Σήμερα 31/1 εορτάζουν:
- Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία
- Όσιος Αρσένιος ο Νέος εν Πάρω
- Άγιοι Ουικτωρίνος, Ουίκτωρ, Νικηφόρος, Κλαύδιος, Διόδωρος, Σαραπίνος και Παπίας
- Αγία Τρυφαίνη
- Άγιος Ηλίας ο Νέος Οσιομάρτυρας ο Αρδούνης
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου Δακρυρροούσης
- Άγιος Aed από το Ferns
- Άγιος Ιούλιος ο Πρεσβύτερος εξ Αιγίνης
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΗΣ
Ἡμέρα χαρᾶς καὶ ἱερῶν πανηγυρισμῶν γιὰ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία ἀποτελεῖ ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς κάθε Ἁγίου, ποὺ ταυτίζεται συνήθως μὲ τὴν ἡμερομηνία τῆς κοιμήσεώς του – ἐφ’ ὅσον τὴν γνωρίζουμε ἀκριβῶς. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἑορτάζουμε μὲ εἰδικὴ λαμπρότητα ξεχωριστὰ μέσα στὸν ἁγιολογικό – ἑορτολογικὸ κύκλο καὶ θαυμαστὰ γεγονότα καὶ ἀναμνήσεις ὅπως ἀνακομιδὴ ἢ εὕρεση ἱερῶν Λειψάνων τῶν Ἁγίων καὶ ἄλλα. Ἕνα τέτοιο γεγονὸς ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας ἑορτάζει μέσα στὸ καλοκαίρι στὶς 28 Ἰουνίου. Πρόκειται γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς εὑρέσεως τῶν τιμίων Λειψάνων ἑνὸς ἀπὸ τὰ ζεύγη τῶν τόσο δημοφιλῶν ἁγίων Ἀναργύρων, τοῦ Κύρου καὶ τοῦ Ἰωάννου.
Γιὰ τοὺς ἁγίους μας αὐτοὺς δὲν ἔχουμε πολλὲς μαρτυρίες. Ἔζησαν καὶ μαρτύρησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.).
Ὁ ἅγιος Κῦρος κατήγετο ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας. Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ, ὁ Κῦρος ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ἔγινε μοναχὸς καὶ παρέμεινε γιὰ κάποιο διάστημα σὲ παραθαλάσσια περιοχὴ τῆς Ἀραβίας. Ὁ δὲ Ἰωάννης κατέφυγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ μετὰ ἦρθε στὴν Ἀλεξάνδρεια.
Καὶ οἱ δύο Ἅγιοι ἦσαν ἰατροί. Σύντομα τοὺς βλέπουμε μαζὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια. Τοὺς ἕνωνε βαθειὰ ἰσχυρὴ πνευματικὴ φιλία καὶ κοινὸς ἱερὸς στόχος. Ἔθεσαν καὶ οἱ δύο ὡς σκοπό τους νὰ περιοδεύουν σὲ πόλεις καὶ χωριὰ καὶ νὰ θεραπεύουν τὸν ἀνθρώπινο πόνο, νὰ σκύβουν μὲ στοργὴ σὲ κάθε ἄρρωστο ἀδιακρίτως, νὰ προσφέρουν ἀφιλοκερδῶς τὶς ἰατρικές τους ὑπηρεσίες καὶ νὰ ἀνακουφίζουν τοὺς ἀνθρώπους. Σὲ κάθε ἄρρωστο ἔβλεπαν τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Δὲν παρέλειπαν ποτὲ νὰ ὁμιλοῦν σὲ ὅλους γιὰ τὸν μεγάλο Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, νὰ ἀναλύουν τὴν θεία του διδασκαλία καὶ νὰ ρίχνουν φῶς στὰ σκοτάδια τῶν ψυχῶν τους. Μὲ τὴ διπλῆ αὐτὴ ἰδιότητα τῶν ἰατρῶν καὶ ἱεραποστόλων οἱ Ἅγιοι βοήθησαν πλῆθος κόσμου νὰ ἀνακαλύψει τὸν Χριστόν!
Πολλοὶ εἰδωλολάτραι μετεστράφησαν στὴ χριστιανικὴ πίστι. Ἐπείθοντο, γιατὶ ἔβλεπαν μπροστά τους δύο ὡλοκληρωμένες προσωπικότητες ποὺ θυσιάζονταν γι’ αὐτούς, ποὺ ἀγαποῦσαν χωρὶς συμφέροντα ὅλο τὸν κόσμο, ποὺ παρέμεναν πτωχοὶ καὶ ἦσαν οἱ ἀληθινὰ «ἀνάργυροι» (=χωρὶς «ἀργύρια», χρήματα).
Εἶχαν ὅμως οἱ δύο αὐτοὶ Ἅγιοι καὶ ἄλλη ἀποστολή: νὰ ἐνισχύουν τὴν πίστι τῶν Χριστιανῶν, καὶ πιὸ πολὺ κατὰ τὶς δύσκολες ὧρες τῶν μαρτυρίων τους. Ἔτσι, ὅταν πληροφορήθηκαν ὅτι κάποια εὐσεβὴς χήρα, ἡ ἁγία Ἀθανασία, συνελήφθη μὲ τὶς τρεῖς κόρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη καὶ Εὐδοξία, ἔτρεξαν καὶ ἦρθαν κοντά τους καὶ τὶς ἐνίσχυσαν στὸν δρόμο τῆς ὁμολογίας καὶ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ ἔτσι αὐτὲς δὲν δειλίασαν. Προχώρησαν μὲ θάρρος μητέρα καὶ τρεῖς κόρες καὶ μαρτύρησαν ὅλες μαζὶ στὶς 31 Ἰανουαρίου τὸ 292 μ.Χ. Τὴν ἴδια ἡμέρα ἐπεφύλαξε ὁ Κύριος καὶ στοὺς δύο ἰατρούς μας Κῦρο καὶ Ἰωάννη τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἡ πλούσια χριστιανικὴ δρᾶσις τους μὲ τὶς τόσο θαυμαστὲς νῖκες τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ κίνησαν τὸν φθόνο τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς θανάτωσαν τελικῶς μὲ ἀποκεφαλισμὸ στὶς 31 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 292 μ.Χ. Οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ μὲ ἱερὸ δέος παρέλαβαν τὰ μαρτυρικά τους σώματα καὶ τὰ ἔθαψαν. Τὰ ἔκρυψαν στὴν βασιλικὴ τοῦ ἁγίου Μάρκου στὴν Ἀλεξάνδρεια, γιὰ νὰ μὴ βεβηλωθοῦν, καὶ παρέμειναν ἐκεῖ κρυμμένα. Ἐπὶ βασιλέως Ἀρκαδίου καὶ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου (400 μ.Χ.), ὁ πανάγαθος Θεὸς φανέρωσε τοὺς τιμίους αὐτοὺς θησαυρούς. Ἀναρίθμητα πλήθη πιστῶν ἀνθρώπων καὶ ἀσθενῶν κατέφθασαν γιὰ νὰ ἀποδώσουν τιμητικὴ προσκύνηση στοὺς ἁγίους αὐτοὺς Μάρτυρας. Πολλὰ θαύματα ἔγιναν τότε. Δαιμονισμένοι ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ πονηρὰ πνεύματα, τυφλοὶ ἀνέβλεψαν, χωλοὶ περιεπάτησαν… Καὶ ὅλοι δόξαζαν τὸν Θεό.
Ἀργότερα ὁ ἅγιος Κύριλλος ἔκαμε μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν Λειψάνων σὲ Ναὸ τῆς Μανουθέ. Ὁ τόπος αὐτός (ἀπὸ τὸν ΣΤ΄ αἰῶνα) ἔγινε προσκυνηματικὸ κέντρο καὶ πηγὴ πολλῶν εὐλογιῶν καὶ πολλῶν θαυμάτων ἀπὸ τοὺς Ἁγίους.
Ἐντυπωσιακὸ εἶναι καὶ τὸ θαῦμα ποὺ συνέβη στὸν ἅγιο Σωφρόνιο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων (580-638). Εὑρισκόμενος ὁ ἅγιος Πατὴρ στὴν Ἀλεξάνδρεια κατὰ τὸ 620 μ.Χ., προσεβλήθη ξαφνικὰ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια τῶν ὀφθαλμῶν. Κατέφυγε λοιπὸν μὲ πίστι στὸ Ναὸ τῶν ἁγίων Ἀναργύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου στὸ Ἀμπουκίρ (κωμόπολι τῆς Κάτω Αἰγύπτου) καὶ θεραπεύθηκε τελείως. Μὲ πολλὴ εὐγνωμοσύνη ὁ ἅγιος Σωφρόνιος (ἑορτάζει 11 Μαρτίου) κατέγραψε τότε τὸ γεγονὸς αὐτό. Συνέλεξε καὶ ἔγραψε ἀκόμη 70 θαύματα τῶν ἁγίων. Καὶ συνέταξε ἀκόμη καὶ ἐγκώμιο συγκινητικὸ πρὸς τοὺς εὐεργέτας του ἁγίους αὐτοὺς Ἀναργύρους.
Ἂς εὐχαριστήσουμε τὸν ἅγιο Θεό, διότι χάρισε στὴν ἁγία μας Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τόσους πολύτιμους θησαυρούς: ἑκατοντάδες χαριτοβρύτων ἱερῶν Λειψάνων Ἁγίων καὶ Μαρτύρων.
Ἂς καταφεύγουμε μὲ πίστι σ’ αὐτούς. Ἂς τοὺς ἀσπαζώμαστε μὲ εὐλάβεια, μὲ συναίσθηση ὅτι εἶναι οἱ πιὸ ἀγαπητοί μας – μετὰ τὸν Θεό – φίλοι καὶ συμπαραστάται, οἱ θερμότεροι πρεσβευταί μας πρὸς τὸν Θεὸ στὰ δυσκολώτερα προβλήματά μας.
Ἂς τοὺς ἱκετεύουμε μὲ πίστι καὶ τότε θὰ λαμβάνουμε, «κατὰ τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς» μας, πολλὰ δωρήματα, πολλὲς ἰάσεις.
«Θαυματουργοὶ καὶ ἰατροί, ἰατρεύσατε ἡμῶν τὰς ἀσθενείας, Κῦρε καὶ Ἰωάννη· καὶ τὰς ὁρμὰς τῶν παθῶν, εἰς τρίβους ἐνθέους ἰθύνατε, ὅπως κατὰ χρέος, ὑμᾶς ἀνευφημῶμεν». Ἰατροὶ καὶ θαυματουργοί, Κῦρε καὶ Ἰωάννη, θεραπεύσατε τὶς ἀσθένειές μας. Καὶ τὶς ὁρμὲς τῶν ἀδυναμιῶν καὶ παθῶν μας νὰ τὶς μετατρέψετε σὲ ἀρετὲς καὶ νὰ ὁδηγήσετε τὰ βήματά μας σὲ ἄλλη κατεύθυνση, στοὺς δρόμους τῶν ἐνθέων καὶ ἐναρέτων πράξεων. Κι ἐμεῖς γεμᾶτοι εὐγνωμοσύνη θὰ σᾶς ὑπερευχαριστοῦμε.
Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων τελεῖται τὴν 31η Ἰανουαρίου καὶ ἡ μνήμη τῆς εὑρέσεως τῶν τιμίων Λειψάνων των τὴν 28η Ἰουνίου.
«Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑ
Ἦταν οἱ ἡμέρες τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Διοκλητιανοῦ (284 – 304 μ.Χ.) καί συγχρόνως οἱ φοβερές ἡμέρες τοῦ διωγμοῦ, πού εἶχε ἐξαπολύσει μέ μανία σατανική ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν. Οἱ πιστοί τοῦ Χριστοῦ κατά δεκάδες καί ἑκατοντάδες συλλαμβάνονταν σ’ ὅλη τήν ἔκταση τῆς αὐτοκρατορίας καί ὁδηγοῦνταν σέ ἀνεκδιήγητα βασανιστήρια.
Μεταξύ αὐτῶν κάποια μέρα συνελήφθη στήν Ἀλεξάνδρεια καί ἡ Ἀθανασία μέ τίς τρεῖς πιστές κόρες της, Θεοδότη, Θεοκτίστη καί Εὐδοξία. Ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας συγκινήθηκε ἀπό τήν σύλληψη τῶν ἁγίων γυναικῶν καί ὅλοι ἀνέπεμπαν θερμές προσευχές, γιά νά μείνουν σταθερές καί ἀκλόνητες στήν πίστη τους. Πολλοί μάλιστα Χριστιανοί αἰσθάνθηκαν τήν ἀνάγκη νά συμπαρασταθοῦν ἀπό κοντά καί νά τίς ἐνισχύσουν στόν πειρασμό τοῦ μαρτυρίου. Ἀνάμεσα σ’ αὐτούς καί οἱ δυό ἀνάργυροι ἰατροί, Κύρος καί Ἰωάννης, οἱ ὁποῖοι τήν ἐποχή ἐκείνη μόναζαν ἔξω ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια. Ἄφησαν λοιπόν καί αὐτοί τό ἐρημητήριό τους καί ἦλθαν στήν Ἀλεξάνδρεια καί μέ κάθε δυνατό τρόπο ἐνίσχυαν τίς πιστές Χριστιανές. Ἦταν ἄλλωστε τόσο σκληρά τά βασανιστήρια καί τόσο ὕπουλος ὁ ἐχθρός, ἐπιδέξιος νά ὑπόσχεται, νά δελεάζει καί νά παραπλανᾶ. Γι’ αὐτό καί ὑπῆρχε φόβος νά δελεασθοῦν οἱ τέσσερις γυναῖκες πού συνελήφθησαν, καί μάλιστα οἱ τρεῖς ἀδελφές, νέες στήν ἡλικία. Ἀλλά ἐάν ἰσχύει γιά κάθε ἐποχή ὁ θεόπνευστος λόγος «ἀδελφός ὑπό ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά» (Παροιμ. ιη΄ 19), πολύ περισσότερο ἰσχύει σέ ὧρες ἰσχυροῦ πειρασμοῦ καί διωγμοῦ, ὅπως καί στήν περίπτωση αὐτή τῆς Ἀθανασίας καί τῶν τριῶν παιδιῶν της.
Γρήγορα λοιπόν, μετά τή σύλληψή τους οἱ τρεῖς κόρες καί ἡ μητέρα βρέθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος. Κι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία προσευχόταν, αὐτές ἔδιναν τή μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ. Πρώτη καλεῖται σέ ἀπολογία ἡ μητέρα. Ἤθελε ὁ διώκτης πρῶτα αὐτήν νά ἐπηρεάσει, γιά νά εἶναι εὔκολος κατόπιν καί ὁ ἐπηρεασμός τῶν κοριτσιῶν της. Τήν κέντρισε στό μητρικό φιλότιμο. Θά εἶσαι ἐνοχή, τῆς εἶπε, ἐάν ἐπιμείνεις στήν πίστη σου καί παρασύρεις μαζί σου στόν θάνατο καί τίς κόρες σου. Εἶναι νέες, εἶναι ὡραῖες, ἔχουν μπροστά τους λαμπρό μέλλον! Ἀρνηθεῖτε λοιπόν, θυσιάστε καί θά ἔχετε ὅλες σας ὅλα τά ἀγαθά στή ζωή σας!
Ἦταν πράγματι συγκινητική ἡ στιγμή, πού ἡ Ἀθανασία στράφηκε στίς τρεῖς κόρες της καί μέ λόγια θερμά πίστεως τίς ἐνθάρρυνε νά μείνουν σταθερές καί ἀκλόνητες. Ἡ νεότητα καί ἡ ὡραιότητα φεύγουν, τούς εἶπε. Μόνον ὁ Παράδεισος καί τά ἀγαθά του μένουν ἄφθαρτα καί αἰώνια. Καί ἦταν ἀκόμη πιό μεγαλειώδης ἡ στιγμή, ὅταν καί οἱ τρεῖς ἀδελφές μ’ ἕνα στόμα, ὡς τρίφωνη ἁρμονία, ζητοῦσαν ἀπό τή μητέρα τους ἐμμονή καί σταθερότητα στήν πίστη. Καί οἱ τέσσερις θά πεθάνουμε, φώναξαν, γιά νά ζήσουμε «ἐν Χριστῷ». Δέν ξεχνοῦσαν τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου: «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀποκ. β΄ 10).
Τήν ὅλη σκηνή παρηκολούθησαν καί οἱ δυό ἀνάργυροι ἰατροί, Κύρος καί Ἰωάννης. Ἦλθαν μέ τήν πρόθεση νά ἐνισχύσουν καί βγαίνουν αὐτοί πρῶτοι ἐνισχυμένοι. Καί μέ ἔκδηλο τόν ἐνθουσιασμό τους ἀνοίγουν τό στόμα ὄχι μόνο γιά νά ἐνθαρρύνουν τίς γυναῖκες ὁμολογήτριες, ὄχι μόνο νά ἐλέγξουν τούς βασανιστές, ἀλλά καί γιά νά διδάξουν. Ἰδού, φωνάζουν, βλέπετε τί ψυχές ἀναδεικνύει ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ! Σεβασθεῖτε τή γενναιότητα καί ἀφῆστε τόν ἄδικο βασανισμό τους! Δέν πρόλαβαν ὅμως νά τελειώσουν τό λόγο τους καί συνελήφθησαν καί οἱ ἴδιοι. Ἔτσι οἱ ὑπόδικοι ἔγιναν ἀπό τέσσερες ἕξι.
Φοβερά βασανιστήρια ἀκολούθησαν. Οἱ δήμιοι βασανίζουν μέ σκληρότητα, γιά νά χορτάσουν τό πάθος τους. Καί οἱ ἕξι μέ θαυμαστή καρτερία ἐνισχύουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο καί ὅλοι μαζί ὑμνοῦν τόν Κύριο. Ἡ Ἀθανασία καί οἱ τρεῖς νεαρές κόρες της χαίρονται μέ ἀνεκλάλητη χαρά, χαρά ἀνώτερη κι ἀπό αὐτήν τή χαρά τοῦ χαρμόσυνου γάμου. Διότι πράγματι τήν ὥρα ἐκείνη γάμος ἱερός θά γινόταν. Γάμος τῶν ψυχῶν τους «μετά τοῦ Ἀρνίου». Ὅσες ὧρες διήρκεσε τό μαρτύριο, τόσες ὧρες καί ἡ ἑξάδα μέ ἔξαρση, πού δωρίζει ἡ πίστις, προγευόταν καί ζητοῦσε τά ἀγαθά τοῦ Παραδείσου, «ἅ ἠτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α΄ Κόρ. β΄ 9).
Στό τέλος τά ξίφη γυμνά σήμαναν τή λήξη τοῦ μαρτυρίου. Ἕξι τίμια κεφάλια ἔπεσαν στή γῆ αἱμόφυρτα: «Ἀθανασίας καί τῶν τριῶν θυγατέρων της, Θεοδότης, Θεοκτίστης καί Εὐδοξίας, Κύρου καί Ἰωάννου τῶν Ἀναργύρων».
«Ἐπέβητε αἵμασιν οἰκείοις, ὡς ἅρμασι καί ὡς πρός ὑπερκόσμια ἤρθητε σκηνώματα, παρά Χριστοῦ ἐπάξια γέρα λαμβάνοντες». Ἀνεβήκατε, δηλαδή, πάνω στά δικά σας μαρτυρικά αἵματα καί σάν νά ἦταν αὐτά ἅρματα ἀνυψωθήκατε στά ὑπερκόσμια οὐράνια σκηνώματα, γιά νά λάβετε ἀπό τόν Θεό βραβεῖα ἄξια τῆς θυσίας σας.
Ὅταν ἡ γυναικεία ψυχή κυριευθεῖ ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ἀφάνταστα γενναία καί προβαίνει σέ πράξεις ὑπέροχου ἡρωισμοῦ, εἴτε σέ ὧρες καί ἡμέρες εἰρήνης εἴτε σέ ὧρες διωγμοῦ. Αὐτό δέν μαρτυρεῖ ἡ ἱστορία τῶν μαρτύρων Ἀθανασίας καί τῶν θυγατέρων της;
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ο ΑΓΙΟΣ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΗΛΙΑΣ Ο ΑΡΔΟΥΝΗΣ
Ἠλίας ἦταν τό βαπτιστικό του ὄνομα. Τοῦ τό εἶχαν δώσει οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του μέ τόν πόθο καί τήν εὐχή νά μοιάσει τόν πύρινο Προφήτη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στόν ζῆλο καί τούς ἀγῶνες γιά τήν Πίστη. Καί τά εἶχε αὐτά ὁ εὐσεβής νέος. Καί μέ αὐτά ὡς θησαυρό μέσα στήν τουρκική σκλαβιά καί τήν φοβέρα διακρινόταν γιά τή γενναιότητα, τή σύνεση, τήν φρονιμάδα του καί τόν ἐνθουσιασμό του. Ἦταν ἡ χαρά καί τό καμάρι ὅλων τῶν Χριστιανῶν στήν πατρίδα του, τήν Καλαμάτα.
Ὅμως κάποτε δείλιασε. Ἔριξε πάνω του τά καυστικά βέλη του ὁ πονηρός, καί ὁ Ἠλίας δελεάσθηκε ἀπό τίς ὑποσχέσεις καί ἀνέσεις τῶν Τούρκων. Ἔβλεπε τούς Χριστιανούς νά λυγίζουν ἀπό τή φτώχεια καί ἀπό τίς βαρειές φορολογίες τῶν Τούρκων· καί ἀντίθετα παρακολουθοῦσε τίς ἀνέσεις ὅσων τούρκευαν καί ἄλλαζαν τήν πίστη τους. Μεγάλος ὁ πειρασμός, ἔντονη ἡ πρόκληση! Ροῦχα φανταχτερά καί τιμές ἐντυπωσιακές ἔκαναν τόν Ἠλία νά καμφθεῖ. Καί κάποτε ἀνάμεσα στούς Χριστιανούς προκρίτους τῆς Καλαμάτας ζήτησε φέσι γιά νά τουρκέψει. Ποιός ἀπό ἐκείνους μποροῦσε νά φαντασθεῖ ὅτι τά ἔλεγε σοβαρά ὁ νέος αὐτός, πού ἦταν γιά ὅλους τό ὑπόδειγμα καί ἡ χαρά; Ἀστειευόμενοι, λοιπόν, τοῦ ἔφεραν τό φέσι, πού ζήτησε. Καί ὁ Ἠλίας, ζαλισμένος ἀπό τόν πειρασμό, ἐκτός ἑαυτοῦ φεύγει. Τρέχει στόν Κατή καί μόνος του, αὐτόκλητος, δηλώνει κατηγορηματικά ὅτι ἀπορρίπτει τόν Χριστό καί τή θρησκεία του καί γίνεται μωαμεθανός. Αὐτή εἶναι, λέει, ἡ ἀληθινή θρησκεία. Ὁ Μωάμεθ εἶναι ὁ ἀληθινός προφήτης. Ἔκπληκτος ἀκούει τίς δηλώσεις τοῦ ἐξωμότη ὁ τοῦρκος δικαστής. Καί ἐνθουσιασμένος τόν ἐπαινεῖ καί τόν συγχαίρει! Ἔτσι ὁ Ἠλίας γίνεται Μουσταφά.
Ὅμως… ἡ συνείδηση δέν ἀστειεύεται. Ἡ συνείδηση σέ λίγο ὑψώνει φωνή διαμαρτυρίας. Τόν τύπτει δυνατά, διότι ἀπαρνήθηκε, πέταξε τά ὅσια καί ἱερά τῶν πατέρων του καί ἔγινε ἀποστάτης… Ἡμέρες καί νύχτες ταλαιπωρεῖται συνεχῶς. Βρίσκεται σέ διαρκή ἀγωνία καί ταραχή. Δέν μπορεῖ κανείς νά παίζει μέ τά ὅσια καί τά ἱερά, νά παίζει μέ τή συνείδηση. Καί ἡ φωνή αὐτή, ἡ διαμαρτυρία τῆς συνειδήσεως, ξύπνησε τόν ἐξωμότη. Καί «εἰς ἑαυτόν ἐλθών», ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός, σπεύδει νά βρεῖ ἔλεος καί ἴαση. Ποῦ ἀλλοῦ; Στό λιμάνι τῆς ἀσφαλείας. Στόν τόπο τῆς εἰρηνεύσεως καί παρηγοριᾶς. Στό Ἅγιον Ὅρος. Ἐξομολογεῖται μέ λυγμούς, μυρώνεται καί παίρνει τήν ἄφεση. Κείρεται ἀργότερα μοναχός καί μένει ἐν μετάνοιᾳ μεταξύ τῶν ὁσίων τοῦ ἁγιωνύμου Ὅρους.
Ὅμως παρόλα αὐτά δέν τόν ἀφήνει νά ἡσυχάσει ἡ διακήρυξη τοῦ Κυρίου: «ὅστις ἄν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. ι΄ 33). Ἀλλά καί ὁ λόγος τοῦ πνευματικοῦ: Παιδί μου, στόν τόπο πού ἀπαρνήθηκες τόν Χριστό, ἐκεῖ πρέπει νά τόν ὁμολογήσεις. Ἐκεῖ πρέπει νά πλύνεις τό κρίμα σου μέ τό αἷμα σου. Ἐκεῖ θά δώσεις τή μαρτυρία, ἐκεῖ θά ὑποστεῖς καί τό μαρτύριο!
Γιγαντώνεται τώρα ὁ μετανοημένος νέος μας καί μέ τόν «ζῆλον Ἡλιοῦ» ἐπανέρχεται στήν Καλαμάτα. Καί παρά τόν φόβο τοῦ ἐκεῖ πνευματικοῦ, μήπως τελικῶς δειλιάσει, παρουσιάζεται ντυμένος μέ τό τίμιο ἔνδυμα τοῦ μοναχοῦ στούς καφενέδες τῶν Τούρκων. Γρήγορα αὐτοί τόν ἀναγνωρίζουν καί τόν προσφωνοῦν μέ τό ἐξωμοτικό του ὄνομα Μουσταφᾶ. Ἐκεῖ πλέον γίνεται ἡ ἀποκατάσταση. Μέ τή θερμότητα τοῦ μετανοημένου πιστοῦ Χριστιανοῦ δίνει τήν μάχη τῆς ἀποκαταστάσεως καί τῆς μαρτυρίας. Φωνάζει δυνατά νά τόν ἀκούσουν ὅλοι, «οἱ ἐγγύς καί οἱ μακράν», τό παρελθόν, τό παρόν καί τό μέλλον. Γεννήθηκα Χριστιανός, Χριστιανός θά πεθάνω. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ πραγματικός Θεός καί ἡ θρησκεία του ἡ ἀληθινή. Ὁ Μωάμεθ εἶναι ψεύτικος προφήτης!
Ἀλαλαγμός ἀκολούθησε. Σηκώνονται οἱ Τοῦρκοι ὅλοι ἀπό τίς θέσεις τους ὄρθιοι καί τόν κτυποῦν ἀλύπητα. Καί ὁ κριτής σέ λίγο τόν κλείνει ἁλυσοδεμένο στή φυλακή, ὥστε νά δοκιμάσει ὁ ἴδιος τίς συνέπειες τῆς ἀσύνετης τόλμης του. Ἐκεῖ τόν βασανίζουν μέχρι ἐξαντλήσεως. Καί στό τέλος, ἔπειτα ἀπό ἐπανειλημμένες προσπάθειες μεταπείσεως, δίνει ὁ κριτής ἐντολή καί ἀνάβουν φωτιά. Μέ σκουντήματα, σπρωξιές καί κλωτσιές ρίχνουν βίαια τόν Μάρτυρα νά καεῖ ζωντανός. Περίεργο ὅμως! Ἡ φωτιά καίει, οἱ φλόγες ὑψώνονται θεόρατες, γύρω οἱ δήμιοι καί οἱ περίεργοι καψαλίζονται, ὅμως ὁ μάρτυρας Ἠλίας μένει ἄτρωτος! Οὔτε τά μαλλιά του, οὔτε τά γένια του, οὔτε τά ράσα του θίγονται ἀπό τή φωτιά. Ἐπαναλαμβάνεται ἡ ἱστορία τῶν τριῶν Παίδων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καί αὐτός, ὁ Ἠλίας, μέσα στή φωτιά θυμᾶται τούς τρεῖς παίδας, τόν Ἀζαρία, τόν Ἀνανία καί τόν Μισαήλ καί ἐπί ὧρες πολλές ὑμνεῖ τόν Κύριο καί τόν δοξάζει μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του. Τελικά παραδίδει τό πνεῦμα του ὁλοκαύτωμα στόν Κύριό του.
Σημειώνει ὁ ἱερός ὑμνογράφος: «Οὐ πῦρ φλέγει σε, Ἠλία στεφηφόρε. Ἔνδον γάρ εἶχες πῦρ Θεοῦ τῆς ἀγάπης». 31 Ἰανουαρίου τοῦ 1686 ὁ ὁσιομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἠλίας Ἀρδούνης παραδίδει τήν ψυχή του στόν Κύριό του μέ εὐγνωμοσύνη, διότι τόν ἀξίωσε νά ξεπλύνει τό ὄνειδός του μέ τό αἷμα του, νά ὁμολογήσει τόν Χριστό ὡς Θεό ἀληθινό καί νά τόν δοξάσει μέ τό μαρτύριό του.
Οἱ Χριστιανοί δωροδοκοῦν τούς Τούρκους, παραλαμβάνουν τό καρβουνιασμένο μαρτυρικό σῶμα του καί τό ἐνταφιάζουν μέ τιμές Μάρτυρος.
Ἡ ἁγία του κάρα εἶναι ἀποθησαυρισμένη στήν Ἱερά Μονή Βουλκάνου τῆς Καλαμάτας, γιά νά ὑπενθυμίζει τή θυσία τοῦ Μάρτυρος καί νά γίνεται πάντοτε διδάσκαλος μετανοίας καί μαρτυρίας Χριστοῦ.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη