Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γιὰ τὴ γαστριμαργία

Τί εἶναι ἡ γαστριμαργία; Εἶναι ἡ ἀκόρεστη ἐπιθυμία ποὺ ἔχουμε γιὰ φαγητό. Μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἀπὸ τὸ πρωὶ ποὺ θὰ ξυπνήσουμε μέχρι τὸ βράδυ ποὺ θὰ κοιμηθοῦμε, τὸ μυαλό μας τὸ ἔχουμε στὸ φαγητό. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» λέει ὅτι εἶναι ἀξιοθαύμαστο, ἐὰν κάποιος κατόρθωσε νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ γαστριμαργία, πρὶν κατοικήσει στὸν τάφο (Λόγος ΙΔ΄, α΄).
Ἡ λέξη «γαστριμαργία» εἶναι σύνθετη ἀπὸ τὸ οὐσιαστικὸ «γαστὴρ» ποὺ σημαίνει τὴν κοιλιακὴ χώρα καὶ ἀπὸ τὸ ἐπίθετο «μάργος» ποὺ σημαίνει «ἄπληστος». Γιὰ τὴν ἀκρίβεια μάργος εἶναι ὁ μαινόμενος, αὐτὸς ποὺ κάνει σὰν τρελός. Ὅπως ὁ μαινόμενος εἶναι ὁρμητικός, ἔτσι καὶ ὁ γαστρίμαργος ἔχει μανία νὰ παραγεμίζει τὴν κοιλιά του μὲ ποικιλία πλήθους τροφῶν. Κι ὅπως ὁ χοῖρος μόλις ξυπνήσει, πηγαίνει ἀμέσως γιὰ φαγητό, ἔτσι καὶ ὁ γαστρίμαργος μόλις ἀντικρίσει ἐδέσματα, σπεύδει ἀσυγκράτητος νὰ τὰ ἀπολαύσει. Γαστρίμαργος εἶναι «ὁ ἔχων μάργην (=ἄπληστον) γαστέρα»· ὁ ἀχόρταγος, ὁ ἀδηφάγος, ὁ κοιλιόδουλος· αὐτὸς ποὺ ὑπακούει στὰ προστάγματα «τῆς παμφήμου δεσποίνης πονηρᾶς γαστρός»!
Ἴσως νὰ ἀντιλέξει κανεὶς ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι. Δὲν ἔχουμε μόνο ψυχή, ἔχουμε καὶ σῶμα. Ἂν δὲν φᾶμε, πῶς θὰ ζήσουμε; Δὲν ἀρνούμαστε τὴ μετρημένη χρήση τῶν τροφῶν. Ἀλλὰ ὅταν κυριευόμαστε ἀπὸ τὴ γαστριμαργία, ὑπερβαίνουμε κατὰ πολὺ τὸ μέτρο. Καταναλώνουμε πολὺ περισσότερες τροφὲς ἀπὸ ὅσες χρειαζόμαστε. Δὲν τρῶμε γιὰ νὰ ζήσουμε, ἀλλὰ ζοῦμε γιὰ νὰ τρῶμε. Οἱ γαστρίμαργοι χαίρονται ὅταν ἔρχονται γιορτὲς ἢ ὅταν φιλοξενοῦν ἐπίσημους στὸ σπίτι τους, διότι θὰ εἶναι πλουσιότερο τὸ γεῦμα καὶ τὸ δεῖπνο τους!
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» μᾶς προτρέπει νὰ κυριαρχήσουμε στὴν κοιλιά μας, πρὶν κυριαρχήσει αὐτὴ ἐπάνω μας (Λόγος ΙΔ΄, ιδ΄). Διότι ἂν κυριαρχήσει ἡ γαστέρα μας, θὰ φέρει πολλὰ δεινά. Ἡ γαστριμαργία ἔχει γεμίσει μὲ ἀσθενεῖς ὅλα τὰ Νοσοκομεῖα καὶ ὅλες τὶς Κλινικές. Ἡ γαστριμαργία σκοτώνει τὴ σωφροσύνη καὶ προλειαίνει τὸ ἔδαφος γιὰ τὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα. Σκοτώνει τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴ φιλανθρωπία, ἐφόσον ὁ γαστρίμαργος σερβίρει στὸν ἑαυτό του τὰ περισσότερα καὶ τὰ καλύτερα. Ἡ γαστριμαργία εἶναι ὁ δολοφόνος τῶν ἀρετῶν, σημειώνει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής (Φιλοκαλία Β΄, νζ΄, σελ. 178).
Ἀπὸ τὴ γαστριμαργία νικήθηκαν οἱ Πρωτόπλαστοι καὶ δοκίμασαν ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό. Νικήθηκε ὁ Ἡσαῦ καὶ πούλησε τὰ πρωτοτόκιά του στὸν Ἰακὼβ γιὰ ἕνα πιάτο φακῆς. Νικήθηκε ὁ Νῶε καὶ ἦπιε πολὺ κρασί. Νικήθηκαν οἱ Ἰσραηλίτες στὴν ἔρημο καὶ ἔφαγαν τόσα πολλὰ ὀρτύκια, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ χωνέψουν καὶ πέθαιναν ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου. Ἀπὸ τὴ γαστριμαργία νικήθηκαν τὰ παιδιὰ τοῦ ἀρχιερέα Ἡλί, ἅρπαζαν ἀπὸ τὰ κρέατα τοῦ θυσιαστηρίου, πρὶν ὁλοκληρωθεῖ ἡ θυσία, καὶ θανατώθηκαν.
Τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας ἐνισχύεται ἀπὸ τὴν ἀφθονία τῶν τροφῶν ποὺ ὑπάρχουν συνήθως στὰ σπίτια μας. Εἶναι γεμάτα τὰ ράφια τῆς ἀποθήκης μας. Ἀσφυκτιᾶ τὸ ψυγεῖο μας. Ὅμως ἀκόμη κι ἂν ἔχουμε ἄφθονα ἀγαθά, ἂς εἴμαστε ἐγκρατεῖς στὴν κατανάλωση τῶν τροφῶν, μάλιστα ἐφόσον ὑπάρχουν στὴν ἐποχή μας καὶ οἰκογένειες ποὺ στεροῦνται ἀκόμη καὶ τὰ ἀναγκαῖα.
Πολὺ περισσότερο, διότι τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας γεννάει σὰν μάνα πολλὰ παιδιά. Ἀπὸ τὴ γαστριμαργία γεννιοῦνται τὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα, οἱ ἀκάθαρτοι λογισμοί, ἡ σκληροκαρδία, ἡ πολυϋπνία, ἡ πολυλογία, τὸ ξεθάρρεμα, τὰ γέλια, τὰ ἀστεῖα, ἡ ἀντιλογία, ἡ ἀνυπακοή, ἡ καυχησιολογία, ἡ θρασύτητα, ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλα πολλά. Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» ὅτι ὅπως δὲν μποροῦμε νὰ μετρήσουμε τὴν ἄμμο τῆς θάλασσας, ἔτσι δὲν μποροῦμε νὰ μετρήσουμε τὰ ἀμέτρητα παιδιὰ τῆς γαστριμαργίας (Λόγος ΙΔ΄, λβ΄).
Πῶς καταπολεμεῖται τὸ ἀκόρεστο αὐτὸ πάθος; Πρωτίστως πολεμεῖται μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια. Ἡ γαστέρα μας εἶναι σὰν ἀσκός. Ὅσο πιὸ πολλὲς τροφὲς δέχεται, τόσο πιὸ πολὺ διαπλατύνεται. Κι ἀντὶ νὰ ἡμερέψει, ἐξαγριώνεται. Ἐνῶ μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ νηστεία ἐξημερώνεται. Ἡ θλίψη τῆς κοιλίας λύνει πολλὰ προβλήματα καὶ γίνεται πρόξενος τῆς ἁγνότητας, προσθέτει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος».
Κάτι πολὺ πρακτικό, ποὺ βοηθεῖ στὴν καταπολέμηση τῆς γαστριμαργίας, εἶναι τὸ νὰ παρατίθενται στὴν τράπεζα λιγότερα ἐδέσματα, γιὰ νὰ μὴν πέφτουμε στὸν πειρασμὸ νὰ τὰ καταναλώσουμε. Ὅσο πλουσιότερο εἶναι τὸ τραπέζι μας, τόσο ἀπαιτητικότερη γίνεται ἡ γαστέρα μας. Θέλει ὅλα τὰ παρατιθέμενα νὰ τὰ καταβροχθίσει.
Ἐπίσης ἡ γαστριμαργία καταπολεμεῖται μὲ τὴ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων μας καὶ μὲ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου. Ἐὰν πενθοῦμε καὶ κλαῖμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἐὰν καλλιεργοῦμε τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, περικόπτουμε τὰ περιττὰ ἀπὸ τὴ δίαιτά μας. Καὶ ὅταν περικόπτουμε μὲ ταπείνωση τὰ φαγητά, περικόπτουμε μαζὶ μὲ αὐτὰ καὶ τὰ πάθη, συμπληρώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος» (Λόγος ΣΤ΄, ιγ΄).
Ἡ γαστριμαργία πολεμεῖται μὲ τὴ Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὅσοι δὲν γεύθηκαν τὴ Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπιζητοῦν νὰ γλυκαίνονται ἀπὸ τὴν ἡδονὴ ποὺ προσφέρουν οἱ γευστικὲς τρο­­φές. Ὅσοι ὅμως γλυκάθηκαν ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ Παράκλητο, δὲν δελεάζονται ἀπὸ τὶς ὑλικὲς ἡδονὲς καὶ ἀπολαύσεις.