Σήμερα 13/2 εορτάζουν:
- Όσιος Μαρτινιανός
- Άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα οι Απόστολοι
- Άγιος Ευλόγιος Αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας
- Άγιοι Πατήρ και Υιός
- Όσιος Συμεών Κτήτορας της Μονής Χιλανδαρίου Αγίου Όρους
- Άγιος Γεώργιος Αρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας
- Οσία Σεραφείμα εκ Ρωσίας
- Ανάμνηση των Εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου και της Αγίας Θέκλας εν τω όρει Ποσαλέως
- Όσιος Μαϋουμάς
- Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Edward βασιλέα της Αγγλίας
Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανός
Ὁ Μαρτινιανὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, στὶς ἀρχὲς τοῦ Ε´ μ.Χ. αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἀπὸ μικρὸς ἔτρεφε στὴν ψυχή του, ἀκοίμητη τὴν φλόγα τῆς εὐσέβειας. Θέλοντας δὲ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐρημικὴ ζωή, ἔστησε τὴν σκήτη του στὰ ὅρια τοῦ ὄρους Κιβωτοῦ, ὅπου ἁπλωνόταν κατάλληλη ἔρημος γιὰ τὴν καλλιέργεια τοῦ ἡσυχαστικοῦ βίου. Ἐκεῖ περνοῦσε τὸν καιρό του μὲ προσευχή, μελέτη, ἐργασία καὶ ἄσκηση. Ἡ φήμη τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς του, δὲν ἄργησε νὰ φθάσει σ᾿ ὅλη τὴν γύρω περιοχὴ καὶ νὰ φέρει στὸ κελλί του πλήθη μετανοούντων καὶ δυστυχισμένων, ποὺ ζητοῦσαν τὶς συμβουλὲς καὶ τὴν παρηγοριά του. Μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔρχονταν καὶ γυναῖκες καὶ κόρες, ζητῶντας στήριγμα κατὰ τῶν καταιγίδων καὶ ἀσπίδα κατὰ τῶν πειρασμῶν τῆς ζωῆς. Ὁ Μαρτινιανός, κάνοντας τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ, πῆγε σὲ πολλὰ μέρη. Τελικὰ κατέληξε σ᾿ ἕνα ἡσυχαστήριο ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Συχνὰ δὲ ἔλεγε τὰ λόγια τῶν ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου: ὅτι ὁ Διάβολος περιέρχεται σὰ θηρίο καὶ ζητᾷ ποιὸν νὰ καταπιεῖ. Ὀφείλουμε λοιπὸν νὰ προφυλαγώμαστε ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις του, ἕτοιμοι πάντοτε γιὰ νὰ τὸν ἀποκρούσομε. Πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα στὸ ἐρημητήριό του.
Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα οἱ Ἀπόστολοι
Δυό ἱερές μορφές τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων! Κατέχουν καί οἱ δυό ἐξέχουσα θέση στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ὡς σπουδαῖοι συνεργάτες τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἀποτελοῦν πρότυπο Χριστιανῶν συζύγων καί ἱεραποστόλων.
1. Συνάντηση καί συνεργασία.
Ἰουδαῖοι ἦταν ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα καί κατάγονταν μᾶλλον ἀπό τόν Πόντο. Γρήγορα ὅμως ἐγκαταστάθηκαν στήν πολυάνθρωπη τότε Ρώμη. Ἀλλά κι ἐκεῖ δέν φαίνεται νά ἔμειναν γιά πολύ. Διότι ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Κλαύδιος (49 μ.Χ.) μέ διάταγμά του ἐκδίωξε ὅλους τους Ἑβραίους ἀπό τή Ρώμη, ἀναγκάσθηκαν καί οἱ δυό αὐτοί εὐλαβεῖς Ἰουδαῖοι νά ἐγκαταλείψουν τή ρωμαϊκή πρωτεύουσα καί νά ἐγκατασταθοῦν στήν Κόρινθο. Ἐδῶ συνέχισαν τό βιοποριστικό τους ἔργο, πού ἦταν ἡ κατασκευή σκηνῶν.
Δυό χρόνια ἀργότερα φθάνει στήν Κόρινθο ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν, ὁ Παῦλος. Ἄφησε τήν «κατείδωλη» πόλη τῶν Ἀθηνῶν μέ τή λύπη ὅτι τό κήρυγμά του δέν βρῆκε τήν ἀνάλογη ἀπήχηση. Ἀλλά κι ἐδῶ, στήν Κόρινθο, τί συναντᾶ; Μέσα στήν κακοφημισμένη πόλη, πού τό λιμάνι τῆς συγκεντρώνει διαφόρων τύπων ἀνθρώπους, βρίσκεται ὁ θεῖος Ἀπόστολος ἄγνωστος ἐν μέσῳ ἀγνώστων. Ἀλλά ὁ Θεός ἔχει ἑτοιμάσει τό ἔδαφος!
Καί νά τό πρῶτο δῶρο τοῦ Θεοῦ, οἱ δυό ἐκλεκτοί σύζυγοι. Πόση ἀνακούφιση θά αἰσθάνθηκε ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, ὅταν γνώρισε τό ἰουδαϊκό ζεῦγος τῶν ὁμότεχνών του σκηνοποιῶν, τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα! Δέν ἄργησε καί ὁ Παῦλος νά διακρίνει τή βαθειά εὐλάβεια, τήν καλόκαρδη διάθεση τῶν δυό συζύγων, ἀλλά καί τό ἐκλεκτό ζεῦγος νά διαπίστωσει καί αἰσθανθεῖ τό ἰδιαίτερο χάρισμα τοῦ μεγάλου τους ἐπισκέπτη. Ἄνοιξαν τότε οἱ ἀγαθοί ἄνθρωποι τό σπίτι τους, γιά νά δώσουν στόν ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ στέγη καί στοργή, ἐργασία καί τροφή. Χαρά γιά τόν Παῦλο, πού ἦλθε ξένος καί μόνος στήν Κόρινθο. Χαρά καί γιά τό ἄτεκνο ζεῦγος, πού ἀπέκτησε τόν Παῦλο ὡς ἀγαπημένο μέλος τῆς οἰκογενείας του. Καί νά γνώριζαν καλά ποιόν φιλοξενοῦσαν!
Δέν τό ἤξεραν ἀπό τήν ἀρχή. Τό ἀντιλήφθηκαν ὅμως σιγά – σιγά στή Συναγωγή, ἀλλά καί στό ἐργαστήριο. Στή Συναγωγή, ὅπου ὁ Παῦλος κάθε Σάββατο κήρυττε σέ Ἰουδαίους καί προσηλύτους ἐθνικούς μέ τή βαθειά γνώση καί τή μεγάλη πείρα τοῦ ἐμβριθοῦς νομοδιδασκάλου. Ἀνέπτυσσε τίς ἀλήθειες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί μάλιστα τίς προφητεῖες, πού εἶχαν σχέση μέ τόν Μεσσία καί Λυτρωτή. Καί μέσα στό ἐργαστήριο τῆς σκηνοποϊίας τοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νά ἑρμηνεύει βαθύτερα τίς ἀλήθειες αὐτές καί νά τίς ἐξηγεῖ ἀναλυτικότερα στό ζεῦγος τῶν ὁμοτέχνων του. Δέν εἶχαν ἄλλωστε μέχρι τότε κατηχηθεῖ τή χριστιανική ἀλήθεια ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα. Τί δέν ἄκουσαν μέσα στό ἐργαστήριο αὐτό ἀπό τόν μεγάλο Ἀπόστολο! Κι ἐνῶ τά χέρια καί τῶν τριῶν δούλευαν ἀκατάπαυστα στόν ἀργαλειό, ἄνοιγαν τά αὐτιά τοῦ ζεύγους καί ἡ καρδιά, γιά νά δεχθοῦν θεία μηνύματα καί οὐράνιες ἀποκαλύψεις. Ἔτσι ἔγινε τό ἐργαστήριο ἐκεῖνο συγχρόνως καί ἐργαστήριο ψυχῶν, ὅπου καλλιεργήθηκαν οἱ δυό, γιά νά ἐξελιχθοῦν καί γίνουν οἱ πολύτιμοι συνεργάτες τοῦ Ἀποστόλου στό ἱεραποστολικό ἔργο. Ἐκεῖνο τό ἀπέριττο ἐργαστήριο τοῦ Ἀκύλα καί τῆς Πρίσκιλλας ἐπισκίασε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, γιά νά γράψει ἐκεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τίς δυό του πρῶτες θεόπνευστες ἐπιστολές! Τίς δυό πρός Θεσσαλονικεῖς.
Ἀλλά τό εὐλογημένο ζεῦγος δοκίμασε καί ἄλλη χαρά στό φιλόξενο σπίτι του. Τούς ἐπισκέφθηκαν ἀπό τή Μακεδονία οἱ δυό μαθητές καί συνοδοί τοῦ Παύλου, ὁ Τιμόθεος καί ὁ Σίλας. Πόσο μεγάλη ἱκανοποίηση αἰσθάνθηκαν! Ὅσο μικρό κι ἄν ἦταν τό σπίτι τους, ἡ μεγάλη τους καρδιά τό ἔκανε εὐρύχωρο, γιά νά ἐπαρκέσει, καί μάλιστα μέ ἄνεση, γιά ὅλους. Κι ὅταν εἶδαν τούς τρεῖς τόσο πολύ ψυχικά συνδεδεμένους κι ὅταν τούς ἄκουγαν νά συνομιλοῦν μέ τόση ἐγκαρδιότητα καί κατανόηση γιά τά νέα τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Μακεδονίας, τούς θαύμαζαν. Τό φωτεινό παράδειγμα, ἡ ἑνότητα καί ἡ ἀφοσίωση τῶν ἐκλεκτῶν Ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ, τούς ἔδωσε πείρα τῆς ἀγάπης, πού ἔχουν οἱ Χριστιανοί μεταξύ τους. Ὁ Θεός συνεχῶς καλλιεργοῦσε τήν ψυχή τοῦ ζεύγους.
Καί δέν ἄργησε νά ἔλθει ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς νέας τους γεννήσεως, πού περίμεναν ἀπό καιρό. Ἡ μέρα, πού ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα, κατηχημένοι πλήρως στή χριστιανική ἀλήθεια, ὁμολόγησαν ἐπίσημα πίστη καί ἀφοσίωση στόν Τριαδικό Θεό, δέχθηκαν ἀπό τά χέρια τοῦ Διδασκάλού τους Ἀποστόλου τό χριστιανικό βάπτισμα κι ἔγιναν Χριστιανοί! Κι ὄχι μόνον αὐτοί. Ἀλλά καί ἄλλο πλῆθος Κορινθίων μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἀρχισυνάγωγο Κρίσπο. Τί κι ἄν ἕνας ἄλλος συρφετός Ἰουδαίων ἀντιδροῦσε μέ μανία ἐναντίον τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου; Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου μέ τή χάρη τοῦ Ἀναστάντος θριαμβευτοῦ Ἰησοῦ εἶχε πλέον ἱδρυθεῖ. Ἡ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου πρός τόν Παῦλο: «μή φοβοῦ, ἀλλά λάλει καί μή σιωπήσης…, διότι λαός ἐστί μοι πολύς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ» (Πράξ. ιη΄ 9 – 10), ἔγινε θαυμαστή πραγματικότητα.
Ὁ θεῖος Ἀπόστολος μέ ὑπομονή πολλή σ’ ὅλο τό μακρό διάστημα τῶν δεκαοκτώ μηνῶν, πού ἔμεινε στήν Κόρινθο, ἑδραίωσε τήν Ἐκκλησία. Ἐργάσθηκε, κατάρτισε καί ἐγκαθίδρυσε σ’ αὐτήν ποιμένες καί διδασκάλους, οἱ ὁποῖοι καί ἀνέλαβαν τή διαποίμανσή της. Κι ὅλο αὐτό τό μεγάλο ἔργο τό ἐπιτέλεσε μέ πρώτη ἀνθρώπινη βοήθεια καί πρῶτο στήριγμα τό θερμό καί συνετό ζεῦγος τῶν σκηνοποιῶν, πού ἔθεσαν στή διάθεσή του χρόνο καί δυνάμεις καί δραστηριότητα. Ὁλόκληρο τόν ἑαυτό τους.
Ὅμως ὁ Παῦλος ἔπρεπε πλέον νά ἀναχωρήσει ἀπό τήν Κόρινθο. Τό ἱεραποστολικό του καθῆκον τόν καλοῦσε στήν Ἔφεσο. Ἀλλά ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα; Θά παραμείνουν αὐτοί στήν Κόρινθο; Ὄχι! Θά συνοδεύσουν τόν εὐεργέτη τους Ἀπόστολο στή νέα του ἀποστολή, γιά νά τοῦ φανοῦν κι ἐκεῖ ἀφοσιωμένοι καί πολύτιμοι, ὅσο καί στήν Κόρινθο. Καί τοῦ φάνηκαν.
2. Τόν ἑαυτῶν τράχηλον….
Δέν χρειάσθηκε πολύς χρόνος γιά νά διαπιστώσουν ὁ Παῦλος καί οἱ συνεργοί του τήν κατάσταση στήν Ἔφεσο. Ἐδῶ κυριαρχοῦσε ἡ λατρεία τῆς θεᾶς Ἀρτέμιδος. Ὁ παμμέγιστος ναός μέ τούς εἰδωλολάτρες ἱερεῖς του δέχονται τά πλήθη τοῦ λαοῦ, πού καθημερινά συρρέουν γιά τή λατρεία τῆς θεᾶς. Μεσσίας καί Λυτρωτής, Χριστός Ἰησοῦς Σωτήρ δέν ἀκούσθηκε ποτέ ἐδῶ. Οἱ ἄνθρωποι ζοῦν μέσα στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρικῆς ἄγνοιας. Πῶς λοιπόν θά γίνει κι ἐδῶ ἡ ἀρχή τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος;
Μεγάλη ὑπηρεσία θά προσφέρει τό ζεῦγος τῶν σκηνοποιῶν. Διότι ἐνῶ ὁ Παῦλος μετά τήν πρώτη ἐπικοινωνία στή Συναγωγή ἀναχωρεῖ γιά ἕνα διάστημα στά Ἰεροσόλυμα, ἀφήνει τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα νά προετοιμάσουν τό ἔδαφος. Νά γνωρίσουν πρόσωπα καί καταστάσεις, νά ἑτοιμάσουν ψυχές. Κι ἔκανε πολλά τό χριστοκίνητο ζεῦγος, γιά νά ἐκπληρώσει τήν ἱερή ἀποστολή του.
Μία σπουδαία ἐπιτυχία του μᾶς ἀναφέρουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Παρουσιάσθηκε κάποια μέρα στή Συναγωγή ὁ ἐπιφανής λόγιος Ἰουδαῖος Ἀπολλώς, βαθύς γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Καί κήρυξε μέ δύναμη, χωρίς ὅμως νά γνωρίζει τίποτε περισσότερο παρά τό κήρυγμα καί τό βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Κι ὅταν τόν εἶδαν ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα θερμό καί πιστό, μέ πολλές ἐλπίδες γιά τό μέλλον, δέν δίστασαν. «Προσελάβοντο αὐτόν καί ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τήν ὁδόν τοῦ Θεοῦ». Τόν πλησίασαν καί μέ ὅλη τους τήν ἀγάπη τοῦ ἀποκάλυψαν τήν χριστιανική ἀλήθεια. Γιά τόν Χριστό, τή διδασκαλία του, τή σταυρική θυσία, τήν Ἀνάσταση, τό χριστιανικό βάπτισμα. Ὅλα ὅσα καί οἱ ἴδιοι ἀπό τόν Παῦλο εἶχαν ἀκούσει καί διδάχθηκαν. Κι ἄνοιξαν τότε τά μάτια τοῦ Ἀπολλώ καί εἶδε φῶς, φῶς Χριστοῦ, τό ὁποῖο γέμισε τήν ψυχή του. Γιά νά γίνει σέ λίγο ὁ κατηχημένος τους Ἀπολλώς ὁ δυνατός διδάσκαλος τῶν ἀληθειῶν τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, ὅταν μετά ἀπό λίγο ἔφθασε στήν Κόρινθο, «συνεβάλετο πολύ τοῖς πεπιστευκόσι διά τῆς χάριτος». Ὠφέλησε ἐξαιρετικά ἐκείνους, πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ εἶχαν πιστεύσει στόν Χριστό (Πράξ. ιη΄ 24 – 28).
Μέ τήν ἐνέργειά του αὐτή τό ζεῦγος τῶν σκηνοποιῶν πρόσφερε στήν Ἐκκλησία ἐξαιρετική ὑπηρεσία. Διαφώτισαν καί ἑτοίμασαν ἕνα θερμουργό ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου. Ποῦ νά γνωρίζουμε καί σήμερα πῶς μπορεῖ νά ἐξελιχθεῖ ἕνας καλοπροαίρετος νέος, τόν ὁποῖο βοηθοῦμε στή χριστιανική τοῦ ζωή! Μήπως βρεθοῦμε ἀργότερα στή θέση νά θαυμάσουμε ἕνα πνευματοκίνητο ἐργάτη τῆς Ἐκκλησίας!
Ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα ἔκαναν καί ὅ,τι ἄλλο ἦταν δυνατόν γιά τήν ἑτοιμασία τοῦ ἔργου τοῦ Παύλου. Κι ὅταν ὁ Ἀπόστολος ἐπέστρεψε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα καί ἄρχισε τό κήρυγμά του συστηματικά στήν Ἔφεσο, ἑτοιμασμένο καί καλοδιάθετο τό πλῆθος συνέρρεε καθημερινά ὅλο καί περισσότερο νά τόν ἀκούει. Σταδιακά ὁ ναός τῆς Ἀρτέμιδος ἄδειαζε καί τό ἀκροατήριο τοῦ Παύλου πληθυνόταν. Ἔτσι, ὥστε νά γράφει πρός τούς Κορινθίους: «θύρα μοι ἀνέωγε μεγάλη καί ἐνεργής». Μοῦ ἀνοίχθηκε θύρα μεγάλη μέ ἀποτελεσματική καί καρποφόρο δράση. Βεβαίως καί «ἀντικείμενοι πολλοί» (Α΄ Κορ. ιστ΄ 9). Διότι στήν Ἔφεσο ἐπί δύο ἔτη ὁ Παῦλος θηριομάχησε μέ τούς ἀντίθετους καί μάλιστα μ’ ἐκείνους, πού εἶχαν συμφέροντα ἀπό τή λατρεία τῆς Ἀρτέμιδος. Τό ἀποτέλεσμα ὅμως ἦταν θαυμαστό: «Πάντας τους κατοικοῦντας τήν Ἀσίαν ἀκοῦσαι τόν λόγον Κυρίου Ἰησοῦ, Ἰουδαίους τε καί Ἕλληνας» (Πράξ. ιθ΄ 10).
Σ’ ὅλο αὐτό τό μεγάλο καί σωτήριο ἔργο τοῦ θείου Ἀποστόλου ποιός δέν μπορεῖ νά φαντασθεῖ τόν σπουδαῖο ρόλο, πού ἔπαιξαν ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα; Τόσο, ὥστε ὁ Παῦλος νά μή τό λησμονεῖ ποτέ καί μέ εὐγνωμοσύνη νά γράφει ἀργότερα πρός τούς Ρωμαίους: «Ἀσπάσασθε Πρίσκιλλα καί Ἀκύλα τούς συνεργούς μου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, οἵτινες ὑπέρ τῆς ψυχῆς μου τόν ἑαυτῶν τράχηλον ὑπέθηκαν, οἷς οὐκ ἐγώ μόνος εὐχαριστῶ, ἀλλά καί πᾶσαι οἱ ἐκκλησίαι τῶν ἐθνῶν» (Ρωμ. ιστ΄ 34). Θαυμαστό ἐγκώμιο, τό ὁποῖο μιλᾶ γιά τούς κόπους καί τούς μόχθους, τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τοῦ ζεύγους, τό ὁποῖο μέ τήν πίστη του καί τό ζῆλο του πρόσφερε ὑπηρεσίες, γιά τίς ὁποῖες τό εὐγνωμονοῦν ὅλες οἱ Ἐκκλησίες. Ἴσως περισσότερο ἡ Πρίσκιλλα μέ τή θαυμαστή δραστηριότητά της, πού ἀσφαλῶς φάνηκε στόν θεῖο Ἀπόστολο συνεργός πολύτιμος, διότι πρόσφερε τίς ὑπηρεσίες της στήν ἰδιαίτερη κατήχηση καί τή βάπτιση τῶν γυναικῶν, οἱ ὁποῖες μέ τό κήρυγμα τοῦ Παύλου πίστευαν καί γίνονταν Χριστιανοί. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος στούς χαιρετισμούς του τήν ἀναφέρει πρώτη.
Τό ὅτι ὁ θεῖος Ἀπόστολος ἀναφέρει τά ὀνόματα τῶν δυό συνεργῶν του στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, δείχνει ὅτι τό ζεῦγος τῶν συζύγων δέν ἔμεινε πολύ ἀκόμη στήν Ἔφεσο. Ὅταν κι ἐκεῖ ἡ Ἐκκλησία ἑδραιώθηκε, ἀναχώρησαν καί ἦλθαν στή Ρώμη. Ἦλθαν πλέον Χριστιανοί καί μέ ζῆλο ἱεραποστολικό πρόσφεραν κι ἐδῶ τίς ὑπηρεσίες τους. Τό σπίτι τούς ἔγινε «κατ’ οἶκον ἐκκλησία», ὅπου συνηθροίζονταν οἱ Χριστιανοί για τίς λατρευτικές τους συνάξεις (Ρωμ. ιστ΄ 4).
Φαίνεται ὅτι καί ἀπό τή Ρώμη γύρω στό 67 μ.Χ. ἐπέστρεψαν καί πάλι στήν Ἔφεσο. Πιθανόν ὡς βοηθοί καί συνεργοί τοῦ Τιμοθέου, τόν ὁποῖο ὁ Παῦλος ἐγκατέστησε ἐκεῖ Ἐπίσκοπο. Νέος τότε ὁ Τιμόθεος καί μέ ἐπισφαλή ὑγεία μέσα στήν πολυάνθρωπη πόλη εἶχε ἀνάγκη συμπαραστάσεως συνετῶν ἀνθρώπων, γιά νά τόν βοηθήσουν στό πολύπτυχο καί πολύμοχθο ἔργο του. Ὁ Παῦλος ἀπό τή φυλακή τῆς Ρώμης στέλνει τή δευτέρα του ἐπιστολή στόν Τιμόθεο καί χαιρετίζει σ’ αὐτήν «Πρίσκαν (Πρίσκιλλα) καί Ἀκύλαν» (Β΄ Τιμ. δ΄ 19).
Γιά ὅλες αὐτές τίς μεγάλες καί πολύτιμες ὑπηρεσίες τους ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα Ἀποστόλους. Ἀλλά καί Μάρτυρες. Διότι στό τέλος τῆς ζωῆς τούς ἀξιώθηκαν ἀπό τόν Θεό νά μαρτυρήσουν ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο (πρώτη ἡ Πρίσκιλλα) ὑπέρ τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ καί νά λάβουν μαζί μέ τόν ἀποστολικό καί μαρτυρικό στέφανο. Καί ὡς Ἀπόστολοι καί μάρτυρες νά λάμπουν στόν οὐρανό ὡς ἀστέρες πρώτου μεγέθους. Καί στή γῆ νά παραμένουν ὑπόδειγμα ζεύγους συζύγων, θερμουργῶν συνεργῶν ἱεραποστόλων στό ἔργο τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος καί τῆς ἐπικρατήσεως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Παραδείγματα ἄξια γιά μίμηση καί σήμερα.
Ἀπολυτίκια. Ἦχος δ.
Τοῦ Παύλου συνέκδημος καί συνεργός γεγονώς, Ἀκύλα Ἀπόστολε, τῆς εὐσέβειας τό φῶς,
τοῖς πᾶσι κατήστραψας ὅθεν καί ἐναθλήσας, σύν Πρισκίλλῃ τῇ θείᾳ, στέφος ἀθανασίας,
σύν αὐτῇ ἐκομίσω, πρεσβεύοντες ἀπαύστως ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης
Αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Μεγάλου Θεοδοσίου (395-408) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρου, στὴν ὁποία γεννήθηκε καὶ ἀνατράφηκε ἀσκητικά. Ἔμαθε, ὅτι σὲ κάποιο χωριό του Λιβάνου, οἱ κάτοικοί του ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες. Πῆγε λοιπόν, ἐκεῖ, νοίκιασε ἕνα δωμάτιο καὶ κάθισε τρεῖς μέρες, ἐνῷ τὴν τέταρτη τὸν κατάλαβαν ὅτι ἦταν χριστιανὸς
καὶ μὲ τὴν βία θέλησαν νὰ τὸν διώξουν μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπο τους. Ἀλλ᾿ ἐκείνη τὴν ἐποχή, πίεζαν τοὺς κατοίκους τοῦ χωριοῦ ἐκείνου οἱ φοροεισπράκτορες νὰ πληρώσουν τοὺς φόρους τους. Τότε ὁ Ἀβραάμης τοὺς ἀπάλλαξε, πληρώνοντας αὐτὸς τοὺς φόρους. Οἱ κάτοικοι ἐκτίμησαν πολὺ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Ἀβραάμη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνουν ὅλοι χριστιανοί, νὰ κτίσουν Ναὸ στὸ χωριό τους καὶ εἶχαν σὰν ἱερέα τὸν Ὅσιο. Μετὰ ἀπὸ τριετῆ θεάρεστη δράση, ἐπέστρεψε στὸ ἀσκητικό του κελλί, καὶ ἔπειτα ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν πόλη τῶν Κάρων στὴν Παλαιστίνη, ἀφοῦ τὴν καθάρισε ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του, ἔφτασε μέχρι καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν βασιλέα Θεοδόσιο, ποὺ τὸν κάλεσε καὶ τὸν εἶδε αὐτοπροσώπως στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν ἀπεβίωσε, μὲ βασιλικὴ διαταγή, ἐτάφηκε μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν πόλη τῶν Κάρων. Τὴν ζωή του ἔγραψε ὁ Κύρου Θεοδώρητος.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας
Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Μαυρικίου (582-602) καὶ ἔκανε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας πρὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, στὰ χρόνια 579-607. Ἔζησε ζωὴ ἁγία, ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα, ἕνα ἀπὸ τὰ ὅποια εἶναι καὶ αὐτό. Ὅταν ὁ Ἅγιος Λέων, ἐπίσκοπος Ῥώμης, ἔγραψε τὴν πολυθρύλητη ἐκείνη ἐπιστολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν ἔστειλε στὴν Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα, τὴν διάβασε ὁ Ὅσιος αὐτὸς Εὐλόγιος καὶ ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὅλους τὴν διακήρυξε. Ὁ Θεὸς θέλοντας νὰ χαροποιήσει καὶ τοὺς δυὸ Ἁγίους ἄνδρες, ἔστειλε Ἄγγελο στὸν Εὐλόγιο, μὲ σχῆμα Ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντα, ποὺ τὸν εὐχαριστοῦσε διότι ἀποδέχτηκε τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Λέοντα. Ὁ Εὐλόγιος συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἄγγελο, νομίζοντας ὅτι συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονο τοῦ Πάπα Λέοντα. Ὅταν ὅμως ἔγινε ἄφαντος ὁ Ἄγγελος ἀπὸ μπροστά του, τότε κατάλαβε ὅτι ἦταν Ἄγγελος Κυρίου καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν Θεό, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια Του.
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλιανταρίου Ἁγίου Ὄρους
Ἦταν βασιλιὰς τῶν Σέρβων μὲ τὸ ὄνομα Στέφανος Α´ Νεμάνια καὶ πατέρας τοῦ ὁσίου Σάββα, πρώτου Ἀρχιεπισκόπου Σερβίας (14 Ἰανουαρίου). Τὸ 1196 παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο καὶ ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου μαζὶ μὲ τὸν γιό του ἔκτισε τὴν Μονὴ Χιλιανταρίου καὶ ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ὁσία, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρας καὶ Γιός
Μαρτύρησαν μὲ σταυρικὸ θάνατο.
Ὁ Ὅσιος Μαϊουμᾶς
Μνήμη ἐγκαινίων ἱεροῦ ναοῦ Θεοτόκου καὶ τῆς ἁγίας ἰσαποστόλου Θέκλης, ἐν τῷ ὄρει Ποσαλέως