Σήμερα 12/3 εορτάζουν:
- Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής της Συγριανής
- Όσιος Γρηγόριος ο Α’ Διάλογος Πάπας Ρώμης
- Άγιοι Εννέα Μάρτυρες
- Δίκαιος Φινεές
- Όσιος Συμεών ο Ευλαβής
- Άγιος Λαυρέντιος
- Προφήτης Ααρών
- Άγιος Δημήτριος βασιλεύς της Γεωργίας
Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁμολογητὴς τῆς Συγριανῆς
Ὁ γνωστὸς χρονογράφος καὶ εὐθαρσὴς Ὁμολογητής, γεννήθηκε τὸ 760 μ.Χ. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Ἰσαὰκ καὶ τὴν μητέρα του Θεοδότη. Σὲ ἡλικία ὀκτὼ ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, ἀλλὰ ἡ μητέρα του κατόρθωσε νὰ τὸν μορφώσει καλὰ καὶ νὰ τὸν παντρέψει σὲ νεαρὴ ἡλικία, μὲ ἐνάρετη καὶ πλούσια κόρη, τὴν Μεγαλῶ, τὴν ἔπειτα μοναχὴ καὶ μετονομασθεῖσα Εἰρήνη. Ὁ Θεοφάνης ὅμως, εἶχε μοναχικὴ κλίση καὶ ἔτσι ὁ γάμος διαλύθηκε. Καὶ ἡ μὲν σύζυγός του μὲ τὴν θέλησή της κλείστηκε στὴ γυναικεία μονὴ τῆς νήσου τοῦ Πρίγκηπος, καὶ αὐτὸς σ᾿ ἕνα μοναστήρι κοντὰ στὸ βουνὸ τῆς Συγριανῆς, τὸ Πολίχνιο. Ἀπὸ τὴν μονὴ αὐτή, προσεκλήθη μαζὶ μὲ ἄλλους ἡγουμένους στὴ Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια, ὅπου καὶ διέπρεψε. Ὅταν ἐπέστρεψε, ἐγκατέστησε ἡγούμενο τὸ μοναχὸ Στρατήγιο καὶ ἀποχώρησε στὴν ἀπέναντι νῆσο Κολώνυμο. Ἐκεῖ ἵδρυσε νέα μεγάλη μονὴ καὶ ἐπὶ ἕξι χρόνια καλλιγραφοῦσε καὶ συνέγραψε. Ἡ ὑγεία του ὅμως, προσβλήθηκε ἀπὸ ὀξεῖα λιθίαση. Καὶ ἐπειδὴ δὲ συμμερίστηκε τὶς αἱρετικὲς ἰδέες τῶν εἰκονομάχων Λέοντα τοῦ Ἀρμενίου καὶ Ἰωάννου τοῦ πατριάρχου, ἐξορίσθηκε στὴ Σαμοθράκη ὅπου μετὰ 23 ἡμέρες πέθανε (815 ἢ κατ᾿ ἄλλους τὸ 818). Ἀργότερα οἱ μαθητές του, μετακόμισαν τὰ λείψανά του στὴ μονή του (822).
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Α´ ὁ Διάλογος Πάπας Ῥώμης
Ἦταν χρυσή ἐκείνη ἡ περίοδος, πού ἡἘκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἑνωμένη. Καί ὁ Πάπας τῆς Ρώμης, Ὀρθόδοξος τότε, κατεῖχε τήν πρώτη θέση τιμῆς στήν Ἰεραρχία τῆς Ἐκκλησίας. Μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων αὐτῶν παπῶν ἦταν καί ὁ Γρηγόριος, ὁ γνωστός μέ τήν προσωνυμία Διάλογος.
Ὁ Γρηγόριος γεννήθηκε στή Ρώμη τό 540 μ.Χ. σέ οἰκογένεια χριστιανική, πλούσια καί ἀριστοκρατική. Ὁ πατέρας του κατεῖχε θέση γερουσιαστῆ καί τιμοῦνταν ἐξαιρετικά ἀπό τό περιβάλλον του. Ἦταν φυσικό καί ὁ γιός του Γρηγόριος νά σπουδάσει ἐπιστημονικά καί νά ἐξελιχθεῖ ἀνάλογα. Σπούδασε τή νομική, πολύ περισσότερο ὅμως τήν θεία καί ἱερά ἐπιστήμη, ὅπως αὐτή ἀναπτύσσεται στήν Ἁγία Γραφή, στά συγγράμματα τῶν θείων Πατέρων καί στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Μετά τόν θάνατο τοῦ γερουσιαστῆ πατέρα τουὁ Γρηγόριος, ὑπάκουος στήν κλήση τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποίησε τήν μεγάλη περιουσία, τήν ὁποία εἶχε κληρονομήσει, καί ἔκτισε δυό Ἱερές Μονές, μία στή Ρώμη καί τήν ἄλλη στή Σικελία. Στή δεύτερη αὐτή ἀποσύρθηκε καί μόνασε γιά ἀρκετό διάστημα, ἔχοντας ὡς μόνη ἀπασχόληση τήν πνευματική του ἑτοιμασία σ’ ὅ,τι ὁ Κύριος ἤθελε νά τόν καλέσει. Ἀλλά ἔπειτα ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα ὁ Πάπας Πελάγιος ὁ Β΄ τόν ἀνακάλεσε στή Ρώμη καί τόν χειροτόνησε διάκονο καί στή συνέχεια πρεσβύτερο.
Τά πολλά καί ἰδιαίτερα προσόντα τουἔκαναν τόν Πελάγιο νά τοῦἀναθέτει ἐμπιστευτικές καί ἐπίσημες ἐκκλησιαστικές ἀποστολές. Μία ἀπό αὐτές ἦταν καί στήν Κωνσταντινούπολη πρός τόν αὐτοκράτορα Τιβέριο, ὡς ἀποκρισαρίου, γιά νά διαπραγματεύεται μαζί του ζητήματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης. Ἦταν πολύ ὑπεύθυνες καί ἱερές ἀποστολές αὐτές, τίς ὁποῖες ὅμως ὁ Γρηγόριος ἔφερε σέ πέρας μέ ταπείνωση καί σύνεση καί φόβο Θεοῦ. Ὅμως στά ἕξι χρόνια, πού ἔμεινε στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Γρηγόριος (579 – 585), εἶχε τήν εὐκαιρία νά συνδεθεῖ μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί νά ὠφεληθεῖ πολύ ἀπό τήν θεολογική καί πατερική σκέψη, πού κυριαρχοῦσε ἐκεῖ, καί τήν ἐκκλησιαστική ἱεραποστολική δράση τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου. Ἡ γνωριμία του μέ τήν Ἀνατολή ἔγινε ἐφόδιο γιά τήν μετέπειτα ὑπεύθυνη ἱερή ἀποστολή του.
Μετά τό θάνατο τοῦ Πελαγίου τοῦ Β΄ ὁ Θεός ἀνέβασε στόν παπικό θρόνο τόν Γρηγόριο, τόν Σεπτέμβριο τοῦ 590. Ἦταν τότε μιά περίοδος καί ἐποχή δύσκολη γιά τή Ρώμη. Ἡ πολιτική ἐξουσία βρισκόταν σέ κατάπτωση καί εἶχε χάσει τελείως τό κύρος της. Ἐξάλλου καί ἡἐκκλησιαστική κατάσταση ἦταν γεμάτη προβλήματα. Οἱ διάφοροι καί πολλοί αἱρετικοί δροῦσαν μέ φανατισμό. Οἱ κληρικοί δέν ἦταν ἱκανοί νά ἀνταποκριθοῦν στίς ὑποχρεώσεις τους καί νά ἀντιμετωπίσουν τήν κρισιμότητα τῆς καταστάσεως. Καί μαζί μέ αὐτά ἡἀσθένεια τῆς πανούκλας μάστιζε τήν περιοχή καί ὁδηγοῦσε σέ θάνατο πλῆθος λαοῦ. Γι’ αὐτήν τήν ἐποχή γράφει ὁ Γρηγόριος: ἩἘκκλησία μοιάζει μέ παλιό καράβι, πού τό δέρνουν μέ σφοδρότητα τά κύματα, κι αὐτό κάνει νερά ἀπό ὅλα τά μέρη. Τά ξύλα του σαρακωμένα. Κινδυνεύει νά χαθεῖ.
Βλέπει ὁ Γρηγόριος ζοφερή τήν κατάσταση. Ὅμως δέν ἀπογοητεύεται. Ἔχει τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός, ὁὁποῖος τόν ἀνέβασε «ἐπί τήν λυχνίαν» τῆς Ρώμης, θά τόν φωτίσει καί θά τόν ἐνδυναμώσει. Ἀντιμετωπίζει τά θέματα μέ πίστη καί προσευχή, μέ σύνεση καί δυναμισμό. Δραστηριοποιεῖται σ’ ὅλους τους τομεῖς καί μέ τή βοήθεια τῶν καλῶν του συνεργατῶν προχωρᾶ. Πρωτίστως ἀσχολεῖται μέ τήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική μόρφωση καί ἀναμόρφωση τοῦ Κλήρου. Κι αὐτό γιά νά ἔχει ἱκανούς ἀγωνιστές καί πρότυπα χριστιανικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν, τόσο στίς ἱερές Μονές, ὅσο καί στόν κόσμο. Κατορθώνει νά ἐπαναφέρει στήν ἐκκλησιαστική κοινωνία καί ἑνότητα τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἰστρίας, οἱὁποῖοι ἦταν ἀντιδραστικοί. Ἱδρύει Σχολή ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς μέ νέο ἀσματικό σύστημα, τό γνωστό ὡς «Γρηγοριανό». Μέ μέτρα αὐστηρά τιμωρεῖ τή σιμωνία καί κάθε ἄλλη παρεκτροπή καί ἀπειθαρχία τοῦ κλήρου. Ἀντίστοιχα ἀντιμετωπίζει τή διαβρωτική δράση τῶν αἱρετικῶν της Σικελίας καί Ἀφρικῆς καί αὐτῶν τῶν εἰδωλολατρῶν. Διαφωτίζει τούς Ὀρθοδόξους καί τούς κάνει σταθερούς καί συγχρόνως ἀγωνιστές ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν. Ἐπιχειρεῖ ἀκόμη καί ἐπιτυγχάνει ἱεραποστολή στήν Ἀγγλία γιά τόν ἐκχριστιανισμό τῶν Ἀγγλοσαξόνων.
Κι αὐτοί βέβαια εἶναι οἱἀγῶνες του γιά τήν οἰκοδομή καί τή σωτηρία τῶν πιστῶν. Ἀλλά ὁ Γρηγόριος ἐνδιαφέρθηκε καί γιά τά οἰκονομικά τῆς Ἐκκλησίας, χρήσιμα κι αὐτά γιά τούς διάφορους πνευματικούς ἀγῶνες, γιά τά ἔργα καί τή συντήρηση τῶν ἱερῶν Ναῶν καί τῶν Μοναστηριῶν, γιά τή φιλανθρωπία, γιά τήν ἱεραποστολή...
Καί ὄχι μόνο αὐτά. Ὁ Γρηγόριος δέν λησμονεῖ ὅτι εἶναι Ἐπίσκοπος, λειτουργός τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἱερῶν Μυστηρίων της καί κήρυκας τῆς ἀληθείας. Λειτουργεῖ καί κηρύττει. Εἶναι θεολόγος ἱκανός, ἀλλά συγχρόνως καί κήρυκας πρακτικός, ὁὁποῖος ἀντλεῖ τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματός του ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Συγχρόνως γράφει ἀσκητικά καί ποιμαντικά ἔργα καί σχολιάζει μέ τρόπο οἰκοδομητικό, μέ τρόπο ἁπλό. Καί δίνει εὐκαιρίες στούς ἀκροατές νά ὑποβάλλουν ἐρωτήσεις καί ἀπορίες, ὥστε νά προκαλεῖται διάλογος. Κάνει ὁμιλίες στά ἱερά Εὐαγγέλια. Ἀπό τίς διαλογικές αὐτές ὁμιλίες πῆρε τήν προσωνυμία «Διάλογος». Σώθηκαν ἀκόμη καί 848 ἐπιστολές μέ ποικίλο περιεχόμενο, πάντοτε πνευματικό καί οἰκοδομητικό, ἐκκλησιαστικό.
Ἐργάσθηκε μέ πίστη, ζῆλο, σθένος, καί προπάντων μέ γνήσια ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία καί τούς πιστούς. Τό πολύμορφο ὅμως αὐτό καί ποικίλο ἔργο του, τεράστιο σέ πλάτος καί ἔκταση, ἔκαμψε γρήγορα τόν ἀσθενικό ὀργανισμό του καί στίς 12 Μαρτίου τοῦ 604, σέ ἡλικία 64 ἐτῶν, ἐκλήθη ἀπό τόν Θεό νά ἀναπαυθεῖ ἀπό τούς κόπους του καί νά ἀμειφθεῖ ὡς καλός ἐργάτης καί «στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Τιμ. δ΄ 3).
Πράγματι πρότυπο Ἱεράρχου. Μέ συναίσθηση τῶν ὑποχρεώσεών τουἀπέναντι στόν Θεό καί στούς ἀνθρώπους, μέσα σέ δυσκολίες καί ἀντιξοότητες. Τό ὑψηλό του ἀξίωμα τό εἶδε ὡς διακονία, καί σ’ αὐτήν ἐκδαπάνησε τόν ἑαυτό του καί ὅ,τι δικό του εἶχε. Ἀλήθεια, πόσα μπορεῖ νά ἐργασθεῖ μεταξύ τοῦ λαοῦ καί σέ πόσους τομεῖς ἕνας εὐλαβής κληρικός πού ἔχει συναίσθηση τῆς εὐθύνης του, κάθε κληρικός, ὁπουδήποτε κι ἄν βρίσκεται. Καί μάλιστα ὁἈρχιερεύς!
Ἀπό τό βιβλίο «Ἄνθοι τοῦ Παραδείσου»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μ᾿ αὐτοὺς ποὺ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο ἐπίσκοπο Αὐδᾶ στὴν Περσία, ποὺ ἡ μνήμη τους ἑορτάζεται τὴν 31η Μαρτίου).
Ὁ Δίκαιος Φινεές
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος
Ἦταν ἀπὸ τὴν Παφλαγονία καὶ ἔζησε τὸν 10ο αἰῶνα. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος καὶ Θεοφανῶ, φρόντισαν γιὰ τὴν καλή του ἐκπαίδευση, τὶς δὲ σπουδές του συμπλήρωσε στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν κηδεμονία ἰσχυροῦ θείου του στὴν Αὐλή. Μὲ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ θείου του, μπῆκε καὶ αὐτὸς στὴν Αὐλή. Ὅταν ὅμως πέθανε ὁ θεῖος του, ἄφησε τὴν Αὐλὴ τοῦ Παλατιοῦ καὶ ζήτησε νὰ εἰσαχθεῖ στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Στουδίου. Δὲν τὸν δέχτηκαν λόγω τοῦ νεαροῦ της ἡλικίας του. Ἀργότερα ὅμως τὸν δέχτηκαν. Ἐκεῖ μαθήτευσε κοντὰ στὸν ὁμώνυμο προίσταμενό του Συμεών, μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ ὁποίου εὐδοκιμοῦσε στὶς θεολογικὲς μελέτες καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Συναντᾶμε κατόπιν τὸν Συμεὼν στὴ Μονὴ τοῦ ἁγίου Μάμαντα, ὅπου πῆρε τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ στὴ συνέχεια ἔγινε ἡγούμενός της. Ἐπειδὴ ὅμως θέλησε νὰ ἐπιβάλει τοὺς μοναστικοὺς κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, συνάντησε ζωηρὴ ἀντίδραση καὶ παραιτήθηκε. Ἀσχολήθηκε ἀποκλειστικὰ μὲ θεολογικὲς μελέτες καὶ συγγραφές. Κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Νικομήδειας Στέφανο ὅτι, γιόρταζε ἀπὸ μόνος του σὰν ἐπίσημο Ἅγιο τὸν γέροντά του Συμεὼν καὶ ἡ περιπέτεια αὐτὴ τοῦ κόστισε ἕξι χρόνια ταλαιπωρίες. Τελικά, διατάχθηκε νὰ πάει σ᾿ ἕνα μοναχικὸ παρεκκλῆσι τῆς ἁγίας Μαρίνας, στὴν Ἀσιατικὴ ὄχθη τῆς Προποντίδας, ὅπου καὶ πέθανε σὲ γεροντικὴ ἡλικία (κατὰ τὸ 1020). Ἀπὸ τὶς συγγραφές του σῴζονται 92 λόγοι, 282 πρακτικὰ καὶ θεολογικὰ κεφάλαια, καθὼς καὶ θρησκευτικὰ ποιήματα. Γιὰ τὴν θεολογική του δεινότητα ὀνομάστηκε Νέος Θεολόγος.
Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος
Ἀνήκει καὶ αὐτὸς στὸ χορὸ τῶν 300 Μαρτύρων καὶ Ὁσίων της Κύπρου, τοὺς ἐπονομαζόμενους Ἀλαμανούς. Βλέπε καὶ Μάρτυρες 300 Ἀλαμανοὶ στοὺς Α.Χ.Ε.Χ.