Σήμερα 25/2 εορτάζουν:
- Άγιος Ταράσιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης
- Άγιος Ρηγίνος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Σκοπέλου
- Άγιος Αλέξανδρος ο Μάρτυρας ο εν Δριζιπάρω της Θράκης
- Άγιος Αντώνιος
- Άγιος Θεόδωρος ο δια Χριστόν σαλός
- Άγιος Μάρκελλος Επίσκοπος Απαμείας της Κύπρου
Ὁ Ἅγιος Ταράσιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Δέν εἶναι γνωστός στούς πολλούς. Ἀποτελεῖ ὅμως ἕνα ἀληθινόν κόσμημα τῆς Ἐκκλησίας καί ἕναν πρώτης τάξεως ἀγωνιστή τῆς πίστεως. Ἡ ἐποχή του αἰσθάνθηκε πολύ ἔντονα τούς ἀγῶνες του καί ἡ ἱστορία τόν ἔχει κατατάξει στόν κατάλογο τῶν σπουδαίων καί ἰσχυρῶν προσωπικοτήτων. Μέ τήν ἀδάμαστη θέλησή του καί τήν θερμουργό πίστη του συντέλεσε στήν ἀναστήλωση ὄχι μόνον τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἀλλά καί πολλῶν θεσμῶν τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑποστεῖ στήν ἐποχή του σοβαρή καθίζηση.
Ποιός ὅμως ἦταν ὁ Ταράσιος;
Ἐπιφανής καί λαμπρή ἦταν ἡ καταγωγή καί ἡ μόρφωση τοῦ Ταρασίου. Ὁ πατέρας του χρημάτισε Ἔπαρχος τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀπό πατρικίους καταγόταν ἡ μητέρα του. Μέ τέτοιες προϋποθέσεις δέν εἶναι δύσκολο νά κατανοήσουμε πῶς ὁ νεαρός Ταράσιος ἀπέκτησε ὄχι μόνο σπάνια μόρφωση, ἀλλά καί ἔγινε γνωστός στά ἀνώτατα κοινωνικά στρώματα. Ἡ φήμη του ὡς νέου προικισμένου μέ σπάνια μορφωτικά καί ἠθικά καί πνευματικά προσόντα ἔφθασε καί σ’ αὐτά ἀκόμη τά Ἀνάκτορα. Ἡ βασίλισσα Εἰρήνη ἡ Ἀθηναία, ἐκτιμώντας τήν ὅλην του προσωπικότητα, τόν ἀνεβάζει στό ἀξίωμα τοῦ πρωτοασηκρίτου καί τοῦ ἀναθέτει τήν παρακολούθηση ὅλων τῶν ἀπόρρητων ζητημάτων τῆς ἀχανοῦς αὐτοκρατορίας. Καί διαπρέπει στήν θέση αὐτή ὁ Ταράσιος, καί ξεδιπλώνει τά ἐξαιρετικά του προσόντα, καί ἐπιδεικνύει σύνεση σπάνια, ἀλλά καί δραστηριότητα πολλή. Ἡ ἐμπιστοσύνη τῆς Αὐλῆς εἶναι ἀπέναντί του ἀπεριόριστος.
Εἶναι τό ἔτος 784. Ὁ πατριαρχικός θρόνος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μέ τόν θάνατο τοῦ Πατριάρχου Παύλου, εἶναι κενός. Οἱ ἐκκλησιαστικές συνθῆκες εἶναι δύσκολες. Ἔχει ἤδη ξεσπάσει στήν Ἐκκλησία ὁ μέγας διωγμός κατά τῆς προσκυνήσεως τῶν ἁγίων Εἰκόνων, καί ἡ Ἐκκλησία διέρχεται δεινό σάλο. Οἱ εἰκόνες καταβιβάζονται ἀπό τούς ναούς καί παραδίδονται στή φωτιά. Ὁ πιστός λαός τοῦ Κυρίου διαμαρτύρεται. Ἀλλά κανείς δέν τόν προσέχει. Ἱερεῖς καί μοναχοί ὑβρίζονται, βασανίζονται ποικιλοτρόπως, ἐξορίζονται καί ὑφίστανται ποικίλα μαρτύρια, πολεμώντας μέ θάρρος καί ἀνδρεία τους πολεμίους. Ἀντιθέτως πολλοί ἐπίσκοποι ἔχουν παρασυρθεῖ στόν διωγμό κατά τῶν εἰκόνων. Ποιός θά ἀναλάβει τό πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βασιλεύουσας στούς δύσκολους αὐτούς καιρούς; Ἡ προσοχή τῆς βασίλισσας στρέφεται στόν Ταράσιο. Τή σκέψη της ἀνακοινώνει στούς ἄρχοντες. Τό πληροφορεῖται καί ὁ λαός. Καί ὅλοι μέ ἕνα στόμα ζητοῦν τή χειροτονία του. Ἐκεῖνος ἀρνεῖται. Βλέπει τό βάρος δυσβάστακτο, τίς εὐθύνες μεγάλες. Ἡ ταπεινή του ψυχή γιά κανένα λόγο δέν δέχεται τήν προσφερόμενη τιμή. Ὅμως μπροστά στήν κοινή ἀπαίτηση, ἰδιαιτέρως μπροστά στήν ἐντολή τοῦ χρέους, ὑποχωρεῖ. Καί ἀπό λαϊκός ἀνέρχεται στόν Πατριαρχικό θρόνο, χειροτονούμενος Πατριάρχης. Ἡ χειροτονία του ἔγινε πανηγυρικά τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 784. Ἡ χαρά ὅλων εἶναι ἔκδηλη. Ἀλλά καί οἱ ἀγῶνες πού τόν περιμένουν μεγάλοι. Τό κλυδωνιζόμενο σκάφος τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά προσορμισθεῖ σέ ἀκύμαντο λιμάνι. Οἱ εἰκόνες πρέπει νά ἐπανέλθουν στίς θέσεις τους. Καί οἱ πιστοί ἐλεύθερα νά τίς προσκυνοῦν. Κινεῖται δραστήρια. Συνεννοεῖται μέ τή βασίλισσα, τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς καί τόν Πάπα τῆς Ρώμης καί ἀποφασίζεται ἡ σύγκλησις Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ Σύνοδος συγκροτεῖται. Εἶναι ἡ 7η Οἰκουμενική Σύνοδος — στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας στίς 24 Σεπτεμβρίου τοῦ 787. Ἐκεῖ οἱ ἀγωνιστές Ἱεράρχες μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος λαμβάνουν μεγάλες ἀποφάσεις, ὁρίζουν τήν προσκύνηση τῶν ἁγίων Εἰκόνων καί διατυπώνουν τόν ὅρο τῆς Συνόδου. Νά ἕνα μικρό τμῆμα τοῦ θαυμάσιου ὅρου, τοῦ γνωστοῦ μέ τό ὄνομα Συνοδικόν:
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ Χάρις ὡς ἔλαμψεν… οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν καί τούς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασι, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν εἰκονίσμασι, τόν μέν ὡς Θεόν καί Δεσπότην προσκυνοῦντες καί σέβοντες, τούς δέ διά τόν κοινόν Δεσπότην ὡς αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καί τήν κατά σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμοντες».
Ἀφοῦ ἐπανῆλθε στήν Ἐκκλησία ἡ ἡσυχία μέ τήν ἀπόφαση τῆς μεγάλης Συνόδου, ὁ μακαριστός Πατριάρχης ἐπιδόθηκε μέ ζῆλο στήν ἀναδιοργάνωση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐξύψωσή της. Πρωτίστως καταπολέμησε μέ ὅλες του τίς δυνάμεις τή «σιμωνία», ἀποστέλλοντας μάλιστα καί εἰδική ἐπιστολή στόν Πάπα τῆς Ρώμης Ἀδριανό, στήν ὁποία χαρακτηρίζει μέ ζωηρότατες ἐκφράσεις αὐτούς πού πουλοῦν τή χάρη, παίρνοντας χρήματα κατά τίς χειροτονίας. Ἔχουμε διδαχθεῖ, λέει, νά ἔχουμε ἀφιλάργυρο τόν τρόπο, καί ὁ Θεός μᾶς παραγγέλλει «μή χρυσίζεσθαι ἤ ἀργυρίζεσθαι ἤ τί σφετερίζεσθαι ἐπί χειροτονίᾳ παντός Ἱερατικοῦ ἀνδρός. Οὕτως οἱ ταύτην τήν ἄθεσμον πράξιν ἐργαζόμενοι, καταβιβάζουσι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον… καί παρεοίκασιν Ἰούδᾳ τῷ προδότῃ».
Ἀλλά καί μέ τούς ἰσχυρούς τῆς ἐποχῆς του δέν δίστασε ὁ ἡρωίκος Ἱεράρχης νά ἀναμετρηθεῖ, ἀνακαλώντας τους στήν τάξη, ὅταν λόγῳ τῆς θέσεὠς τους καί δυνάμεως πού εἶχαν ἀπό αὐτήν καταπατοῦσαν τόν θεῖο Νόμο. Ἀνδρεῖος ἀλλά καί ταπεινός, δραστήριος ἀλλά καί φρόνιμος, μέ τήν μεγάλη του προσωπικότητα ἄφησε ἐποχή στήν Ἐκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, τιμώμενος καί θαυμαζόμενος ἀπό ὅλους, νουθετώντας τούς πάντες, ὑπηρετώντας ὅλους καί ἕτοιμος καί τή ζωή του νά θυσιάσει γιά τόν Χριστό. Ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο αὐτό τό 806 μετά ἀπό πατριαρχεία 21 ἐτῶν. Τό πιστό του ποίμνιο τόν προέπεμψε στήν ἀθανασία, στήν ὁποία εἰσῆλθε, γιά νά προσεύχεται στόν θρόνο τοῦ Ἀρνίου νά προστατεύη ὁ Κύριος τήν Ἐκκλησία του ἀπό τούς λύκους πού τήν λυμαίνονται.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπό τή Ζωή τῶν Ἁγίων»
Ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ποὺ μαρτύρησε στὴ Δριζίπαρο τῆς Θρᾴκης
Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καρθαγένη. Κατὰ τὸν διωγμὸ ποὺ κίνησε ὁ Διοκλητιανός, συνελήφθη καὶ βασανίστηκε στὴ Μαρκιανούπολη (ἀρχαία πόλη τῆς Θρᾴκης) καὶ κατόπιν ἀποκεφαλίστηκε στὴ Δριζίπαρο, ἐπίσης πόλη τῆς Θρᾴκης.
Ὁ Ἅγιος Ῥηγῖνος Ἱερομάρτυρας ἐπίσκοπος Σκοπέλου
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Λόγω τῆς ἐναρέτου ζωῆς του, ἔγινε ἐπίσκοπος Σκοπέλου. Ὅμως, ὅπως εἶναι γνωστὸ καὶ μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, ἡ καταδικασθεῖσα ἀπ΄ αὐτὴ αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ἐξακολουθοῦσε νὰ ἔχει πολλοὺς ὀπαδούς. Σ΄ αὐτὴ λοιπὸν τὴν πάλη ποὺ ἐξακολουθοῦσε, συμμετεῖχε μὲ πολλὴ θερμότητα ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ Ῥηγῖνος, ποὺ πῆρε μέρος καὶ στὴ Σύνοδο τοῦ 347, ἐπὶ αὐτοκρατόρων Κωνσταντίου καὶ Κώνσταντος, καὶ ἡ ὁποία Σύνοδος δέχθηκε τὰ δόγματα τοῦ Συμβόλου τῆς Νικαίας. Ἐπὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου ὅμως, ἡ Ἐκκλησία διέτρεξε κρισιμότατη περίοδο. Ὁ ἀσεβὴς αὐτὸς αὐτοκράτορας, ἀφοῦ στὴν ἀρχὴ ὑποκριτικὰ ἔκανε τὸν ἀνεξίθρησκο, κατόπιν καταδίωξε σκληρὰ τοὺς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους, ζητῶντας νὰ διαλύσει τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἐπιβάλει τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας. Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ λοιπὸν καὶ ὁ Ῥηγῖνος ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο. Τὸ ἅγιο λείψανο τοῦ ἱερομάρτυρα Ῥηγίνου μετακομίστηκε στὴν Κύπρο. Ἀπὸ ἐκεῖ δέ, κάποιο μέρος ἀπ΄ αὐτὸ μετέφεραν στὴν Σκόπελο, ὅπου τὸ ἐναπόθεσαν στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.
Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν ἅπλωσαν ἐπάνω σὲ πυρωμένη σχάρα.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ διὰ Χριστὸν σαλός
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος ἐπίσκοπος Ἀπαμείας τῆς Κύπρου
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὑπάρχει ὅμως ἀμφιβολία ἂν πράγματι ὑπῆρξε αὐτὸς ὁ ἐπίσκοπος καὶ αὐτὴ ἡ πόλη στὴν Κύπρο. Ἴσως συγχέεται μ΄ αὐτὸν τῆς Ἀπαμείας τῆς Συρίας (14 Αὐγούστου).