Μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ αὐτὸ τίτλο ἡ ἐφημερίδα «Ἑστία» ἀναδημοσίευσε λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα ἕνα ἐπίκαιρο κείμενο τοῦ 19ου αἰώνα, γραμμένο ἀπὸ «μιὰ σπουδαία προσωπικότητα» τῆς ἐποχῆς, τὸν συγγραφέα Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (1829-1894), ἐγγονὸ τοῦ πασίγνωστου «Γέρου τοῦ Μοριᾶ».
Σύμφωνα μὲ τὸ δημοσίευμα τῆς ἐφημερίδας ὁ νεότερος Θ. Κολοκοτρώνης «πέρασε μιὰ ζωὴ ἀνεπίληπτη, ὑπηρέτησε ὡς ἀξιωματικὸς τοῦ Στρατοῦ καὶ βουλευτής, ἀλλὰ ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἐπιτέθηκε μὲ σφοδρότητα στὸ σάπιο πολιτικὸ σύστημα καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸ βῆμα τῆς Βουλῆς. Λειτούργησε ὡς πραγματικὸς θεματοφύλακας τῆς δοξασμένης οἰκογένειάς του. (…) Στὸν γραπτὸ πλοῦτο ποὺ ἄφησε πίσω του περιλαμβάνεται καὶ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του, παραινετικὴ πρὸς τοὺς συγχρόνους του.
Ἦταν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅταν ἔγραψε τὴν ἐπιστολή, μέσῳ τῆς ὁποίας ἐμμέσως κατηγοροῦσε τοὺς συμπατριῶτες του, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ ἑαυτοῦ του, ὅτι εἶχαν πέσει θύματα τῆς πλαστῆς εὐημερίας καὶ τοῦ πλουτισμοῦ. “Μᾶς δίδαξαν ὅτι τὸ χρῆμα εἶναι ἡ μόνη θεότητα καὶ ἀπέναντί της μηδενίζονται οἱ τίμιοι δεσμοὶ αἵματος, ἀγχιστείας, ἀγάπης, φιλίας καὶ εὐγνωμοσύνης”, ἀνέφερε σὲ μιὰ ἀποστροφή του, καὶ ὡς ἀντίδοτο γιὰ νὰ σωθοῦμε πρότεινε νὰ “χωνέψουμε” τὴν ἰδέα ὅτι τὸ χρῆμα εἶναι ἀνάγκη καὶ ὄχι θεότητα, ὅπως θέλουν νὰ τὸ χαρακτηρίζουν “οἱ σύγχρονοι Φαρισαῖοι σταυρωταί”. “Αὐτοὺς πιστέψαμε καὶ χάσαμε κάθε εὐγενικὸ αἴσθημα, μαραθήκαμε. Δημιουργοῦμε ἀνάγκες ἀνώτερες τῶν μέσων ποὺ διαθέτουμε, τρέχοντας ἔτσι κατευθείαν στὸν ὄλεθρο. (…)” Στὴν αἰσχροκέρδεια, στὶς νοθεύσεις καὶ τὴν ἁρπαγὴ τῶν πάντων ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἑλληνικὴ ζωή, ὁ Θ. Κολοκοτρώνης συνιστοῦσε ὡς ἀντίδοτο ξερὸ ψωμὶ καὶ ἀναπαυμένη συνείδηση! Ἀναφερόταν στὴν ὀλιγάρκεια ὡς φάρμακο ἀπέναντι στὶς σπατάλες, ὑποστηρίζοντας πὼς ἔτσι θὰ μποροῦσαν οἱ Ἕλληνες νὰ ἀναπνεύσουν, νὰ εἶναι γαλήνιοι, εὐτυχεῖς, ἀλλὰ καὶ ὑγιεῖς.
“Ἀδελφοί μου, ἂς εἴπωμεν ἀπὸ ψυχῆς, δόξα Σοι ὁ Θεός, ἀντὶ νὰ σκεπτώμεθα πῶς νὰ νοθεύωμεν, καὶ ἂς ἀγαπηθῶμεν ἀντὶ νὰ ληστευώμεθα ἀμοιβαίως”», ἔγραφε χαρακτηριστικά, «ἐπισημαίνοντας πὼς “ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ μᾶς δίνουν τὴν εὐκαιρία νὰ συλλογιστοῦμε γιατί εἶναι παγωμένα τὰ χαμόγελα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. (…)”
Τὸ τελικὸ μήνυμα ποὺ ἔστελνε ὁ ἐγγονὸς τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ ἦταν ἐλπιδοφόρο. Ἐξέφραζε τὴν πίστη καὶ τὴν βεβαιότητα πώς, ὅπως ἀνατέλλει ἡ Ἀνάσταση, ἔτσι θὰ ἀνατείλει καὶ θὰ μᾶς ἐμπνεύσει ἡ διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου καὶ θὰ εὐτυχήσουμε» (Ἔνθετο περιοδικὸ «Ἑστιάζω», ἀριθ. 4/8-4-2017).
Ὕστερα ἀπὸ 120 χρόνια περίπου ἡ ἀξιολογότατη αὐτὴ «ἀνοικτὴ ἐπιστολὴ» εἶναι τόσο πολὺ ἐπίκαιρη, ποὺ δίνει τὴν ἐντύπωση ὅτι γράφτηκε μόλις τώρα. Ἐπειδὴ δυστυχῶς ἡ σύγχρονη κοινωνία μας προχωρεῖ «ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο», εἶναι ἐπείγουσα ἡ ἀνάγκη νὰ δώσουμε ἰδιαίτερη προσοχὴ στὶς βασικὲς ἔννοιες ποὺ ἀναπτύσσει ὁ ἑλληνόψυχος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καὶ νὰ τὶς ἐγκολπωθοῦμε γιὰ τὸ καλὸ τοῦ Ἔθνους μας.