ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (17/3)

Σήμερα 17/3 εορτάζουν:

  • Όσιος Αλέξιος ο άνθρωπος του Θεού
  • Όσιος Θεοστήρικτος ο Ομολογητής
  • Άγιος Πατρίκιος
  • Μνήμη της φοβεράς απειλής του σεισμού
  • Άγιος Παύλος ο Οσιομάρτυρας
  • Άγιος Μαρίνος
  • Άγιος και Δίκαιος Λάζαρος ο φίλος του Χριστού
  • Όσιος Μακάριος ηγούμενος της μονής Κολγιαζίν της Ρωσίας
  • Άγιος Γαβριήλ ο Μικρός ο Οσιομάρτυρας
  • Άγιος Θεόδουλος ο Ιερομάρτυρας ο Σιναΐτης
  • Άγιος Παύλος ο Οσιομάρτυρας ο ἐν Κύπρῳ ἀθλήσας

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ

17.-Osios-Alexios

Γεννήθηκε στὴ Ῥώμη, στὰ χρόνια του Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου, γιῶν τοῦ Μ. Θεοδοσίου (378-395). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Εὐφημιανὸς καὶ ἡ μητέρα του Ἀγλαΐα. Ἦταν εὐσεβέστατοι χριστιανοὶ καὶ εἶχαν μεγάλη περιουσία, ποὺ διέθεταν στὰ ὀρφανὰ καὶ στοὺς φτωχούς με μεγάλη προθυμία καὶ γενναιοδωρία. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὸ γιὸ τους Ἀλέξιο. Μὲ τὸ δικό του χέρι μοίραζαν τὰ περισσότερα ἐλέη τους. Ὅταν ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία ὁ Ἀλέξιος, θέλησαν νὰ τὸν νυμφεύσουν, πρᾶγμα ποὺ ὁ ἴδιος δὲν ἐπιθυμοῦσε. Ἀλλὰ στὴν ἐπιμονὴ τῶν γονέων του, ὁ Ἀλέξιος νυμφεύθηκε μία γυναῖκα ποὺ κι αὐτὴ ἤθελε νὰ μείνει ἄγαμη. Ὁπότε συμφώνησαν νὰ διατηρήσουν καὶ οἱ δυὸ τὴν παρθενία τους. Αὐτό, ὅμως, τὸ κατάλαβαν οἱ γονεῖς τοῦ Ἀλεξίου καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάζεται νὰ φύγει σὲ μακρινὸ μέρος, στὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ στὶς ἀσκήσεις, ἀλλὰ καὶ στὴ βοήθεια καὶ φροντίδα τῶν φτωχῶν. Μετὰ 17 χρόνια, ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ βρῆκε στὴ ζωὴ τοὺς γονεῖς του καὶ τὴν σύζυγό του. Αὐτοὶ ὅμως δὲν τὸν ἀναγνώρισαν. Ἔμεινε κοντά τους, συνεχίζοντας καὶ καλλιεργώντας τὸ θεάρεστο ἔργο του. Ὅταν πέθανε, ἀποκάλυψε ποιὸς ἦταν. Αὐτὸ στὴν ἀρχὴ λύπησε τοὺς δικούς του, ἀλλὰ ἔπειτα χάρηκαν, διότι ὁ Ἀλέξιος μέχρι τέλους ἦταν «ἄρτιος του Θεοῦ ἄνθρωπος», δηλαδή, τέλειος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ Μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡμῖν φοβερᾶς
ἀπειλῆς τοῦ Σεισμοῦ κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ Βασιλέως

Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει: Ἐν τοῖς ἐντύποις Συναξαρισταῖς καὶ τοῖς Μηναίοις σημειοῦται κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην, ἄνευ ὑπομνήματος, «μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡμῖν φοβερᾶς ἀπειλῇς τοῦ σεισμοῦ, κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως». Περὶ τοῦ σεισμοῦ τοῦ ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογεννήτου (780-797) συμβάντος, ὁ Κεδρηνὸς (Β΄, σ. 23) λέγει, ὅτι ἐγένετο κατὰ τὸ δέκατον ἔτος τῆς βασιλείας αὐτοῦ, χωρὶς νὰ ὁρίζῃ τὴν ἡμέραν, ἥτις, κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, εἶναι ἡ κατὰ τὴν 17ην Μαρτίου μνημονευομένη ὑπὸ τῶν Συναξαριστῶν. Ὁ Λαυριωτικὸς Κώδ. 70 συμπληροῖ τὴν ἀνωτέρω σύντομον μνείαν τοῦ σεισμοῦ οὕτω: «τότε γὰρ πολὺ μέρος τῶν τειχῶν τῆς πόλεως κατέπεσε καὶ θεῖοι ναοὶ διεῤῥάγησαν καὶ οἶκοι διάφοροι καὶ τριόροφοι ἕως ἐδάφους κατέπεσον καὶ ἢν κλονουμένη πᾶσα ἡ γῆ ἐπὶ πλεῖστας ἡμέρας· ὁ δὲ βασιλεύς, σὺν τῷ Πατριάρχῃ καὶ παντὶ τῷ λαῷ μετὰ λιτῶν καὶ τῶν σεπτῶν εἰκόνων καὶ ζωοποιῶν σταυρῶν καὶ τῶν ἁγίων λειψάνων σὺν δάκρυσι καὶ νηστείαις καὶ προσευχαῖς ἐξιλεούμενοι τὸ θεῖον καὶ παρακλητεύοντες [καί] ἐπιβοῶντες «ρῦσαι Κύριε, τῆς δικαίας σου ὀργῆς καὶ μὴ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν παραδώῃς ἡμᾶς εἰς θάνατον ἀλλὰ κατὰ τὸ πολὺ ἔλεός σου ἐλέησον τὸν σὸν ὑποκείμενον λαόν» ὁ δὲ πολυέλεος καὶ μακρόθυμος Θεὸς ἀποστρέψας τὴν ὀργὴν αὐτοῦ, παρ΄ ἐλπίδα τοὺς τότε πάντας ἐῤῥύσατο καὶ τὸν κλόνον καὶ τρόμον τῆς γῆς κατέπαυσε.

Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος ὁ Ὁμολογητής

Γεννήθηκε στὴν Τρίγλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας (κωμόπολη τῆς Βιθυνίας στὰ παράλια της Προποντίδας) στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰῶνα. Εὐσεβὴς καὶ φιλομόναχος ἀπὸ μικρός, ἀμέσως ὅταν τελείωσε τὴν βασική του ἐκπαίδευση, πῆγε στὴν ἐκεῖ κοντὰ Μονὴ Πελεκητή, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀργότερα ἔγινε καὶ ἡγούμενός της. Ὅταν ἐπὶ Κων/νου Ε΄ τοῦ
Κοπρωνύμου (741-775) ξέσπασε ὁ φοβερὸς διωγμὸς κατὰ τῶν εἰκόνων, ὁ αὐτοκράτορας πρόσταξε τὸν ἡγεμόνα τῆς Ἀσίας Μιχαὴλ τὸ Λαχανοδράκοντα, νὰ τιμωρήσει μὲ κάθε τρόπο σκληρὰ αὐτοὺς ποὺ προσκυνοῦν τὶς ἅγιες εἰκόνες. Τότε αὐτός, πῆγε στὴ Μονὴ Πελεκητῆς τὴν Μεγάλη Πέμπτη καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας, συνέλαβε τοὺς μοναχοὺς καὶ ἄλλους σκότωσε μὲ βάρβαρα βασανιστήρια καὶ ἄλλους, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸν Θεοστήρικτο, ἀφοῦ πάλι σκληρὰ βασάνισε τοὺς ἔστειλε στὶς φυλακὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀργότερα, ὅταν ὁ Ἅγιος βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακή, γέροντας πλέον, ἐπέστρεψε στὴν κατεστραμμένη Μονὴ Πελεκητῆς, ὅπου συναντήθηκε μὲ τὸν ὅσιο καὶ ὁμολογητὴ Νικήτα, ἡγούμενο τῆς κοντινῆς Μονῆς Μηδικίου. Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος συνέθεσε καὶ «Κανόνα Παρακλητικὸν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον». Ἔζησε σὲ βαθιὰ γεράματα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ὁσιομάρτυρας

Οἱ Ὅ­σιοι Πα­τέ­ρες καί Μο­να­χοί κα­τέ­χουν πε­ρί­λαμ­πρη θέ­ση στήν ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α καί ἔ­παι­ξαν ἀ­νέ­κα­θεν σπου­δαῖ­ο καί θαυ­μα­στό ρό­λο μέ­σα σ’ αὐ­τήν. Εἶ­ναι οἱ Ἅ­γιοι, οἱ ὁ­ποῖ­οι, ἀ­πο­μα­κρυ­σμέ­νοι ἀ­πό τόν κό­σμο, ἀ­σκοῦν­ται σέ κά­θε εἴ­δους ἀ­ρε­τή, καί ἀ­πό τά ἱ­ε­ρά τους ἀ­σκη­τή­ρια ἀ­να­πέμ­πουν κα­θη­με­ρι­νῶς δε­ή­σεις στόν Θε­ό ὑ­πέρ τῶν ἀ­γω­νι­ζο­μέ­νων Χριστια­νῶν πού βρί­σκον­ται στόν κό­σμο. Συγ­χρό­νως αὐ­τοί οἱ Μο­να­χοί ἀ­πο­τέ­λε­σαν ἀ­νά τούς αἰ­ῶ­νες τά ἀ­γω­νι­στι­κά τάγ­μα­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, πού μά­χον­ται πάν­το­τε ἐ­ναν­τί­ον τῶν αἱ­ρέ­σε­ων καί κά­θε πλά­νης. Πολ­λοί ἀ­πό αὐ­τούς ἀ­γω­νί­σθη­καν γιά τήν ἀ­λή­θεια καί τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α μέ­χρι μαρ­τυ­ρί­ου. Μί­α τέ­τοι­α μορ­φή εἶ­ναι καί ὁ ὁ­σι­ο­μάρ­τυς Παῦ­λος.

Ἀ­πό τήν εὐα­νδρη με­γα­λό­νη­σο Κρή­τη κα­τα­γό­ταν ὁ Ὅ­σιος. Καί εἶ­χε με­λε­τή­σει, εἶ­χε ἀ­γα­πή­σει καί εἶ­χε ἐμ­πνευ­σθεῖ ἀ­πό τόν ὁ­μώ­νυ­μο, τόν ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο, καί τά δι­κά του τά ἴ­χνη πό­θη­σε νά ἀ­κο­λου­θή­σει, ὡς μι­μη­τῆ τοῦ Χρι­στοῦ. Γιά τήν ἀ­σκη­τι­κή ζω­ή τοῦ ὁ­σί­ου Πα­τρός ὁ ἱ­ε­ρός ὑ­μνο­γρά­φος ση­μει­ώ­νει: «Κα­τη­κο­λού­θη­σε Χρι­στῷ δί ἐ­νά­ρε­του ἀ­γω­γῆς καί ἀρετῶν ἀ­σκη­τι­κῶν». Στήν λι­τή ἀλ­λά πε­ρι­ε­κτι­κή αὐ­τή φρά­ση πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται ὅ­λη ἡ ἐ­νά­ρε­τη ζω­ή τοῦ Παύ­λου. Οἱ κό­ποι του, οἱ ἀ­σκή­σεις, ἡ ἐγ­κρά­τεια, οἱ προ­σευ­χές, οἱ ἀ­γρυ­πνί­ες, ἡ ἀ­γά­πη του…

Ὅ­μως ὁ ὅ­σιος Ὀρ­θό­δο­ξος μο­να­χός δέν ἔ­μει­νε μό­νο σ’ αὐ­τά. Ἦ­ταν τό­τε και­ροί, πού τόν κα­λοῦ­σαν καί σέ ἄλ­λους ἀ­γῶ­νες ἔ­ξω ἀ­πό τό ἀ­σκη­τή­ριό του. Ἦ­ταν χρό­νοι δο­κι­μα­σί­ας τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Οἱ εἰ­κο­νο­μά­χοι εἶ­χαν κη­ρύ­ξει σκλη­ρό καί συ­νε­χῆ δι­ωγ­μό μέ σκο­πό νά ἀ­φα­νί­σουν τούς Ὀρ­θο­δό­ξους καί νά ἐ­πι­βά­λουν τήν πλά­νη τους.

Ὁ Παῦ­λος ἦ­ταν Ὀρ­θό­δο­ξος, μέ φρό­νη­μα ὀρ­θό καί μέ θερ­μό ζῆ­λο, καί γι’ αὐ­τό ὑ­πο­στή­ρι­ξε καί κή­ρυ­ξε σέ κά­θε κα­τεύ­θυν­ση τήν ἀ­λή­θεια. Τήν ἀ­λή­θεια γιά τίς ἁ­γί­ες Εἰ­κό­νες, ὅ­πως τήν συ­νό­ψι­σε ἡ Ἐκ­κλη­σί­α στή φρά­ση τοῦ Μ. Βα­σι­λεί­ου: «ἡ τῆς εἰ­κό­νος τι­μή ἐ­πί τό πρω­τό­τυ­πον δι­α­βαί­νει». Ἀλ­λά καί γε­νι­κῶς κή­ρυ­ξε τήν Ὀρ­θό­δο­ξη ἀ­λή­θεια, ὅ­πως τήν διατύπωσαν οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μέ­σα ἀ­πό τίς Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους. Καί εἶ­ναι ἀ­λή­θεια, ὅ­τι τό ἐ­ρη­μη­τή­ριο τοῦ ὁ­σί­ου Πα­τρός ἔ­γι­νε κέν­τρο δυ­νά­με­ως τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλ­λά καί κέν­τρο ἐ­πι­τε­λι­κοῦ συν­το­νι­σμοῦ γιά τήν δι­α­φώ­τι­ση τῶν Χρι­στια­νῶν, κέν­τρο ἀν­τι­αι­ρε­τι­κου ἀ­γῶ­νος.

Τό θλι­βε­ρό εἶ­ναι ὅ­τι πολ­λοί ἀ­πό τούς Ἄρ­χον­τες τήν πε­ρί­ο­δο ἐ­κεί­νη, καί αὐ­το­κρά­το­ρες ἀ­κό­μη, εἶ­χαν προ­σχω­ρή­σει στήν αἵ­ρε­ση τῆς εἰ­κο­νο­μα­χί­ας. Ἔ­τσι μέ τήν ἀ­νο­χή ἤ καί προ­τρο­πή τους γι­νό­ταν μέ φα­να­τι­σμό με­γά­λος δι­ωγ­μός κα­τά τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, ὄ­χι μό­νο στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη, ἀλ­λά καί σ’ ὅ­λη τήν αὐ­το­κρα­το­ρί­α. Καί ὁ αὐ­το­κρά­τωρ Κωνσταντῖνος ὁ Κο­πρώ­νυ­μος, ὁ ὁ­ποῖ­ος βα­σί­λευ­σε τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη (718 – 775), ἦ­ταν φο­βε­ρός εἰ­κο­νο­μά­χος καί δι­ώ­κτης τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων. Μέ τήν κα­θο­δή­γη­ση καί τίς δι­α­τα­γές του ὅ­λοι οἱ δι­οι­κη­τι­κοί καί στρα­τι­ω­τι­κοί ὑ­πάλ­λη­λοι τῆς αὐ­το­κρα­το­ρί­ας πί­ε­ζαν καί δί­ω­καν τούς Ὀρ­θο­δό­ξους Χρι­στια­νούς.

Στήν Κρή­τη ἐκ­πρό­σω­πος τοῦ Κο­πρω­νύ­μου ἦ­ταν ὁ στρα­τη­γός Θε­ό­φι­λος ὁ Λαρ­δα­τύ­ρης. Αὐ­τός, γνώ­στης τῶν πε­ποι­θή­σε­ων καί τῶν ἀ­γώ­νων τοῦ μο­να­χοῦ Παύ­λου, ἐ­πε­χεί­ρη­σε νά τόν ἐ­πη­ρε­ά­σει, ὥ­στε καί νά δι­α­κό­ψει τούς ἀ­γῶ­νες του καί ὁ ἴ­διος νά ἀρ­νη­θεῖ τήν προ­σκύ­νη­ση τῶν ἁ­γί­ων Εἰ­κό­νων. Καί γιά νά γί­νει αὐ­τό πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, το­πο­θέ­τη­σε μπροστά στόν Ὅ­σιο μί­α εἰ­κό­να τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ καί τοῦ ἔ­δω­σε δι­α­τα­γή νά τήν κα­τα­πα­τή­σει καί νά τή βε­βη­λώ­σει. Ἀλ­λά ἦ­ταν φυ­σι­κό. Ὁ Παῦ­λος ὄ­χι μό­νο ἀρ­νή­θη­κε, ὄ­χι μόνο ἀν­τέ­δρα­σε, ἀλ­λά ἔκ­πλη­κτος γιά τή νο­ο­τρο­πί­α καί τήν ἀ­παί­τη­ση τοῦ στρα­τη­γοῦ, μπρο­στά του καί μέ τρό­πο ἔν­το­νο φώ­να­ξε δυ­να­τά, γιά νά ἀ­κου­σθεῖ ἀ­πό ὅ­λους: «Μή γένοιτο, Κύ­ρι­ε Ἰ­η­σοῦ, πα­τῆ­σαι τήν σήν εἰ­κό­να». Καί συγ­χρό­νως γο­νά­τι­σε εὐ­λα­βι­κά καί ἀ­σπά­σθη­κε μέ σε­βα­σμό τήν εἰ­κό­να τοῦ Σω­τῆ­ρος.

Ἡ δι­α­τα­γή ὅ­μως τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρος ἦ­ταν σα­φής καί αὐ­στη­ρή γιά ὅ­λους. Ὅ­σοι δέν ὑποτάσσονταν, ὅ­ποι­οι κι ἄν ἦ­ταν αὐ­τοί, ἔ­πρε­πε νά βα­σα­νι­σθοῦν καί τε­λι­κά νά θα­να­τω­θοῦν. Καί ὁ ὅ­σιος Παῦ­λος, ὁ ἀ­γω­νι­στής, ὁ ὁ­μο­λο­γη­τής τῆς ἀ­λη­θεί­ας, βά­δι­σε τόν δρό­μο αὐ­τό καί ἐ­πι­σφρά­γι­σε τό κή­ρυγ­μα καί τήν ὁ­μο­λο­γί­α του μέ τό φο­βε­ρό μαρ­τύ­ριο. Κα­τά δι­α­τα­γή τοῦ στρα­τη­γοῦ τόν ἔ­δε­σαν σφι­χτά καί τόν ἔ­βα­λαν στόν κα­τα­πέλ­τη. Αὐ­τό ἦ­ταν ἕ­να βα­σα­νι­στι­κό ὄρ­γα­νο πού χρη­σι­μο­που­οῦ­σαν γιά νά ἐ­ξαρ­θρώ­νουν τά μέ­λη τοῦ σώ­μα­τος τῶν κα­τα­δί­κων καί νά προ­κα­λοῦν ἀ­νυ­πό­φο­ρους πό­νους. Καί στή θέ­ση αὐ­τή κτυ­ποῦ­σαν συ­νε­χῶς τό ἐ­ξαρ­θρω­μέ­νο σῶ­μα του μέ σι­δε­ρέ­νια ρα­βδιά. Στό τέ­λος τόν κρέ­μα­σαν ἀνάποδα, ἄ­να­ψαν ἀ­πό κά­τω φω­τιά καί τόν ἔ­κα­ψαν.

Γρά­φει ὁ ἱ­ε­ρός ὑ­μνω­δός:

Τοίς ἀ­θλη­τι­κοῖς ἱ­δρῶ­σι τούς τῆς αἱ­ρέ­σε­ως σβέ­σας ἄν­θρα­κας καί τῷ πυ­ρί ὁ­λο­καυ­τω­θείς ὡς θύ­μα εὐ­πρόσ­δε­κτον καί ἱ­ε­ρεῖ­ον σε­πτόν προ­ση­νέ­χθης Κυ­ρί­ω… καί ἐ­πα­ξί­ῳ ἐ­πά­θλῳ με­τά­σχων, ἀ­δι­α­λεί­πτως πρέ­σβευ­ε, ὑ­πέρ ἡ­μῶν δε­ό­με­θα, Ἅ­γι­ε!

Ἕ­νας ἀ­κό­μη κρί­κος ἀ­πό τήν χρυ­σή ἁ­λυ­σί­δα τῶν Πα­τέ­ρων καί Ὁ­σί­ων της ἀ­θα­νά­του Ἐκ­κλη­σί­ας μας, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀ­γω­νί­σθη­καν καί κρά­τη­σαν τήν Ὀρ­θό­δο­ξη ἀ­λή­θεια μέ τήν θυ­σί­α τῆς ζω­ῆς τους, τήν ὁ­μο­λο­γί­α τους καί τό μαρ­τύ­ριο. Εἶ­ναι καύ­χη­μα τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, ἀλ­λά καί τό ἄ­ξιο πα­ρά­δειγ­μα γιά μί­μη­ση ἀ­πό ὅ­λους μας.

 Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη

Ὁ Ἅγιος Μαρῖνος

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας. Χριστιανὸς ἀπὸ τὴν γέννησή του, ἀνατράφηκε μὲ πολλὴ ἐπιμελημένη εὐσέβεια καὶ μὲ θερμότατο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη. Ὅταν συνελήφθη σὰν χριστιανός, ὁμολόγησε μὲ θάῤῥος τὴν πίστη του καὶ ἤλεγξε τοὺς εἰδωλολάτρες γιὰ τὶς ἀνόητες θυσίες τους, ὅταν αὐτοὶ ἔβρισαν τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Τότε τὸν βασάνισαν ἄγρια. Τὸν ἔδειραν μὲ μαστίγια, τοῦ ἔσπασαν κατόπιν τὸ στόμα καὶ τὰ δόντια, καὶ τελευταῖα πῆρε τὸ στεφάνι τῆς μαρτυρικῆς τελείωσης μὲ ἀποκεφαλισμό.

Ὁ Ἅγιος καὶ Δίκαιος Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ

Τὴ μνήμη του ἀναφέρουν ὁ Συναξαριστὴς τοῦ Delehaye καὶ ὁ Λαυριωτικὸς Κώδικας 70, μνήμη ποὺ δὲν ἀναφέρουν ὁ Συναξαριστὴς τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Στὸν ἀνωτέρω λοιπὸν Κώδικα ἀναφέρεται ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἡ ἀνάστασις τοῦ ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου τοῦ φίλου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὃν ἐκ νεκρῶν ἤγειρεν ἐν τῇ πόλει Βηθανίᾳ πλησίον Ἱεροσολύμων, ὅτε σαρκὶ περιεπολεύετο ἐν τῇ γῇ ὁ ἀγαθὸς Θεὸς ἡμῶν διὰ τὴν σωτηρίαν». Γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου βλέπε στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, κεφ. ια΄ στ. 1 – 44.

Ὁ Ὅσιος Μακάριος

Ἡγούμενος Κολιαζίνης στὴ Ῥωσία.

Ὁ Ἅγιος Patrick (Ἰρλανδός)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκοποῦ Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985, καθὼς ἐπίσης καὶ στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. «Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.