ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (21/2)

Σήμερα 21/2 εορτάζουν:

  • Όσιος Τιμόθεος ὁ ἐν Συμβόλοις
  • Άγιος Ευστάθιος Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας της Μεγάλης
  • Άγιος Ιωάννης Γ’ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης ο από Σχολαστικών
  • Άγιος Ζαχαρίας Πατριάρχης Ιεροσολύμων
  • Άγιος Γεώργιος επίσκοπος Αμάστριδος
  • Όσιοι Ανδρέας και Ανατόλιος
  • Άγιοι Βερούλιος, Σεκουνδίνος, Σιρίκιος, Φελίσιος, Σέρβουλος, Σατουρνίνος, Φουρτουνάτος και οι συν αυτοίς Μάρτυρες
  • Άγιος Μαξιμιανός, Αρχιεπίσκοπος Ραβέννης
  • Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Κοζελσλάνσκ της Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ ἐν Συμβόλοις

Ἦταν μοναχὸς πνευματέμφορος, μὲ μεγάλη καθαρότητα ζωῆς ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ξένος πρὸς τοὺς μολυσμοὺς τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Ἐπίσης, ἦταν χαρακτῆρας εὐθύς, εἰλικρινής, συμπαθητικός, ἐλεύθερος. Χωρὶς φανατισμούς, χωρὶς καυχήσεις ὅτι νήστευε, χωρὶς ἀλαζονεῖες ὅτι ἔκανε ἀγρυπνίες καὶ ἐγκράτεια. Γεμάτος ἁπλότητα, ταπεινοφροσύνη, ἐπιείκεια καὶ συγκατάβαση. Ἔκρινε τὸν ἑαυτό του μὲ αὐστηρότητα καὶ τοὺς ἄλλους μὲ ἀγαθότητα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ ἰατρεύει ἀσθένειες, χωρὶς βέβαια νὰ ὑπερηφανεύεται γι᾿ αὐτό. Καὶ ἔλεγε: «Γιατί νὰ ὑπερηφανευθῶ; ὁ Θεός μου τὸ χάρισε, ὄχι γιὰ τὴν δική μου ἀρετὴ ἀλλὰ γιὰ τὴν πρὸς σᾶς ἀγάπη Του. Ἔπειτα ὁ Κύριός μας τὸ εἶπε, ὅτι δὲν σημαίνει τίποτα τὸ νὰ κάνουμε θαύματα. Ἀλλὰ τὸ πᾶν εἶναι, μὲ τὴν πίστη μας καὶ τὴν μετάνοιά μας καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου, νὰ γράψουμε τὰ ὀνόματά μας στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς».

Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀντιοχείας τῆς Μεγάλης

Agios-Eustathios-Antioxeias

Μέ­γας πρό­μα­χος καί φω­στήρ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας ἀ­να­δεί­χθη­κε ὁ ἅ­γιος Εὐ­στά­θιος, ὁ Ἐ­πί­σκο­πος τῆς Ἀν­τι­ο­χεί­ας. Στε­νός συ­νερ­γά­της καί ὁ­μό­ψυ­χος συμ­πο­λε­μι­στής τοῦ Μ. Ἀθανασίου, κα­τέ­χει θέ­ση λαμ­πρή στήν ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.

Ἡ Σί­δα τῆς Παμ­φυ­λί­ας πι­θα­νό­τα­τα εἶ­ναι ἡ ἰ­δι­αί­τε­ρη πα­τρί­δα τοῦ Ἁ­γί­ου. Ἐ­κεῖ πῆ­ρε τήν πρώ­τη μόρ­φω­ση, γραμ­μα­τι­κή καί πνευ­μα­τι­κή, ἀ­πα­ραί­τη­τη γιά τή με­γά­λη του ἱ­ε­ρή ἀποστο­λή στή συ­νέ­χεια. Δι­ό­τι ὁ Εὐ­στά­θιος μέ ζῆ­λο πο­λύ πρό­σφε­ρε ὅ­λα τά χα­ρί­σμα­τά του γιά τή δό­ξα τοῦ Χρι­στοῦ καί τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας του. Τό 320 μ.Χ. χει­ρο­το­νεῖ­ται Ἐ­πί­σκο­πος καί ἀ­να­λαμ­βά­νει τήν εὐ­θύ­νη τῆς δι­α­ποι­μάν­σε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Βε­ροί­ας τῆς Συ­ρί­ας καί ἀρ­γό­τε­ρα, τό 324, ἐγ­κα­θί­στα­ται στήν Ἀν­τι­ό­χεια. Μέ συ­ναί­σθη­ση τῆς με­γά­λης εὐθύνης του ἐ­νώ­πιον τοῦ Θε­οῦ καί τοῦ ποι­μνί­ου του ἐρ­γά­σθη­κε τό ἔρ­γο του καί ἐ­πί ἔ­τη τρο­φο­δό­τη­σε πνευ­μα­τι­κά τό ποί­μνιό του.

Οἱ ἰ­δι­αί­τε­ροι ἀ­γῶ­νες τοῦ ἁ­γί­ου Εὐ­στα­θί­ου στρά­φη­καν ἐ­ναν­τί­ον τῆς αἱ­ρέ­σε­ως τοῦ Ἀ­ρεί­ου, ἡ ὁ­ποί­α ὕ­που­λη καί πο­νη­ρή δι­α­δι­δό­ταν στό λα­ό μέ ἐκ­πλη­κτι­κή τα­χύ­τη­τα. Ἔ­τσι ὁ Εὐστά­θιος ὡς Ἐ­πί­σκο­πος Ἀν­τι­ο­χεί­ας βρέ­θη­κε στήν Α΄ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο, τήν ὁ­ποί­α συγ­κά­λε­σε τό 325 μ.Χ. ὁ αὐ­το­κρά­τωρ Μ. Κων­σταν­τῖ­νος στή Νί­και­α. Ἐ­κεῖ μα­ζί μέ τόν συνα­θλη­τή του, δι­ά­κο­νο τό­τε, Ἀ­θα­νά­σιο, ἀ­γω­νί­σθη­κε μέ σθέ­νος ἐ­ναν­τί­ον τῆς φο­βε­ρῆς αἱ­ρέ­σε­ως. Μέ τό λό­γο καί τήν προ­σευ­χή του συν­τέ­λε­σε στήν κα­τα­τρό­πω­ση τοῦ ἐ­χθροῦ. Τό Πνεῦ­μα τό Ἅ­γιο εὐ­λό­γη­σε τούς ἀ­γῶ­νες του καί ἡ αἵ­ρε­ση καί ὁ αἱ­ρε­σιά­ρχης κα­τα­δι­κά­σθη­καν.

Ἐ­άν ὅ­μως ἡ αἵ­ρε­ση καί ὁ αἱ­ρε­σιά­ρχης κα­τα­δι­κά­σθη­καν ἀ­πό τήν Σύ­νο­δο, ὁ Ἄ­ρει­ος δέν ἄλ­λα­ξε γνώ­μη οὔ­τε ἔ­μει­νε ἥ­συ­χος. Ὕ­που­λος, σκο­τει­νός καί ὑ­πο­κρι­τής, ὅ­πως ἦ­ταν, ἔπεισε τόν αὐ­το­κρά­το­ρα ὅ­τι με­τα­νό­η­σε, καί ζη­τοῦ­σε νά γί­νει δε­κτός στούς κόλ­πους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἡ ἀ­παί­τη­ση ὅ­μως αὐ­τή τοῦ ἀ­με­τα­νό­η­του αἱ­ρε­σιά­ρχη, πραγ­μα­τι­κή νάρ­κη γιά τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α, βρῆ­κε ἀν­τι­μέ­τω­πούς τούς δυ­ό κο­λοσ­σούς, Ἀ­θα­νά­σιο καί Εὐ­στά­θιο. Γνῶ­στες τῆς ὑ­πο­κρι­σί­ας τοῦ Ἀ­ρεί­ου, ἀν­τέ­δρα­σαν στήν ἀ­ξί­ω­σή του. Σα­τα­νο­κί­νη­τοι οἱ αἱρετικοί προ­σπά­θη­σαν τό­τε μέ ὅ­λα τά μέ­σα καί ὅ­λες τίς δυ­νά­μεις τους νά ἐ­κτο­πί­σουν τόν Ὀρ­θό­δο­ξο Ἐ­πί­σκο­πο τῆς Ἀν­τι­ο­χεί­ας. Ἐ­ξα­πέ­λυ­σαν ἐ­ναν­τί­ον του συ­κο­φαν­τί­ες γιά θέμα­τα πί­στε­ως καί ἠ­θι­κῆς. Τόν κα­τη­γό­ρη­σαν ὅ­τι προ­σχώ­ρη­σε στήν αἵ­ρε­ση τοῦ Σα­βελ­λί­ου καί ὅ­τι κη­ρύτ­τει τά δι­δάγ­μα­τά του. Ἀλ­λά ὁ Ἅ­γιος τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας δέν ἄρ­γη­σε νά ἀπο­δεί­ξει ὅ­τι οἱ ποι­κί­λες αὐ­τές συ­κο­φαν­τί­ες ἦ­ταν ἀ­σύ­στα­τες μί­α πρός μί­α. Ὅ­μως τε­λι­κά τό ἔ­τος 330 οἱ πο­λέ­μιοι συγ­κρό­τη­σαν στήν Ἀν­τι­ό­χεια Σύ­νο­δο ὁ­μο­φρό­νων καί πέ­τυ­χαν τήν κα­τα­δί­κη καί κα­θαί­ρε­ση τοῦ Εὐ­στα­θί­ου. Ἔ­τσι μέ αὐ­το­κρα­το­ρι­κή ὑ­πο­γρα­φή ὁ Ὀρ­θό­δο­ξος Ἐ­πί­σκο­πος, συ­κο­φαν­τη­μέ­νος ἀ­πό τούς αἱ­ρε­τι­κούς, ὁ­δη­γεῖ­ται στήν ἐ­ξο­ρί­α, στήν μα­κρι­νή Τρα­ϊ­α­νού­πο­λη.

Ὡς ὑ­πεύ­θυ­νος ὅ­μως Ὀρ­θό­δο­ξος Ἐ­πί­σκο­πος, προ­τοῦ ξε­κι­νή­σει γιά τόν μαρ­τυ­ρι­κό δρό­μο τῆς ἐ­ξο­ρί­ας, κα­λεῖ τούς πρε­σβυ­τέ­ρους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τούς μι­λᾶ μέ παρ­ρη­σί­α καί θερ­μό­τη­τα. Τούς κα­θι­στᾶ ὑ­πεύ­θυ­νους γιά τό ποί­μνιο, πού ἄ­φη­νε ὀρ­φα­νό, καί τούς συ­νι­στᾶ νά μεί­νουν ἀ­συν­θη­κο­λό­γη­τοι μέ τήν αἵ­ρε­ση καί νά ἀ­σφα­λί­σουν τά λο­γι­κά πρό­βα­τα ἀ­πό τούς βα­ρεῖς λύ­κους.

Νά πε­ρι­γρά­ψου­με τίς πε­ρι­πέ­τει­ες τοῦ δρό­μου τῆς ἐ­ξο­ρί­ας καί τῆς ἐ­κεῖ δι­α­μο­νῆς του; Εἶ­ναι ἀ­δύ­να­τον! Ὅ­μως με­γα­λύ­τε­ρο μαρ­τύ­ριο γιά τόν Εὐ­στά­θιο ἦ­ταν ὁ κίν­δυ­νος τῆς Ὀρθοδο­ξί­ας καί ὁ χω­ρι­σμός του ἀ­πό τό ποί­μνιό του. Γι’ αὐτό δέν ἔ­παυ­σε οὔ­τε γιά μί­α στιγ­μή νά προ­σεύ­χε­ται γιά ὅ­λους καί ὅ­λα, καί νά ἀ­πευ­θύ­νει ἐ­πι­στο­λές, γιά νά μέ­νουν σταθε­ροί μέ­χρι τήν τε­λι­κή νί­κη, ἡ ὁ­ποί­α δέν θά ἀρ­γοῦ­σε. Ὁ Θε­ός τῆς ἀ­λη­θεί­ας πο­λε­μᾶ μα­ζί μας, τούς ἐ­νί­σχυ­ε.

Ὁ μέ­γας ἀ­γω­νι­στής τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας Εὐ­στά­θιος πέ­θα­νε στήν ἐ­ξο­ρί­α (τό 360) καί δέν ἀ­ξι­ώ­θη­κε νά ξα­να­δεῖ τό ἀ­γα­πη­μέ­νο του ποί­μνιο. Ἡ μνή­μη του ὅ­μως με­τα­ξύ τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἀν­τι­ο­χεί­ας ἔ­με­νε πάν­το­τε ἱ­ε­ρή. Ἀ­μέ­σως με­τά τόν θά­να­τό του ἄρ­χι­σε νά τι­μᾶ­ται καί ὡς Μάρ­τυ­ρας. Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος, μέ­γας ρή­το­ρας τῆς Ἀντιοχεί­ας, στό λό­γο πού ἐ­ξε­φώ­νη­σε, με­τα­ξύ τῶν ἄλ­λων ση­μει­ώ­νει: «Μήν ἐκ­πλα­γεῖ­τε μέ τό ὅ­τι, ὅ­ταν ἄρ­χι­σα νά ἐγ­κω­μιά­ζω τόν Ἅ­γιο, τόν ἀ­πε­κά­λε­σα Μάρ­τυ­ρα. Εἶ­πα πολ­λές φο­ρές στήν ἀ­γά­πη σας, ὅ­τι μάρ­τυ­ρα δέν ἀ­να­δει­κνύ­ει μό­νο ὁ μαρ­τυ­ρι­κός θά­να­τος, ἀλ­λά καί ἡ πρό­θε­ση. Αὐ­τός λοι­πόν ὁ μάρ­­τυ­ρας ἀν­τι­πά­λαι­σε μέ μύ­ριους θα­νά­τους καί ὅ­λους αὐ­τούς τούς ὑ­πέ­μει­νε μέ τή θέ­λη­σή του καί τήν προ­θυ­μί­α του. Δι­ό­τι κι ἀ­πό τήν πα­τρί­δα του τόν ἀ­πο­μά­κρυ­ναν καί στήν ἐ­ξο­ρί­α τόν με­τέ­φε­ραν καί πολ­λά ἀλ­λά φο­βε­ρά ἔ­κα­ναν τότε ἐ­ναν­τί­ον τοῦ μα­κα­ρί­ου αὐ­τοῦ ἀν­δρός. Καί τε­λεί­ω­σε τόν βί­ο του μέ ὁ­μο­λο­γί­α ἀ­νυ­πό­κρι­της πί­στε­ως».

Τέ­λος στά χρό­νια τοῦ βα­σι­λέ­ως Ζή­νω­νος (474 – 491), με­τά τήν τε­λι­κή νί­κη τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, τό ἱ­ε­ρό του λεί­ψα­νο ἐ­πα­νῆλ­θε μέ πομ­πή, ὅ­πως τοῦ ἄ­ξι­ζε, στήν Ἀν­τι­ό­χεια. Με­γά­λο πλῆ­θος λα­οῦ τό προ­ϋ­πάν­τη­σαν πο­λύ πρίν ἀ­πό τήν πό­λη καί μέ ὕ­μνους τό ἐγ­κω­μί­α­σαν.

Ἐ­άν ἐ­μεῖς, οἱ ση­με­ρι­νοί ὑ­μνη­τές τοῦ Ἐ­πι­σκό­που Ἀν­τι­ο­χεί­ας Εὐ­στα­θί­ου, θαυ­μά­ζου­με τή ζω­ή καί τούς ἀ­γῶ­νες του, ἄς γνω­ρί­ζου­με, ὅ­τι ἀ­γω­νι­στές μᾶς θέ­λει ὁ Ἅ­γιος. Ἀ­γω­νι­στές. Σή­με­ρα μά­λι­στα, σέ ἐ­πο­χή πού τό­σοι ἀν­τί­χρι­στοι καί αἱ­ρε­τι­κοί γέ­μι­σαν τήν πα­τρί­δα μας καί ἐ­πι­δι­ώ­κουν τή βε­βή­λω­ση τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. «Στῶ­μεν κα­λῶς» καί «ἐρ­γα­ζώ­με­θα εὐθαρ­σῶς»!

Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Γ´ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ ἀπὸ Σχολαστικῶν

Καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς Ἀντιοχείας, ποὺ ὀνομαζόταν Σιρίμιο. Σπούδασε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δικηγόρου. Καθὼς ἦταν εὐσεβὴς καὶ ἐνάρετος, ἔγινε κληρικὸς καὶ ἐστάλη στὴν Κωνσταντινούπολη σὰν ἀποκρισάριος τοῦ Πατριάρχη Ἀντιοχείας. Καὶ ἐνῷ βρισκόταν ἐκεῖ, ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τὸ 565. Διοίκησε τὴν ἐκκλησία γιὰ 12 χρόνια καὶ μερικοὺς μῆνες καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 577.

Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας Πατριάρχης Ἱεροσολύμων

Εἶναι αὐτός, ποὺ μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Πέρσες (614) ἀπὸ τὸν Χοσρόη, μεταφέρθηκε αἰχμάλωτος στὴν Περσία. Σύμφωνα μὲ ὁρισμένες πληροφορίες, ἐπανῆλθε ἀπὸ τὴν Περσία (628), ἀφοῦ ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸν Ἡράκλειο, καὶ πέθανε στὴν Ἱερουσαλὴμ τὸ 633.

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Ἀμάστριδος

Γεννήθηκε τὸ ἔτος 750 ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τοῦ Θεοδοσίου καὶ τῆς Μεγεθούς, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κρώμνη, πόλη κοντὰ στὴ Ἀμάστριδα τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀπέκτησαν διὰ πολλῆς προσευχῆς, διότι δὲν ἔκαναν παιδιά. Ὅταν μεγάλωσε καὶ ἐκπαιδεύτηκε ἀρκετά, ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὸ ὄρος τῆς Συρικῆς, κοντὰ σ᾿ ἕναν σοφὸ Γέροντα, ὅπου ἀπ᾿ αὐτὸν πῆρε τὸ Ἀγγελικὸ σχῆμα τῶν Μοναχῶν. Ὅταν ὁ Γέροντας αὐτὸς πέθανε, ὁ Γεώργιος πῆγε στὴ Μονὴ Βονύσσης (Βόνιτσα Ἀκαρνανίας), κοντὰ στὴν Ἀμάστριδα, καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε. Κάποτε ὅμως, ὁ Ἐπίσκοπός της Ἀμάστριδας πέθανε καὶ τότε λαὸς καὶ κλῆρος ἔκαναν ἐπίσκοπο τὸν Γεώργιο (788). Ἀφοῦ χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος στὴν Κωνσταντινούπολη, γύρισε στὴν ἐπισκοπή του καὶ ἀποδείχτηκε πραγματικὰ λύχνος ἐπὶ τὴν λυχνίαν. Ἐπιμελήθηκε τὴν διάταξη τῶν ἱερῶν ναῶν, τὴν προστασία τῶν ὀρφανῶν καὶ φτωχῶν με τὶς πτωχοτροφίες καὶ ἄλλα. Ἀξιώθηκε μάλιστα καὶ τοῦ θαυματουργικοῦ χαρίσματος. Ἔτσι, μ᾿ αὐτὸν τὸν ἅγιο τρόπο ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 805. (Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 25η Ὀκτωβρίου).

Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας καὶ Ἀνατόλιος

Ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἀνήκουν στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων καὶ εἶναι καταταγμένοι στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο σελ. 35 σημ. 1 καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν συγκεκριμένη ἡμερομηνία, γιορτάζουν καὶ 26 Ἀπριλίου καὶ 7 Ἰουνίου. Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ὑπῆρξαν ἀπὸ τοὺς πρώτους μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου. Ὁ Ἀνδρέας καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Σιδωνίου, ποὺ διαπαιδαγώγησε τὸν Μέγα Εὐθύμιο. Ὁ Ἀνατόλιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥαϊθώ. Αὐτοὶ παρουσιάστηκαν στὸν Μέγα Εὐθύμιο σχεδὸν ταυτόχρονα, ὁ μὲν Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὰ δυό του ἀδέλφια Στέφανο καὶ Γαίανο, ὁ δὲ Ἀνατόλιος μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν πρεσβύτερο καὶ τὸν Θαλάσσιο.