Σήμερα 27/3 εορτάζουν:
- Αγία Ματρώνα η εν Θεσσαλονίκη
- Άγιοι Φιλητός ο Συγκλητικός, Λυδία σύζυγος αυτού, Θεοπρέπιος και Μακεδόνας τα τέκνα αυτών, Αμφιλόχιος ο Δούκας και Κρονίδης ο κομενταρήσιος οι Μάρτυρες
- Όσιος Κήρυκος «ὁ ἐν Ἄπρῳ»
- Άγιοι Ιωάννης και Βαρούχιος οι Μάρτυρες
- Προφήτης Ανανί
- Όσιος Παύλος Επίσκοπος Κορίνθου
- Όσιος Ευτύχιος
- Άγιος Αμβρόσιος Πατριάρχης Γεωργίας
- Άγιος Εφραίμ Αρχιεπίσκοπος Ροστώβ της Ρωσίας
- Όσιος Αλέξανδρος του Βόσκιϋ
- Άγιος Αντώνιος Μητροπολίτης Τομπόλσκ
- Σύναξη των εν τη Λακωνία διαλαμψάντων Αγίων
Ἡ Ἁγία Ματρώνα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ
Ἡ Θεσσαλονίκη εἶναι μία ἀπό τίς πρῶτες πόλεις τῆς Πατρίδος μας, ἡ ὁποία δέχθηκε τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τίς πρῶτες ὅμως ἡμέρες ἡ νέα πίστη συνάντησε καί ἐκεῖ τήν ἀντίδραση καί τόν διωγμό τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἐποχῆς. Δέν ἦταν μόνο οἱ Ἐθνικοί, οἱ εἰδωλολάτρες, πού πολεμοῦσαν τήν χριστιανική ἀλήθεια. Τήν κατεδίωκαν καί οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν λίγοι τότε στή Θεσσαλονίκη.
Ἐδῶ λοιπόν στή Θεσσαλονίκη τόν τρίτο ἤ τέταρτο αἰώνα ἔζησε καί ἡ Ματρώνα. Ὑπηρετοῦσε στό σπίτι τῆς Ἑβραίας ἀρχόντισσας Παντίλλας, ἡ ὁποία ἦταν σύζυγος ἀνωτέρου στρατιωτικοῦ, τοῦ στρατοπεδάρχη τῆς Θεσσαλονίκης. Ἡ Ματρώνα εἶχε τήν μεγάλη εὐτυχία νά βρεῖ τόν πολύτιμο μαργαρίτη (Μάτθ. ιγ΄ 45 – 46), νά γνωρίσει δηλαδή τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, καί προσπαθοῦσε μέ ὅλες της τίς δυνάμεις νά τήν ἐφαρμόζει στήν καθημερινή της ζωή, μέσα στό περιβάλλον, στό ὁποῖο ἀναστρεφόταν. Προσεκτική στήν ἐργασία της, πρόθυμη καί ἐξυπηρετική, ταπεινή καί εὐγενής, ἀπέδιδε τόν σεβασμό καί τήν τιμή στούς ἀνθρώπους πού ὑπηρετοῦσε. Γι’ αὐτό καί ἔγινε ἀγαπητή ἀπό ὅλους.
Ἡ Παντίλλα ὅμως δέν ἤξερε οὔτε ὑποψιάσθηκε ποτέ ὅτι ἡ εὐγενική βοηθός της ἦταν Χριστιανή. Ἕως πότε ὅμως θά ἔμενε τό πράγμα μυστικό; Δόθηκε ἀφορμή νά φανερωθεῖ. Διότι τήν καθορισμένη ὥρα, πού ἡ Παντίλλα πήγαινε στήν ἐβραική Συναγωγή, ἡ Ματρώνα ἔβρισκε τήν εὐκαιρία νά σπεύδει στόν χριστιανικό Ναό καί ἐκεῖ μαζί μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς νά λατρεύει καί νά ὑμνεῖ τόν Κύριο, νά κοινωνεῖ τοῦ Σώματος καί Αἵματός του. Αὐτό λοιπόν τό ὁποῖο γιά πολύ καιρό γινόταν μυστικά, τό πληροφορήθηκε ἡ Παντίλλα, τῆς τό ἐπιβεβαίωσε μάλιστα μέ θάρρος καί ἡ Ματρώνα. Γιατί ἄλλωστε νά πτοηθεῖ; Θά εὐχόταν μάλιστα νά γνωρίσει καί ἡ κυρία της τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί νά λατρεύουν μαζί τόν Σωτήρα Κύριο. Ἀλλά ἡ Παντίλλα, φανατική Ἑβραία καί ἐγωίστρια, εἶχε σκληρή καρδιά. Οὔτε τίς ὑπηρεσίες τῆς καλῆς της ὑπηρέτριας θυμήθηκε, οὔτε τήν εὐγένεια καί ἀνωτερότητα τῶν αἴσθηματών της. Δίνει διαταγή καί τήν ξυλοκοποῦν ἄγρια. Καί στή συνέχεια τήν κλείνει σέ ἕνα ὑγρό καί ὑπόγειο δωμάτιο. Τέσσερις μέρες τήν ἄφησε ἐκεῖ μόνη της, χωρίς ἐπίσκεψη, χωρίς τήν ἐλάχιστη τροφή. Καί ἡ φυλακή αὐτή, ἐνῶ γιά ἄλλους ἀποτελεῖ μαρτύριο ὀδυνηρό, γιά τούς Χριστιανούς οἱ ὁποῖοι κλείνονται γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τῆς πίστεώς τους, ἄν καί πονοῦν καί ὑποφέρουν ἐκεῖ, γίνεται κομμάτι τοῦ Παραδείσου, ὅπου ἡ ψυχή τους ψάλλει στόν λατρευτό Σωτήρα τους μαζί μέ τούς ἀγγέλους ὕμνους καί δοξολογίες. Σ’ ἕνα τέτοιο τόπο μεταβλήθηκε καί τό ὑπόγειο δωμάτιο ὅπου φυλακίσθηκε ἡ Ματρώνα…
Ὅταν ἡ Παντίλλα εἶδε ὅτι μέ τόν σκληρό αὐτό τρόπο δέν μετέπεισε τή Ματρώνα, ἐπιχειρεῖ νά δοκιμάσει ἄλλον δελεαστικότερο. Τήν ἐλευθερώνει ἀπό τό δωμάτιο καί χρησιμοποιεῖ ἐγκώμια καί κολακεῖες, ὑποσχέσεις καί δῶρα, γιά νά τήν πείσει νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Κι ἐκείνη βρῆκε τήν εὐκαιρία νά νικήσει «ἐν τῷ ἀγαθῷ τό κακόν» (Ρωμ. ιβ΄ 21), νά μεταδώσει φῶς στήν κυρία της. Δέν σκέφθηκε, ὅτι ἦταν ὑπηρέτρια, ὅτι ἦταν ἕνα ἀδύνατο πλάσμα καί ἀπροστάτευτο ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὅτι ἦταν ἀγράμματη μπροστά στήν ἀρχόντισσα τοῦ στραχοπεδάρχη. Τό θεώρησε καθῆκον της νά καλέσει καί τήν κυρία της, τήν ὁποία ἀγαποῦσε μέ πολλή ἀγάπη, στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. «Τό θῆλυ λοιπόν ἀρρενωθέν τῇ χάριτι» ἀνοίγει τό στόμα του νά τῆς μιλήσει γιά τόν Χριστό καί τή διδασκαλία του, γιά τόν οὐρανό καί τή δόξα του.
Κι ἐκείνη; Στά εὐγενικά λόγια τῆς δούλης, ἀντέταξε ἡ ἀρχόντισσα τήν ἀγριότητα καί κακότητα τῆς καρδιᾶς της. Ὁρκίζεται νά τήν θανάτωσει. Μέ ἀγριότητα τήν κακοποιεῖ μέ κάθε τρόπο, τήν χτυπᾶ σ’ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός της καί τή ρίχνει καί πάλι στό ὑπόγειο δωμάτιο, χωρίς τροφή, ἐνῶ συγχρόνως εἰδοποιεῖ τούς ἄρχοντες νά συνεχίσουν ἐκεῖνοι τό ἔργο πού ἄρχισε αὐτή. Δέν πρόλαβαν ὅμως! Διότι μετά τήν τόση κακοποίηση ἡ εὐγενής Ματρώνα δέν ἄντεξε περισσότερο. «Ὡραϊσμένη τοῖς στίγμασι», τά ὁποῖα ἔφερε πάνω της γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ (Γαλ. στ΄ 17), παρέδωσε τό πνεῦμα της στόν Κύριο, τόν ὁποῖο τόσο πολύ ἀγάπησε. Στερήθηκε τήν τροφή τίς τελευταῖες της ἡμέρες στή γῆ καί ἔσπευσε στόν οὐρανό, ὅπου παρακάθησε στήν τράπεζα τῆς ἀθανασίας, γιά νά ἀπολαμβάνει τήν τράπεζα τοῦ Κυρίου στή Βασιλεία του (Λουκ. κβ΄ 29 – 30).
Τό ἱερό της λείψανο τό περισυνέλεξε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης Ἀλέξανδρος καί τό ἐνταφίασε μέ τιμές μέσα σέ ἱερό Ναό. Γράφει ὁ ἱερός ὑμνωδός: «Οὐ ζυγός τῆς δουλείας, οὐ τό χαῦνον τοῦ θήλεος, οὐ λιμός, οὐ μάστιγες ἐνεπόδισαν αὐτήν τήν τῶν μαρτύρων στερρότητα μιμεῖσθαι».
Ἄς θαυμάσουμε τήν μάρτυρα Ματρώνα ὄχι μόνο γιά τή σταθερότητά της, ἀλλά καί γιά τήν εὐγένεια τῆς ψυχῆς καί τῶν τρόπων της. Δέν ἔχει σημασία ἐάν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μεγάλης ἤ μικρῆς μορφώσεως, ἐάν εἶναι πλούσιος ἤ πτωχός, ἐάν κατέχει αὐτή ἤ ἐκείνη τήν θέση καί τό ἀξίωμα ἤ εἶναι ἄσημος κατά κόσμον καί δοῦλος. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές εἶναι τῆς ἀρετῆς ὁ πλοῦτος, τῆς ψυχῆς ἡ μόρφωση, τῆς ἁγιότητος ἡ ὡραιότητα, «ὁ κρυπτός τῆς καρδίας ἄνθρωπος», τόν ὁποῖο ἐγκωμιάζει ὁ θεῖος Πέτρος (Α΄ Πέτρ. γ΄ 34) καί τόν ὁποῖο μιμήθηκε καί ἡ ἁγία Ματρώνα.
Στιχηρόν τοῦ Ἑσπερινοῦ. Ἦχος δ΄
Ἰουδαίων φρυάγματι καί θρασεία ὠμότητι λογισμόν ἀνθέστηκας ἀνδρειόφρονα,
τήν τῶν μελλόντων προσβλέπουσα, θεόφρον, ἀπόλαυσιν,
διαμένουσαν ἀεί δι’ αἰῶνος ἀσάλευτον ἧς ἐπέτυχες ἀπό γῆς
μεταστάσα πρός νυμφώνας οὐρανίους καί χορείαν τήν ἀκατάλυτον, ἔνδοξε.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀθλητές Στεφανηφόροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ὁ Ὅσιος Κήρυκος ὁ ἐν τῷ Ἄσπρῳ
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι Φίλητος, Λυδία, τὰ δυό τους παιδιὰ Θεοπρέπιος καὶ Μακεδόνας,
Ἀμφιλόχιος ὁ δούκας καὶ Κρονίδης ὁ Κομενταρήσιος
Πρόκειται γιά μία χριστιανική οἰκογένεια, τοῦ Φιλητοῦ καί τῆς Λυδίας, πού μαζί μέ τά τέκνα τούς Θεοπρόπιο καί Μακεδόνιο ἔδωσαν στά χρόνια τῶν διωγμῶν τή χριστιανική μαρτυρία καί ὑπέστησαν τό μαρτύριο γιά χάρη τῆς πίστεως.
Ὁ Φιλητός ἐπί αὐτοκράτορος Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.) ἦταν ἐπίσημος συγκλητικός καί συγχρόνως πιστός καί θερμός Χριστιανός μαζί μέ ὅλη τήν οἰκογένειά του. Ὅλη του ἡ συμπεριφορά μέσα στή ρωμαϊκή σύγκλητο καί οἱ ὀρθές ἠθικές πεποιθήσεις πού εἶχε καί ὑποστήριζε σέ κάθε περίσταση, ἔδωσαν τήν ὑποψία στόν αὐτοκράτορα καί τούς γύρω του, ὅτι εἶναι Χριστιανός. Καί βεβαίως, ὅταν ὁ Φιλητός ρωτήθηκε, ὄχι μόνο δέν ἀρνήθηκε νά βεβαιώσει τήν ἀλήθεια, ἀλλά καί δικαιολόγησε τήν πίστη του καί καυχήθηκε γι’ αὐτήν. Ὅταν μάλιστα σέ λίγο ἀποκαλύφθηκε ὅτι καί ὅλη ἡ οἰκογένειά του εἶναι χριστιανική, κλήθηκαν ἀμέσως ὅλοι σέ ἀπολογία. Καί ὄχι ἁπλῶς σέ ἀπολογία, ἀλλά προκλήθηκαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους. Καί βρέθηκαν τότε ὁ αὐτοκράτωρ καί οἱ ἐπιτελεῖς του ἐνώπιον μιᾶς τετράδας ὁμολογητῶν, πού μέ τήν μορφή τους, τόν λόγο τους καί τήν ὅλη τους συμπεριφορά ἔδειχναν τό ὁμόψυχο τῆς ἀποφάσεως νά μείνουν σταθεροί μέχρι θυσίας καί μαρτυρίου στήν πίστη τους. Ἄκουσαν ἀπό τό στόμα τοῦ Φιλητοῦ λόγους σοφίας, οἱ ὁποῖοι τούς κατέπληξαν, «θείας σοφίας», τῆς «ἄνωθεν κατερχόμενης» (Ἰακ. γ΄ 17).
Ὁ Ἀδριανός, ὅταν ἀπέτυχε στήν προσπάθειά του νά τούς μεταπείσει, τούς παρέπεμψε στόν δούκα Ἀμφιλόχιο, γιά νά προχωρήσει στή διαδικασία τῶν βασανιστηρίων. Κι ἐκεῖνος ἔδωσε ἐντολή νά κλείσουν καί τούς τέσσερις στή φυλακή καί νά τούς κρεμάσουν ἀπό τήν ὀροφή. Ὁ ἴδιος ὁ Ἀμφιλόχιος, μαζί μέ τόν συνεργάτη του Κρονίδη, παρακολουθοῦσαν τήν ἐξέλιξη.
Ὅμως τί εἶδαν οἱ δήμιοι; Καί τούς τέσσερις ἤρεμους καί ἀτάραχους. Τά λόγια, πού ἔβγαιναν ἀπό τά στόματά τους ἦταν λόγια εἴτε προσευχῆς, εὐχαριστίας καί δοξολογίας στόν Θεό, εἴτε ἐνισχύσεως καί τονώσεως μεταξύ τους, γιά νά μείνουν σταθεροί καί ἀμετακίνητοι. Εἶδαν στίς μορφές τους «πρόσωπα ἀγγέλων», ὅπως πρίν λίγα χρόνια οἱ Ἰουδαῖοι εἶχαν δεῖ τό πρόσωπο τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου (Πράξ. στ΄ 15). Εἶδαν ἀκόμη, παρά τό μαρτύριο, παρά τίς ποικίλες κακοποιήσεις, τούς Χριστιανούς μάρτυρες νά χαίρονται τελείως ἀβλαβεῖς. Ὅπως οἱ τρεῖς Παῖδες στήν κάμινο τοῦ πυρός (Δαν. γ΄ 23). Εἶδαν καί ἔμειναν ἔκπληκτοι καί ἐκστατικοί!
Ἄλλα δέν εἶδαν μόνο. Καί ἄκουσαν! Ἄκουσαν τή φωνή τοῦ Θεοῦ μέσα τους νά τούς μιλᾶ γιά τήν πίστη τῶν Μαρτύρων καί νά τούς καλεῖ σ’ αὐτή τήν πίστη. Καί καλοδιάθετοι ὅπως ἦταν, τήν δέχθηκαν τή θεία κλήση μέ ὅλη τους τήν ψυχή. Θαῦμα μεγάλο συντελέσθηκε μυστικά μέσα στά μύχια τῆς ψυχῆς τους καί τούς μετέβαλε μέσα σέ μία στιγμή. Ἔτσι, χωρίς νά ὑπολογίζουν τίς συνέπειες, ὁμολόγησαν καί οἱ δυό τήν πίστη τους στόν Χριστό ὡς Θεό καί λυτρωτή τῶν ἀνθρώπων.
Τώρα ὁ Ἀδριανός ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὄχι μόνο τούς τέσσερις, τόν Φιλητό μέ τήν οἰκογένειά του, ἀλλά καί τόν δούκα Ἀμφιλόχιο μέ τόν σύντροφό του Κρονίδη. Κι ὅταν βλέπει καί τούς ἕξι ἀμετακίνητους, βράχους πίστεως, ντροπιασμένος καί ἔξαλλος ἀπό τόν θυμό του δίνει ἐντολή νά τούς βασανίσουν. Ὁ αὐτοκράτωρ στή γῆ μέ τούς δημίους βασανίζει καί ὁ Βασιλεύς τοῦ οὐρανοῦ μέ τούς Ἀγγέλους του ἐκχύνει τή χάρη του καί δωρίζει τό στηριγμό του στούς Μάρτυρες. Οἱ Μάρτυρες ἐνισχύονται ἀπό τούς φρουρούς τους Ἀγγέλους καί δίνουν τή μάχη. Προσεύχονται καί ψάλλουν μέχρι τήν τελευταία τους πνοή. Ὥσπου οἱ Ἄγγελοι αὐτοί μετέφεραν τίς ἕξι ψυχές τῶν ἀγωνιστῶν Μαρτύρων στό θρόνο τοῦ Θεοῦ, γιά νά προσκυνήσουν τόν ἐν Τριάδι προσκυνητό Θεό.
«Ἀγάλλεται ὁ οὐρανός μετά τῶν ἀσωμάτων τάς ψυχάς αὐτῶν κεκτημένος». Ἐκεῖ καταγράφηκαν καί τά ὀνόματα τῶν ἁγίων Μαρτύρων «Φιλητοῦ καί τῆς συμβίας αὐτοῦ Λυδίας καί τῶν τέκνων αὐτῶν Θεοπροπίου καί Μακεδονίου, Ἀμφιλοχίου τοῦ δουκός καί Κρονίδου» .
Πράγματι «μεγάλα τά τῆς πίστεως κατορθώματα», ὅπως παρουσιάζονται σ΄ ὅλες τίς πτυχές τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ. Μεγάλη καί ἡ δύναμη τοῦ χριστιανικοῦ παραδείγματος. Διότι ἡ πίστη καί τό ἅγιο παράδειγμα ἔχουν τή δύναμη νά ἐπιδροῦν ὡς φῶς σέ ψυχές ἔστω καί προκατειλημμένες, ἀκόμη καί σέ ψυχές διωκτῶν, πού εἶναι ὅμως καλοδιάθετοι. Ἐάν ὅλοι οἱ Χριστιανοί παρουσίαζαν παντοῦ καί πάντοτε τέτοιο φωτεινό καί εὔγλωττο παράδειγμα, πόσα θαύματα μεταστροφῆς θά γίνονταν καί σήμερα!
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Βαρούχιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Προφήτης Ἀνάνι
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ἰούδα (955 π.Χ.). Ὁ βασιλιὰς Ἀσὰ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶχε στὴν ἀρχὴ ἀποκρούσει νικηφόρα τὴν ἐναντίον του ἐπιδρομὴ τοῦ βασιλιᾶ τῆς Συρίας. Κατόπιν ὅμως ὁ Ἀσὰ συνθηκολόγησε μὲ τὸν βασιλιὰ τῆς Συρίας καὶ τοῦ ἔστειλε χρυσὸ καὶ ἀσῆμι, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει στὸν πόλεμο ἐναντίον τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ. Τότε ὁ Προφήτης Ἀνάνι, παρουσιάστηκε στὸν Ἀσὰ καὶ τοῦ ἔκανε δριμύτατη παρατήρηση (Β΄ Παραλειπ. ιστ΄ 7-10). Ὁ Ἀσὰ ὀργισμένος, φυλάκισε τὸν Προφήτη. Τελικὰ ὅμως αὐτὸς ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ἐπίσκοπος Κορίνθου
Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ ἐπισκόπου Ἄργους καὶ Ναυπλίου Πέτρου, βλέπε σχετικῶς 3 Μαΐου.
Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.