ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (11/4)

Σήμερα 11/4 εορτάζουν:

  • Άγιος Αντίπας Επίσκοπος Περγάμου
  • Οσίες Τρυφαίνη και Ματρώνα
  • Όσιος Φαρμούθιος ο Αναχωρητής
  • Όσιος Γεώργιος, κτήτορας της Ιεράς Μονής Χρυσοστόμου της Κύπρου
  • Όσιος Βαρσανούφιος επίσκοπος Τβερ και Καζάν
  • Όσιος Καλλίνικος ο εκ Ρουμανίας
  • Άγιος Μαρτινιανός ο εν Ρώμη
  • Άγιος Βάκχος ο Οσιομάρτυρας
  • Όσιοι Ευθύμιος και Χαρίτων
  • Όσιος Ιάκωβος του Βρυλέεφ
  • Όσιος Ιάκωβος του Ζελέζνιυ – Μπορόκ

Ὁ Ἅγιος Ἀντίπας ἐπίσκοπος Περγάμου

11.-Agios-Antipas

Μορ­φή σε­βά­σμια εἶ­ναι ὁ Ἀν­τί­πας, ὁ δι­ά­δο­χος τῶν Ἀ­πο­στό­λων. Εἶ­ναι ὁ Ἐ­πί­σκο­πoς τῆς Περ­γά­μου καί μάρ­­τυ­ρας τοῦ πρώ­του με­τά Χρι­στόν αἰ­ώ­να. Ξε­χω­ρι­στή τι­μή γιά τόν Ἀν­τί­πα καί αἰ­ώ­νιο πα­ρά­δειγ­μα γιά μί­μη­ση ἀ­πο­τε­λεῖ ἡ ἔκ­φρα­ση εὐ­α­ρέ­σκειας καί ὁ ἐγ­κω­μι­α­στι­κός λό­γος τοῦ Θε­οῦ γιά τόν Ἀν­τί­πα: Ἀν­τί­πας ὁ μάρ­τυς μου ὁ πι­στός (Ἀ­ποκ. β΄ 13)!

Ἡ Πέρ­γα­μος τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρα Δο­με­τια­νοῦ 81-96 μ.Χ. ἦ­ταν μί­α ἀ­πό τίς πιό φη­μι­σμέ­νες καί ὀ­νο­μα­στές πό­λεις τῆς Μ. Ἀ­σί­ας. Ὡς κέν­τρο πο­λι­τι­στι­κό καί φι­λο­σο­φι­κό συγ­κέν­τρω­νε κί­νη­ση με­γά­λη καί θη­σαύ­ρι­ζε δό­ξα καί πλοῦ­το ἀ­ξι­ό­λο­γο. Δέν ἦ­ταν μό­νο γι’ αὐ­τά γνω­στή ἡ Πέρ­γα­μος. Ἦ­ταν ὀ­νο­μα­στή κυ­ρί­ως, για­τί ἀ­πο­τε­λοῦ­σε κέν­τρο με­γά­λο τῆς εἰ­δω­λο­λα­τρί­ας. Οἱ βω­μοί καί οἱ να­οί της, τό με­γά­λο Ἀ­σκλη­πι­εῖ­ο μα­ζί μέ τά πα­νύ­ψη­λα ἀ­γάλ­μα­τα τοῦ Δί­α καί τῆς Ἀ­θη­νᾶς στό­λι­ζαν τήν Ἀ­κρό­πο­λή της. Πα­ράλ­λη­λα τε­λε­τές πομ­πώ­δεις καί θο­ρυ­βώ­δεις λάμ­βα­ναν χώ­ρα γιά τή λα­τρεί­α τοῦ αὐ­το­κρά­το­ρα καί τῆς θέ­ας Ρώ­μης. Ἔ­τσι στήν εἰ­δω­λο­λα­τρι­κή Πέρ­γα­μο εἶ­χε στή­σει με­γα­λο­πρε­πῆ τό θρό­νο καί τήν ἐ­ξου­σί­α του ὁ σα­τα­νᾶς, ὅ­πως μαρ­τυ­ρεῖ ἄλ­λω­στε καί ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη: «ὅ­που ὁ θρό­νος τοῦ σα­τα­νᾶ». Ἀ­πό τήν ἔκ­φρα­ση αὐ­τή μπο­ρεῖ κα­νείς νά συμ­πε­ρά­νει πό­σα πλή­θη ἀν­θρώ­πων θά συγ­κεν­τρώ­νον­ταν ἐ­κεῖ καί τί ὄρ­για θά γί­νον­ταν στίς ἑ­ορ­τές τους.

Στήν πο­λυ­τά­ρα­χη καί δαι­μο­νό­πλη­κτη πό­λη τῆς Περ­γά­μου βρι­σκό­ταν καί ὁ Ἀν­τί­πας. Κά­ποι­ος ἀ­πό τούς ἁ­γί­ους Ἀ­πο­στό­λους τόν πρό­σε­ξε με­τα­ξύ τῶν Χρι­­στια­νῶν καί τόν βρῆ­κε ἄ­ξιο γιά Ἀ­πό­στο­λο τοῦ Χρι­­στοῦ. Τόν χει­ρο­τό­νη­σε Ἐ­πί­σκο­πο καί τόν το­πο­θέ­τη­σε στήν Πέρ­γα­μο, ὅ­που ὁ σα­τα­νᾶς κα­τοι­κεῖ. Σκο­πός τοῦ ἦ­ταν νά γκρε­μί­σει τό θρό­νο τοῦ σα­τα­νᾶ ἀ­πό τίς ψυ­χές τῶν ἀν­θρώ­πων, νά τόν ἐκ­δι­ώ­ξει ἀ­πό τήν πό­λη καί νά ἐγ­κα­τα­στή­σει ἐ­κεῖ τό θρό­νο τοῦ παν­το­κρά­το­ρα Κυ­ρί­ου, τοῦ Σω­τή­ρα καί Λυ­τρω­τή τῶν ἀν­θρώ­πων.

Ἀ­πό τό­τε ἀρ­χί­ζει ἡ με­γά­λη μά­χη τοῦ φω­τός μέ τό σκο­τά­δι, τῆς ἀ­λή­θειας μέ τό ψεῦ­δος. Οἱ ψεύ­τι­κοι θε­οί τοῦ Ὀ­λύμ­που μέ ἀρ­χη­γό καί ὑ­πε­ρα­σπι­στῆ τό σα­τα­νᾶ ἀ­μύ­νον­ται καί ἐ­πι­τί­θεν­ται μέ ὅ­λες τους τίς δυ­νά­μεις. Καί ὁ Ἀν­τί­πας μέ τούς πι­στούς του ἀ­γω­νί­ζε­ται πρός τάς ἀρ­χάς, πρός τάς ἐ­ξου­σί­ας, πρός τούς κο­σμο­κρά­το­ρας τοῦ σκό­τους (Ἔφ. α΄ 12) μέ ἀρ­χη­γό τόν Κύ­ριο τῶν δυ­νά­με­ων. Καί εἶ­ναι βέ­βαι­ο ὅ­τι ὁ Θε­ός «συν­τρί­ψει τόν σα­τα­νᾶν ὑ­πό τούς πό­δας αὐ­τῶν ἐν τά­χει» (Ρώμ. α΄ 20).

Καί πράγ­μα­τι! ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ καί στήν εἰ­δω­λο­λα­τρι­κή Πέρ­γα­μο κα­τα­κτᾶ ἔ­δα­φος. Τό κή­ρυγ­μα τοῦ εὐ­αγ­γε­λί­ου εἰ­σχω­ρεῖ στίς καρ­δι­ές καί τίς κα­τα­νύσ­σει. Ἀ­κό­λα­στοι με­τα­νο­οῦν. Εἰ­δω­λο­λά­τρες βα­πτί­ζον­ται. Τό φῶς προ­χω­ρεῖ καί ἡ ἀ­τμό­σφαι­ρα μέ τήν πά­ρο­δο τοῦ χρό­νου με­τα­βάλ­λε­ται. Καί ἐ­πει­δή ὁ σα­τα­νᾶς ἀν­τι­λαμ­βά­νε­ται πλέ­ον κα­θα­ρά ὅ­τι ὁ θρό­νος τοῦ κλο­νί­ζε­ται ἐκ θε­με­λί­ων, ἐ­πι­στρα­τεύ­ει ὅ­λες τίς σκο­τει­νές δυ­νά­μεις του γιά νά ἀ­να­κό­ψει τό ρεῦ­μα τῆς ἐ­πι­στρο­φῆς στήν ἀ­λή­θεια τῶν κα­τοί­κων τῆς Περ­γά­μου. Πρῶ­τα – πρῶ­τα θά κτυ­πή­σει τόν ποι­μέ­να, γιά νά δι­α­σκορ­πι­σθοῦν τά πρό­βα­τα τῆς ποί­μνης.

Δέν ἀρ­γοῦν λοι­πόν τά ὀρ­γα­νά του νά συλ­λά­βουν τόν γέ­ρον­τα Ἐ­πί­σκο­πο καί νά τόν ὁ­δη­γή­σουν μπρο­στά στόν ἄρ­χον­τα ὅ­πως εἶ­χαν ὁ­δη­γή­σει μπρο­στά στόν Πι­λά­το πρίν ἀ­πό πε­νήν­τα μό­λις χρό­νια τόν Κύ­ριο τῆς δό­ξης. Ἐ­κεῖ ἀρ­χί­ζει μί­α ἐν­δι­α­φέ­ρου­σα καί ἔν­το­νη στι­χο­μυ­θί­α με­τα­ξύ ἡ­γε­μό­να, ἱ­ε­ρέ­ων καί φι­λο­σό­φων εἰ­δω­λο­λα­τρῶν ἀ­πό τή μί­α καί τοῦ Ἁ­γί­ου ἀ­πό τήν ἄλ­λη.

Τόν κα­τη­γο­ροῦν, για­τί, ἐ­νῶ ἦ­ταν γέ­ρον­τας ἔμ­πει­ρος καί συ­νε­τός, ἀ­κο­λου­θεῖ τήν πί­στη τῶν Χρι­στια­νῶν πού εἶ­ναι πρό­σκαι­ρη καί ψευ­δής. Τοῦ πα­ρα­τάσ­σουν οἱ φι­λό­σο­φοι ἐ­πι­χει­ρή­μα­τα καί τόν προ­τρέ­πουν νά ἀ­κο­λου­θή­σει στό μέλ­λον τήν εἰ­δω­λο­λα­τρί­α πού εἶ­ναι θρη­σκεί­α πιό πα­λαι­ά καί πιό τί­μια. Καί ὁ Ἐ­πί­σκο­πος τῶν Χρι­στια­νῶν ἀ­νοί­γει τό στό­μα του καί φω­­­τι­σμέ­νος ἀ­πό τόν Κύ­ριό του τούς ἀν­τι­με­τω­πί­ζει μέ σο­φά, συ­νε­τά καί ἀ­κα­τα­μά­χη­τα ἐ­πι­χει­ρή­μα­τα. Μι­λά­ει γιά πολ­λή ὥ­ρα καί ἀ­πο­δει­κνύ­ει τήν εἰ­δω­λο­λα­τρί­α ὡς θρη­σκεί­α αἰ­σχρή καί ὡς λα­τρεί­α τῶν δαι­μό­νων καί τῆς δυ­νά­με­ώς τους.

Δέν χρει­α­ζό­ταν πιά τί­πο­τε πε­ρισ­σό­τε­ρο. Οἱ εἰ­δω­λο­λά­τρες ἱ­ε­ρεῖς καί φι­λό­σο­φοι ντρο­πι­α­σμέ­νοι φω­νά­ζουν καί ἀ­πει­λοῦν. Ἀλ­λά ὁ Ἐ­πί­σκο­πος ὄ­χι μό­νο μέ­νει ἀ­πα­θής στίς ἀ­πει­λές τους, ἀλ­λά δη­λώ­νει ξε­κά­θα­ρα ὅ­τι εἶ­ναι ἕ­τοι­μος νά πε­θά­νει γιά τόν Σω­τή­ρα του Χρι­στό, τόν μό­νο ἀ­λη­θι­νό Θε­ό. Καί ἐ­πει­δή δέν μέ­νει ἄλ­λο ἐ­πι­χεί­ρη­μα στούς εἰ­δω­λο­λά­τρες, εἶ­ναι ἕ­τοι­μοι νά ἐ­ξα­ναγ­κά­σουν τόν Ἅ­γιο νά ἀρ­νη­θεῖ τήν πί­στη του μέ μαρ­τύ­ρια. Χρη­σι­μο­ποι­οῦν μά­λι­στα ἕ­να ἀ­πό τά πιό φο­βε­ρά. Ὁ­δη­γοῦν κον­τά του ἕ­να ὁ­μοί­ω­μα βο­διοῦ χάλ­κι­νο με­γά­λο καί ἀ­νά­βουν φω­τιά γιά νά τό πυ­ρα­κτώ­σουν. Καί ἐ­νῶ ἡ φω­τιά καί­ει, οἱ εἰ­δω­λο­λά­τρες ἄλ­λο­τε ἀ­πει­λοῦν καί ἄλ­λο­τε εἰ­ρω­νεύ­ον­ται τόν γέ­ρον­τα Ἐ­πί­σκο­πο.

Καί αὐ­τός; Μο­λο­νό­τι ἦ­ταν κα­τά­κο­πος ἀ­πό τήν προ­η­γού­με­νη τα­λαι­πω­ρί­α, μέ­νει ἀ­τά­ρα­χος καί ἤ­ρε­μος. Ὁ Κύ­ριος ἄλ­λω­στε εἶ­χε προ­ει­δο­ποι­ή­σει τούς ὀ­πα­δούς του: «Εἰ ἐ­μέ ἐ­δί­ω­ξαν, καί ὑ­μᾶς δι­ώ­ξου­σι» (Ἰ­ω. ι­ε΄ 20). Γι’ αὐ­τό καί ὁ ἅ­γιος Ἐ­πί­σκο­πος, μι­μη­τής τοῦ Χρι­στοῦ, μέ ἁ­γί­α προ­σμο­νή πε­ρι­μέ­νει τήν ὥ­ρα τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου του.

Σέ προ­σευ­χή εὐ­χα­ρι­στί­ας καί δε­ή­σε­ως ἀ­φι­ε­ρώ­νει τή λί­γη ὥ­ρα πού τοῦ μέ­νει πρίν ἀ­πό τό μαρ­τύ­ριο. Αἰ­σθά­νε­ται ζω­η­ρή μέ­σα του τήν πα­ρου­σί­α τοῦ Κυ­ρί­ου του νά τόν ἐ­νι­σχύ­ει καί νά τόν το­νώ­νει, γιά νά μεί­νει πι­στός μέ­χρι θα­νά­του. Καί ἐ­νῶ ἡ ἱ­ε­ρή προ­σευ­χή συ­νε­χι­ζό­ταν, δυ­να­τά βέ­βη­λα χέ­ρια τόν ἁρ­πά­ζουν καί τόν ρί­χνουν μέ πά­θος στό ἐ­σω­τε­ρι­κό, στήν κοι­λιά τοῦ πυ­ρα­κτω­μέ­νου βο­διοῦ.

Τή φρί­κη τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου κα­θέ­νας μπο­ρεῖ νά ἀν­τι­λη­φθεῖ. Οἱ σάρ­κες τοῦ Ἁ­γί­ου μέ­σα στόν πυ­ρα­κτω­μέ­νο χαλ­κό ψή­νον­ται καί λι­ώ­νουν, ἐ­νῶ ἡ ζω­ή τοῦ σι­γο­σβή­νει μέ­σα σέ ἀ­φό­ρη­τους πό­νους μα­ζί μέ τίς τε­λευ­ταῖ­ες λέ­ξεις τῆς προ­σευ­χῆς του πά­νω στή γῆ. Πα­ρα­κα­λεῖ τόν Θε­ό νά συγ­χω­ρή­σει τούς βα­σα­νι­στές του!

Τήν ἐ­πο­χή αὐ­τή ὁ ἀ­πό­στο­λος καί εὐ­αγ­γε­λι­στής Ἰ­ω­άν­νης βρι­σκό­ταν ἐ­ξό­ρι­στος στήν Πά­τμο. Ἀ­πό ἐ­κεῖ θε­ο­κί­νη­τος καί βρι­σκό­με­νος σέ ἔκ­στα­ση θά γρά­ψει τήν Ἀ­πο­κά­λυ­ψη, πού εἶ­ναι τό τε­λευ­ταῖ­ο βι­βλί­ο τῆς Ἁ­γί­ας Γρα­φῆς. Μέ­σα σ’ αὐ­τό καί στό ση­μεῖ­ο πού ἀ­πευ­θύ­νε­ται στό νέ­ο Ἐ­πί­σκο­πό της Περ­γά­μου, δι­α­τυ­πώ­νει καί τό ἐγ­κώ­μιο τοῦ Κυ­ρί­ου γιά τόν Ἀν­τί­πα: «Ἀν­τί­πας ὁ μάρ­τυς μου ὁ πι­στός, ὅς ἀ­πε­κτάν­θη πάρ ὑ­μῖν, ὅ­που ὁ σα­τα­νᾶς κα­τοι­κεῖ».

Πράγ­μα­τι μάρ­τυς πι­στός του Κυ­ρί­ου ἀ­να­δεί­χθη­κε ὁ Ἀν­τί­πας μέ­σα στήν κοι­νω­νί­α ὅ­που ὁ θρό­νος τοῦ σα­τα­νᾶ, μέ τή φω­τει­νή ζω­ή του, τό ἀ­να­και­νι­στι­κό ἔρ­γο του, τό ὀ­δυ­νη­ρό μαρ­τύ­ριό του.

Οἱ ὀ­δον­τί­α­τροι τῆς πα­τρί­δας μας τόν ἔ­χουν προ­στά­τη τους Ἅ­γιο καί ἀ­νή­γει­ραν ἔ­ξω ἀ­πό τήν Πα­νε­πι­στη­μια­κή Σχο­λή Ἀ­θη­νῶν πε­ρι­καλ­λῆ να­ό στή μνή­μη του. Ὁ ἅ­γιος Ἀν­τί­πας ὅ­μως εἶ­ναι ἄ­ρι­στο πα­ρά­δειγ­μα γιά τούς πι­στούς, κλη­ρι­κούς κυ­ρί­ως ἀλ­λά καί λαί­κους, οἱ ὁ­ποῖ­οι ζοῦν καί ἀ­να­στρέ­φον­ται σέ μί­α ἀ­νά­λο­γη ἐ­πο­χή.

Μή­πως καί σή­με­ρα ὁ σα­τα­νᾶς δέν ἔ­χει στή­σει μέ ποι­κί­λους τρό­πους τό θρό­νο του στίς ψυ­χές πολ­λῶν ἀν­θρώ­πων; Καί κα­λοῦν­ται οἱ μι­μη­τές τοῦ ἁ­γί­ου ἐ­πι­σκό­που Ἀν­τί­πα νά μέ­νουν στα­θε­ροί καί ἀ­κλό­νη­τοι στήν πί­στη τους καί νά δί­νουν μέ παρ­ρη­σί­α τή μαρ­τυ­ρί­α τοῦ Χρι­στοῦ στό πε­ρι­βάλ­λον τους, μέ τήν ἐ­νά­ρε­τη ζω­ή τους, τόν οἰ­κο­δο­μη­τι­κό τους λό­γο, τό τί­μιο καί κα­θα­ρό τους ἔρ­γο.

Ὅ­σο κι ἄν φω­να­σκοῦν, ὅ­σο κι ἄν θο­ρυ­βοῦν τά ὄρ­γα­να τοῦ σα­τα­νᾶ, ἡ μαρ­τυ­ρί­α τοῦ Χρι­στοῦ καί στήν ἐ­πο­χή μας θά βρί­σκει ἀν­τα­πό­κρι­ση ἀ­πό κα­λο­προ­αί­ρε­τες ψυ­χές, οἱ ὁ­ποῖ­ες θά σπεύ­δουν πρός τό φῶς καί θά σώ­ζον­ται. Καί εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη οἱ πι­στοί μάρ­τυ­ρες τοῦ Χρι­στοῦ νά πλη­θυν­θοῦν στήν ἐ­πο­χή μας καί νά ἐρ­γά­ζον­ται δρα­στή­ρια γιά τή δό­ξα Του.

Κά­θι­σμα τοῦ Ἁ­γί­ου. Ἦ­χος γ΄

Θεί­οις ἄν­θρα­ξι θεί­ας ἀ­γά­πης ἀ­να­πτό­με­νος, Μάρ­τυς Ἀν­τί­πα, τῆς ἀ­θε­ΐ­ας τήν φλό­γα κα­τέ­σβε­σας

καί πυ­ρω­θέν­τι βλη­θείς χαλ­κουρ­γή­μα­τι, πρός τό ἀ­νέ­σπε­ρον φῶς ἐ­ξε­δή­μη­σας. Πά­τερ Ὅ­σι­ε,

Χρι­στόν τόν Θε­όν ἱ­κέ­τευ­ε δω­ρή­σα­σθαι ἡ­μῖν τό μέ­γα ἔ­λε­ος.

Κον­τά­κιον τοῦ Ἁ­γί­ου. Ἦ­χος πλ. δ΄

Τόν ἱ­ε­ράρ­χην καί κλει­νόν με­γα­λο­μάρ­τυ­ρα, τόν πο­λι­οῦ­χον τῆς Περ­γά­μου τόν πα­νά­ρι­στον

καί κοι­νοῦ ἐ­χθροῦ ἀν­τί­πα­λον, τόν Ἀν­τί­παν, κα­τά χρέ­ος εὐ­φη­μή­σω­μεν ἐν ἄ­σμα­σιν,

ὡς τούς πά­σχον­τας ὀ­δόν­τας θε­ρα­πεύ­ον­τα πό­θῳ κρά­ζον­τες χαί­ροις Πά­τερ πα­νόλ­βι­ε.

Ἀπό τό βιβλίο «Καλλίνικοι Μάρτυρες»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη

Οἱ Ὁσίες Τρυφαίνη καί Ματρώνα

Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται μόνο ἡ μνήμη τῆς Τρυφαίνης τῆς ἐν Κυζίκῳ. ΣτὸνΛαυριωτικὸ ὅμως κώδικα 170 μνημονεύονται καὶ οἱ δυό. Αὐτὲς ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύζικο καὶ ἀπὸ μικρὲς ἐπιθύμησαν τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς. Ἔτσι ἀφοῦ σὲ μεγάλο βαθμὸ σκληραγώγησαν τὴν σάρκα καὶ τὸ πνεῦμα τους, ἀπόκτησαν μεγάλες ἀρετὲς καὶ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Φαρμούθιος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς Χρυσοστόμου τῆς Κύπρου

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὑπῆρξε ὁ κτήτορας καὶ ὁ πρῶτος ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοστόμου στὴν Κύπρο, ποὺ κτίστηκε τὸ 1091 (Παρισινὸς Κώδικας 402 Coislin).

Ὁ Ὅσιος Βαρσανούφιος

Ἀρχιμ. Ἱ. Μονῆς «Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος» (Ῥῶσος, + 1576).