ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (9/2)

Σήμερα 9/2 εορτάζουν:

  • Άγιος Νικηφόρος
  • Άγιοι Μάρκελλος επίσκοπος Σικελίας, Φιλάγριος επίσκοπος Κύπρου και Παγκράτιος επίσκοπος Ταυρομενίου
  • Όσιος Ρωμανός ο Κίλικας ο θαυματουργός
  • Άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
  • Άγιοι Άμμων και Αλέξανδρος
  • Όσιοι Νικηφόρος και Γεννάδιος εν Βολογντά
  • Όσιος Παγκράτιος ο Έγκλειστος «εν τω Σπηλαίω»
  • Εύρεση των Τιμίων Λειψάνων του Αγίου Ιννοκεντίου εκ Ρωσίας

 

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

9.-Agios-Nikiforos

Κά­τι τό ἰ­δι­αι­τέ­ρως συγ­κλο­νι­στι­κό καί ἐ­ξαι­ρε­τι­κά δι­δα­κτι­κό ἔ­χει νά πα­ρου­σιάσει ἡ πε­ρί­πτω­ση τοῦ μάρ­τυ­ρος Νι­κη­φό­ρου. Ἡ δό­ξα του δέν εἶ­ναι μό­νο τό μαρ­τύ­ριο, ἀλ­λά πρίν ἀπό αὐτό ἡ στά­ση του ἀπέναντι στόν ἱ­ε­ρέα Σα­πρίκιο.

Ἦ­ταν τό­τε ἡ ἐ­πο­χή τῆς αὐ­το­κρα­το­ρί­ας τοῦ Οὐ­α­λεν­τια­νοῦ (251 – 259 μ.Χ.). Ὁ Ρω­μαῖ­ος αὐ­τός αὐ­το­κρά­τωρ, σκλη­ρός εἰ­δω­λο­λά­τρης, ἐ­ξέ­δω­σε τό ἔ­τος 257 δι­ά­ταγ­μα, μέ τό ὁ­ποῖ­ο ἀ­πα­γο­ρευ­ό­ταν αὐ­στη­ρά στούς Χρι­στια­νούς νά τε­λοῦν θρη­σκευ­τι­κές συ­νά­ξεις. Πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, ἐ­πι­βαλ­λό­ταν στούς ἱ­ε­ρεῖς καί ἐ­πι­σκό­πους τῶν Χρι­στια­νῶν νά ἀρ­νη­θοῦν τήν πί­στη τους, ἐ­άν ἤ­θε­λαν νά ἀ­πο­φύ­γουν τήν ἐ­ξο­ρί­α. Ἀρ­γό­τε­ρα τό αὐ­το­κρα­το­ρι­κό δι­ά­ταγ­μα ἔ­γι­νε σκλη­ρό­τε­ρο γιά τούς κλη­ρι­κούς καί τούς ἐ­πέ­βαλ­λε τήν ποι­νή τοῦ θα­νά­του, ἐ­άν δέν συμ­μορ­φω­νό­ταν.

Τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη στήν Ἀν­τι­ό­χεια τῆς Συ­ρί­ας ἀ­νά­με­σα στούς ἱ­ε­ρεῖς πού συ­νε­λή­φθη­σαν γιά νά ὁ­δη­γη­θοῦν στό θά­να­το, ἦ­ταν καί ὁ Σα­πρί­κιος. Ἀρ­νή­θη­κε νά προ­δώ­σει τήν πί­στη του, καί γι’ αὐ­τό ὁ­δη­γοῦν­ταν στό μαρ­τύ­ριο. Τή σύλ­λη­ψη τοῦ Σα­πρι­κί­ου πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε ὁ πι­στός καί θερ­μουρ­γός Νι­κη­φό­ρος. Τό πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε καί ἀ­νη­σύ­χη­σε, δι­ό­τι ὁ Σα­πρί­κιος δι­α­τη­ροῦ­σε στήν ψυ­χή του κά­ποι­α ἔ­χθρα ἐ­ναν­τί­ον του καί μί­σος τε­λεί­ως ἄ­δι­κο. Κι ὅ­σες φο­ρές ὁ εὐ­λα­βής Χρι­στια­νός προ­σπά­θη­σε νά δώ­σει ἐ­ξη­γή­σεις, νά συν­δι­αλ­λα­γεῖ μα­ζί του, νά τοῦ ζη­τή­σει συ­γνώ­μη, συ­ναν­τοῦ­σε τήν ἄρ­νη­σή του.

Ἀλ­λά τώ­ρα, τώ­ρα πού ἱ­ε­ρεύς ἐ­κεῖ­νος, ὁ­δη­γεῖ­ται στό μαρ­­­τύ­ριο καί σέ λί­γο θά βρε­θεῖ ἐ­νώ­πιον τοῦ θρό­νου τοῦ Θε­οῦ, πῶς θά ἐμ­φα­νι­σθεῖ χω­ρίς νά ἔ­χει συμ­φι­λι­ω­θεῖ μα­ζί του; Αὐ­τό ἀ­νη­συ­χεῖ τόν Νι­κη­φό­ρο. Γι’ αὐ­τό καί σπεύ­δει. Βε­βαί­ως καί γιά νά ἐ­νι­σχύ­σει τόν ὑ­πο­ψή­φιο μάρ­τυ­ρα τοῦ Χρι­στοῦ, ἀλ­λά καί γιά νά ζη­τή­σει, ἔ­στω καί τήν τε­λευ­ταί­α στιγ­μή, τή συγνώ­μη του. Μέ τα­πεί­νω­ση καί ἀ­γά­πη, μέ δά­κρυ­α καί λυγ­μούς, πέ­φτει στά πό­δια του, φι­λᾶ τίς πλη­γές του καί τόν ἱ­κε­τεύ­ει. Ἦ­ταν πράγ­μα­τι πο­λύ­τι­μη εὐ­και­ρί­α στόν Σα­πρί­κιο νά ἀ­πο­βά­λει τήν μνη­σι­κα­κί­α, νά δώ­σει συγ­γνώ­μη καί νά ζη­τή­σει τίς προ­σευ­χές τοῦ Νι­κη­φό­ρου. Ἔ­πρε­πε ἄλ­λω­στε νά τόν συγ­κι­νή­σει ἡ βα­θειά τα­πεί­νω­ση, ἡ πλα­τειά καί σταθερή ἀ­γά­πη τοῦ Νι­κη­φό­ρου. Τί κρί­μα ὅ­μως! Ὁ Σα­πρί­κιος δέν τό κά­νει! Ἀ­πο­μα­κρύ­νε­ται μέ ἀ­δι­α­φο­ρί­α!

Ἀλ­λά τώ­ρα, με­τά τήν πολ­λα­πλή ἄρ­νη­ση, θά ἐ­πέμ­βει ὁ Θε­ός! Καί ἐ­πεμ­βαί­νει γιά τόν Σα­πρί­κιο, πού εἶ­χε μά­λι­στα τι­μη­θεῖ μέ τό ἱ­ε­ρα­τι­κό ἀ­ξί­ω­μα, μέ τρό­πο αὐ­στη­ρό καί τι­μω­ρητικό. Πῶς ἄλ­λω­στε νά τόν τι­μή­σει μέ τό­σο με­γά­λη καί αἰ­ώ­νια δό­ξα, μέ τό στε­φά­νι τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου, ἀ­φοῦ αὐ­τός ἀρ­νεῖ­ται ἕ­να πο­λύ βα­σι­κό κα­θῆ­κον, τή συγ­χώ­ρη­ση τοῦ ἀ­δελ­φοῦ του; Τό ἐ­ξη­γεῖ ὁ ἱ­ε­ρός ὑ­μνο­γρά­φος: «ὅ­τι τόν πλη­σί­ον ὁ μή φι­λῶν οὔ­τε τόν Δε­σπό­την ἀ­γα­πῆ­σαι δύ­να­ται». Δη­λα­δή, ὁ ἄν­θρω­πος πού δέν ἀ­γα­πᾶ τόν συ­νάν­θρω­πό του, οὔ­τε τόν Θε­ό δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν νά ἀ­γα­πή­σει. Εἶ­ναι ἀ­πή­χη­ση τῶν λό­γων τοῦ Ἀ­πο­στό­λου: «Ἐ­άν τίς εἴ­πῃ ὅ­τι ἀ­γα­πῶ τόν Θε­όν, καί τόν ἀ­δελ­φόν αὐ­τοῦ μι­σῇ, ψεύ­στης ἐ­στίν. Ὁ γάρ μή ἀ­γα­πῶν τόν ἀ­δελ­φόν ὅν ἐ­ώ­ρα­κε, τόν Θε­όν ὅν οὖχ ἐ­ώ­ρα­κε πῶς δύ­να­ται ἀ­γα­πᾶν»; (Α΄ Ἰ­ω­άν. δ΄ 20). Ση­κώ­νει λοι­πόν ἀ­πό τόν Σα­πρί­κιο τή χά­ρη του ὁ Θε­ός καί τόν ἀ­φή­νει στή δι­κή του ἀ­δυ­να­μί­α. Κι αὐ­τός, γυ­μνός πλέ­ον ἀ­πό τή θεί­α ἐ­νί­σχυ­ση τήν ὥ­ρα τῶν τε­λευ­ταί­ων βα­σα­νι­στη­ρί­ων, λι­πο­ψυ­χεῖ, ἀρ­νεῖ­ται τήν πί­στη του, λι­πο­τα­κτεῖ γιά νά σώ­σει τή ζω­ή του.

Φο­βε­ρή στιγ­μή, ἡ ὁ­ποί­α συγ­κλό­νι­σε τόν Νι­κη­φό­ρο. Ὅ­ταν εἶ­δε τόν ἱ­ε­ρέ­α νά ἀρ­νεῖ­ται τόν Χρι­στό καί νά φεύ­γει, σπεύ­δει καί πά­λι κον­τά του. Γίνεται ἄγ­γε­λος στη­ριγ­μοῦ ὁ Νι­κη­φό­ρος. Τόν ἱ­κε­τεύ­ει νά ζη­τή­σει, ἔ­στω καί τήν ὥ­ρα αὐ­τή, χά­ρη καί δύ­να­μη ἀ­πό τόν Κύ­ριο, γιά νά μεί­νει πι­στός μέ­χρι τε­λευ­ταί­α του πνο­ή καί νά μή χά­σει τή δό­ξα τοῦ Οὐ­ρα­νοῦ, ἀν­τί γιά τήν πρό­σκαι­ρη ἀ­να­ψυ­χή. Τό­τε ὅ­μως ὁ Νι­κη­φό­ρος συλ­λαμ­βά­νε­ται ἀ­πό τούς εἰ­δω­λο­λά­τρες. Κι ἐ­νῶ ὁ Σα­πρί­κιος φεύ­γει μα­κριά ἀ­πό τό μαρ­τύ­ριο τοῦ Χρι­στοῦ, μέ τό στίγ­μα τοῦ ἀρ­νη­τῆ καί προ­δό­τη, ὁ Νι­κη­φό­ρος πῆ­ρε τή θέ­ση του. Ὁ­μο­λο­γεῖ ἐ­νώ­πιον τοῦ Ἔ­παρ­χου καί ὅ­λων ὅ­σων ἦ­ταν ἐ­κεῖ μπρο­στά μέ θερ­μό­τη­τα τήν πί­στη του καί δέ­χε­ται ἀ­πό τόν Κύ­ριο τό στε­φά­νι τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου καί τῆς δό­ξας.

Ψάλ­λει ὁ ἱ­ε­ρός ὑ­μνω­δός τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας: «Κλί­νεις τόν αὐ­χέ­να τῷ Θε­ῷ, ὧ τά πάν­τα κλί­νει γό­νυ, κά­ραν ἐ­κτε­μνό­με­νος καί χω­ρι­ζό­με­νος τοῦ γεν­ναί­ου σου σώ­μα­τος, Χρι­στῷ δέ τῇ πάν­των κε­φα­λῇ ἑ­νού­με­νος κα­θα­ρω­τά­τῳ νοί». Δη­λα­δή: Κλί­νεις τόν αὐ­χέ­να στόν Θε­ό, στόν ὁ­ποῖ­ο ὅ­λα τά δη­μι­ουρ­γή­μα­τα κλί­νουν μέ εὐ­λά­βεια τό γό­νυ τους· ἀ­πο­κό­πτε­ται ἡ κε­φα­λή σου καί χω­ρί­ζε­ται ἀ­πό τό γεν­ναῖ­ο καί ἡ­ρω­ϊ­κό σῶ­μα σου· ὅ­μως συγ­χρό­νως μέ κα­θα­ρό καί ἅ­γιο φρό­νη­μα ἑ­νώ­νε­σαι μέ τόν Χρι­στό, πού εἶ­ναι ἡ Κε­φα­λή τοῦ σώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας (Κολ. α΄ 18).

Τό δί­δαγ­μα; Φα­νε­ρό! Φο­βε­ρή ἡ ἔ­χθρα καί τό μί­σος στήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που. Τόν σκλη­ρύ­νουν. Τόν χω­ρί­ζουν ἀ­πό τόν Θε­ό καί τούς συ­ναν­θρώ­πους του. Τόν ἀ­πο­ξε­νώ­νουν ἀ­πό τή χά­ρη τοῦ Κυ­ρί­ου καί τόν κά­νουν ἀ­νά­ξιο τῶν εὐ­λο­γι­ῶν του καί μά­λι­στα τῆς ἀ­φέ­σε­ως καί τῶν δω­ρε­ῶν τῆς Βα­σι­λεί­ας του. Ἄς συγ­χω­ροῦ­με λοι­πόν «ἐκ καρ­δί­ας», ὅ­πως μας δί­δα­ξε ὁ ἅ­γιος μάρ­τυς Νι­κη­φό­ρος καί πρίν ἀ­π’ αὐ­τόν ὁ Κύ­ριος Ἰ­η­σοῦς μέ τόν λό­γο καί τό πα­ρά­δειγ­μά του.

Στι­χη­ρόν τόν Ἑ­σπε­ρι­νοῦ. Ἦ­χος β΄.

Νό­μοις πει­θαρ­χῶν τοῦ δι’ ἡ­μᾶς σάρ­κα ἐ­πί γῆς εἰ­λη­φό­τος καί πά­θος τί­μιον,

Μάρ­τυς, ὑ­πο­μεί­ναν­τος, θε­ο­μα­κά­ρι­στε, τήν ἀ­γά­πην ἐ­τή­ρη­σας,

τήν πρός τόν πλη­σί­ον, νό­μου τό κε­φά­λαι­ον,

οὖ­σαν καί τῶν Προ­φη­τῶν ὅ­θεν καί μα­κά­ριον τέ­λος εἴ­λη­φας πη­γή τῆς ἀ­γά­πης,

νῦν ὤ Νι­κη­φό­ρε πα­ρι­στά­με­νος.

Κον­τά­κιον. Ἦ­χος α΄.

Ἀ­γά­πης τῷ δε­σμῷ συν­δε­θείς, Νι­κη­φό­ρε, δι­έ­λυ­σας τρα­νῶς τήν κα­κί­αν τοῦ μί­σους·

καί ξί­φει τήν κά­ραν σου ἐ­κτμη­θείς ἐ­χρη­μά­τι­σας, Μάρ­τυς ἔν­θε­ος τοῦ σαρ­κω­θέν­τος Σω­τῆ­ρος·

ὅν ἱ­κέ­τευ­ε ὑ­πέρ ἡ­μῶν τῶν ὑ­μνούν­των τήν ἐν­δο­ξον μνή­μην σου.

Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη