Σήμερα 23/3 εορτάζουν:
- Άγιος Νίκων Ίερομάρτυρας και οι 199 μαθητές του
- Άγιος Λουκάς ο Ανδριανουπολίτης
- Άγιος Δομέτιος
- Όσιος Παχώμιος ο Αναχωρητής
- Όσιος Εφραίμ ο εν σπηλαίω (Ρώσος)
- Όσιος Θεοδόσιος ο Θαυματουργός (Ρώσος)
- Όσιος Νίκων καθηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου
- Άγιος Βασσιανός Επίσκοπος Ροστώβ της Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Νίκων Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ 199 μαθητές του
Στὶς 23 Μαρτίου ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη μιᾶς ἐνδόξου χορείας 200 μαρτύρων τοῦ 3ου αἰῶνος, τοῦ ἁγίου Νίκωνος τοῦ ἱερομάρτυρος μαζὶ μὲ τοὺς 199 μαθητές του.
Ἡ ζωὴ τοῦ ἁγίου Νίκωνος ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῆς Νεαπόλεως τῆς Ἰταλίας. Ἐδῶ γεννήθηκε καὶ ἔζησε. Τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον ὅπου ἀνατράφηκε ἦταν εἰδωλολατρικὸ ἀπὸ τὸν πατέρα του, βαθύτατα ὅμως χριστιανικὸ ἀπὸ τὴ μητέρα του. Αὐτὴ ἡ εὐσεβὴς μητέρα ἔθεσε μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ μικροῦ Νίκωνα ὡς θεμέλιο καὶ ἀκρογωνιαῖο λίθο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτὴ ἡ πιστὴ μάννα, ὅπως ὡραῖα λέει ὁ ὑμνογράφος, κατηύγασε «μὲ τὸ φῶς τῶν θείων ρημάτων» τὴν ἁπαλὴ καρδιὰ τοῦ παιδιοῦ της.
Νέος, ὡραῖος στὴν ὄψη, ἀθλητικὸς στὸ παράστημα, ζηλευτὸς στὰ χαρίσματα, ὁ Νίκων κατετάγη νωρὶς στὸν ρωμαϊκὸ στρατό, τὸν ὁποῖο καὶ ὑπηρέτησε μὲ τόλμη καὶ ἀφοσίωση. Σὲ κάποια δύσκολη πολεμικὴ ἀποστολὴ κατὰ τὴν ὁποία κινδύνευσαν ὅλοι νὰ ἡττηθοῦν, ὁ γενναῖος Νίκων θυμήθηκε τὶς συμβουλὲς τῆς μητέρας του. Ἐνεργοποίησε ἀμέσως τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς. Καὶ μὲ ἰσχυρὴ φωνὴ ἐκραύγασε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, βοήθει μοι». Καὶ ὅρμησε στὴ μάχη κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Οἱ ἐχθροὶ ἔφυγαν ντροπιασμένοι, ἡττημένοι. Εἶχε νικήσει «ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως» ἑνὸς στρατιώτου – τοῦ Νίκωνος! Ὅλοι ἐπέστρεψαν πίσω ἔνδοξοι καὶ τιμημένοι. Ἔκπληκτοι οἱ συμπολεμιστὲς τοῦ Νίκωνα μιλοῦσαν γιὰ θαῦμα.
Ὅλα αὐτὰ ὁ Νίκων τὰ ἀνήγγειλε μὲ χαρὰ στὴν εὐσεβὴ μητέρα του δοξάζοντας τὸν Θεό. Τῆς ἀνακοίνωσε ἀκόμα καὶ τὸ μεγάλο του πόθο νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὴν Ἀνατολή. Καὶ ἐκεῖ νὰ βαπτισθεῖ, νὰ λουσθεῖ στὰ καθαρτικὰ ὕδατα τῆς ἁγίας Κολυμβήθρας, νὰ γίνει συνειδητὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ!…
Ἀναχωρεῖ λοιπὸν γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Καὶ ἀπὸ κεῖ καταφθάνει στὴ Χίο, ὅπου καὶ σταθμεύει γιὰ μιὰ ἑβδομάδα. Ἀνεβαίνει σὲ ὄρος ὑψηλό. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος προσεύχεται ἀπερίσπαστα. Νηστεύει καὶ ἀγρυπνεῖ. Παραδίδει τελείως τὸν ἑαυτό του στὸ σχέδιο τῆς θείας Προνοίας, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ πανάγαθος Κύριος, ποὺ εἶναι ὁ ἀσφαλὴς ὁδηγὸς κάθε καλοπροαίρετης ψυχῆς, μὲ θεῖο σημεῖο – ὑπόδειξη ἀγγέλου του – διατάζει τὸ δοῦλο του νὰ κατεβεῖ στὴ μικρὴ παραλία καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μὲ πλοιάριο, μετὰ δύο μέρες, νὰ φθάσει στὴν Προποντίδα στὴν πόλη Γάνος τῆς Θράκης.
Στὴν περιοχὴ αὐτὴ ὁ Κύριος θὰ προετοιμάσει τὸν δοῦλο του γιὰ νὰ δεχθεῖ τὴ θεία Χάρη τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος ἀλλὰ καὶ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης.
Ἀνέρχεται ὁ ἅγιος στὸ ὁμώνυμο βουνὸ Γάνος, ποὺ ἀργότερα ἔγινε μεγάλο μοναστικὸ κέντρο τῆς Ἀνατολῆς. Ἐκεῖ εἶχε ἀποσυρθεῖ καὶ ἀσκήτευε τότε ὁ Ἐπίσκοπος Κυζίκου Θεόδωρος. Σ’ αὐτὸν τὸν ἅγιο καθοδηγὸ ἐμπιστεύεται ὁ Νίκων τὸν πόθο του: νὰ βαπτισθεῖ! Ὁ ταπεινὸς Ἐπίσκοπος προσδέχεται μὲ χαρὰ τὸν δοῦλο τοῦ Θεοῦ Νίκωνα. Ἀ ναλαμβάνει ὁ ἴδιος προσωπικὰ νὰ τὸν κατηχήσει ἢ μᾶλλον νὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο ποὺ ἡ εὐσεβὴς μητέρα τοῦ Νίκωνος εἶχε ἀρχίσει. Πάνω λοιπὸν στὰ θεμέλια ποὺ ἐκείνη ἔθεσε στὸ παιδί της, οἰκοδομεῖ καὶ αὐτὸς τοὺς τιμίους λίθους τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, δογματικῆς καὶ ἠθικῆς.
Καὶ ὅταν ἔφθασε ἡ πολυπόθητη ὥρα τῆς βαπτίσεως, ὁ Νίκων μὲ ἱερὴ ἀγαλλίαση δέχεται τὴ θεία Χάρη. Συνέχισε δὲ καὶ μετὰ τὸ Βάπτισμα τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες του μὲ περισσότερη ἀκρίβεια. Καὶ ἐπειδὴ ὁ πλοῦτος τῶν ἀρετῶν του ἦταν τόσο μεγάλος, ἐκρίθη ὁ ἅγιος Νίκων ἄξιος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, μετὰ τρία χρόνια ἀπὸ τὴ βάπτισή του, νὰ δεχθεῖ καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης καὶ νὰ γίνει ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου.
Ἡ ἀσκητικὴ καὶ φωτεινὴ μορφὴ τοῦ ἁγίου Νίκωνος ἐνέπνευσε πολλούς. Σὰν ἰσχυρὸς μαγνήτης εἵλκυσε κοντά του 190 μαθητές. Ὅλους αὐτοὺς ὁ ὅσιος τοὺς καθοδηγοῦσε μὲ σοφία καὶ σύνεση, τοὺς συνέδεε μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τοὺς μυσταγωγοῦσε στὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι ἔνιωθαν κοντά του ἀσφάλεια καὶ ἀνάπαυση ἀπὸ τὴν ποιμαντική του καθοδήγηση. Φρόντιζε ὁ Ἅγιος νὰ μεταδίδει πνευματικότητα καὶ νὰ καλλιεργεῖ σὲ ὅλους τὸ μαρτυρικὸ φρόνημα!
Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμὸς τοῦ Δεκίου στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Ἀνατολῆς, ὁ ἅγιος Νίκων φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Πανάγιον Πνεῦμα μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του ἀνεχώρησε ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς τους σὲ ἀσφαλέστερο μέρος. Ἀφοῦ κατέφυγαν – ὅλοι μαζί – γιὰ λίγο καιρὸ στὴ Μυτιλήνη, ἔφθασαν κατόπιν στὴν Ἰταλία. Συνέπεσε δὲ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη νὰ πεθάνει ἡ μητέρα του, τὴν ὁποία ἐκήδευσε ὁ Ὅσιος μὲ τιμή, εὐγνωμοσύνη καὶ ἱερὴ συγκίνηση, γιατὶ σ’ αὐτὴν ὄφειλε τὸν πρῶτο σπινθήρα τῆς ἀγάπης του πρὸς τὸν Θεό.
Ἡ πνευματικὴ αὐτὴ συνοδεία κατέληξε στὸ νησὶ τῆς Σικελίας. Οἱ θεοφιλεῖς ἀγῶνες ὅλων συνεχίστηκαν ἐπάνω στὸ κεντρικὸ ὄρος τοῦ νησιοῦ, τὸ Ταυρομένιο (σημερινὴ Ταορμίνα), στὰ ἐρείπια συγκροτήματος λουτρῶν. Στὴ φωτεινὴ αὐτὴ συνοδεία εἶχαν προστεθεῖ καὶ ἄλλοι ἐννιὰ μαθητὲς ἀπὸ τὴν περιοχὴ ἐκείνη.
Ἡ φήμη τῶν εὐλαβῶν καὶ πιστῶν αὐτῶν Χριστιανῶν μοναχῶν ἀσκητῶν ἔφθασε στὸν εἰδωλολάτρη ἡγεμόνα τῆς Σικελίας Κυντιανό, ὁ ὁποῖος τοὺς κάλεσε σὲ αὐστηρὴ ἀνάκριση. Τοὺς ἀπείλησε μὲ θάνατο ἐὰν δὲν ἀρνηθοῦν τὴν πίστη καὶ δὲν θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Καὶ τότε ὅλοι μαζὶ οἱ ἀληθινοὶ καὶ πιστοὶ δοῦλοι καὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ μαζὶ μὲ τὸν πνευματικό τους πατέρα Νίκωνα ὁμολόγησαν μὲ σταθερότητα τὴν πίστη τους στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ Σωτήρα τους, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό!
Ἡ ἀσυμβίβαστη καὶ ἀμετάκλητη αὐτὴ ὁμολογία ἐξαγρίωσε τὸν ἡγεμόνα. Διέταξε ἀμέσως τοὺς 199 μαθητὲς νὰ ξαπλώσουν στὴ γῆ γιὰ νὰ τοὺς μαστιγώσουν μὲ βούνευρα. Καὶ ἔτσι πληγωμένοι βαριὰ νὰ κατακαοῦν. Καὶ μετὰ διέταξε καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν. Τὰ μαρτυρικά τους σώματα τὰ ἔριξαν σὲ μεγάλη φωτιὰ ποὺ ἄναψαν γι’ αὐτούς.
Τὸν ἱερομάρτυρα Νίκωνα τὸν ξάπλωσαν καταγῆς, τοῦ τέντωσαν τὰ ἄκρα καὶ τὸν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Μετὰ ἔδεσαν τὸ καταπληγωμένο σῶμα του πίσω ἀπὸ ὑποζύγια καὶ τὸ ἔσερναν βάναυσα στὴ γῆ, μέχρις ὅτου τὸ ἔριξαν σὲ γκρεμό. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁλοκλήρωσαν ἄσπλαχνα τὸ μαρτύριό του. Χτύπησαν μὲ πέτρες τὸ στόμα του. Τοῦ ἔκοψαν μετὰ τὴ γλώσσα. Καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἔτος 250 μ.Χ. Τὰ τίμια λείψανα τὰ βρῆκε ὁ Ἐπίσκοπος Μεσσήνης Θεοδόσιος καὶ ἀνήγειρε στὴ μνήμη τῶν μαρτύρων ναό!
Κάθε μητέρα εἶναι προικισμένη μὲ εἰδικὴ δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ μπορεῖ μὲ τὰ φιλόστοργά της αἰσθήματα καὶ τὴν πειστικότητα νὰ συγκινεῖ τὴν ψυχὴ κάθε παιδιοῦ της καὶ νὰ τὴ στρέφει πρὸς τὸν Κύριό μας, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως τὸ ἔπραξε τόσο ὑπεύθυνα καὶ ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Νίκωνος.
Ἂν θέλουμε καὶ σήμερα ἁγίους γιὰ νὰ μᾶς σώζουν ἀπὸ τὸν διεφθαρμένο κόσμο, ἂς διευκολύνουμε τὸ ἱερὸ ἔργο κάθε εὐσεβοῦς μητέρας καὶ ἂς παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ τὶς ἐνδυναμώνει στὴ μεγάλη τους καὶ ἱερὴ ἀποστολή.
Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ὁ Ἅγιος Δομέτιος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 30ην Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἀδριανουπολίτης
Γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὴν Δομνίτσα στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Σὲ ἡλικία ἕξι χρονῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ μητέρα του τὸν παρέδωσε σ΄ ἕναν Ζαγοραῖο πραγματευτή, μὲ τὸν ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν ἦταν 13 χρονῶν ὁ Λουκᾶς, φιλονίκησε μ΄ ἕνα τουρκόπουλο ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ κυρίου του καὶ τὸ ἔδειρε. Αὐτὸ τὸ εἶδαν οἱ ἐκεῖ παρευρισκόμενοι Τοῦρκοι καὶ ὅρμησαν μὲ θυμὸ ἐναντίον τοῦ Χριστιανόπουλου. Ὁ Λουκᾶς γιὰ ν΄ ἀποφύγει τὴν τιμωρία εἶπε στοὺς Τούρκους: «Ἀφῆστε με κι ἐγὼ θὰ τουρκέψω». Τότε καταλάγιασε ὁ θυμὸς τῶν Τούρκων καὶ τὸν πῆγαν σ΄ ἕνα εὐγενῆ Τοῦρκο, ποὺ πέτυχε τὸν ἐξισλαμισμό του. Ἐλεγχόμενος ὅμως ἀπὸ τὴν συνείδησή του, ὁ Λουκᾶς ζήτησε τὴν βοήθεια τοῦ κυρίου του ἀπὸ τὴν Ζαγορά, ὁ ὁποῖος καὶ προσπάθησε νὰ τὸν ἀπελευθερώσει μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Ῥωσικῆς Πρεσβείας. Ἀλλ΄ ἡ Ῥωσικὴ Πρεσβεία, γιὰ ν΄ ἀποφύγει τυχὸν ἀνωμαλίες, εἶπε ὅτι θὰ δεχόταν τὸν Λουκᾶ μόνο ἂν αὐτὸς διέφευγε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του. Πράγματι μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ Λουκᾶς κατόρθωσε καὶ ἀπέδρασε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀφέντη του καὶ ἀφοῦ ἐπιβιβάστηκε σὲ πλοῖο πῆγε στὴ Σμύρνη, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα. Ἐκεῖ μὲ τὴν συμβουλὴ ἑνὸς πνευματικοῦ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου παρέμεινε ἀρκετά. Ἐκεῖ ἀφοῦ γύρισε διάφορες Σκῆτες καὶ Μονές, τελικὰ ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα. Τὸν κατέλαβε ὅμως ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη κατὰ τὸν Μάρτιο τοῦ 1802. Λόγω κάποιου γεγονότος, ἡ Μυτιλήνη ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀναταραχή. Ὁ Λουκᾶς, μὲ τὶς εὐχὲς τῶν Πατέρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης καὶ ὁμολόγησε μὲ θάῤῥος τὸν Χριστό. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τοὺς φοβερισμοὺς τῶν Τούρκων, ὁ Θρακιώτης μάρτυρας παρέμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη καὶ τὴν ἀπόφασή του νὰ μαρτυρήσει. Ὁδηγούμενος πρὸς τὸν Ναζήρη, στὸ δρόμο συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ τὸν πήγαιναν στὸ κριτήριο, ἔσκυψε τοῦ φίλησε τὸ χέρι καὶ ζήτησε τὶς προσευχές του. Γιὰ τὴν ἐνέργεια τοῦ αὐτή, οἱ συνοδοὶ Τοῦρκοι τὸν ἔδειραν ἀνελέητα. Μπροστὰ στὸν Ναζήρη, ὁ Λουκᾶς μὲ εὐτολμία κήρυξε τὸν Χριστὸ καὶ κατηγόρησε τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Μετὰ ἀπὸ τριήμερη προθεσμία, ποὺ ἐξέπνευσε χωρὶς ἀποτέλεσμα γιὰ τοὺς Τούρκους, ὁ Ναζήρης ἐξέδωσε καταδικαστικὴ ἀπόφαση. Ἔτσι στὶς 23 Μαρτίου 1802, ὁ Λουκᾶς ἀπαγχονίστηκε στὴ Μυτιλήνη καὶ ἔλαβε τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τὸ Ἅγιο λείψανό του παρέμεινε γιὰ τρεῖς μέρες στὴν ἀγχόνη, κατόπιν τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.