Σήμερα 15/2 εορτάζουν:
- Άγιος Ονήσιμος ο Απόστολος
- Όσιος Ευσέβιος
- Όσιος Άνθιμος ο Βαγιάνος ο εν Χίω
- Άγιος Ιωάννης Κουλακιώτης ο εν Θεσσαλονίκη
- Άγιος Μαΐωρ
- Σύναξη του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου εν τοις Διακονίσσης
- Όσιος Παφνούτιος ο Έγκλειστος
- Όσιος Δαλμάτιος ο εκ Σιβηρίας
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βιλένσκ
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Δαλματία
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βενσκ
Ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος ὁ ἀπόστολος
Πόσες θαυμαστές μεταβολές ἐπιτελεῖ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ! Ἁμαρτωλούς, ἄσωτους, ἐγκληματίες, τούς μεταβάλλει. Ἐπειδή στό βάθος τῆς ψυχῆς τους κρύβουν ἀγαθά σπέρματα καλῆς διαθέσεως, δέχονται κάποτε κάτω ἀπό εὐνοικές συνθῆκες τήν ἐπίσκεψη τῆς θείας χάριτος, ἡ ὁποία τούς ἀναγεννᾶ, τούς ἀνανεώνει, τούς κάνει ἁγίους καί ἐνάρετους. Μερικούς ἀπό αὐτούς μάλιστα τούς ἀναδεικνύει Ἀποστόλους καί Μάρτυρες. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ὁ ἅγιος ἀπόστολος Ὀνήσιμος.
Ἡ ἀλλαγή
Ὁ Ὀνήσιμος ἦταν σύγχρονος τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Δοῦλος στίς Κολοσσές τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Εὐτύχησε νά ὑπηρετεῖ σέ κύριο εὐγενή καί Χριστιανό, τόν Φιλήμονα. Καί δέν ὑπάρχει ἀμφιβολια ὅτι ὁ Φιλήμων ὡς Χριστιανός θά φερόταν καί στούς δούλους του μέ τήν ἴδια στοργή, ἀγάπη καί δικαιοσύνη, ὅπως καί στούς ἄλλους.
Δυστυχῶς ὅμως ὁ Ὀνήσιμος φάνηκε ἀγνώμων. Ψυχρός εἰδωλολάτρης, δέν συγκινήθηκε οὔτε ἀπό τήν ἀγάπη οὔτε ἀπό τό θερμό καί χριστιανικό περιβάλλον τῆς οἰκογενειάς τοῦ Φιλήμονος. Ἀντίθετα φέρθηκε στόν κύριό του μέ τρόπο σκληρό καί πονηρό. Ἔκλεψε ἀπό τόν Φιλήμονα καί στή συνέχεια ἔφυγε κρυφά δραπετεύοντας ἀπό τήν ὑπηρεσία του.
Δέν ἄργησε νά βρεθεῖ στήν πολυάνθρωπη καί πόλυτάραχη Ρώμη. Ἐκεῖ ἀδέσμευτος, σάν ἄσωτος γιός μέσα στό διεφθαρμένο καί φαῦλο εἰδωλολατρικό κόσμο ἔζησε μέ ἀσυδοσία διασκορπώντας τά χρήματά του σέ ἀσωτίες.
Τότε πληροφορήθηκε ὅτι στή Ρώμη βρισκόταν καί ὁ ἀποστολος Παῦλος. Τόν εἶχε γνωρίσει ὁ Ὀνήσιμος, ὅταν ὁ φλογερός κήρυκας τῆς νέας θρησκείας τοῦ Χριστοῦ ἐπισκέφθηκε τίς Κολοσσές καί φιλοξενήθηκε στό ἀρχοντικό τοῦ εὔπορου κυρίου τοῦ Φιλήμονος. Ἔτσι λοιπόν μόλις πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Παῦλος βρισκόταν φυλακισμένος στή Ρώμη, ἔσπευσε νά τόν ἐπισκεφθεῖ. Ἄλλωστε στήν πρώτη του φυλάκιση ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ Ἀπόστολος εἶχε τή δυνατότητα καί τήν ἄνεση καί ἀποδεχόταν ὅλους ὅσους πηγαίναν κοντά του. Ἐκεῖ στή φυλακή τούς ἄκουγε, τούς δίδασκε καί τούς βοηθοῦσε.
Βεβαίως δέν εἴμαστε σέ θέση νά γνωρίζουμε τί σκοπό εἶχε ὁ Ὀνήσιμος μέ τήν ἐπίσκεψή του στόν Παῦλο. Ἐκεῖνο πού ξέρουμε εἶναι ὅτι ὁ φωτισμένος Ἀπόστολος διέκρινε στήν ψυχή τοῦ δραπέτη ἀγνώμονα δούλου συντριβή, διάθεση ἀγαθή γιά μετάνοια ἀλλά καί δεκτικότητα γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι κάποιες στιγμές πού ἡ θλίψη, ἡ ἀστοχία, ἡ ἀποτυχία μαλακώνουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί τήν κάνουν ἁπαλή, γῆ ἀγαθή, δεκτική τῆς θείας χάριτος.
Ἐν θλίψει ἐμνήσθην σου, ἔλεγε ὁ πολύπειρος καί θεόπνευστος προφήτης Ἠσαΐας (κς 16). Ἀλήθεια πόσους συνδυασμούς κάνει ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, γιά νά ὁδηγήσει κάθε ἄνθρωπο στή σωτηρία!
Ποιός μέτρησε ποτέ τίς ὧρες πού διέθεσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά ἀκούσει μέ ὑπομονή ἀπό τόν Ὀνήσιμο ὅσα εἶχε νά τοῦ πεῖ. Νά ἀκουσει μέ συγκατάβαση τίς πολλές παρεκτροπές του καί κατόπιν ὡς στόμα Χριστοῦ νά τόν συμβουλεύσει καί νά τόν διορθώσει.
Καί ὅλα αὐτά μέσα σέ ἀτμοσφαιρα πατρική, θαλπωρῆς, ἀγάπης καί στοργῆς. Ἄνοιξε ὁ Ἀπόστολος τήν ἀγαπῶσα καρδιά του, γιά νά χωρέσει καί τό δραπέτη ἄσωτο δοῦλο. Τήν ἄνοιξε, γιά νά τοῦ μιλήσει γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποὶος πάνω στό Σταυρό συγχώρεσε τό ληστή. Ἀκόμη νά τοῦ πεῖ πώς μέ τή σταυρική θυσία Τοῦ τούς συγχωρεῖ ὅλους καί τούς δέχεται ὅλους, ὅσο ἁμαρτωλοί κι ἄν εἶναι, φτάνει νά μετανοήσουν εἰλικρινά. Τούς ἐλευθερώνει ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί τούς χαρίζει σωτηρία καί βασιλεία Οὐρανῶν.
Ἠ ἀγαπη αὐτή του Παύλου δέν ἄργησε νά κάνει τό θαῦμα της. Συγκινήθηκε ὁ Ὀνήσιμος. Κατάλαβε τήν προσβολή πού ἔκανε στό στοργικό κύριο τοῦ Φιλήμονα, ἀναγνώρισε τά σφάλματά του καί μετανόησε γιά ὅλα. Τότε θυμήθηκε καί ἐκτίμησε τό χριστιανικό περιβάλλον τοῦ οἴκου τοῦ Φιλήμονος ἀπό τόν ὁποῖο δραπέτευσε.
Πόσα δάκρυα συντριβῆς καί μετανοίας θά ἔχυσε μπροστά στόν Παῦλο! Καί μέ τά δάκρυα αὐτά, δεῖγμα ἀληθινῆς μετανοίας, δέχεται τήν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί ζητάει νά γίνει Χριστιανός. Ἐκεῖ στό ἀπέριττο κελλί τῆς φυλακῆς ἔγινε ἡ κατήχηση. Ἐκεῖ ὁ Ὀνήσιμος ἄκουσε ἀπό τό αὐθεντικό στόμα τοῦ Ἀποστόλου νά ἀναλύει τίς χριστιανικές ἀλήθειες, τήν πίστη καί τή ζωή τή χριστιανική. Κι ὄχι μόνο αὐτό. Παῦλος καί Ὀνησιμος μέσα στό κελλί τῆς φυλακῆς συνδέθηκαν σάν πατέρας μέ παιδί. Τόσο, πού ὁ Παῦλος ὀνομάζει τόν Ὀνήσιμο σπλάγχνο του καί τέκνο, «ὅν ἔγεννησεν ἐν τοῖς δεσμοῖς του» (Φίλ. 12, 10). Στή συνέχεια ὁ Ὀνησιμος δέχθηκε τό ἅγιο Βάπτισμα, μέ τό ὁποῖο λεύκανε τήν ψυχή του. Δέχθηκε τήν υἱοθεσία τοῦ Θεοῦ καί ἔγινε Χριστιανός.
Μεγάλη ἡ μετάνοια! Μεγάλη ἡ δύναμή της καί θαυμαστά τά ἀποτελεσματά τῆς στή ζωή κάθε ἀνθρωπού, ὁ ὁποῖος μετανοεῖ. Τόν δέχεται ὁ Θεός ἀκαθαρτό ψυχικά, πληγωμένο, ρακένδυτο καί τόν καθαρίζει, τόν θεραπεύει, τόν ντύνει, τόν κάνει παιδί του ἀγαπημένο καί τιμημένο.
Πόσο παρηγορητική εἶναι ἡ ἀληθεια αὐτή γιά κάθε ἄνθρωπο πού γιά διάφορους λόγους ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ!
Ἀπόστολος καί Μάρτυρας
Ὁ Ὀνήσιμος μετανόησε. Βαπτίσθηκε. Ἔγινε Χριστιανός. Ἔπρεπε ὅμως νά διορθώσει τό σφάλμα του. Νά τακτοποιήσει τήν προσβολή πού ἔκανε στό Φιλήμονα. Ἔπρεπε νά ἐπιστρέψει ἐκεῖ ἀπό ὅπου δραπέτευσε. Τοῦτο ἄλλωστε ἦταν καί ἡ συμβουλή τοῦ Παύλου. Ὅμως θά τόν δεχόταν ὁ κύριος του; Γιά τό λόγο αὐτό ὁ ἀποστολος Παῦλος στέλνει στό πνευματικό του τέκνο, τόν Φιλήμονα, συστατική ἐπιστολή γιά χάρη τοῦ Ὀνησίμου. Εἶναι ἡ πρός Φιλήμονα ἐπιστολή του.
Μικρή ἀλλά θεόπνευστη ἐπιστολή, γεμάτη ἀπό Πνεῦμα Θεοῦ, μέσα στήν ὁποία ἐμφανίζεται ἡ εὐγένεια, ἡ λεπτότητα, ἡ ἀγαπη τῆς ἀναγεννημένης ψυχῆς τοῦ ἀποστολου Παύλου. Ζητάει ἀπό τόν Φιλήμονα συμπάθεια καί χάρη γιά τό φυγάδα δοῦλο του Ὀνήσιμο.
Ἦταν, τοῦ ὑπενθυμίζει, δοῦλος σου. Τώρα ὅμως νά τόν δεχθεῖς «οὐκέτι ὡς δοῦλον, ἀλλ ὑπέρ δοῦλον, ἀδελφόν ἀγαπητόν». Καί συνεχίζει: «Προσλαβοῦ αὐτόν ὡς ἐμέ». Δέξου τον μέ ἀγάπη ὅπως θά δεχόσουν ἐμένα τόν ἴδιο. Κι ἄν κάτι σοῦ ὀφείλει, μήν τό λογαριάσεις πιά σ’ αὐτόν ἀλλά σέ μένα.
Τοῦ γράφει καί κάτι ἀκομη πού δείχνει τήν εὐγένεια τῆς ψυχῆς του. Τόσο, τοῦ λέει, ἀγαπησε τόν Ὀνήσιμο, ὥστε θά τόν κρατοῦσε κοντά του, γιά νά δέχεται τίς πολύτιμες ὑπηρεσίες του, τίς ὁποῖες εἶχε ἀνάγκη. Δέν τό ἔκανε ὅμως, γιατί δέν θέλησε νά κάνει τίποτα χωρίς τή δική του ἔγκριση.
Καί στέλνει τόν Ὀνήσιμο στό Φιλήμονα συνοδευόμενο ἀπό τόν ἀγαπητό ἀδελφό καί πιστό διάκονο καί σύνδουλο ἐν Κυρίῳ Τυχικό. Καί στούς δυό ἐμπιστεύεται καί εἰδική ἐπιστολή, τήν πρός Κολασσαεῖς, στό τέλος τῆς ὁποίας δέν παραλείπει νά συστήσει σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία τῶν Κολασσαέων τόν Ὀνήσιμο ὡς πιστό καί ἀγαπητό ἀδελφό (Κολασ. δ 7, 9).
Μετά ἀπό αὐτά ἦταν δυνατόν νά μή δεχθεῖ τόν Ὀνήσιμο ὁ Φιλήμων; Τόν δέχεται καί μάλιστα μέ πολλή στοργή καί τιμή. Τόν βλέπει τώρα πιά τελείως ἀλλαγμένο, ἄνθρωπο νέο. Πόσα δέν εἶχαν νά ποῦν οἱ δυό τους. Οἱ πρώην κύριος καί δοῦλος, τώρα ὅμως ἀδελφοί, τέκνα τοῦ ἴδιου πνευματικοῦ πατέρα, τοῦ Παύλου, καί πολύ περισσότερο μέλη τοῦ ἴδιου σώματος, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ!
Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολια ὅτι ὁ Ὀνήσιμος θά ζήτησε μέ συστολή καί μέ ποικίλους τρόπους συγγνώμη ἀπό τόν κύριό του. Ἄλλα καί ὁ Φιλήμων ὄχι μόνο θά τοῦ τήν ἔδωσε, ἀλλα καί μέ εὐχαρίστηση θά ἄκουσε ὅλα τά περιστατικά τῆς Ρώμης καί θά δόξασαν ἀπό κοινοῦ τόν Θεό γιά τή στοργική ἐπέμβαση τῆς ἀγαθῆς Του πρόνοιας.
Ὅμως ὁ Φιλήμων παρά τή συγκίνηση δέν κρατάει τόν Ὀνήσιμο. Τόν κρατάει τόσο μόνο, ὅσο γιά νά χαροῦν οἱ Χριστιανοί τῶν Κολοσσῶν τήν ἐπιστροφή καί μεταστροφή του στό Χριστό. Στή συνέχεια μέ τό δικαίωμα πού εἶχε ὡς κύριος του, τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τή δουλεία. Τοῦ χαρίζει τήν ἐλευθερία καί τόν στέλνει μέ χαρά πάλι στή Ρώμη, γιά νά ὑπηρετεῖ τό μεγάλο Ἀπόστολο καί πνευματικό του πατέρα. Μέ αὐτό τόν τρόπο τοῦ φαινόταν πώς καί ὁ ἴδιος στέκεται στό πλευρό τοῦ Παύλου, βοηθός καί συνεργάτης.
Καί πράγματι ὁ Ὀνήσιμος πρόσφερε τίς ὑπηρεσίες του στίς ἱεραποστολικές ἀνάγκες τοῦ Παύλου μέ πά-ραδειγματική καί θαυμαστή προθυμία καί ἀφοσίωση. Δυστυχῶς ὅμως δέν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο γιά τήν περίοδο αὐτή.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι μετά τό μαρτυρικό θάνατο τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὁ Ὀνήσιμος δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τή Ρώμη. Ἔμεινε γιά μεγάλο διάστημα ἐκεῖ καί κήρυττε μέ θερμό ζῆλο τόν Χριστό μεταξύ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἀργότερα ἔφυγε ἀπό τή Ρώμη καί ἐγκαταστάθηκε στούς Ποτιόλους, κοντά στή σημερινή Νεάπολη, γιά τόν ἴδιο ἱερό σκοπό τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἐδῶ ὅμως στούς Ποτιόλους δέν ἄργησε νά συλληφθεῖ ἀπό τόν ἔπαρχο Τέρτυλο. Τό αὐτοκρατορικό ἄλλωστε διάταγμα τοῦ Νέρωνος ἦταν δριμύ ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καί ἡ διαγωγή τοῦ αὐτοκράτορα θύμιζε ἐπίθεση ἄγριων θηρίων ἐναντίον τους.
Παρόλα αὖτα ὁ Ὀνήσιμος ἔδωσε ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου τήν καλή μαρτυρία Ἴησου Χριστοῦ, χωρίς νά πτοηθεῖ ἀπό τά μαρτύρια μέ τά ὁποῖα τόν ἀπειλοῦσαν. Πόθησε νά προσφέρει καί ὁ ἴδιος τή ζωή του γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ ὅπως καί ὁ Παῦλος. Ἦταν καί αὐτός ἕνας τρόπος εὐγνωμοσύνης στόν Κύριο γιά ὅσα τοῦ εἶχε χαρίσει.
Καί ὁ Κύριος τόν ἀξίωσε μετά τίς ἰδιαίτερες ὑπηρεσίες του κοντά στόν ἀποστολο Παῦλο, μετά τό μόχθο γιά τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, νά μαρτυρήσει μέ τό φρικτό μαρτύριο τῆς θλάσεως τῶν σκελῶν του. Ἡ Ἐκκλησία μας γιά τίς πολλές του ὑπηρεσίες στό κήρυγμα καί γιά τό πολύτιμο ἀποστολικό ἔργο του τόν ὀνόμασε Ἀπόστολο.
Ὁ δοῦλος καί δραπέτης, ὁ σκληρός εἰδωλολάτρης καί κλέφτης μεταβλήθηκε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ σέ ἅγιο καί ἀπόστολο. Δέν εἶναι ὅμως ἡ μόνη ἀναγεννη-σή πού ἔκανε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μυριάδες ψυχῶν μεταστράφηκαν μέχρι σήμερα καί ἔγιναν οἱ φωτεινοί παράγοντες μέσα στήν κοινωνία, ἐργάτες ἀληθινοῦ πολιτισμοῦ.
Μεγάλο δίδαγμα ἀποτελεῖ ἡ μεταστροφή τοῦ Ὀνησίμου, γιά νά μήν ἀπελπιζομαστε, ὅταν δικοί μας ἄνθρωποι, φίλοι καί συγγενεῖς, βρίσκονται μακριά ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θερμή προσευχή καί πολλή ἀγάπη χρειάζεται, γιά νά δεχθοῦν τήν ἐπίσκεψη καί τό φωτισμό τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Τότε ἡ πνευματική τους ἀναγεννηση εἶναι ἐξασφαλισμένη. Θά τούς δοῦμε νέους ἀνθρώπους. Δημιουργικούς στό ἀγαθό. Ἀποστόλους στό περιβάλλον τους.
Κάθισμα τοῦ Ὄρθρου. Ἦχος πλ. δ
Ἐκ δουλείας τῆς πλάνης ἀπαλλαγείς ἀπελεύθερος ὤφθης ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ δοῦλος γνήσιος χρηματίσας ἐν χάριτι
κοινωνός δεσμῶν δέ τοῦ Παύλου γενόμενος, διά Χριστόν ἐκτάνθης ἀδίκως Ἀπόστολε·
ὅθεν ἠξιώθης, μαρτυρήσας νομίμως, τῆς ἄνω λαμπρότητος, Ἱεράρχα Ὀνήσιμε.
Διά τοῦτο βοῶμεν σοι πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ τῶν πταισμάτων ἄφεσιν
δωρήσασθαι τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τήν ἁγίαν μνήμην σου.
Κοντάκιον τοῦ Ἁγίου. Ἦχος δ
Ὡς ἁκτίς ἐξέλαμψας τῇ οἰκουμένῃ ταῖς βολαῖς λαμπόμενος ἡλίου μάκαρ παμφαοῦς, Παύλου τόν κόσμον φωτίσαντος· διό σέ πάντες τιμῶμεν, Ὀνήσιμε.
Ἀπό τό βιβλίο «Καλλίνικοι Μάρτυρες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος
Ἡ παράδοση δὲν μᾶς διέσωσε οὔτε τὰ ὀνόματα τῶν γονέων του, οὔτε τὸν τόπο τῆς καταγωγῆς του. Γνωρίζουμε ὅμως, ὅτι ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς διασημότερους, μὲ ζωντανὴ εὐσέβεια, ἀσκητές. Ἡ ἐγκράτειά του στάθηκε περιβόητη, ἀλλ΄ ἡ μεγάλη πίστη του καὶ τὸ ἀκοίμητο ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν, τοῦ ἔδινε τὶς ἀπαιτούμενες δυνάμεις, γιὰ νὰ πηγαίνει στὶς πόλεις καὶ νὰ στηρίζει τοὺς ἀνθρώπους στὸ λόγο καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅσοι γιὰ πρώτη φορὰ τὸν ἔβλεπαν νόμιζαν, ὅτι ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀδυναμία θὰ ἀναγκαζόταν νὰ ἔχει συνεχῆ μέριμνα γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἀλλ΄ ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸν ἔκανε νὰ ζεῖ γιὰ τοὺς ἄλλους. Τελείωσε δὲ τὴν ζωή του, ἐργαζόμενος γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν μέχρι τελευταίας πνοῆς του.
Ὁ Ἅγιος Μαΐωρ
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ ὑπηρετοῦσε σὰν στρατιώτης στὸ λεγόμενο τάγμα τῶν Μαύρων. Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, βρισκόταν μὲ τὸ τάγμα του στὴ Γάζα. Καταγγέλθηκε στὸν ἐκεῖ ἔπαρχο, ὅτι ἦταν χριστιανός. Ὅταν ῥωτήθηκε, μὲ θάῤῥος ὁμολόγησε καὶ ὁ ἴδιος ὅτι ἦταν καὶ θὰ παραμείνει χριστιανός. Τότε ὁ ἔπαρχος διέταξε τὸν ἄγριο βασανισμό του. Καὶ πέθανε, ἀφοῦ μαστιγώθηκε μέχρι θανάτου.
Ἡ Σύναξις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἐν τοῖς Διακονίσσης
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ἐν Θεσσαλονίκῃ
Στὶς 15 Φεβρουαρίου 1776 μαρτύρησε ὁ Ἰωάννης, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωλακία (Κωλακία ἢ Κουλακιὰ εἶναι ἡ σημερινὴ κωμόπολη Χαλάστρα ἢ Πύργος, δυτικά τῆς Θεσ/νίκης) καὶ μαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη. Ὁ Ἰωάννης συνέτρωγε κάποτε μὲ κάποιους Τούρκους, οἱ ὁποῖοι ξαφνικὰ σηκώθηκαν καὶ εἶπαν πὼς ὁ Ἰωάννης τοὺς εἶπε ὅτι θέλει νὰ γίνει Τοῦρκος. Αὐτὸς μὲ ὅλη του τὴν δύναμη φώναξε, ΟΧΙ. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν πὼς ναὶ ἀλλ΄ ὁ Ἰωάννης ξαναφώναξε, ΟΧΙ!!! Τότε μὲ τὴν βία τὸν ἔσυραν στὸ παζάρι (κεντρικὴ ἀγορά), ὅπου τὸν κρέμασαν καὶ στὴ συνέχεια τὸν πέταξαν στὴ θάλασσα. Ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος ὁ Βαγιάνος, ὁ ἐν Χίῳ (+ 1960)
Ὁ νεοφανὴς καὶ θεοφόρος πατὴ ρἡμῶν Ἄνθιμος (κατὰ κόσμον Ἀργύριος Κ. Βαγιάνος) καταγόταν ἀπὸ τὸ μυροβόλο καὶ ἁγιασμένο νησὶ τῆς Χίου, τὸ ποτισμένο ἀπὸ τὸ αἷμα ἡρώων καὶ ἁγίων. Γεννήθηκετὴν 1η Ἰουλίουτοῦ 1869 στὸ χωριὸ Λιβάδια ἀπὸ πιστοὺς καὶ ἐνάρετους γονεῖς, τὸν Κωνσταντῖνο καὶ τὴν Ἀγγεριώ. Τὰ δύο μεγαλύτερα ἀδέλφια του διέκριναν στὸ μικρότερο ἀδελφό τους Ἀργύριο σημεῖα ἔκτακτης παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ πλουσίας ἐπισκέψεως θείας χάριτος. Γράμματα ἐλάχιστα ἔμαθε ὁ Ἀργύριος. Ἤξερε ὅμως καλὰ τὴν τέχνη τοῦ ὑποδηματοποιοῦ. Ἀπὸ νωρὶς συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν σεβάσμιο ἱερομόναχο π. Παχώμιο, τὸν ἡγούμενο καὶ ἱδρυτὴ τῆς Σκήτης τῶν Ἁγίων Πατέρων, ποὺ εἶχε χρηματίσει μάλιστα καὶ Γέροντας τοῦ ἁγίου Νεκταρίου.
Στὸν π. Παχώμιο ὁ μικρὸς Ἀργύριος ἐμπιστεύθηκε ἀπὸ νωρὶς τὸν βαθύ του πόθο γιὰ ὁλοκληρωτικὴ ἀφιέρωση στὸ Χριστό. Ὁ φωτισμένος Γέροντας διέκρινε εἰλικρίνεια στὶς προθέσεις τοῦ μικροῦ ἐφήβου καὶ τοῦ συνέστησε νὰ προσεύχεται καὶ νὰ ἀγωνίζεται στὸ σπίτι του πρὸς τὸ παρὸν ἕως ὅτου ὡριμάσει ὁ πόθος του.
Μέσα στὸ φτωχικὸ ἀγροτικό του σπίτι ὁ μικρὸς Ἀργύριος ζοῦσε σὰν μοναχός, μὲ ἄσκηση, μὲ νηστεία καὶ μὲ προσευχή. Ἀγαποῦσε πολὺ τὴν ἡσυχία, ποὺ τὴν ὀνόμαζε «μητέρα ὅλων τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ», καὶ σ’ ἕνα ὑπόγειο δωματιάκι τοῦ σπιτιοῦ του ἀποσυρόταν γιὰ αὐτοκριτικὴ καὶ μελέτη. Καλ λιεργοῦσε μάλιστα πολὺ καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς φιλοπτωχείας.
Σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν ὁ Ἀργύριος κείρεται μοναχὸς ἀπὸ τὸν Γέροντα Παχώμιο, ὁ ὁποῖος μάλιστα προέβλεψε τὸ λαμπρό του μέλλον, λέγοντας πὼς θὰ γίνει κάποτε «μέγας Πατήρ». Μὲ ὄρεξη καὶ μὲ ζῆλο καὶ μὲ σύνθημα «ὑπακοὴ καὶ ταπείνωση» ξεκινᾶ τὴ νέα του ζωὴ ὁ μοναχὸς μὲ τὸ νέο του ὄνομα Ἄνθιμος. Ὁ ἡγούμενος τὸν ἐμπιστευόταν. Τοῦ ἔδινε ἄδεια νὰ στηρίζει καὶ νὰ συμβουλεύει καὶ ἄλλους. Παράλληλα ὅμως τοῦ ἀξιοποίησε καὶ τὰ τεχνικά του χαρίσματα λέγοντάς του νὰ ἐπιβλέπει καὶ νὰ ἐπιστατεῖ στὴν ἀνέγερση τῆς Μονῆς τους τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου.
Σύντομα ὅμως ὁ μοναχὸς Ἄνθιμος δοκιμάστηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸν ἐπισκέφθηκε παρατεταμένη ἀσθένεια μὲ δυνατοὺς πόνους στὸ στομάχι. Ἔτσι ἀναγκάστηκε μὲ προτροπὴ τοῦ ἡγουμένου νὰ ἀποσυρθεῖ στὸ σπίτι του μέχρι νὰ ἀναρρώσει.
Μὲ ἀγόγγυστη ὑπομονὴ δέχθηκε ὁ Ὅσιος τὴ δοκιμασία αὐτή. Χωρὶς νὰ χαλαρώσει πνευματικὰ καὶ μὲ τὴν ἀγάπη του στὸ Θεὸ πιὸ δυνατὴ συνεχίζει τὴν ἄσκησή του σὲ μικρὸ κελλάκι ποὺ κτίζει σὲ κτῆμα τῶν γονέων του μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Γέροντός του. Ἐκεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του στὴν κουφάλα μιᾶς γέρικης ἐλιᾶς συχνὰ προσευχόταν. Ἐκεῖ δέχθηκε καὶ ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου μὲ περίεργους ἤχους καὶ θορύβους. Ἐκεῖ δέχθηκε καὶ τοὺς γλυκασμοὺς τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἐμπειρίες οὐράνιες, γιὰ τὶς ὁποῖες ποτὲ δὲν ὑπερηφανεύθηκε, ἀλλὰ ταπει νὰ ψιθύριζε τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
Ἐκεῖ ἀσκοῦσε μὲ ἐπιμέλεια καὶ τὸ ἔργο τοῦ τσαγκάρη. Ἐπιδιόρθωνε φθαρμένα ὑποδήματα καὶ μὲ τὰ χρήματα βοηθοῦσε τοὺς γονεῖς του καὶ τοὺς διερχόμενους πτωχούς.
Σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν τὸ 1909 ὁ Ἄνθιμος κείρεται μεγαλόσχημος μοναχός. Τὸ πνευματικὸ κύρος τοῦ Ὁσίου ὅλο καὶ αὐξάνει. Πολλοὶ ἔρχονταν κοντά του γιὰ νὰ τὸν συμβουλευθοῦν. Ὁ λόγος του γαλήνευε καὶ μεταμόρφωνε τὶς ψυχές. Πολλοὶ ζητοῦσαν νὰ ἐξομολογηθοῦν. Ὁ ἴδιος ὅμως δὲν ἦταν ἱερεύς.
Οὔτε τολμοῦσε ἀπὸ μόνος του νὰ ζητήσει κάτι τόσο μεγάλο. Οὔτε καὶ ὁ Μητροπολίτης Χίου τὸ ἐπιθυμοῦσε, ἐπειδὴ ἔλεγε ὅτι ὁ Ἄνθιμος εἶχε «μικρὴ ἐκκλησιαστικὴ παιδεία».
Τὸ 1910 ὁ π. Ἄνθιμος πῆγε στὸ Ἀδραμύττιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου μὲ τὴ βοήθεια συγγενῶν του ὁλοκλήρωσε τὶς στοιχειώδεις γραμματικές του γνώσεις ἀπὸ ἔμπειρο διδάσκαλο. Κατὰ τὴν ἐκεῖ παραμονή του ἡ ἀνεξιχνίαστη βουλὴ τοῦ Θεοῦ ἀνύψωσε τόν ἅγιο, σὲ ἡλικία 41 ἐτῶν, στὸ μέγα ὑπούργημα τῆς Ἱερωσύνης. Ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου ὅταν πληροφορήθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα καὶ ἁγνότητα τοῦ ταπεινοῦ αὐτοῦ μοναχοῦ, ἔδωσε ἐντολὴ στὸν βοηθὸ Ἐπίσκοπό του Δηλανᾶ νὰ τὸν χειροτονήσει στὴ Σμύρνη.
Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ὁ λαὸς φώναζε τὸ «ἄξιος», ἕνας δυνατὸς σεισμὸς συνοδευόμενος ἀπὸ βροντὲς καὶ ἀστραπές, ποὺ κράτησαν γιὰ λίγη ὥρα, συγκλόνισαν τοὺς πάντες. Ὁ Θεὸς ἐπιβεβαίωνε μὲ ἔκτακτο σημεῖο τὴν εὐδοκία του στὸν ταπεινὸ δοῦλο του, ὅπως ἀποδείχθηκε καὶ μὲ τὴ συνέχεια τῆς ζωῆς του. Πλημμυρισμένος στὰ δάκρυα καὶ μὲ βαθιὰ εὐγνωμοσύνη ὁ νέος κληρικὸς εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ γιὰ τὰ θαυμαστά μεγαλεῖα του.
Μὲ ἔκδηλα πλέον τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ νωπὴ τὴ θεία Χάρη τῆς Ἱερωσύνης ὁ νέος ἱερομόναχος ἀνέλαβε μὲ ἐπιμέλεια τὰ νέα του καθήκοντα. Ὅλοι τὸν τιμοῦσαν καὶ τὸν εὐλαβοῦνταν. Ζητοῦσαν ἐπίμο να τὶς προσευχές του, γιατὶ πίστευαν πὼς εἶχε δυνατὴ παρρησία στὸ Θεό.
Ἐκείνη τὴν περίοδο στὸ Ἀδραμύττιο ὑπῆρχε ἕνας δαιμονισμένος, ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν κατοίκων. Γιὰ νὰ προφυλαχθοῦν ἀπὸ τὶς βίαιες ἐπιθέσεις του, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες στὸν κορμὸ ἑνὸς τεράστιου πλατάνου. Πολλοὶ ἱερεῖς εἶχαν προσευχηθεῖ γι’ αὐτόν. Ἀλλὰ μάταια... Μὲ τὶς προσευχὲς ὅμως καὶ τὶς παρακλήσεις τοῦ Ὁσίου ὁ δαιμονισμένος ἐλευθερώθηκε.
Ἡ χαρμόσυνη αὐτὴ εἴδηση ἁπλώθηκε παντοῦ. Ὁ κόσμος ἔτρεχε νὰ πάρει τὴν εὐλογία του καὶ οἱ ἐκκλησίες γέμιζαν ὅπου λειτουργοῦσε ὁ π. Ἄνθιμος. Ὅλα ὅμως αὐτὰ ἔκαμαν νὰ ἀνάψει ὁ φθόνος τῶν συνεφημερίων του γι’ αὐτόν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ διακριτικὸς Ὅσιος ἔκρινε ὅτι ἔπρεπε νὰ ἀναχωρήσει γιὰ νὰ κοπάσει ὁ ἄνεμος τῆς ζηλοφθονίας.
Ἕνα μόνο χρόνο ἔμεινε ἐκεῖ. Ἔφυγε καὶ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος γιὰ νὰ προσκυνήσει τὰ χα ριτό βρυτα ἱερὰ λείψανα, νὰ ζητήσει εὐχὲς καὶ νὰ δεχθεῖ ὁδηγίες στὴ νέα του διακονία ἀπὸ ἐνάρετους γέροντες. Ὅλοι ἐνθυμοῦνται τὸ πέρασμα τοῦ ὁσίου Ἀνθίμου ὡς πέρασμα ἑνὸς ἄκακου καὶ ἁγίου ἱερέως.
Νεοχειροτονημένος ἱερεὺς ὁ π. Ἄνθιμος, ἀφοῦ πῆρε τὶς εὐλογίες τῶν πατέρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐπέστρεψε καὶ πάλι πίσω στὸ πολυαγαπημένο του νησί, τὴ Χίο. Ἐπέλεξε τώρα νὰ ζήσει μέσα στὸ λεπροκομεῖο τῆς πόλεως ὡς «ὁ ἐφημέριος τῶν λεπρῶν». Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ, ἀντίκρισε θέαμα φρικτό. Γύρω του ἄνθρωποι θλιμμένοι καὶ ἀγριεμένοι – κάποιοι καὶ βλάσφημοι – μὲ πληγὲς ποὺ πυορροοῦσαν, βίωναν κάτω ἀπὸ ἄθλιες συνθῆκες τὴν πικρὴ μοναξιά, τὴν περιφρόνηση τοῦ κόσμου καὶ τὸν πόνο ἀπὸ τὴν ἀνίατη τότε ἀσθένειά τους.
Ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀρρώστους ὁ ὅσιος Ἄνθιμος τοὺς ἀγκάλιασε μὲ τὴ στοργή του καὶ τοὺς ὑπηρέτησε σὰν νὰ ἦταν τὰ πιὸ ἀγαπημένα του πρόσωπα. Ἔτρωγε μαζί τους. Καθάριζε μὲ ἐπιμέλεια τὶς δυσώδεις πληγές τους.
Τοὺς γιάτρευε καὶ τῆς ψυχῆς τὰ τραύματα μὲ τὸ Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως. Τοὺς λειτουργοῦσε. Τοὺς κοινωνοῦσε. Τοὺς ἐνίσχυε μὲ παρηγορητικὰ λόγια. Φρόντιζε ἀκόμη σὰν καλὸς οἰκονόμος καὶ γιὰ τὴν πλήρη εὐταξία τοῦ Ἱδρύματος.
Ὅλα ἐκεῖ λειτουργοῦσαν κατὰ τὸ πρότυπο ἑνὸς πνευματικοῦ κοινοβίου. Μέσα σὲ λίγο χρο νικὸ διάστημα ἡ ἀτμόσφαιρα στὸ λεπροκομεῖο ἄλλαξε. Ὅλοι μιλοῦσαν μὲ εὐγνωμοσύνη γιὰ «τὸ παπαδάκι τοῦ λεπροκομείου», ποὺ μεταμόρφωσε μὲ τὴ δύναμη τῆς ἀγάπης του μία κόλαση ἀγριότητος σ’ ἕναν παράδεισο εὐγε νείας καὶ καλοσύνης, σ’ ἕναν κόσμο ἐλπίδος, κόσμο τοῦ Θεοῦ.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν προσφορά του στὸ λεπροκομεῖο, ὁ ὅσιος Ἄνθιμος κλήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ διακονήσει καὶ σὲ μιὰ ἄλλη ἐπείγουσα ἀνάγκη τῆς ἐποχῆς του. Στὴ Χίο εἶχαν φθάσει ξεριζωμένες ἀπὸ τὴ μικρασιατικὴ καταστροφὴ 50 περίπου μοναχές, ποὺ περιφέρονταν ἄστεγες καὶ ρακένδυτες καὶ ζητοῦσαν προστασία καὶ καθοδήγηση. Μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ θέαμα ὁ ὅσιος Ἄνθιμος δὲν ἔμεινε ἀσυ γκίνητος.
Τὶς πονεμένες αὐτὲς καὶ ἀφιερωμένες στὸ Χριστὸ ψυχὲς ἀνέλαβε σὰν ἄλλος καλὸς ποιμένας νὰ τὶς ποιμάνει καὶ νὰ τὶς ἀσφαλίσει σὲ ἱερὴ μάνδρα. Μὲ πολλὲς θυσίες καὶ μὲ συνδρομὲς πλουσίων εὐεργετῶν τῆς Χίου ἔκτισε γι’ αὐτὲς ἱερὸ Παρθενώνα, Ἱερὰ Μονή, ἔξω ἀπὸ τὸν Φραγκομαχαλά. Καὶ τὶς ἀνέθεσε στὴν προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μὲ ἱερὴ συγκίνηση θυμόταν ὁ Ἅγιος τὴν ἡμερομηνία τῆς 30ῆς Μαρτίου 1930 ὡς τὴν ἡμέρα τῆς πιὸ μεγάλης χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης ποὺ δοκίμασε ποτὲ ἡ ψυχή του. Ἦταν τότε ποὺ μετέφερε ἀπὸ τὸ φτωχικὸ κελλάκι του στὴ νεοσύστατη ἱερὰ Μονὴ τὴν εἰκόνα τῆς ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ, τὴν ὁποία ὑπερευλαβεῖτο καὶ κρατοῦσε ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια «ὡς ἱερὸ θησαύρισμα», κληρονομιὰ ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς του. Πόσες προσευχὲς μὲ δάκρυα δὲν εἶχε ἀπευθύνει ὁ Ἅγιος πρὸς τὴν εἰκόνα αὐτή!...
Πόσα θαύματα δὲν εἶχε δεῖ – στὸν ἑαυτό του καὶ σὲ πολλοὺς ἀσθενεῖς – μὲ τὶς ἱκεσίες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτό κου! Σ’ αὐτὴν τὴ Μητέρα τοῦ κόσμου, τὸ «τεῖ χος τῶν παρθένων», ἐναπέθεσε τὴ φύλαξη καὶ προστασία τῶν μοναζουσῶν.
Ὁ Ὅσιος ἐξακολουθοῦσε καὶ ἀπὸ τὴ νέα αὐτὴ ἔπαλξη νὰ ἀκτινοβολεῖ καὶ πάλι πλούσια τὴν ἀγάπη του. Καὶ νὰ στηρίζει καὶ νὰ ἀνορθώνει ὄχι μόνο τὶς μοναχές, ἀλλὰ καὶ τὰ πλήθη τοῦ κόσμου ποὺ κατέφθαναν ἐκεῖ καθημερινὰ γιὰ νὰ ζητήσουν τὴν εὐχή του. Κάθε πτωχὸς ἢ ἄρρωστος ἢ κατατρεγμένος ἔβρισκε καταφύγιο στὴ ζεστή του ἀγάπη. Ὄχι μόνο χριστιανοὶ ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι τὸν εὐλαβοῦνταν.
Ὑπῆρξαν μέρες ποὺ οἱ ἐπισκέπτες ἔφθαναν τοὺς 70. Τὰ χρόνια ὅμως περνοῦσαν. Ὁ Ὅσιος αἰσθανόταν τὶς δυνάμεις του νὰ τὸν ἐγκαταλείπουν. Τὴν πρωτοχρονιὰ τοῦ 1959 λειτούργησε γιὰ τελευταία φορὰ μεταρσιωμένος, ὅλος «φλόγα»... Καὶ στὶς 15 Φεβρουαρίου τοῦ 1960 σὲ ἡλικία 91 ἐτῶν, γαλήνιος καὶ εἰρηνικὸς ἔκλεισε τὰ μάτια του, γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραὰμ λέγοντας: «Ἐὰν παρεπίκρανα κανένα, ζητῶ συγχώρεση. Ὅλους τοὺς παρακαλῶ νὰ εὔχονται γιὰ τὴν ἁμαρτωλή μου ψυχή».
Στὸ θάνατό του θρήνησε ὅλη ἡ Χίος. Τὸν κήδευσε μὲ μύρα πολλὰ καὶ καυτὰ δάκρυα «ὡς στοργικὸ πατέρα της». Ὁ Κύριος δόξασε πολὺ τὸν δοῦλο του, γιατὶ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του μὲ τὶς πρεσβεῖες του γίνονται πολλὰ θαύματα.
Ὅσιος Ἄνθιμος τῆς Χίου.
Μιὰ μορφὴ ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τοὺς ἄλλους. Μιὰ ζωὴ ποὺ σὰν λαμπάδα φώτιζε καὶ θέρμαινε καὶ ἔλιωνε ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἄλλους μέχρι τὴν τελευταία του ἀναπνοή.
«Ποτέ του – ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος – δὲν χόρτασε οὔτε ψωμί, οὔτε ὕπνο».
Ὅλα γιὰ τοὺς ἄλλους. Τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Στὴν παγωμένη ἐποχή μας ὁ ὅσιος Ἄνθιμος συνεχίζει νὰ μιλάει καὶ νὰ μᾶς λέγει: «Ἀγαπᾶτε! Ἀγαπᾶτε! Θυσιαστεῖτε γιὰ τοὺς ἄλλους, ὅπως ὁ Χριστὸς θυσιάστηκε γιὰ ὅλους μας».
«Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»