι ὅταν τελειώσει ἡ ζωή, δὲν ἀξίζει νὰ φροντίσουμε τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸ πιὸ πρακτικὸ εἶναι νὰ τὸ κάψουμε καὶ νὰ σκορπίσουμε τὴ σκόνη του, νὰ μὴ μείνει τίποτε, νὰ μὴ μᾶς θυμᾶται κανείς, νὰ σβήσουν καὶ νὰ τελειώσουν ὅλα ἐδῶ, μέσα στὰ χειροκροτήματα ἐκείνων ποὺ σὲ λίγο θὰ ἀκολουθήσουν τὴν ἴδια πορεία, στὸ μηδὲν καὶ στὸ τίποτε.
Καὶ ἀφοῦ, ὅπως λένε, δὲν ἀκολουθεῖ τίποτε, ἀφοῦ ὅλα τελειώνουν ἐδῶ, αὐτὸ ποὺ ἀξίζει εἶναι νὰ προσπαθοῦμε γιὰ ἕνα πιὸ καλὸ καὶ ἀπολαυστικὸ «ἐδῶ», καὶ νὰ ἀσχολούμαστε καὶ νὰ παλεύουμε γιὰ τοὺς μισθοὺς καὶ τὶς συντάξεις, γιὰ τὴν ἐφήμερη δόξα καὶ τὶς ἡδονές, γιὰ τὴν ἄνεση καὶ τὶς ἀπολαβές. Αὐτό, κατὰ τὴν ἀντίληψή τους, εἶναι ὁ ἄνθρωπος: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄ Κορ. ιε΄ [15] 32).
Ἀλλὰ ὄχι! Δὲν εἶναι αὐτό! Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ πλάσμα τῆς ἰδιαίτερης φροντίδας τοῦ Δημιουργοῦ, τὸ στολίδι τῆς δημιουργίας, ὁ βασιλιὰς τῆς ὁρατῆς κτίσεως, αὐτὸς ποὺ φέρει μέσα του, ἀνεκτίμητο δῶρο καὶ περιουσία ἀναφαίρετη, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, καὶ εἶναι προορισμένος νὰ φθάσει στὴν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνει καὶ αὐτὸς θεός, θεὸς κατὰ χάριν. Καλεῖται νὰ μιμηθεῖ τὶς ἀρετὲς τοῦ Θεοῦ, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸν στὴν πεπερασμένη ἀνθρώπινη φύση, γιὰ νὰ ζήσει στὴν αἰωνιότητα ἄφθαρτος, ἀθάνατος, ἔνδοξος, αἰώνιος, λαμπρός. Νὰ μετέχει στὴ μακαριότητα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀντανακλᾶ τὴ δόξα Του.
Πρὶν ὅμως ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τώρα ποὺ ζῶ στὴ γῆ, τώρα ποὺ εἶμαι στὴν ἀτέλεια καὶ στὴ φθορὰ καὶ προσδοκῶ μὲ πόθο βαθὺ ὅσα ὁ Θεὸς μᾶς ὑποσχέθηκε καὶ μᾶς ἐξασφάλισε μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ Του στὴν οὐράνια βασιλεία Του, τώρα ποὺ ἀσφυκτιῶ μέσα στὴ ματαιότητα τῶν ἀμέτρητων τοῦ κόσμου τούτου πειρασμῶν, ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό.
Γι’ αὐτὸ καὶ ζῶ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ ψάλλω μὲ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο: «Οὐρανὸς πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας, φωταγωγοῦσα τοὺς πιστούς…». Μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, μέσα στὸν ἅγιο ναὸ τοῦ Θεοῦ, βρίσκω τὸν οὐρανό, βρίσκω τὸ φῶς, τὴν ἀλήθεια, τὴ ζωή. Ἐδῶ μέσα φωτίζονται οἱ δρόμοι μου καὶ ἔχει ὕψιστο νόημα ἡ ζωή μου, ἐδῶ λαμπρύνεται καὶ χαίρεται ἡ ψυχή μου. Ἐδῶ προγεύομαι καὶ προαπολαμβάνω τὴν ἄρρητη χαρὰ καὶ τὴν ἄφατη δόξα τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἡ ταπεινή μου ὕπαρξη φωτίζεται ἀπὸ τὶς ἀνταύγειες τοῦ ἀνεσπέρου φωτὸς τῆς αἰωνιότητος. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ζῶ τὴν πραγματικότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστιν» (Λουκ. ιζ΄ [17] 21). Μέσα μας σκηνώνει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας κράζουμε πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ὀνομάζουμε Πατέρα. Καὶ ὁ Χριστὸς κατοικεῖ «διὰ τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν» (Ἐφ. γ΄ 17). Ὁ Ὕψιστος Τριαδικὸς Θεὸς «μονὴν παρ’ ἡμῖν ποιεῖ» (Ἰω. ιδ΄ [14] 23), κάνει κατοικία Του τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀναδεικνύει ἔμψυχο καὶ ζωντανὸ ναό Του.
Ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό. Τώρα καταλαβαίνω ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μπορῶ νὰ βρῶ ὅλο τὸν οὐρανὸ μέσα μου, γιατὶ μέσα μου μπορεῖ νὰ κατοικεῖ ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ. «Ἰδοὺ ὁ οὐρανὸς ἔσωθέν σου, εἰ καθαρὸς ἔσῃ», μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες (Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος). Τὶς καθαρὲς καρδιὲς τὶς ἐπισκέπτεται ὁ Θεὸς καὶ κατοικεῖ μέσα τους. Τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται τότε οὐρανός, ἕνας μικρὸς παράδεισος!
Γι’ αὐτὴ τὴ μόνη ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ὕψιστη δόξα εἶναι πλασμένος ὁ ἄνθρωπος!
Ἀναζητῶ τὸν οὐρανό.
Προσμένω τὴν τρισένδοξη οὐράνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὸ μέλλον, στὴν αἰωνιότητα.
Ζῶ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ὡς συνειδητὸ μέλος της καὶ βρίσκω τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὸ παρόν: ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι οὐρανός.
Καθαρίζω τὸ ἐσωτερικό μου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνακαλύπτω τὸν οὐρανὸ μέσα μου!
Ἡ ὕλη, ἡ σάρκα, τὸ χῶμα, ἡ γῆ δὲν ἀξίζουν πιά. Ὅλα στὴ ζωή μου μποροῦν νὰ γίνουν οὐρανός! Καὶ σ’ αὐτὸ τὸ νέο ἔτος καὶ σ’ ὅλη τὴν ἐπίγεια πορεία μου!