Σήμερα 7/3 εορτάζουν:
- Άγιοι Εφραίμ, Βασιλεύς, Ευγένιος, Αγαθόδωρος, Ελπιδίος, Καπίτων και Αιθέριος
- Όσιος Λαυρέντιος κτήτορας της Ιεράς Μονής Φανερωμένης στη Σαλαμίνα
- Άγιοι Αρκάδιος και Νέστορας Επίσκοποι Τριμυθούντος Κύπρου
- Όσιος Παύλος ο απλός
- Άγιος Εφραίμ Πατριάρχης Αντιόχειας
- Άγιοι Αιμιλιανός ο Ρωμαίος και οι συν αυτώ Ιάκωβος και Μαριανός
- Σύναξις των εν Δωδεκανήσω Αγίων
- Άγιος Ιωάννης Επίσκοπος Υόρκης
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «η Εγγύηση των Αμαρτωλών»
Οἱ Ἅγιοι Ἐφραίμ, Βασιλεύς, Εὐγένιος, Ἀγαθόδωρος, Ἐλπίδιος, Καπίτων καὶ Αἰθέριος
Ὅλοι πέθαναν μαρτυρικὰ γιὰ τὴν διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ στὴ Χερσώνα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Καπίτωνα ποὺ διέφυγε τὸν κίνδυνο μὲ τὴν ἐπέμβασή του Μεγάλου Κων/νου καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ μετὰ ἀπὸ πολλοὺς κόπους. Ὁ δὲ Ἐλπίδιος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Ἱερομάρτυρες ποὺ ἐστάλησαν ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στὴ Χερσώνα, στὰ ὅρια τῆς Κριμαίας. Ἔζησε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (296). Ἐκεῖ, ἡ ἐργασία τοῦ Ἐλπιδίου γινόταν μὲ πολλὴ δυσκολία καὶ καθημερινοὺς κινδύνους. Διότι εἶχε νὰ κάνει μὲ βαρβάρους εἰδωλολάτρες. Ἡ αὐταπάρνηση μὲ τὴν ὁποία ἐργάστηκε δὲν ἄργησε νὰ φέρει τοὺς πρώτους χριστιανοὺς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου μας. Ὅμως, ἡ ἀγριότητα τῶν ἀπίστων δὲν ἄργησε καὶ αὐτὴ νὰ φανεῖ. Μία μέρα, ἐνῷ ὁ Ἐλπίδιος κήρυττε, τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ μία ἅμαξα. Τὸν ἔσυραν μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο στοὺς δρόμους, μέχρι ποὺ πέθανε. Ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, χύνοντας τὸ τίμιο αἷμα του σὰν πιστὸς ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ «μισθός» του στοὺς οὐρανοὺς θὰ εἶναι ἀφάνταστα μεγάλος. Καὶ δίκαια, διότι κατὰ τὴν ρήση τοῦ Κυρίου, «ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ». Δηλαδή, εἶναι ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ τῆς ἐργασίας του, ποὺ ἐργάσθηκε γιὰ τὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τῶν συνανθρώπων του.
Οἱ Ἅγιοι Ἀρκάδιος καὶ Νέστωρ ἐπίσκοποι Τριμυθοῦντος Κύπρου
Ὅταν οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἀνέλαβαν ἐπίσκοποι Τριμυθοῦντος, ἡ Κύπρος ἦταν ἄκρως εἰδωλολατρική. Μετὰ ἀπὸ πολλοὺς κόπους καὶ βάσανα, κατόρθωσαν νὰ φέρουν πολλοὺς στὸ δρόμο τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας (Λαυριωτικὸς Κώδικας 70). Τελικὰ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ἁπλός
Ὀνομάστηκε ἁπλός, διότι ἦταν ἀμαθὴς γεωργὸς ποὺ δὲν γνώριζε τίποτα ἀπὸ τὶς ἐθιμοτυπίες τοῦ κόσμου. Τὸν στόλιζε ὅμως ἄκακο ἦθος καὶ ἦταν τέλειος ἀγαθὸς ἰσραηλίτης, χωρὶς καμμιὰ πονηριὰ καὶ δόλο. Μέχρι τὰ ἑξήντα του, οἱ γεωργικὲς ἐργασίες ἦταν ἡ κύρια ἀσχολία του. Ἀλλ΄ ἡ σύζυγός του ἦταν ἐντελῶς διαφορετική. Αὐτὴ ἔκανε τὴν δῆθεν εὐγενῆ, διότι ἔζησε κάποτε σὰν ὑπηρέτρια στὴν πόλη. Κορόϊδευε λοιπὸν τὸν Παῦλο σὰν κουτὸ καὶ ἀνόητο, ποὺ χάνεται μὲ τοὺς σταυροὺς καὶ ξόδευε τὴν ὥρα τῆς ἄνεσής του μὲ προσευχὲς καὶ ψαλμούς. Μέχρι ποὺ ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ προδώσει τὴν συζυγική της πίστη! Ὁ Παῦλος, ὅταν βεβαιώθηκε αὐτό, γέμισε ἀπὸ πολλὴ θλίψη καὶ πίκρα. Στέναξε βαθειά, προσευχήθηκε καὶ ἀποφάσισε νὰ τὴν ἀφήσει καὶ νὰ φύγει μακριά. Πῆγε δὲ στὴν ἔρημο, κοντὰ στὸν Μέγα Ἀντώνιο. Στὸ νέο αὐτὸ στάδιο τῆς ζωῆς τοῦ ὁ Παῦλος, ἀνέπτυξε ἐξαίρετες ἀσκητικὲς ἀρετές. Θερμὸς στὴν εὐσέβειά του, ἄδολος στὴν καρδιά του, ταπεινὸς στὰ φρονήματά του, πρᾶος στὸ ἦθος του, στολιζόταν ἀπὸ τὰ ὡραιότερα χριστιανικὰ ἄνθη καὶ εἵλκυσε τὴν ἀγάπη τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου. Ὁ Θεὸς μάλιστα, τοῦ ἔδωσε καὶ τὸ χάρισμα νὰ θαυματουργεῖ, καὶ ἔτσι θεράπευσε πολλοὺς δαιμονισμένους. Πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα στὰ βάθη τῆς ἐρήμου καὶ ἔμεινε σὰν τὸ γνησιότερο κάτοπτρο τῆς θείας ἀγαθότητας.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ Πατριάρχης Ἀντιοχείας
Καλός ποιμένας πού ἀκολούθησε τό παράδειγμα τοῦ μεγάλου Ποιμένος τῶν ἀνθρώπων, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, μπορεῖ νά ὀνομασθεῖ καί ὁ ὅσιος Ἐφραίμ, ὁ Πατριάρχης τῆς Ἀντιοχείας. Διότι πράγματι ἦταν ὁ καλός καί στοργικός ποιμένας, ὁ ὁποῖος πόνεσε καί ἐνδιαφέρθηκε στοργικά γιά τά λογικά πρόβατα, τά ὁποῖα τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Ἀγωνίσθηκε μέ ζῆλο πολύ, γιά νά ἀπομακρύνει ἀπό κοντά τούς κάθε κίνδυνο, νά τά ἀνακουφίσει στίς δυσκολίες καί τίς θλίψεις τῆς ζωῆς καί νά ἐξασφαλίσει σ’ αὐτά τά μέσα γιά τή σωτηρία τους.
Κατεῖχε τό ἀξίωμα τοῦ πρώτου κόμη κοντά στόν Βυζαντινό αὐτοκράτορα Ἰουστίνο τόν Θράκα (518 – 527 μ.Χ.). Ἡ μόρφωσή του, ἡ ἀρετή, ἡ ἀφοσίωση στό ἔργο του τόν ἔκαναν, ὥστε νά συγκεντρώσει ἀμέριστη τήν ἐκτίμηση καί ἀγάπη τοῦ ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος καί τόν χρησιμοποιοῦσε σέ λεπτές καί ἐμπιστευτικές ἀποστολές. Μία τέτοια ἀποστολή ἦταν καί τό ταξίδι του στήν Ἀντιόχεια, ἡ ὁποία τήν ἐποχή ἐκείνη συγκλονίσθηκε ἀπό ἰσχυρούς σεισμούς. Γκρεμίσθηκαν τά οἰκοδομήματά της καί πλῆθος ἀνθρώπων ἔμειναν ἄστεγοι, γυμνοί καί πεινασμένοι. Ὁ Ἐφραίμ στάλθηκε ὡς αὐτοκρατορικός ἀντιπρόσωπος, γιά νά διανείμει βοηθήματα στούς πτωχούς καί νά ἐπιστατήσει στήν ἀνοικοδόμηση τῆς πόλεως. Μέ ἐνθουσιασμό πολύ ἀνέλαβε τό ἔργο του καί τό ἐπιτελοῦσε μέ ἰδιαίτερη προσοχή καί πιστότητα. Δέν περιορίσθηκε ὅμως ὁ Ἐφραίμ μόνο στή διανομή τῶν ὑλικῶν βοηθημάτων. Ὡς πιστός Χριστιανός πού ἦταν καί ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, συμπάθησε μέσα ἀπό τήν καρδιά του τούς πληγέντες ἐν Χριστῷ ἀδελφούς του. Ἀντιλήφθηκε, ὅτι οἱ Ἀντιοχεῖς εἶχαν ἀνάγκη καί ἀπό ἄλλου εἴδους βοήθεια περισσότερο οὐσιαστική. Γι’ αὐτό καί ἡ προσπάθειά του ἐπεκτάθηκε στήν ψυχική τόνωση καί τήν ἐκ Θεοῦ παρηγορία τῶν ἀνθρώπων. Ἔγινε ὁ πατέρας ὅλων. Ὀργάνωσε εἰδικές συγκεντρώσεις, γιά νά τούς μεταδώσει τό θέλημα τοῦ Κυρίου. Τά θλιβερά περιστατικά τά θεώρησε κατάλληλη εὐκαιρία γιά νά συνδέσει τούς Ἀντιοχεῖς περισσότερο μέ τόν Χριστό, ἀπό τόν ὁποῖο πηγάζει κάθε παρηγοριά καί ἐνίσχυση, κάθε εὐλογία καί χάρη.
Ὅλη αὐτή ἡ χριστιανική καί στοργική ἀναστροφή τοῦ Ἐφραίμ πρός τούς Ἀντιοχεῖς ἔγινε αἰτία, ὥστε γρήγορα νά συγκεντρωθεῖ στό πρόσωπό του ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀφοσίωση ὅλων. Καί ὅταν μετά ἀπό λίγο χήρευσε ὁ ἀρχιεπισκοπικός θρόνος τῆς Ἀντιοχείας, τά βλέμματα ὅλων στράφηκαν στόν Ἐφραίμ καί θερμή παράκληση ἀπευθύνθηκε στόν αὐτοκράτορα καί στόν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, νά ἀναδείξουν αὐτόν ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας. Μέ πολλή ἐκπλήξη ἀκούει τό αἴτημά τους ὁ Ἐφραίμ. Πῶς εἶναι δυνατόν, λέει, ἐγώ, ἕνα ἁπλό λαϊκό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀναλάβω ἀμέσως μιά τέτοια ὑψηλή καί ὑπεύθυνη ἀποστολή; Γι’ αὐτό καί μέ ὅλη του τή δύναμη ἀντιστέκεται. Ἀλλά ἡ ἐπιμονή τῶν Ἀντιοχέων νικᾶ. Ὁ Ἐφραίμ ἀναγκάζεται νά ὑποχωρήσει, νά τό δεχθεῖ ὡς φωνή τοῦ Θεοῦ πού τόν καλεῖ, κι ἔτσι χειροτονεῖται ἀρχιεπίσκοπος καί πατριάρχης Ἀντιοχείας. Ἀναλαμβάνει πλέον ὡς ὑπεύθυνος ποιμένας τή διακυβέρνηση καί διαποίμανση τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία τόσο πολύ εἶχε ἀπό πρίν ἀγαπήσει.
Ἤδη ἐνώπιόν του ἀνοίγεται στάδιο εὐρύ, μιά περίοδος νέων προσπαθειῶν καί ἀγώνων. Ἡ αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν μαστίζει τήν ἐποχή ἐκείνη τήν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχει σοβαρός κίνδυνος νά μολυνθοῦν ἀπ’ αὐτήν καί τά πρόβατα τῆς ποίμνης του. Γι’ αὐτό καί στέκεται φρουρός ἄγρυπνος καί ὑπερασπιστής τοῦ ποιμνίου του. Συγγράφει εἰδικό σπουδαῖο σύγγραμμα ἐναντίον τῆς αἱρέσεως. Μέ ἁπλά, ἀλλά δυνατά ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύει πλενεμένες τίς θέσεις καί δοξασίες τῶν αἱρετικῶν. Ἐπισκέπτεται αὐτοπροσώπως ὁ ἴδιος τους κληρικούς καί μοναχούς του, τούς ἐκθέτει τόν κίνδυνο, τούς ἀναπτύσσει τήν ἀλήθεια καί τούς ὑποδεικνύει πῶς νά ἀσφαλίσουν κι αὐτοί τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Ὅλους τους κατατοπίζει. Ὅλους τούς προφυλάσσει. Κοπιάζει βεβαίως. Τό θεωρεῖ ὅμως καθῆκον του ὑψηλό κι ἐπιτακτικό. Διότι ποιός καλός ποιμένας δέν καταβάλλει κόπους γιά νά ἀσφαλίσει τό ποίμνιό του ἀπό κάθε βαρύ λύκο πού ἔρχεται νά κατασπαράξει τά πρόβατα; (Πράξ. κ΄ 29).
Ὅμως δέν ἀργεῖ νά πλήξει τήν Ἀντιόχεια καί ἄλλη μεγάλη συμφορά. Νέος ἰσχυρός σεισμός σείει τήν πόλη. Οἱ κάτοικοι μέ θρήνους πολλούς ἐγκαταλείπουν τήν πόλη καί φεύγουν στήν ὕπαιθρο. Ἀγωνία καί ἀγανάκτηση τούς διακατέχει. Καί ὁ Ἐφραίμ δέν ὑστερεῖ σέ θρῆνο. Κλαίει κι αὐτός καί πονᾶ γιά τή νέα μεγάλη θλίψη. Ἀλλά δέν κάμπτεται. Στέκεται καί πάλι κοντά στό ποίμνιό του παρήγορος καί βοηθός. Ἐπιστρατεύει τούς πλούσιους πολίτες τῆς Ἀντιοχείας. Αὐτούς, τῶν ὁποίων ἡ περιουσία δέν καταστράφηκε ἀπό τούς σεισμούς. Τούς μιλᾶ γιά τό ἱερό τούς καθῆκον στή δύσκολη ἐκείνη περίσταση. Γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί τούς ἀδελφούς του. Καί τούς συγκινεῖ. Μαζί τους, χωρίς διακοπή, ἐπισκέπτεται τούς πληγέντες. Μέ ὑλικά ἀγαθά, τροφές καί σκεπάσματα καί ἐνδύματα, ἀλλά καί πατρικούς θερμούς λόγους τούς ἐνθαρρύνει, τούς ἐνισχύει, τούς συμβουλεύει, τούς παρηγορεῖ. Μέ πόση ἀνακούφιση βλέπουν οἱ Χριστιανοί τῆς Ἀντιοχείας τόν καλό τους ἐπίσκοπο νά συγκακοπαθεῖ μαζί τους! Μέ πόση χαρά καί καύχηση τόν ἀντικρύζουν ὡς πατέρα καί ἄξιο ποιμένα τους!
Δέκα ὀκτώ ἔτη ποίμανε τήν ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας ὁ ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Πατριάρχης. Δέκα ὀκτώ ἔτη διοικήσεως, διδασκαλίας, φιλανθρωπίας, ἀγώνων καί μόχθου γιά τό ποίμνιό του, τό ὁποῖο μέ τόση ἀφοσίωση ὁδήγησε «εἰς νομάς σωτηρίους», κοντά στόν Χριστό, τόν αἰώνιο καί μοναδικό Ποιμένα.
Γιά νά γίνει παράδειγμα σέ κάθε ἐποχή, ὅτι τά μεγάλα ἔργα, οἱ ὑψηλές θέσεις καί μάλιστα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀπαιτοῦν κόπους καί θυσίες. Ἀπαιτοῦν τόν ἀξιωματοῦχο καί ἐργάτη τῶν αὐτῶν ἔργων ἀκούραστο καί ἄγρυπνο στό πλευρό τῶν ἀνθρώπων, στούς ὁποίους τάχθηκε. Συμπαραστάτη καί βοηθό καί ἐνισχυτή μέχρι θυσίας καί τῆς ζωῆς του ἀκόμη.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀθλητές Στεφανηφόροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς Φανερωμένης στὴ Σαλαμῖνα
Γεννήθηκε στὰ Μέγαρα ἀπὸ τὸν Δημήτριο καὶ τὴν Κυριακή. Παντρεύτηκε μὲ τὴν Βασίλω καὶ ἀπόκτησε δυὸ γιούς, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Δημήτριο. Ἦταν γεωργὸς στὸ ἐπάγγελμα καὶ οἰκοδόμος. Μὲ ὑπόδειξη τῆς Θεοτόκου πῆγε στὴ Σαλαμῖνα, ὅπου βρῆκε τὴν σεπτὴ εἰκόνα της καὶ στὰ ἐρείπια παλιᾶς Μονῆς οἰκοδόμησε νέα (1682). Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς καὶ μετονομάστηκε σὲ Λαυρέντιος. Ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ καὶ ἡ γυναῖκα του, μετονομασθεῖσα σὲ Βασσιανή. Διὰ τῆς Θεοτόκου ἔκανε ἀρκετὰ θαύματα καὶ πέθανε εἰρηνικὰ στὶς 6 Μαρτίου 1707. Ἡ μνήμη του τελεῖται στὶς 7 Μαρτίου.
Οἱ Ἅγιοι Αἰμιλιανὸς ὁ Ρωμαῖος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Μαριανός
Οἱ ἐν Ρώμῃ (+ 259).