Σήμερα 5/4 εορτάζουν:
- Άγιοι Κλαύδιος, Διόδωρος, Ουΐκτωρ, Ουϊκτωρίνος, Παππίος, Σεραπίων και Νικηφόρος
- Άγιοι Θεοδώρα και Δίδυμος
- Άγιος Γεώργιος από την Έφεσο
- Αγία Αργυρή η Νεομάρτυς
- Οσία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη
- Άγιος Θέρμος
- Αγίες Κυρία και Δούλη
- Άγιος Πομπήιος
- Άγιος Ζήνων
- Άγιοι Μάξιμος και Τερέντιος
- Αγίες Πέντε Κόρες από την Λέσβο
- Αγία Υπομονή
- Άγιος Παναγιώτης που μαρτύρησε στην Ιερουσαλήμ
- Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιώβ Μητροπολίτη Μόσχας
- Άγιος Becan
- Άγιος Αβδιησούς
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ
Πρότυπο ἀγνῆς καὶ ταπεινῆς ψυχῆς μέσα στὶς νέες τῆς Θεσσαλονίκης ἡ Θεοδώρα, ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἔκανε ζωὴ ἁγία. Ὁ κόσμος μὲ τὶς ποικίλες ἡδονές του δὲν τὴν ἐνδιέφερε. Ἀνῆκε ὁλόψυχα στὸ Χριστό. Εἶχε μεγάλο πόθο νὰ βγεῖ ἐντελῶς ἔξω ἀπὸ τὸ ῥεῦμα τῶν κοσμικῶν θορύβων. Διότι ἀνῆκε στὴν ἐκλεκτὴ μερίδα τῶν ἀνθρώπων, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς εἶπε, «οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου». Δὲν ἔχουν, δηλαδή, φρονήματα τοῦ κόσμου, ποὺ ζεῖ μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, μέσα στὴν ἁμαρτία. Ὁ πόθος αὐτὸς τῆς Θεοδώρας τὴν ἔφερε στὴ μοναχικὴ ζωή, ὅπου μὲ προσευχές, ἀγρυπνίες καὶ μελέτη τοῦ θείου λόγου, σφυρηλατοῦσε ἀκόμη περισσότερο τὸν ἑαυτό της. Μὲ τὰ χρήματα δέ, ἀπὸ τὴν πώληση τῶν ἐργοχείρων της, χόρταινε τοὺς πεινασμένους συνανθρώπους της. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἀδελφὲς στὸ μοναστήρι, ἔζησε μὲ εἰρήνη, πραότητα καὶ μακροθυμία. Ἔτσι, ἔμεινε ζωντανὸ ὑπόδειγμα καὶ ὅταν ἀκόμα πέθανε. Μάλιστα, τόση μεγάλη ἐκτίμηση εἶχε ἀπὸ τὴν ἡγουμένη τοῦ μοναστηρίου, ὥστε, ὅταν αὐτὴ ἀπεβίωσε, σύμφωνα μὲ δική της ἐπιθυμία τὴν ἔθαψαν δίπλα στὴ Θεοδώρα. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι, ὅταν οἱ μοναχὲς ἄνοιξαν τὸν τάφο, βρῆκαν τὸ λείψανο τῆς Θεοδώρας ἀκέραιο.
Οἱ Ἅγιοι Θεοδώρα καὶ Δίδυμος
Πήραν καὶ οἱ δυὸ τὸ μαρτυρικὸ στεφάνι κατὰ τὸν πιὸ ἄγριο διωγμὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Στὴν Ἀλεξάνδρεια λοιπόν, συνελήφθη καὶ ἡ Θεοδώρα ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Εὐστράτιο. Ἐπειδὴ ὅμως ὁμολόγησε θαῤῥαλέα τὴν πίστη της στὸ Χριστό, τὴν ἔδειραν καὶ τὴν φυλάκισαν. Αὐτὸ ἐπαναλήφθηκε καὶ μετὰ μερικὲς ἡμέρες, ἀλλὰ μάταια. Ἡ χριστιανὴ παρθένος ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν ὁμολογία της καὶ ἀπέλπισε ἔτσι τὸ ὠμὸ πεῖσμα τοῦ ἐπάρχου. Τότε αὐτός, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὴν σεμνὴ παρθένο, τὴν ἔκλεισε σὲ πορνεῖο γιὰ νὰ σπιλωθεῖ τὸ σῶμα της. Μόλις πληροφορήθηκε αὐτὸ ἕνας ἐπίσημος τῆς Ἀλεξάνδρειας, ὁ Δίδυμος, ἀποφάσισε νὰ ῥιψοκινδυνεύσει, γιὰ ν΄ ἀπαλλάξει τὴν Θεοδώρα ἀπὸ ἐνδεχόμενο αἶσχος. Ντύθηκε λοιπὸν τὴν στολή του, πῆγε στὸ πορνεῖο καὶ ζήτησε νὰ δεῖ ἰδιαίτερα τὴν Θεοδώρα. Ἐπωφελούμενος τὸ σκοτάδι, ἕντυσε τὴν Θεοδώρα μὲ τὴν στολὴ του καὶ ἔτσι διευκόλυνε τὴν φυγή της. Ὅταν ἔμαθε τὸ γεγονὸς ὁ Εὐστράτιος, κόχλασε ἀπὸ ὀργή. Διέταξε λοιπὸν νὰ ἀποκεφαλίσουν τὸν Δίδυμο καὶκατόπιν τὸ σῶμα του τὸ ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἡ Θεοδώρα ὅμως, δὲν θέλησε ἐγωϊστικὰ τὴν σωτηρία της. Ἔτσι, παρουσιάστηκε στὸν ἔπαρχο καὶ τὸν ἤλεγξε αὐστηρὰ γιὰ τὸ φόνο τοῦ Διδύμου. Θυμωμένος τότε αὐτός, διέταξε νὰ ῥίξουν καὶ τὴν Θεοδώρα στὶς φλόγες.
Ὁ Ἅγιος Θέρμος
Μαρτύρησε διὰ πυρός.
Οἱ Ἁγίες Κυρία καὶ Δούλη
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Πομπηΐος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ζήνων
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν ἄλειψαν μὲ πίσσα, στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά καὶ κατόπιν τὸν θανάτωσαν, μέσα στὴ φωτιά, μὲ δόρυ.
Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος καὶ Τερέντιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Οἱ Ἁγίες Πέντε Κόρες ἀπὸ τὴν Λέσβο
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἀβδιησοῦς
Τὴ μνήμη του συναντᾶμε ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν συναντᾶμε τὴν μνήμη του.
Ἡ Ἁγία Ὑπομονή
Ἄγνωστη στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ μνήμη της σημειώνεται στὸν Βατοπαιδινὸ Κώδικα 1104 φ. 986, ὅπου καὶ ἡ Ἀκολουθία της, ποίημα τοῦ Θεοφάνη. Ὁ Κανόνας φέρει ἀκροστιχίδα: «τοὺς σοὺς ἀγῶνας, Ὑπομονή, θαυμάσω».Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται καὶ στὸν Συναξαριστὴ Delehaye τὴν 9η Ἀπριλίου χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόμνημα.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Ἐφεσο
Στὴ χορεία τῶν ἐνδόξων Νεομαρτύρων τῆς Τουρκοκρατίας ἀνήκει καὶ ὁ ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴ Νέα Ἔφεσο (Κουσάντασι). Γεννήθηκε τὸ 1756 ἀπὸ γονεῖς Σαμιῶτες, εὐλαβεῖς καὶ τίμιους.
Στὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του ὑπῆρξε προσεκτικὸς καὶ ὑπάκουος στὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου. Μία του ὅμως ἀδυναμία τὴν ἄφησε ἀπολέμητη καὶ στὸ γάμο του: τὸ ποτό, ποὺ τοῦ ἕγινε πάθος. Μεθοῦσε, ξενυχτοῦσε καὶ παραμελοῦσε τὴ σύζυγο καὶ τὰ παιδιά του. Κάποια μέρα, Ἰούλιος ἦταν τοῦ 1798, βρέθηκε μεθυσμένος καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν κατὴ τῆς Νέας Ἐφέσου. Οἱ μωαμεθανοὶ πανηγύρισαν τὸν ἐρχομό του στὴ θρησκεία τους.
Ὁ Γεώργιος ὅμως τὸ ἴδιο κιόλας βράδυ αἰσθάνθηκε ἔντονα νὰ τὸν τύπτει ἡ συνείδησή του γιὰ τὴν προδοσία τῆς πίστεώς του. Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου τὸν γέμισε μὲ ἐλπίδα, καὶ λαχταροῦσε τὸ γρηγορότερο νὰ πέσει στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα μετανοημένος. Ἔτσι ἔφυγε ἀπέναντι στὴ Σάμο. Γιὰ νὰ ἡρεμήσει κοντὰ σὲ φίλους καὶ συγγενεῖς του. Καὶ νηφάλια νὰ δρομολογήσει τὴ σωτήρια μετάνοιά του.
Ἡ ἐξαφάνιση ὅμως τοῦ ἐξισλαμισθέντος Γεωργίου ἔβαλε σὲ ὑποψία τὶς τουρκικὲς Ἀρχές. Γι’ αὐτὸ σχεδίασαν μὲ δόλιο τέχνασμα νὰ τὸν ἀνακαλύψουν. Διέδωσαν μιὰ ἀνήκουστη συκοφαντία: ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Χριστιανοὶ τὸν σκότωσαν καὶ τὸν ἔθαψαν στὰ θεμέλια τοῦ ναοῦ τους, τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, ποὺ τὴν περίοδο ἐκείνη ἔκτιζαν. Ἡσύχασαν ὅμως τὰ πράγματα, ὅταν οἱ δημογέροντες ἔπεισαν τοὺς κατηγόρους ὅτι οἱ Χριστιανοὶ εἶναι ἀθῶοι καὶ ὅτι ὁ Γεώργιος εἶχε ἀναχωρήσει γιὰ τὴ Χώρα τῆς Σάμου.
Ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀνακάλυψαν καὶ τὸν συνέλαβαν. Τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακὴ μέσα σὲ φοβερὰ ἀνθυγιεινὲς συνθῆκες. Καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔκαμαν ἀναγκαστικὰ περιτομή, τὸν διόρισαν νεωκόρο σὲ δικό τους τζαμὶ στὴ Νέα Ἔφεσο.
Ὁ Γεώργιος ζοῦσε τώρα μέσα σὲ κλίμα ἀφόρητης πίεσης. Προσπαθοῦσε νὰ δραπετεύσει. Νὰ πάει πίσω στὴ Σάμο καὶ τὴν Πάτμο. Νὰ βρεῖ ἐμπείρους Πνευματικοὺς γιὰ νὰ ξεπλύνει τὴ συνεχιζόμενη προδοσία του πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα του. Τελικὰ μπόρεσε νὰ δραπετεύσει. Ἔφθασε στὴ Σάμο καὶ ἐξομολογήθηκε μὲ δάκρυα πικρά. Ὅμως δὲν εἰρήνευσε πλήρως.
Ποθοῦσε νὰ ξεπλύνει τὸ ἁμάρτημά του καὶ μὲ τὸ μαρτύριο.
Μιὰ μέρα λοιπὸν παρουσιάσθηκε αὐτόκλητος μπροστὰ στὸ βοεβόδα τῆς Σάμου, στὴ Χώρα, καὶ τοῦ λέει: «Ἕνας εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν.
Καὶ ἐγὼ χριστιανὸς εἶμαι. Πιστὸς ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Καὶ ἀμέσως δέχθηκε ὡς τιμωρία 1.000 μαστιγώσεις.
Αἱμόφυρτο τὸν ἔσυραν στὴ φυλακή, μὲ ἀβάσταχτους πόνους. Οἱ συμπολίτες του Σαμιῶτες ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν κατόρθωσαν μὲ πολλὰ γρόσια νὰ δωροδοκήσουν τὸν βοεβόδα καὶ πέτυχαν τελικὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του.
Τὴν 1η Μαρτίου τοῦ ἔτους 1801 βρίσκουμε πάλι τὸν Γεώργιο ἐλεύθερο στὴ γενέτειρά του, τὴ Νέα Ἔφεσο, μὲ ἀσίγαστο ὅμως μέσα του τὸν πόθο νὰ δώσει τὴ ζωή του γιὰ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ἐὰν τὸ μαρτύριό του ὁδηγοῦσε τὴν οἰκογένειά του σὲ περιπέτειες; Ὁ Γεώργιος φρόντισε καὶ τὴν ἀσφάλισε σὲ τόπο μακρινό, ἤρεμο.
Μετὰ ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ παλιοὺς φίλους καὶ γνωστοὺς γιὰ τὰ λάθη του. Ὅλοι ξαφνιάστηκαν ἀπὸ τὴν ὥριμη καὶ σοβαρή του συμπεριφορά.
Ἀρκετὲς φορὲς τὸν ἔβλεπαν τὶς μέρες ἐκεῖνες ποὺ καθόταν μεταρσιωμένος κάτω ἀπὸ τὴ συκαμινιὰ ποὺ πρὶν 7 χρόνια, τὸ 1774, εἶχαν κρεμάσει οἱ ἀγαρηνοὶ τὸ Νεομάρτυρα ἅγιο Πολύδωρο. Ὁ τόπος αὐτὸς συγκινοῦσε τὸν Γεώργιο καὶ τοῦ ἔδινε δύναμη καὶ γιὰ τὸ δικό του φτερούγισμα γιὰ τὸ μαρτύριο.
Εἶχε περάσει ἕνας μήνας προσευχῆς καὶ προετοιμασίας. Ἡ ἄνοιξη μὲ τὰ μύρα της εἶχε ἔλθει. Οἱ ἀμυγδαλιὲς εἶχαν ἀνθίσει.
Τὰ κρίνα στοὺς πρασινισμένους ἀγροὺς εὐωδίαζαν, καὶ ὁ γαλάζιος οὐρανὸς ἔθελγε πιὸ πολὺ ὅσους ποθοῦσαν τὸν Παράδεισο.
Τὴν Τετάρτη στὶς 3 Ἀπριλίου ὁ Γεώργιος ἀνέβηκε μόνος του τὰ σκαλιὰ τοῦ Δικαστηρίου καὶ μπροστὰ στὸν Κατὴ ὁμολόγησε: «Ἤμουνα χριστιανὸς καὶ τούρκεψα μὲ τὴ θέλησή μου. Βεβαιώθηκα ὅμως ὅτι ἡ θρησκεία σας εἶναι βρωμερὴ καὶ δαιμονική. Ἡ δική μου πίστη εἶναι ἄμωμη καὶ καθαρή. Χριστιανὸς ἤμουνα καὶ εἶμαι. Καὶ τὸ ὄνομά μου: “Γεώργιος!”».
Στὸ ἄκουσμα αὐτῆς τῆς ὁμολογίας ὁ Τοῦρκος δικαστὴς ὀργίσθηκε. Καὶ ἔδωσε διαταγὴ στοὺς δημίους νὰ τὸν βασανίσουν φρικτὰ καὶ νὰ τὸν ρίξουν δεμένο χειροπόδαρα στὴ φυλακή. Ἡ νύχτα πέρασε μὲ τὴν παρηγοριὰ τῆς προσευχῆς. Τὴν ἑπόμενη μέρα, Πέμπτη, ἦρθαν στὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς ἀπεσταλμένοι τοῦ δικαστῆ γιὰ νὰ μεταπείσουν τὸν Γεώργιο. Τοῦ ἔταξαν πλούσια δῶρα καὶ τιμές. Τοῦ ἔλεγαν: «Πὲς μόνο ἕνα! Εἶμαι μωαμεθανός. Τίποτε ἄλλο. Καὶ σὲ ἐλευθερώνουμε ἀμέσως». Καὶ ὁ Γεώργιος ἀπαντοῦσε σταθερά: «Χριστιανὸς εἶμαι! Χριστιανὸς θέλω νὰ ἀποθάνω»!
Σὲ λίγο τὸν ἔφεραν ἐξαντλημένο, μὲ δεμένα πισθάγκωνα τὰ χέρια του καὶ πάλι στὴν αἴθουσα τοῦ Δικαστηρίου. Νέα καὶ πάλι καλοπιάσματα. Πόσο δηλητήριο δὲν κρύβουν τῶν ἀπίστων οἱ εὐγένειες! «Προσποιήσου τὸν τρελό! Καὶ θὰ σὲ ἐλευθερώσουμε», τοῦ λένε. «Ὄχι!». Ἀποκρίνεται ὁ Γεώργιος καὶ ἐξευτελίζει τὸν Μωαμεθανισμό. Καὶ τελικὰ τὸν ὁδηγοῦν στὸ μαρτυρικὸ θάνατο διὰ ξίφους. Μὲ κλωτσιὲς καὶ ξυλοκοπήματα οἱ δήμιοι τὸν ἔσυραν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Ἐκεῖ ὁ ὑποψήφιος Μάρτυρας προσευχήθηκε: «Κύριε, μὴ μὲ ἐγκαταλείψεις. Στερέωσέ με. Κράτησέ με ἀκλόνητο καὶ γενναῖο. Σὲ Σένα ἔρχομαι.».
Σὲ λίγο ἡ ἁγία κεφαλὴ τοῦ μάρτυρος Γεωργίου αἱματοβαμμένη ἔπεφτε στὴ γῆ.
Καὶ ἡ ψυχή του γεμάτη εὐωδία ταξίδευε στὰ χέρια τῶν ἀγγέλων γιὰ τὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ἦταν ἡμέρα Παρασκευή. 5 Ἀπριλίου, 3 τὸ μεσημέρι.
Τί ἡρωικὸς θάνατος! Πάνω στὰ ἴχνη τοῦ Ἐσταυρωμένου!…
Ἡ Ἁγία Ἀργυρή
Στὴ χρυσὴ ἁλυσίδα τῶν ἁγίων ἐνδόξων Νεομαρτύρων δὲν ὑπάρχουν μόνο ὀνόματα ἀνδρῶν ἀλλὰ καὶ γυναικῶν, ποὺ ὁμολόγησαν μὲ παρρησία δυνατὴ τὴν πίστη τους πρὸς τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Μιὰ τέτοια θαρραλέα μορφὴ εἶναι καὶ ἡ ἁγία νεομάρτυς Ἀργυρὴ ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία.
Γεννήθηκε στὴν Προύσα τῆς Βιθυνίας τὸ 1688 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴ Σωσάνα. Ὁ Θεὸς τὴν εἶχε προικίσει μὲ ἐξωτερικὴ ὡραιότητα συνδυασμένη μὲ φυσικὴ εὐγένεια καὶ καλοσύνη. Ἡ μικρὴ αὐτὴ ἁγνὴ κόρη ἀγαποῦσε πολὺ τὸν Θεό. Τὸν σεβόταν βαθιὰ καὶ τηροῦσε μὲ ἀκρίβεια τὶς εὐαγγελικὲς ἀρετές. Ἦταν γιὰ πολλοὺς ἕνα παράδειγμα φωτεινό.
Ὅμως ὁ διάβολος τὴν ἐφθόνησε. Κάποιος προύχοντας γείτονάς της Μουσουλμάνος τὴ συμπάθησε. Καὶ προσπαθοῦσε μάταια μὲ πονηρὲς προτάσεις καὶ ἐνοχλήσεις νὰ τὴν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴ χριστιανική της πίστη καὶ ζωή.
Ἡ ἐπιθυμία τοῦ πονηροῦ αὐτοῦ ἀνθρώπου κορυφώθηκε ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ἡ εὐσεβὴς Ἀργυρὴ ἔκανε τοὺς γάμους της. Λίγες μέρες λοιπὸν μετὰ τὸ Μυστήριο καὶ ἐνῶ τελοῦσαν οἱ νεόνυμφοι – κατὰ τὴν παράδοσή τους – Παράκληση στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, εἰσόρμησε στὸ Ναὸ ὁ ἀλλόθρησκος αὐτὸς ἐχθρός της μὲ ἄλλους μαζὶ Μωαμεθανοὺς καὶ τὴν ἅρπαξαν βίαια. Φοροῦσε μάλιστα τὴν ἡμέρα ἐκείνη καὶ τὸ νυφικό της. Καὶ τὴν ὁδήγησαν στὸν κριτὴ τῆς Προύσας. Τὴν κατηγόρησαν ἐκεῖ ὅλοι μαζὶ καὶ τὴ συκοφάντησαν στὸν δικαστὴ λέγοντας γι’ αὐτὴν «ὅτι εἶπε ὅτι θὰ ἀλλάξει πίστη καὶ θὰ γίνει Τούρκα».
Ἀκολούθησαν ραβδισμοί, βασανιστήρια καὶ φυλακίσεις. Μπροστὰ στὴν ἄδικη αὐτὴ ἐνέργεια ὁ σύζυγος τῆς Ἀργυρῆς ζήτησε νὰ ἐπαναληφθεῖ ἡ δίκη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀποδοθεῖ τὸ δίκαιο καὶ θὰ ἀθωωθεῖ ἡ εὐσεβὴς γυναίκα του.
Ἀλλὰ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη δυστυχῶς ἔφθασε ὁ φθονερὸς προύχοντας ὑποκινούμενος ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ κατέθεσε τὰ ἴδια ψέματα, ἐνῶ ἡ ἁγία ἀτάραχη βεβαίωνε: «Οὐδέποτε σκέφθηκα ἢ εἶπα κάτι τέτοιο, νὰ ἀρνηθῶ τὴν πίστη μου. Εἶμαι Χριστιανὴ καὶ Χριστιανὴ θέλω νὰ ἀποθάνω».
Μὲ νέα διαταγὴ τοῦ Τούρκου κριτῆ ἔδειραν τὴν ἁγία Ἀργυρὴ καὶ τὴ φυλάκισαν στὴν ὑγρὴ φυλακὴ τῆς περιοχῆς Χάσκιοϊ. Ἀκολούθησαν καὶ ἄλλες ἀνακρίσεις χωρὶς ὅμως κανένα ἀποτέλεσμα. Οἱ γονεῖς τῆς εὐσεβοῦς νεόνυμφης κατέφυγαν μέχρι καὶ σ’ αὐτὸν τὸν Σουλτάνο, ἀλλὰ δυστυχῶς ὅλες οἱ προσπάθειες ἀπέβησαν ἄκαρπες. Ἡ ἀπόφαση τοῦ δικαστηρίου παρέμενε μία καὶ ἔπρεπε νὰ ἐκτελεσθεῖ μὲ ἀκρίβεια: «Ἢ θὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ θὰ παντρευτεῖ τὸν γυιὸ τοῦ προύχοντα ἢ θὰ κλεισθεῖ ἰσόβια στὴ φυλακή». Ἡ Ἁγία προτίμησε τὸ δεύτερο. Αὐτὸ τῆς ὑπαγόρευε ἡ συνείδησή της καὶ ἡ ἀγάπη της πρὸς τὸν Χριστό. Νὰ παραμείνει πιστὴ στὸν Κύριο «ἄχρι θανάτου».
Οἱ συνθῆκες στὴ φυλακὴ ἦταν σκληρές. Ὑπῆρχαν συγκρατούμενες Τουρκάλες καταδικασμένες γιὰ βαριὰ παραπτώματα. Αὐτὲς ἐνοχλοῦσαν τὴν Ἁγία, τὴν πείραζαν, τὴν ἔβριζαν, τὴ χλεύαζαν. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία δεχόταν ραβδισμοὺς καὶ ἄλλα βάσανα. Κακοπαθοῦσε γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸ ἅγιο ἦθος της καὶ τὸ ὑπομονητικό της παράδειγμα μίλησαν αὐτόπτες μάρτυρες – γυναῖκες χριστιανὲς ποὺ ἦταν καὶ αὐτὲς φυλακισμένες καὶ εἶχαν ἐλευθερωθεῖ.
17 ὁλόκληρα χρόνια ἔμεινε στὶς φυλακὲς ἡ ἁγία Ἀργυρὴ «δεσμία Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Ὅλα τὰ ὑπέφερε ἐκεῖ μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση.
Ἡ φυλακὴ ἦταν γι’ αὐτὴν Παράδεισος καὶ οὐρανός! Ἀνέπνεε τὸν Χριστὸ καὶ ζοῦσε μέσα σὲ πλούσια Χάρη εἰρήνης. Συνέχεια δοξολογοῦσε τὸν Κύριο.
Ὅταν κάποτε τὴν εἰδοποίησαν ὅτι ἕνας εὐλαβὴς πλούσιος, ὁ Μανώλης Κιουρτζίμπασης μεσολαβεῖ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσή της, αὐτὴ ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τὴν πρότασή του.
Προτίμησε νὰ παραμένει στὴ φυλακή, «τὸ βασιλικὸν παλάτιον» – ὅπως τὸ ὀνόμαζε – τοῦ βασιλέως Χριστοῦ.
Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ περιβάλλον ἡ Ἀργυρή – μετὰ ἀπὸ 17 συνολικὰ χρόνια ἐγκλεισμοῦ – παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο στὶς 5 Ἀπριλίου 1721, ἀφοῦ προηγουμένως κοινώνησε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ποὺ κρυφὰ τὶς ἔφεραν μέσα σὲ σταφίδα.
Τὸ μαρτυρικό της σκήνωμα – σῶμα εὐσεβεῖς Χριστιανοὶ τὸ ἔθαψαν κατὰ τὴν ἐπιθυμία της σὲ μιὰ ἄκρη στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Χάσκιοϊ (Πικρίδιο), ποὺ τότε ἦταν νεκροταφεῖο. Στὶς 30 Ἀπριλίου 1725 ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων της. Ὁ βιογράφος της ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καταγράφει ὅτι τὸ ἱερὸ Λείψανο τῆς ἁγίας βρέθηκε ἀκέραιο, σῶο, πλημμυρισμένο ἀπὸ θεία εὐωδία. Ἱερεῖς καὶ πιστοὶ μὲ εὐλάβεια καὶ συγκίνηση τὸ ἀπέθεσαν μέσα σὲ λάρνακα στὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς μὲ τὴν ἄδεια τοῦ τότε πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παϊσίου. Καὶ ἡ Ἁγία ἐτιμᾶτο μὲ ἐπισημότητα καὶ μὲ εὐλάβεια κάθε χρόνο στὶς 30 Ἀπριλίου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν Λειψάνων της.
Στὰ δραματικὰ γεγονότα τοῦ 1955 ποὺ ἔγιναν στὴν Πόλη, φανατικοὶ καὶ ἐμπαθεῖς Τοῦρκοι κατέστρεψαν καὶ λεηλάτησαν μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὸν ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ἔκαψαν δὲ καὶ τὴν ἁγία λάρνακα. Σήμερα σώζονται σὲ μικρὴ λειψανοθήκη ἐλάχιστα ὑπολείμματα ἱερῶν Λειψάνων τῆς ἐνδόξου Νεομάρτυρός μας.
Ναΰδριο τῆς ἁγίας Ἀργυρῆς ἐγκαινιασμένο ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ. Ἰάκωβο Γ΄ ὑπάρχει στὴν κωμόπολη Παναγιούδα Λέσβου, ὅπου καὶ τιμᾶται μὲ λαμπρότητα.
Ἡ ἁγία Νεομάρτυς Ἀργυρὴ δίκαια ὀνομάσθηκε «προστάτης τοῦ Γάμου καὶ τῆς εὐσεβοῦς νεότητος». Ἕνας ἀπὸ τοὺς σύγχρονους ὑμνογράφους της, ὁ π. Ἀθανάσιος Σιμωνοπετρίτης, στὸν Παρακλητικὸ Κανόνα ποὺ συνέθεσε πρὸς τιμήν της, ἔβαλε ὡς ἀκροστιχίδα του τὴν τόσο ἐκφραστικὴ ἱκεσία «Τὴν σωφροσύνην, Ἀργυρή, δὸς ἡμῖν δῶρον».
Καὶ μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ὡραίους ὕμνους τὴν ὑμνεῖ καὶ τὴν παρακαλεῖ νὰ στηρίζει μὲ τὶς εὐχές της τοὺς πιστοὺς συζύγους σὲ θεάρεστη συζυγία:
«Συζυγίαν ἐτήρησας ἄμωμον ἐκ φθόνου τοῦ πολεμήτορος· διὸ μάρτυς τήρει πάντοτε, εὐλαβεῖς συζύγους ἐν ἁγνότητι». Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς ἁγίας ἐνδόξου Νεομάρτυρος Ἀργυρῆς οἱ νέες οἰκογένειες τῆς πατρίδος μας νὰ ἀπολαμβάνουν εἰρήνη καὶ χαρὰ καὶ νὰ μένουν θεμελιωμένες στὸν ἀσάλευτο βράχο τῆς πίστεώς μας, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό!
«Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ὁ Ἅγιος Παναγιώτης ποὺ μαρτύρησε στὴν Ἱερουσαλήμ
Ὁ νεομάρτυρας Παναγιώτης ἦταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο καὶ μαρτύρησε στὴν Ἱερουσαλὴμ στὶς 5 Ἀπριλίου 1820. Σύμφωνα μὲ τὴν διήγηση τοῦ Ἄγγλου ἱεραποστόλουἸωσὴφ Wolff, ποὺ γράφτηκε στὶς 2 Ἀπριλίου 1839, ἕνας νεαρὸς Ἕλληνας, ποὺ ὀνομαζόταν Παναγιώτης, ὑπηρετοῦσε κοντὰ σ΄ ἕναν Τοῦρκο εὐγενῆ, ποὺ ὀνομαζόταν Ὀσμὰν Ἐφέντης. Ὅταν κάποτε ὁ Τοῦρκος αὐτὸς πῆγε στὸ Τέμενος τοῦ Ὀμάρ, ποὺ βρίσκεται στὴν Ἱερουσαλήμ, τὸν ἀκολούθησε μέσα σ΄ αὐτό καὶ ὁ Παναγιώτης. Οἱ φανατικοὶ Τοῦρκοι, θεώρησαν ὅτι ὁ Παναγιώτης μὲ τὴν εἴσοδό του μίανε τὸ Τέμενός τους καὶ τὸν κατηγόρησαν στὸν Πασὰ τῆς Δαμασκοῦ. Ὁ πασὰς ζήτησε ἀπὸ τὸν νέο, προκειμένου νὰ ἀποφύγει τὸν θάνατο, νὰ δεχθεῖ τὸν Μουσουλμανισμό. Ὁ Παναγιώτης μόλις τὸ ἄκουσε αὐτό, μὲ θάῤῥος φώναξε μπροστὰ στὸν ἄρχοντα: «Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, θανάτωσέ με, δὲν φοβᾶμαι. Χριστὸς ἀνέστη» μπροστὰ σὲ πλῆθος μουσουλμάνων. Ἐκεῖ τότε τὸν ἀποκεφάλισαν. Σύμφωνα πάντα μὲ τὶς πληροφορίες τοῦ Ἄγγλου Ἱεραποστόλου, ποὺ παρακολούθησε τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου, τὸ «Ἑλληνικὸν Μοναστήριον» τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀγόρασε ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ λείψανο τοῦ νεομάρτυρα ἀντὶ 5.000 γροσίων καὶ τὸ ἔθαψε μὲ τιμές.
Ὁ Ἅγιος Becan (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.