ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κυριακῆς 22 Ἰανουαρίου 2017:
Τῆς Κυριακῆς: Λουκ. ιθ΄ 1-10
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ῾Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.
«Ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε πῶς σώθηκε ἕνας μεγάλος ἁμαρτωλός, ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος. Γιὰ τὴν εἰλικρινή του μετάνοια ὁ Κύριος θέλησε νὰ μείνει στὸ σπίτι του. Πράγματι, ὁ Ζακχαῖος Τὸν ὑποδέχθηκε μὲ μεγάλη χαρά. Ἡ φράση αὐτὴ μᾶς δίνει ἀφορμὴ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι μποροῦμε νὰ Τὸν φιλοξενήσουμε καὶ ἐμεῖς στὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας, νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του στὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἂς δοῦμε λοιπὸν τί πρέπει νὰ κάνουμε, ὥστε ἡ συμμετοχή μας στὸ ἱερὸ Μυστήριο νὰ συντελεῖ στὴ σωτηρία μας.
1. Πρὶν ἀπὸ τὴ θεία Κοινωνία
Πρὶν ἀπὸ τὴ θεία Κοινωνία, ἀπαιτεῖται εἰδικὴ προετοιμασία. Εἰδάλλως ὄχι μόνο δὲν ὠφελούμαστε ὅταν κοινωνοῦμε, ἀλλὰ διαπράττουμε σοβαρὴ ἁμαρτία, ποὺ ἐπιτιμᾶται ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει στοὺς Κορινθίους ὅτι γι᾿ αὐτὸ ὑπάρχουν πολλοὶ ἄρρωστοι ἀνάμεσά σας καὶ ἀρκετοὶ πεθαίνουν, διότι κοινωνοῦν ἀναξίως (βλ. Α´ Κορ. ια´ [11] 29-30).
Χρειάζεται λοιπὸν φόβος Θεοῦ, βαθιὰ εὐλάβεια πρὸς τὸ μέγα Μυστήριο. «Θεουργὸν αἷμα φρῖξον, ἄνθρωπε, βλέπων· ἄνθραξ γάρ ἐστι τοὺς ἀναξίους φλέγων». Γέμισε μὲ ἅγιο δέος, ἄνθρωπε, βλέποντας τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖο κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεό. Γέμισε μὲ φρίκη, διότι εἶναι ἀναμμένο κάρβουνο ποὺ κατακαίει τοὺς ἀναξίους.
Πρὶν ἀπὸ τὴ θεία Κοινωνία λοιπὸν νὰ ἐξετάζουμε προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ μετανοοῦμε. Νὰ ἐξομολογούμαστε· ἢ ἂν δὲν ἐξομολογηθοῦμε, νὰ ἔχουμε τὴν εὐχὴ τοῦ Πνευματικοῦ μας γιὰ νὰ κοινωνήσουμε. Νὰ συμφιλιωνόμαστε μὲ αὐτοὺς μὲ τοὺς ὁποίους μαλώσαμε. Νὰ νηστεύουμε, νὰ προσευχόμαστε, νὰ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Μαζὶ μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ νὰ καλλιεργοῦμε καὶ τὸν πόθο Του. Τί πᾶμε νὰ κάνουμε; Νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Σωτήρα μας, μὲ τὸν Εὐεργέτη μας, ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς, ποὺ μᾶς ἀγάπησε μέχρι θανάτου. Πᾶμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Κύριό μας, μὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι τὸ φῶς, ἡ ζωή, ἡ ἀνάστασις (βλ. Ἰω. η´ 12, ια´ [11] 25), «ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν» (Εὐχὴ θείας Λειτουργίας). Ἂς συνηθίζουμε νὰ μελετοῦμε τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πρὶν ἀπὸ κάθε θεία Κοινωνία καὶ ἂς προσερχόμαστε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, μὲ ὅλη μας τὴν εὐγνωμοσύνη, μὲ τὸν ἅγιο πόθο νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του καὶ νὰ πάρουμε δύναμη, ὥστε νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του.
2. Μετὰ τὴ θεία Κοινωνία
Δὲν ἀρκεῖ ὅμως ἡ ἐπιμελὴς προετοιμασία πρὶν ἀπὸ τὴ θεία Κοινωνία· ἀπαιτεῖται καὶ ἀγώνας μετά, ὥστε νὰ καρποφορήσει ἡ ὕψιστη δωρεά. Νὰ εὐχαριστοῦμε θερμὰ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἐπίσκεψή Του. Γενικὰ ἡ ἡμέρα τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀλλὰ καὶ οἱ ἑπόμενες, ἂς εἶναι ἡμέρες εὐχαριστίας πρὸς τὸν Θεό.
Ἂς δείχνουμε ἀκόμη ἔμπρακτα τὴν εὐγνωμοσύνη μας. Πῶς; Παίρνοντας ἀποφάσεις, βάζοντας καινούργια ἀρχὴ στὸν ἀγώνα μας. Ἂς ἀγωνιζόμαστε πιὸ ἔντονα ἐναντίον τῶν παθῶν, ἂς ἀφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στὴν προσευχή, στὴν πνευματικὴ μελέτη, σὲ ἀγαθοεργίες. Ὁ κοινωνημένος πιστὸς ὑψώνει πολὺ πιὸ εὔκολα τὸ νοῦ του σὲ προσευχή, κατανοεῖ πιὸ βαθιὰ τὰ ἱερὰ νοήματα, ἀσκεῖ πιὸ εὔκολα τὴν ἀρετή· διότι ὅλα αὐτὰ πλέον δὲν τὰ κάνει ὁ ἴδιος, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι μέσα του.
Ἡ κάθε συμμετοχή μας στὸ ἅγιο Ποτήριο εἶναι ὁ πιὸ σημαντικὸς σταθμὸς στὴν πνευματική μας ζωή, ἡ πιὸ δυνατὴ εὐκαιρία γιὰ πνευματικὴ πρόοδο. Δὲν λαμβάνουμε ἁπλῶς θεία Χάρι ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν Χαριτοδότη, τὴν πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ μας. Αὐτὸ τὸ γνωρίζει ὁ ἐχθρὸς τῆς ψυχῆς μας καὶ προσπαθεῖ, κάθε φορὰ ποὺ κοινωνοῦμε, νὰ μᾶς ταράξει μὲ ποικίλες ἀφορμὲς καὶ νὰ μᾶς ρίξει στὴν ἁμαρτία. Ἂς μὴν τοῦ τὸ ἐπιτρέπουμε. Τὸ μποροῦμε. Ἐφόσον κοινωνήσαμε, εἴμαστε ὅλοι φῶς, ζωή, δύναμη, «ὡς λέοντες πῦρ πνέοντες», κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, σὰν λιοντάρια ποὺ ξεφυσοῦν φωτιά, φοβεροὶ γιὰ τὸν διάβολο (PG 59, 260).
Κοινωνήσαμε τὸν Χριστό. Ἂς φιλοτιμούμαστε νὰ Τὸν ζοῦμε. Μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Χριστός. Ἂς Τὸν παρακαλοῦμε νὰ μένει μόνιμα μέσα μας.
***
Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε στὸ Ζακχαῖο· «σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου», ἐκεῖνος στάθηκε καὶ εἶπε ὅτι θὰ ἐπανορθώσει τὴν παλιά, ἁμαρτωλὴ ζωή του: Θὰ δώσει τὴ μισὴ περιουσία του στοὺς φτωχούς, καὶ ἀπὸ ὅποιον ἅρπαξε χρήματα μὲ συκοφαντία, θὰ τοῦ τὰ ἀποδώσει τετραπλάσια. Ἔδειξε δηλαδὴ ἔμπρακτη μετάνοια. Κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, ὅταν ἔρχεται ὁ καιρὸς νὰ κοινωνήσουμε, ἂς παίρνουμε ἀπόφαση νὰ διορθώσουμε τὴ ζωή μας. Καὶ τότε μὲ μεγάλη χαρὰ θὰ ὑποδεχόμαστε τὸν Κύριο μέσα μας καὶ θὰ ἀκοῦμε κι ἐμεῖς τὴ γλυκύτατη φωνή Του: «Σήμερα ἔγινε σωτηρία σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι».