Σήμερα 6/5 εορτάζουν:
- Δίκαιος Ιώβ ο Προφήτης
- Όσιος Σεραφείμ που ασκήτευσε στο όρος Δομπού Λεβαδείας
- Όσιοι Μάμας, Παχώμιος και Ιλαρίων
- Άγιος Δημητρίων
- Άγιοι Δάναξ, Μέσιρος και Θερίνος
- Άγιος Δονάτος
- Άγιος Βάρβαρος
- Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα ασκήσασα
- Ανάμνηση των εγκαινίων του ναού των Αγίων Κοσμά και Δαμιανού στη Μονή του Ψαμαθία
- Όσιος Ιώβ ο θαυματουργός
- Άγιος Eadbert εκ Σκωτίας
- Οσία Βενεδίκτη η Ρωμαία
- Άγιοι Ηλιόδωρος και Βενούστος και οι συν αυτοίς μαρτυρήσαντες
- Σύναξη της Παναγίας της νήσου Τελένδου
- Σύναξη της Παναγίας της Παλαιοκαστρίτισσας στην Κερκύρα
- Σύναξη της Παναγιάς της Αργοκοιλιώτισσας στην Νάξο
- Σύναξη της Παναγιάς της Καλόπετρας στην Ρόδο
- Σύναξη της Παναγίας της Φιλερήμου στην Ρόδο
- Σύναξη της Παναγίας της Κεφαλαριώτισσας στην Αργολίδα
- Σύναξη της Παναγίας της Τρυπητής στο Αίγιο
- Σύναξη της Παναγίας στους Αμπελόκηπους (Ταμπάκικα) Λαρίσης
- Σύναξη της Παναγίας της Κλειβωκάς στην Αρκαδία
- Σύναξη της Παναγίας της Σπηλαιώτισσας στα Άγραφα της Πίνδου
- Σύναξη της Παναγίας της Λαοδηγητρίας στην Θεσσαλονίκη
- Σύναξη της Παναγίας της Φανερωμένης στην Ρόδο
- Σύναξη της Παναγίας της Κορυφιώτισσας στο Καμάρι Κορινθίας
- Σύναξη της Παναγίας Βύσσιανης στις Σέρρες
Ὁ πολύαθλος Ἰώβ
Α. Οἱ δοκιμασίες του.
Πολύ γνωστό τό ὄνομά του. Ἀλλά καί ἡ ἀρετή του, καί περισσότερο ἡ ὑπομονή του. Φαινόμενο γιά τήν ἐποχή του. Παροιμιώδης ἔμεινε. Ἰώβεια ὀνομάζουμε τή μεγάλη ὑπομονή. Διότι πράγματι ὁ Ἰώβ ἔδειξε θαυμαστή καρτερία καί ὑπομονή στίς πολλές καί ἰσχυρές δοκιμασίες του. Μέ ὁδηγό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἄς μελετήσουμε τή σπουδαία αὐτή προσωπικότητα, ἡ ὁποία διδάσκει καί ἐμπνέει.
Ἀπό πού καταγόταν καί ποῦ κατοικοῦσε ὁ Ἰώβ; Στήν Αὐσίτιδα χώρα, σημειώνεται στόν πρόλογο τοῦ βιβλίου του. Ποῦ βρισκόταν ἡ Αὐσίτις; Στά ὅρια τῆς Ἰδουμαίας καί τῆς Ἀραβίας τήν τοποθετεῖ πάλι τό θεόπνευστο βιβλίο. Πότε ἔζησε; Στά χρόνια τῶν Πατριαρχῶν. Πέμπτος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Πατριαρχικές πράγματι εἶναι ὅλες οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς του. Καί τό πνεῦμα τῆς ἁγιότητος καί τῆς ἀρετῆς τῶν Πατριαρχῶν ἐπικρατεῖ στίς συνήθειες τῆς καθημερινῆς του ζωῆς.
Ποιός ἦταν ὁ Ἰώβ; Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς τόν παρουσιάζει ὡς ὑπόδειγμα ἀνθρώπου εὐσεβοῦς πού εἶχε φόβο Θεοῦ. Ἀκόμη καί ὡς ἄνθρωπο δίκαιο καί εὐεργετικό, τέλειο γιά τήν ἐποχή πού ζοῦσε. Ἦταν, λέει, ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἀληθινός, ἄμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, ἀπεῖχε ἀπό κάθε πονηρό πράγμα. Πέντε γνωρίσματα τῆς ἀρετῆς του — πέντε πραγματικά διαμάντια. Γνωρίσματα, τά ὁποῖα συνθέτουν τήν ἐξαίρετη προσωπικότητά του. Ἡ φιλαλήθειά του, ἡ ἄμεμπτη ζωή του, ἡ δικαιοσύνη του ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἡ πηγαία του εὐσέβεια, ἡ ἀποχή ἀπό κάθε πράξη ἡ ὁποία θά τόν ἐφερνε σέ ἀντίθεση πρός τόν Θεό, συνιστώντας μία τελεία καί ἀληθινή μορφή, τήν ὁποία εἶναι δυνατόν νά διάπλασει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ.
Ἦταν ὁ ἄνθρωπος ἐπίσημος καί εὐγενής καί μέ φήμη πολύ μεγάλη. Βασιλεῖς καί ἐπίσημοι ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ του ἦταν γνωστοί του καί φίλοι του. Ἀλλά καί οἰκογενειάρχης ἐξαιρετικός. Πατριαρχική ἡ οἰκογένειά του. Δέκα παιδιά. Ἑπτά γιοί καί τρεῖς κόρες. Καί ἡ περιουσία του πολύ μεγάλη.
«Ἦν τά κτήνη αὐτοῦ, σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφή, πρόβατα ἐπτακισχίλια, κάμηλοι τρισχίλιαι, ζεύγη βοῶν πεντακόσια, θήλειαι ὄνοι νομάδες πεντακόσιαι, καί ὑπηρεσία πολλή σφόδρα καί ἔργα μεγάλα ἦν αὐτῷ ἐπί τῆς γῆς». Παρά τό γεγονός ὅμως, ὅτι ἦταν κάτοχος μιᾶς τόσο τεράστιας περιουσίας καί μέ τόσο μεγάλες ἐπιχειρήσεις, ἔμεινε ταπεινός, πιστός στόν Θεό καί γεμάτος ἀπό τό δικό του φόβο. Γνήσιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ, δέν παρέλειπε καθημερινά νά προσφέρει στόν Θεό θυσίες γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τά παιδιά του καί νά τόν παρακαλεῖ νά συγχωρήσει ὅσες τυχόν ἁμαρτίες ἔκαναν.
Ἔτσι περνοῦσε ἡ ζωή τοῦ Πατριάρχη. Ἤρεμη καί εἰρηνική. Εὐτυχισμένος μέσα στήν οἰκογένειά του. Μέ προσευχές καί θυσίες, μέ συμπαραστάτη τόν Θεό. Ἀλλά τίς ἡμέρες τῆς εὐτυχίας του ἦλθαν νά διαδεχθοῦν ἄλλες ἡμέρες. Ἡμέρες πόνου καί δοκιμασίας. Θλίψεως βαθύτατης καί συμφορῶν καί ἀτυχημάτων χωρίς τέλος. Ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, ἀφοῦ πῆρε τήν ἄδεια ἀπό τόν Θεό, τοῦ ἔβαλε ἕνα τρομερό πειρασμό μέ τρόπο φοβερό. Διαδοχικά ἔρχονται τά θλιβερά μηνύματα νά γεμίσουν τήν καρδιά τοῦ Πατριάρχη ἀπό πόνο καί πένθος ἀπαρηγόρητο. Ἄς ἀκούσουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή τά φοβερά μηνύματα. Ὁ Ἰώβ βρίσκεται στό σπίτι του. Τά παιδιά του ὅλα μαζί συγκεντρωμένα στό σπίτι τοῦ μεγαλύτερου ἀδελφοῦ διασκεδάζουν. Τρέχοντας φθάνει ὁ ἀγγελιοφόρος. Ἀπευθύνεται στόν Ἰώβ καί τοῦ λέει: Ἐνῶ τά βόδια σου ἀροτριοῦσαν καί οἱ ὄνοι ἔβοσκαν ἐκεῖ κοντά, ἦλθαν ἐχθροί πού ἔχουν ἔργο νά ἁρπάζουν καί νά αἰχμαλωτίζουν, καί τά πῆραν ὅλα, ἀφοῦ σκότωσαν τούς ὑπηρέτες. Μόνος ἐγώ σώθηκα καί ἦλθα νά σοῦ μεταδώσω τήν θλιβερή εἴδηση. Δέν πρόφθασε νά τελειώσει τό λόγο του καί καταφθάνει ἄλλος ἀγγελιοφόρος καί λέει στόν Ἰώβ: Ἔπεσε φωτιά ἀπ’ τόν οὐρανό καί κατέκαψε τά πρόβατά σου καί τούς ποιμένες. Μόνος ἐγώ σώθηκα καί ἦλθα νά σοῦ ἀναγγείλω τή συμφορά. Ἀλλά καί τρίτος ἔρχεται νά φέρνει κι ἐκεῖνος μέ τή σειρά του θλιβερή πληροφορία. Ἔφιπποι ἀπό διαφόρες κατευθύνσεις κατέφθασαν καί περικύκλωσαν τίς καμῆλες καί τίς αἰχμαλώτευσαν καί σκότωσαν τούς ὑπηρέτες, πού τίς φύλαγαν. Κι ἐγώ μόνος σώθηκα καί ἦλθα νά σοῦ μεταφέρω τήν εἴδηση.
Κτυπήματα μεγάλα. Ἀπό τή μία στιγμή, πού ἦταν πάμπλουτος, φθάνει στήν ἄλλη, πού τόν βρίσκει πτωχό καί χωρίς περιουσία. Ἀλλά δέν ἐπρόκειτο οἱ δοκιμασίες νά σταματήσουν ἕως ἐδῶ. Οἱ φοβερότερες εἶναι ἀκόμη πίσω. Αὐτές θά τοῦ κομματιάσουν περισσότερο τήν καρδία. Νά τό νέο φοβερό μήνυμα. Τό μεταφέρει ἄλλος ὑπηρέτης, ὁ ὁποῖος καταφθάνει βιαστικά. «Τῶν υἱῶν σου καί τῶν θυγατέρων σου ἐσθιόντων καί πινόντων παρά τῷ ἀδελφῷ αὐτῶν τῷ πρεσβυτέρῳ, ἐξαίφνης πνεῦμα μέγα (πολύ ἰσχυρός τυφώνας) ἐπῆλθεν ἐκ τῆς ἐρήμου καί ἥψατο τῶν τεσσάρων γωνιῶν τῆς οἰκίας (συγκλόνισε τό σπίτι), καί ἔπεσεν ἡ οἰκία ἐπί τά παιδία σου καί ἐτελεύτησαν». Σώθηκα ἐγώ μόνος καί ἦλθα νά σοῦ τό ἀναγγείλω. Τί τρομερή εἴδηση! Δέκα παιδιά νεκρά! Ὁ πολύτεκνος ἄτεκνος. Ὁ εὐτυχισμενος ἀνάμεσα στά παιδιά του, τώρα μόνος καί ἔρημος ἀπό παιδιά. Ἕνας ἄνθρωπος πεθαίνει σ’ ἕνα σπίτι καί γίνεται θρῆνος καί κοπετός. Δέκα παιδιά στή σειρά νεκρά! Τί μεγάλη δοκιμασία! Τί πόνος θεριστικός!
Καί σ’ ὅλες αὐτές τίς δοκιμασίες πῶς φέρεται ὁ δίκαιος καί ὑπομονετικός Πατριάρχης; Μέσα σέ λίγες φράσεις μᾶς ἐκθέτει τό θεόπνευστο βιβλίο τή διαγωγή τοῦ ὑπομονετικοῦ καί εὐσεβοῦς Ἰώβ. «Οὕτως ἀναστάς Ἰώβ ἔρρηξε τά ἱμάτια αὐτοῦ καί ἐκείρατο τήν κόμην τῆς κεφαλῆς καί πεσῶν χαμαί προσεκύνησε τῷ Κυρίῳ καί εἶπε: αὐτός γυμνός ἐξῆλθον ἐκ κοιλίας μητρός μου, γυμνός καί ἀπελεύσομαι ἐκεῖ· ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἐδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο· εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰώνας». Κάθε λέξη καί φράση, ἕνας θησαυρός. Λόγια βαθειά πνευματικά. Λόγια γεμάτα πίστη. Λόγια ταπεινοφροσύνης καί ὑπομονῆς. Ἐκδήλωσε βεβαίως τή βαθεία του θλίψη καί τόν πόνο τῆς ψυχῆς του. Σηκώθηκε· ἔσχισε τά ροῦχα του· ἔκοψε τά μαλλιά του, ὅπως συνήθιζαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς του νά ἐκδηλώνουν τό πένθος τους, κι ἀφοῦ ἔπεσε στή γῆ προσκύνησε τόν Κύριο καί εἶπε: Γυμνό μέ γέννησε ἡ μητέρα μου. Γυμνός πάλι θά φύγω ἀπό τή ζωή αὐτή. Ὅ,τι στό μεταξύ μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος, ἦταν δῶρα δικά του. Ἐκεῖνος τά ἔδωσε, Ἐκεῖνος πάλι τά πῆρε. Ἔτσι φάνηκε καλό στόν Κύριό μου. Ἄς εἶναι εὐλογημένο καί δοξασμένο τό ὄνομά του αἰωνίως.
Δέν θαυμάζεις τήν ὑπομονή αὐτή τοῦ μεγάλου προφήτη καί Πατριάρχη; Δέν σοῦ κάνει ἐντύπωση ἡ θαυμαστή του ψυχική ἀντοχή καί τό ὅτι τόσο πρόθυμα καί χωρίς νά πεῖ οὔτε μία λέξη, οὔτε ἕνα παράπονο, ὑποτάχθηκε ἀδιαμαρτύρητα στό ἅγιο θέλημά του; Ἀναντίρρητα δοκιμάζεις καί σύ θλίψεις καί δοκιμασίες. Ποτέ δέν φθάνουν βέβαια οἱ δοκιμασίες σου τίς δοκιμασίες τοῦ Ἰώβ. Ἐπαναλαμβάνεις ἄραγε ἔπειτα ἀπό κάθε δοκιμασία σου τά λόγια του· «Ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο· εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰώνας»;
Β. Ὁ βαθύτερος πόνος.
Οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Κυρίου τους. «Πνεύματα λειτουργικά εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διά τούς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν» ἀναφέρουν στόν Κύριο τίς ἐνέργειές τους γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων καί περιμένουν ἐντολές. Ἀλλά τί θέλει ὁ διάβολος ἀνάμεσά τους; Πονηρός αὐτός, τί ζητᾶ μέ τούς ἀγαθούς ἀγγέλους; Πονηρό εἶναι τό σχέδιό του. Ἀφοῦ εἶδε, ὅτι δέν μπόρεσε νά κάνει τόν Ἰώβ νά ἁμαρτήσει μέ τίς δοκιμασίες, τίς ὁποῖες τοῦ ἐπέφερε, ἔρχεται τώρα γιά δεύτερη φορά νά ζήτησει ἄδεια νά πειράξει ἀκόμη περισσότερο τόν ἐκλεκτό δοῦλο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἄς ἀκούσουμε τή στιχομυθία του μέ τόν Κύριο:
— Ἀπό ποῦ ἔρχεσαι ἐσύ; τόν ρωτᾶ ὁ Κύριος.
— Ἀφοῦ πέρασα γρήγορα ὅλη τή γῆ καί τήν οἰκουμένη, εἶμαι παρών, ἀπαντᾶ ὁ διάβολος.
—Κατάλαβες, ὅτι δέν ὑπάρχει κανένας ἄλλος ἄνθρωπος, πού νά μπορεῖ νά φθάσει σέ ἀρετή τόν πιστό δοῦλο μου Ἰώβ; ρωτᾶ καί πάλι ὁ Θεός. Εἶναι ἄνθρωπος ἄκακος, ἀληθινός, ἄμεμπτος, θεοσεβής, ἀπέχει ἀπό κάθε κακό. Ἐσύ νόμισες ὅτι, ὅταν τοῦ ἀφαιρέσεις τά ὑπάρχοντά του, θά τόν κάνεις νά ἁμαρτήσει. Ἔδειξε ὅμως μεγάλη ἀκακία.
—Ναι, ἁπαντᾶ ὁ διάβολος. Τί ἀξία ἔχουν τά ὑλικά πράγματα; Ἐκεῖνο πού ἔχει ἀξία εἶναι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτή εἶναι παραπάνω ἀπό ὅλα. Ὅλα μπορεῖ νά τά δώσει ὁ ἄνθρωπος γιά νά τήν ἐξαγοράσει. Στεῖλε του μιά ἀσθένεια. Κτύπησε τόν μ’ αὐτήν μέχρι τό κόκκαλο, καί τότε θά δοῦμε, ἄν δέν θά ἀνοίξει τό στόμα του γιά νά σέ βλασφημήσει. Δός μου τήν ἄδεια, λοιπόν, νά τόν βασανίσω μέ ἀσθένεια φοβερή. Εἶμαι βέβαιος, τότε, ὅτι θά ἁμαρτήσει.
—Την ἔχεις τήν ἄδεια, ἀπαντᾶ ὁ Κύριος. «Παραδίδωμί σοι αὐτόν». Τόν παραδίδω σέ σενα. Μόνο τή ζωή του νά διαφύλαξεις.
Γεμάτος σατανική χαρά καί ἱκανοποίηση ὁ πονηρός σπεύδει νά θέσει σέ ἐνέργεια τό πρόγραμμά του. Ὁ Ἰώβ θά πειρασθεῖ ἀκόμη σκληρότερα. Ὁ βαθύς πόνος θά ὀργώσει τήν καρδιά του. Θά περάσει ἀπό καμίνι βαθύτερης θλίψεως. Γιά νά ἀποδειχθεῖ ὅμως καθαρότερος κι ἀπ’ τό χρυσάφι. Καί νά, ὁ σατανᾶς τόν χτυπᾶ μέ τρομερή ἀσθένεια, μέ ἕλκος φοβερό ἀπό τό κεφάλι μέχρι τά πόδια. Δηλαδή τό σῶμα του γέμισε ὁλόκληρο ἀπό πληγές. Ἀπό τό κεφάλι μέχρι τά πόδια. Κανένα μέρος ὑγιές. Ἀσθένεια φοβερή. Πυορροοῦν οἱ πληγές. Πονᾶ φοβερά ὁ δίκαιος. Κάθεται ἔξω πάνω στήν κοπριά. Ἀνάπαυση δέν βρίσκει. Οὔτε ἡμέρα, οὔτε νύκτα. Κρατᾶ στό χέρι του ἕνα ὄστρακο καί μ’ αὐτό ξύνει τίς πληγές μέ τό πύον. Κόλαση ἡ ζωή του. Ἀνυπόφορη ἡ κατάστασή του. Ποῦ ἦταν καί ποῦ κατάντησε! Ἀπό τήν εὐτυχία στή δυστυχία. Ἀπό ἡγεμόνας, πάμφτωχος καί γυμνός καί ἄρρωστος, χωρίς παιδιά, χωρίς φίλους, χωρίς παρηγοριά καμμία.
Μέ σύντροφο τήν καθημερινή του ὀδύνη, ἀλλά μέ λόγια εὐλογίας πρός τόν Θεό στά χείλη του περνᾶ μέ κόπο τίς μέρες του. Ἀλλά νά, καί νέα δοκιμασία ἔρχεται νά ἐπιτείνει τόν πόνο του. Ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή; Προέρχεται ἀπό τή γυναίκα του. Καί εἶναι σκληρή, πολύ σκληρή ἡ δοκιμασία του αὐτή. Σκληρή, διότι προέρχεται ἀπό τό πρόσωπο ἐκεῖνο, πού ἔπρεπε νά μαλακώνει τόν πόνο του. Ἀλλά καί διότι τοῦ ζητᾶ νά διακόψει τόν σύνδεσμό του μέ Ἐκεῖνον, πού εἶχε ὡς μοναδικό του πλέον καταφύγιο, δηλαδή μέ τόν Θεό. Τί λοιπόν τοῦ ζητᾶ ἡ γυναίκα του; Ἀλλά καί τί δέν τοῦ ζητᾶ; Τά λόγια της εἶναι ἕνα ξέσπασμα ἀγανακτήσεως καί παραπόνου καί ὀργῆς ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνας χείμαρρος ὁρμητικός, πού ζητᾶ νά παρασύρει τόν Ἰώβ νά ἁμαρτήσει. Μέχρι πότε καρτερικά θά περιμένεις νά θεραπευθεῖς καί θά ἐπαναλαμβάνεις: θά περιμένω ἀκόμη λίγο, διότι ἔχω ἐλπίδα, ὅτι θά θεραπευθῶ καί θά σωθῶ ἀπό τή δυστυχία, στήν ὁποία βρίσκομαι; Δέν βλέπεις; Ἔχει πλέον ἐξαφανισθεῖ τό ὀνομά σου ἀπό τή γῆ. Κανείς πλέον δέν σέ θυμᾶται. Χάθηκαν τά παιδιά μας. Ποῦ εἶναι οἱ γιοί μου; Ποῦ εἶναι οἱ κόρες μου; Τά γέννησα μέ ὠδίνες καί πόνους καί τώρα χάθηκαν. Ποῦ εἶναι οἱ κόποι μου; Χωρίς λόγο κοπίασα. Καί σύ κάθεσαι στό ὕπαιθρο καί διανυκτερεύεις μέ σύντροφο τό σαπισμένο σῶμα σου, πού εἶναι γεμάτο σκουλήκια. Καί ἐγώ ἡ δυστυχισμένη γυρίζω ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ χωρίς μόνιμη κατοικία, ὑπηρέτρια καί δούλη ἀπό τό ἕνα σπίτι στό ἄλλο καί περιμένω πότε θά δύσει ὁ ἥλιος γιά νά ἀναπαυθῶ ἀπό τούς κόπους τῆς ἡμέρας καί ἀπό τούς πόνους, πού μέ ταλαιπωροῦν καί εἶναι μόνιμος σύντροφος τῆς ζωῆς μου. Ἀλλά πές ἕνα λόγο βλάσφημο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί πέθανε. Τί ἀξίζει πλέον ἡ ζωή σου;
Μέ βαθύ ψυχικό πόνο ἄκουσε ὁ Πατριάρχης τά λόγια τῆς γυναίκας του. Τί τοῦ εἶπε; Νά βλασφημήσει τόν Θεό; Ὤ! πῶς βγῆκε ὁ λόγος αὐτός ἀπό τά χείλη της; Ἀλλά ἄς ἀκούσουμε τήν ἀπάντησή του. Εἶναι τόσο διδακτική. «Ὁ δέ ἐμβλέψας εἶπεν αὐτῇ· ἵνα τί ὥσπερ μία τῶν ἀφρόνων γυναικῶν ἐλάλησας οὕτως; εἰ τά ἀγαθά ἐδεξάμεθα ἐκ χειρός Κυρίου, τά κακά οὐχ ὑποίσομεν»; Ἀφοῦ τῆς ἔριξε μία ματιά γεμάτη ἀπορία καί ἔλεγχο, τῆς εἶπε: Γιατί μίλησες ἔτσι; Τά λόγια σου εἶναι λόγια γυναίκας ὄχι συνετῆς, ἀλλά γεμάτης ἀπό ἀνοησία. Τά εἶπες χωρίς νά τά σκεφθεῖς. Ἐάν τά ἀγαθά τά δεχθήκαμε μέ εὐχάριστηση ἀπό τά χέρια τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ, τά κακά, πού μᾶς βρῆκαν, δέν θά τά ὑποφέρουμε; Καί συμπληρώνει τό θεόπνευστο βιβλίο μέ μία φράση τήν ψυχική ἀκεραιότητα τοῦ Ἰώβ. Ἀκεραιότητα μέσα σέ μία κόλαση πόνου καί ὀδυνηρῆς θλίψεως. Ἐνῶ πολλά καί βαριά βάσανα καί θλίψεις μεγάλες βρῆκαν τόν Ἰώβ, αὐτός σέ τίποτε, οὔτε στό παραμικρό δέν ἁμάρτησε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Κανένας λόγος παραπόνου καί γογγυσμοῦ δέν βγῆκε ἀπό τά χείλη του. Πόσο μεγάλος πράγματι εἶναι! Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ὑπομονή του!
Ἀλλά ἐμεῖς πῶς φερόμαστε; Μήπως λησμονοῦμε ὅτι ἀπό τά χέρια τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ προέρχονται καί τά καλά πού ἀπολαμβάνουμε, ἀλλά καί οἱ δοκιμασίες πού μᾶς βρίσκουν; Παιδιά τοῦ οὐρανίου Πατρός μας εἴμαστε. Καί Ἐκεῖνος μέσα στήν ἄπειρή του ἀγάπη θέλει νά μᾶς καταρτίσει περισσότερο νά μᾶς κάνει καθαρούς σάν τό χρυσάφι, νά μᾶς ἀναδείξει τελείως δικούς του. Καί γνωρίζει ὅτι μέ τή δοκιμασία, μέ τή θλίψη, μέ τήν ἀσθένεια, μέ τήν κακοπάθεια, ἀπό ὁπουδήποτε κι ἄν προέρχονται, τόν πλησιάζουμε περισσότερο, τόν γνωρίζουμε καλύτερα, τόν αἰσθανόμαστε βαθύτερα. Ὅταν, λοιπόν, ἡ θλίψη μᾶς ἐπισκέπτεται καί ὁ πόνος κάνει τήν ἐμφάνισή του, ἄς πιστεύουμε ὅτι ποτέ δέν ἔρχονται ἐν ἀγνοίᾳ τοῦ Θεοῦ καί δέν γίνονται, ἄν δέν ἐπιτρέψει ὁ Θεός, καί ἄς ἐπαναλαμβάνουμε: «Εἰ τά ἀγαθά ἐδεξάμεθα ἐκ χειρός Κυρίου, τά κακά οὐχ ὑποίσομεν»; Ὑπάρχει τότε ἀμφιβολία, ὅτι θά εἶναι μεγάλο τό κέρδος ἀπό τή θλίψη;
Γ. Τό δράμα καί ἡ λύση του.
«Δυνατοί δυνατῶς ἐτασθήσονται», σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφή. Καί ὁ Ἰώβ ἦταν δυνατός. Γι’ αὐτό καί νέες θλίψεις προστίθενται τώρα σέ ὅσες εἶχε δοκιμάσει. Ἄλλου εἴδους εἶναι αὐτές. Εἶναι θλίψεις ἐσωτερικές, ψυχικές. Καί προέρχονται ἀπό τρεῖς φίλους του. Πῆγαν νά τόν ἐπισκεφθοῦν, νά τόν παρηγορήσουν, νά σηκώσουν μικρό βάρος ἀπό τήν ὀδύνη του. Ἀλλά ἀντί νά τόν παρηγορήσουν, τοῦ βυθίζουν τό μαχαίρι τοῦ πόνου ἀκόμη βαθύτερα στήν καρδιά του. Πλούσιοι βασιλεῖς καί μεγιστάνες εἶναι οἱ ἐπισκέπτες του. Ἀλλά ἄνθρωποι, πού ζητοῦν νά πείσουν τόν πονεμένο ὅτι τό κατάντημά του προέρχεται ἀπό τίς ἁμαρτίες του. Ἄς παρακολουθήσουμε τίς συζητήσεις τους, ἀλλά καί τή μαρτυρία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θά δώσει τήν ὀρθή ἀπάντηση.
Ἀρχικά οἱ ἐπισκέπτες τοῦ Ἰώβ μένουν κατάπληκτοι ἀπό τό μέγεθος τῆς συμφορᾶς, ἡ ὁποία χτύπησε τόν Ἰώβ. Ὅταν τόν εἶδαν, λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἀπό μακριά, δέν τόν γνώρισαν. Πῶς νά τόν γνωρίσουν, ἀφοῦ ἡ ἀπαισία ἀσθένεια τόσο τόν εἶχε παραμορφώσει; Ἀλλά ἄφησαν φωνές ἰσχυρές ἀπό τά χείλη τους καί ἔκλαψαν πολύ δυνατά καί ἔσχισαν τά ροῦχα τους σέ ἔνδειξη μεγάλου πένθους. Καί κάθισαν κάπου κοντά του, καί ἔριξαν χῶμα ἐπάνω τους καί ἐπί ἑπτά μερόνυκτα ἔμειναν σιωπηλοί καί βουβοί χωρίς νά ποῦν οὔτε μία λέξη οὔτε πρός τόν Ἰώβ οὔτε μεταξύ τους. Διότι ἔβλεπαν ὅτι ἡ δοκιμασία του ἦταν φοβερή καί πάρα πολύ μεγάλη.
Μετά ἀπό τίς ἑπτά ἡμέρες ἀνοίγει πρῶτος ὁ Ἰώβ τό στόμα του καί μιλᾶ. Λόγια παραπονεμένα λέει. Λόγια πονεμένα καί γεμάτα ἀπό ψυχική ἀθυμία. Λόγια πού φανερώνουν, ὅτι γιά μιά στιγμή κάμφθηκε ὁ δίκαιος. Ἀλλά τώρα περιμένει νά ἀκούσει ἀπό τούς φίλους του λόγια ἐνισχυτικά. Ὄχι ὅμως. Λόγια πικρά θά ἀκούσει καί ἀπό τό δικό τους στόμα. Δέν εἶναι εὔκολο νά παρακολουθήσουμε λεπτομερῶς τό κατηγορητήριο, τό ὁποῖο ἔστησαν ἐναντίον τοῦ δικαίου. Τά ὅσα εἶπαν καί τά ὅσα ἀπάντησε ὁ Ἰώβ καταλαμβάνουν 32 ὁλόκληρα κεφάλαια τοῦ ὁμώνυμου βιβλίου. Ποιό εἶναι τό νόημα τῶν λόγων τῶν τριῶν ἐπισκεπτῶν; Ἔχεις ἁμαρτήσει, τοῦ λένε. Καί γι’ αὐτό σέ τιμωρεῖ ὁ Θεός. Θυμήσου, ποιός ἄνθρωπος, ἐνῶ εἶναι καθαρός, χάθηκε, ἤ πότε ἄνθρωποι τῆς ἀληθείας ξεριζώθηκαν καί καταστράφηκαν; Ἐάν στά λόγια σου ὑπῆρχε ἀλήθεια, τίποτε ἀπ’ ὅσα σέ βρῆκαν δέν θά σ’ ἔβρισκε. Μήπως ὁ Κύριος εἶναι ἄδικος στίς κρίσεις του καί τίς ἐνέργειές του; Ἤ μήπως ὁ πάνσοφος Θεός, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τά πάντα, δέν θά σεβασθεῖ καί δέν θά δώσει τό δίκαιο σ’ ὅποιον τοῦ ἀνήκει; Τά παιδιά σου ἁμάρτησαν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό τά τιμώρησε. Ἔτσι γίνεται μέ τόν καθένα πού λησμονεῖ τόν Θεό. Τά στερνά του εἶναι μαῦρα καί ἄθλια. Πεθαίνεις χωρίς καμμία ἐλπίδα. Μή λές καί ἐπαναλαμβάνεις, ὅτι εἶμαι καθαρός στά ἔργα καί ἄμεμπτος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἔχεις μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό σου. Λίγο τιμωρήθηκες σχετικά μέ τίς πολλές ἁμαρτίες πού ἔκανες. Λές λόγια ὑπερήφανα καί γεμάτα μεγαλαυχία.
Καί ὁ ἔλεγχος στή συνέχεια γίνεται δριμύτερος. Καί πιό κατηγορηματικοί οἱ κατήγοροί του. Ἡ κακία σου εἶναι πολλή, καί ἀναρίθμητες οἱ ἁμαρτίες σου. Ἀδίκησες καί ἐκμεταλλεύθηκες τούς ἀδελφούς σου, ἐπειδή ἤσουν πλούσιος. Ἔγδυσες τούς πτωχούς καί τούς ἀφαίρεσες τά λίγα ροῦχα πού φοροῦσαν. Δέν ἔδωσες ἕνα ποτήρι νερό σ’ ὅσους διψοῦσαν. Σστέρησες τό ψωμί ἀπ’ αὐτούς πού πεινοῦσαν. Φέρθηκες μέ δουλοπρέπεια ἀπέναντι στούς μεγάλους καί ἰσχυρούς. Δέν ἔδωσες καμμία βοήθεια στίς χῆρες, κακοποίησες ὀρφανούς. Γι’ αὐτό σέ κύκλωσαν οἱ παγίδες καί βρίσκεσαι σέ φοβερό πόλεμο. Γι’ αὐτό τό φῶς σου μετεβλήθη σέ σκοτάδι. Γι’ αὐτό τόσο φοβερά ταλαιπωρεῖσαι… Ἀλλά μετανόησε. Ἐάν μετανοήσεις καί ἐπιστρέψεις στόν Κύριο καί ταπεινωθεῖς ἀπέναντί του, θά σέ κάνει καί πάλι σάν τό καθαρό χρυσάφι. Θά ἔχεις παρρησία ἀπέναντί του. Θά βλέπεις μέ μάτι ἱλαρό τόν οὐρανό. Θά παρακαλεῖς τόν Θεό κι Ἐκεῖνος θά σ’ ἀκούει. Θά σέ ἀποκαταστήσει στήν προηγούμενή σου κατάσταση. Τέτοια καί ἀλλά πολλά καί μέ πολλά λόγια εἶπαν οἱ τρεῖς ἐναντίον τοῦ Ἰώβ.
Σ’ αὐτά ὁ δίκαιος τί ἀπάντησε; Γεμάτη εἰλικρίνεια καί πίστη καί ταπείνωση εἶναι ἡ ἀπάντησή του. «Πειρατήριον ἐστιν ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς». Δοκιμάζει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο. Καί διαμέσου τῶν δοκιμασιῶν τόν καταρτίζει. Ποιός λέει ὅτι δέν ἔχω κι ἐγώ τίς ἁμαρτίες μου; Πῶς εἶναι δυνατόν ἄνθρωπος θνητός νά εἶναι δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Ὅμως δέν ἔχω συνείδηση, ὅτι ἔκανα κάποια ἁμαρτία τόσο μεγάλη, γιά τήν ὁποία ὁ Κύριος μέ τιμωρεῖ. Πόσες φορές ἄλλωστε συμβαίνει κάποιος δίκαιος ἄνδρας καί ἄμεμπτος νά γίνει χλεύασμα; Διέσωσα πτωχό ἀπό τό χέρι ἐκείνου πού τόν κατεδυνάστευε. Βοήθησα τό ὀρφανό πού ἦταν ἀβοήθητο. Ἔδειξα δικαιοσύνη πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις. Ἔγινα ὀφθαλμός τῶν τυφλῶν· πόδι τῶν χωλῶν, πατέρας τῶν ἀδυνάτων. Ἅρπαξα ἀπό τά χέρια τῶν ἄδικων τά θύματά τους. Ἀλλά ἐσεῖς εἶστε κριτές ἄδικοι. Εἶστε ὅλοι παρακλήτορες κακῶν. Ἀντιληφθεῖτε, ὅτι «ὁ Κύριος ἐποίησε μοί οὕτως». Μοῦ ἐπιτίθεσθε χωρίς ἐπιείκεια καί ντροπή. Ζεῖ ὅμως ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ, ὁ ὁποῖος ἔβγαλε γιά μένα αὐτή τήν κρίση καί μοῦ πίκρανε τή ζωή. Καί θά ἔλθει καιρός, πού ὁ Θεός θά ἀποκάλυψει τό δίκηό μου, καί θά μέ δικαίωσει.
Καί πράγματι ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ ἦλθε. Μιλᾶ ὁ Θεός. Σιωποῦν ὅλοι καί μιλᾶ Ἐκεῖνος. Καί τί λέει ὁ πάνσοφος Θεός; Ἀπευθύνεται πρῶτα στόν Ἰώβ καί μέ λόγια ἄφθαστης ὀμορφιᾶς καί μεγαλείου καί ἐπιβλητικότητος, μέ λόγια πού δημιουργοῦν τρόμο, τόν βεβαιώνει, ὅτι ὅλα εἶναι γνωστά σ’ Ἐκεῖνον, ὅτι εἶναι ὁ ἄπειρος καί θαυμαστός καί παντοδύναμος καί πάνσοφος Θεός, τοῦ ὁποίου τά ἔργα εἶναι ἀκατάληπτα καί κανείς ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά τά ἐξιχνίασει. Αὐτός θά κρίνει ὄχι σάν τούς ἀνθρώπους, ἀλλά μέ τά δικά Του μέτρα. Σ’ Ἐκεῖνον καλεῖ τόν Ἰώβ νά ἔχει πλήρη καί τέλεια ἐμπιστοσύνη. Μιλᾶ ὅμως καί στούς τρεῖς ἐπικριτές τοῦ Ἰώβ. Καί τί τούς λέει; Ἁμαρτήσατε ἁμαρτία μεγάλη. Δέν εἴπατε λόγια ἀλήθειας ἐνώπιόν μου. Ἀδικήσατε τόν Ἰώβ. Ἐκεῖνος εἶναι ἀληθινός καί γνήσιος δοῦλος μου. Λοιπόν τί περιμένετε; Ἔχετε ἀνάγκη συγχωρήσεως. Πάρτε ἑπτά μοσχάρια καί ἑπτά κριάρια καί πηγαίνετε στόν Ἰώβ νά προσφέρει θυσία γιά σᾶς, γιά νά συγχωρηθεῖτε. Εἶστε ἄξιοι μεγάλης τιμωρίας. Ἀλλά δέν θά σᾶς τιμωρήσω γιά χάρη τοῦ Ἰώβ. Δέν εἴπατε λόγια ἀληθινά γιά τόν ὑπηρέτη μου Ἰώβ.
Οἱ θυσίες προσφέρονται καί ἡ ἁμαρτία συγχωρεῖται. Τό δράμα προχωρεῖ πρός τή λύση του. Ὁ δίκαιος Ἰώβ ἀποκαθίσταται. Τόν θεραπεύει ὁ Θεός ἀπ’ τήν πληγή. Τοῦ δίνει διπλάσια ἀπ’ ὅσα εἶχε προτύτερα. Τοῦ χαρίζει καί δέκα παιδιά, ἑπτά γιούς καί τρεῖς κόρες, τά ὁποία γεμίζουν τήν κορδιά του ἀπό ἀνεκλάλητη χαρά. Ἡ μακροχρόνια ζωή του μετά τή δοκιμασία εἶναι ζωή εὐτυχισμένη· «ἔζησε δέ Ἰώβ μετά τήν πληγή ἔτη ἑκατόν ἑβδομήκοντα». Καί σέ ἡλικία διακοσίων σαράντα ἐτῶν φεύγει ἀπ’ τή ζωή αὐτή γιά νά προστεθεῖ στούς πατέρες του. Ἔφυγε, ἀφοῦ ἄφησε παράδειγμα θαυμαστῆς ὑπομονῆς καί μεγάλης ἀρετῆς. Παράδειγμα πού ἀκτινοβολεῖ ἀνά τούς αἰῶνες. Καί μᾶς καλεῖ νά τό μιμηθοῦμε. Εὐτυχισμένοι πράγματι ὅσοι τόν μιμοῦνται.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπό τή Ζωή τῶν Ἁγίων»
Ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου
Οἱ Ὅσιοι Μάμας, Παχώμιος καὶ Ἱλαρίων
Ἔζησαν ζωὴ ἀσκητικὴ καὶ μὲ ἀγαθοεργίες, καὶ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Γίνεται δὲ ἡ σύναξή τους στὶς Ὄχειαις.
Ὁ Ἅγιος Δημητρίων
Μαρτύρησε ἀφοῦ θανατώθηκε μὲ βέλη.
Οἱ Ἅγιοι Δάναξ, Μέσιρος καὶ Θερινός (ἢ Θηριανός)
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ μαρτυρίῳ αὐτῶν τῷ ὄντι ἐν τῷ Δευτέρῳ.
Ὁ Ἅγιος Δονᾶτος
Μαρτύρησε ἀφοῦ θανατώθηκε μὲ βέλη.
Ὁ Ἅγιος Βάρβαρος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἁγίων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ στὴ Μονὴ τοῦ Ψαμαθία
Ἄλλες πληροφορίες σχετικῶς μὲ τὴν ἀνάμνηση αὐτῶν τῶν ἐγκαινίων δὲν βρίσκουμε.
Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Δομποὺ Λεβαδείας
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Κατὰ τὴν Ἀκολουθία ὅμως ποὺ συνέταξε ὁ ἐπίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος Μεταξᾶς καὶ ἐκδόθηκε στὴν Αἴγινα τὸ 1828, καὶ στὴν Ἀθήνα τὸ 1855 καὶ 1885, ὁ ἀσκητὴς αὐτὸς εἶχε πατρίδα τὸ χωριὸ Ζέλι τῆς Βοιωτίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι, ἔτσι βέβαια ἀνέθρεψαν καὶ τὸν Σεραφείμ. Ὁ Ὅσιος ἀπὸ μικρὸς εἶχε κλίση στὰ θεῖα καὶ στὴ μοναχικὴ ζωή. Ὁπότε σὲ νεαρὴ ἡλικία, παρὰ τὴν φυσιολογικὴ ἀντίδραση τῶν γονέων του, πῆγε στὸ Μονύδριο τοῦ Προφήτη Ἠλία, στὸ ὄρος Κάρκαρα. Ἐκεῖ ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος καὶ ἀσκήτευε. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε συχνὲς ἐπισκέψεις ἀπὸ γονεῖς καὶ φίλους, ἐγκατέλειψε τὸ ἀγαπημένο του σπήλαιο καὶ πῆγε στὸ Μοναστήρι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Ἀλλὰ ἔφυγε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ πῆγε στὸ Μοναστήρι τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Σωτῆρα, ποὺ βρίσκεται στὸ Σαγμάτιο ὄρος μεταξὺ Θηβῶν καὶ Εὐβοίας. Ἐκεῖ ἔλαμψε σὰν πνευματικὸς ἀστέρας πρώτου μεγέθους καὶ ὁ ἡγούμενος τὸν ἔκανε μοναχὸ μὲ τὸ ὄνομα Σεραφείμ, καὶ ἀργότερα τὸν χειροτόνησε Διάκονο καὶ πρεσβύτερο. Γιὰ νὰ ἀποφύγει ὅμως τὴν φήμη τῶν ἀρετῶν του, μὲ τὴν ἄδεια τοῦ ἡγουμένου, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ Μοναστήρι καὶ ἔφθασε δυτικὰ τοῦ Ἑλικῶνα στὴν τοποθεσία Δόμου. Ἐκεῖ ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος, καθὼς ἐπίσης καὶ μερικὰ κελιά, μάζεψε μερικοὺς μοναχούς, μὲ τοὺς ὁποίους παρέμεινε ἐκεῖ γιὰ 10 χρόνια, κάνοντας ἔργα ἀρετῆς καὶ διδάσκοντας τοὺς μαθητές του τὰ σωτήρια διδάγματα τῆς μοναδικῆς τοῦ Εὐαγγελίου ζωῆς. Ἔτσι ἀσκητικὰ καὶ ὅσια ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ -ἀφοῦ προεῖδε τὸν θάνατό του- στὶς 6 Μαΐου τοῦ 1602 ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Ἔζησε σύνολο 75 χρόνια. Λέγεται μάλιστα ὅτι ἔκανε καὶ ἀρκετὰ θαύματα.