Ἡ ὥρα τῆς Θυσίας

Καθὼς οἱ ἡμέρες κυλοῦν, μᾶς φέρνουν ὅλο καὶ πιὸ κοντὰ στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Πλησιάζει ἡ ὥρα τῆς μοναδικῆς, ἁγίας, λυτρωτικῆς Θυσίας τοῦ Κυρίου μας.

Ὁ Κύριός μας εἶχε πρὸ ὀφθαλμῶν Του συν­εχῶς τὴ μεγάλη αὐτὴ ὥρα καὶ συχνὰ ἔκανε λόγο γι᾿ αὐτήν. Καὶ τὴ συγ­κλονιστική Του Ἀρχιερατικὴ προσ­ευχὴ μὲ τὴν ὥρα αὐτὴ τὴν ξεκίνησε. «Πάτερ», εἶπε, «ἐλήλυθεν ἡ ὥρα»! Πατέρα, ἔφθασε ἡ ὥρα! Ἡ ὥρα τῆς μεγάλης Θυσίας.

Ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Κυρίου ἐπὶ τῆς γῆς ἦταν ὥρα καὶ καιρὸς θυσίας. Ἄφησε τὴν οὐράνια δόξα Του, γεννήθηκε σὲ μιὰ φάτνη, παρουσιάσθηκε στὴ γῆ ταπεινὸς ἄνθρωπος.

Τώρα ὅμως ὅλα κορυφώνονται! Τὸ πικρὸ ποτήριο, ποὺ πολλὲς φορὲς ἄγγιζε τὰ χείλη Του, τώρα καλεῖται νὰ τὸ πιεῖ. Ἦλθε ἡ ὥρα τοῦ Πάθους. Τὴν ὥρα αὐτὴ καὶ τὸ πανάχραντο σῶμα Του θὰ πονέσει. Οἱ ἀγροῖκοι Ρωμαῖοι στρατιῶτες θὰ καταφέρουν ἐπὶ τοῦ γυμνοῦ σωματός Του χτυπήματα φοβερὰ μὲ τὸ μαστίγιο. Τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια θὰ τρυπηθοῦν ἀπὸ τὰ σουβλερὰ καρφιά. Ἡ πλευρὰ θὰ διαπεραστεῖ ἀπὸ τὴ λόγχη, τὰ αὐτιὰ θὰ ἀκούσουν τὶς χειρότερες ὕβρεις καὶ βλασφημίες. Οἱ ὀφθαλμοὶ θὰ γίνουν μάρτυρες τόσων ἀπάνθρωπων ἐκδηλώσεων. Ἡ κεφαλὴ θὰ αἰσθανθεῖ φρικτοὺς πόνους ἀπὸ τὰ αἰχμηρὰ ἀγκάθια, ἡ γλώσσα θὰ δοκιμάσει ἀφόρητη δίψα. «Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας Σου σαρκὸς ἀτιμίαν δι᾿ ἡμᾶς ὑπέμεινε…», θὰ ψάλουμε τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης.

Ἀνώτερος ὅμως τοῦ σωματικοῦ εἶναι ὁ ψυχικὸς πόνος. Πιὸ ὀδυνηρὴ ἀπὸ τὰ καρφιὰ εἶναι ἡ προδοσία τοῦ μαθητῆ καὶ τὸ δόλιο φίλημά του, ἡ ἄρνηση τοῦ πιὸ πιστοῦ καὶ σταθεροῦ τῶν μαθητῶν, τοῦ Πέτρου, καὶ ἡ ἐγκατάλειψη τῶν ὑπολοίπων. Καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὰ οἱ ψευδομαρτυρίες, ὁ φθόνος, ἡ κακεντρέχεια τῶν ἀρχόν­των τοῦ Ἰσραήλ, ἡ δειλία τοῦ Πιλάτου, ἡ σκληρότητα τῶν στρατιωτῶν, ἡ βλασφημία τοῦ ληστῆ, ἡ ἀχαριστία ἑνὸς ἀλλοπρόσαλλου καὶ ἐπιπόλαιου λαοῦ.

Καὶ τὸ ἀποκορύφωμα τοῦ Πάθους: ἡ ὥρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ «πάντων ἁγίων ἁγιώτατος Λόγος», «ὁ μὴ γνοὺς ἁ­μαρτίαν», θὰ φορτωθεῖ τὶς ἁμαρτίες, τὶς ἀνομίες, τὶς ἀσχημοσύνες ὅλων τῶν ἀν­θρώπων ὅλων τῶν αἰώνων. Καὶ ἡ συν­έπεια αὐτῆς τῆς ἑκούσιας ἀναλήψεως τῆς δικῆς μας ἐνοχῆς θὰ εἶναι νὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ Πατρός. Ὁ Πατὴρ ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό Του ἀπὸ τὸν Μονογενὴ Υἱό Του, διότι Ἐκεῖνος ἔχει ἀναλάβει πρα­γματικὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου, χωρὶς ὁ Ἴδιος νὰ ἔχει ποτὲ οὔτε στὸ ἀπειροελάχιστο ἁμαρτήσει. Τέλος, θὰ ἀκολουθήσει ἡ ὥ­ρα τοῦ θανάτου. Καὶ μάλιστα τέτοιου θανάτου, σκληροῦ καὶ ὀδυνηροῦ, σταυρικοῦ θανάτου!

Ὅσο ὅμως δύσκολη καὶ ἂν ἦταν ἡ ὥρα ἐκείνη, ὁ Κύριος δὲν κλονίζεται. Βαδίζει σταθερὰ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ θείου θελήματος. Σὲ κάθε Του βῆμα πρὸς τὸ ἑκούσιο Πάθος ἀποκαλύπτεται ἡ σταθερότητα, ἡ ὑπακοὴ στὸν οὐράνιο Πατέρα.

Καὶ ὅλα αὐτὰ ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη γιὰ μᾶς! Ἀγάπη ἄπειρη. Ἤθελε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ἀγάπης Του νὰ μᾶς σώσει, νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας, νὰ μᾶς ἀνοίξει τὸν Παράδεισο, νὰ μᾶς χαρίσει πλῆθος δωρεῶν: τὸν ἁγιασμό, τὴ σοφία, τὴ Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἕνωση μαζί Του διὰ τῶν θείων Μυστηρίων, τὴν κληρονομία τῆς αἰωνίου ζωῆς, τὴ θέωση.

Αὐτὴ ἡ ὥρα τῆς Θυσίας δὲν θὰ λησμονηθεῖ ποτέ. Ἀφοῦ καὶ στὴν αἰωνιότητα ὁ Κύριος ὡς «ἀρνίον ἐσφαγμένον» θὰ φέρει τὰ στίγματα αὐτῆς τῆς ὥρας, τῆς μεγάλης Θυσίας. Ἡ ὥρα αὐτὴ θὰ παραμένει αἰώνια!

Ἂς ἐμβαθύνουμε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ αὐτὴ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα στὴν ἀγάπη Του, νὰ τὴν ζήσουμε περισσότερο. Ἀτενίζον­τας τὸν Σταυρό Του νὰ πάρουμε δύναμη γιὰ τὶς δικές μας δύσκολες ὧρες, καὶ ἡ ἐνατένιση αὐτὴ νὰ γίνει ἀφετηρία νέας ζωῆς, ζωῆς θερμότερης καὶ ἔμπρακτης ἀγάπης γι᾿ Αὐτὸν ποὺ τόσο πόνεσε καὶ θυσιάστηκε γιὰ μᾶς.