«Ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω»
Ἔλαμψε στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου ἀλλὰ καὶ ἡ παντοδυναμία Του: Θεράπευσε ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό, ἕναν ἀόμματο! Ἔλαμψε ὅμως καὶ ἡ ἀρετὴ τοῦ θεραπευμένου τυφλοῦ, ὁ ὁποῖος ὁμολόγησε μὲ ὑποδειγματικὸ τρόπο τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴ θεραπεία του καὶ γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὅσο Τὸν εἶχε γνωρίσει. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε ποιὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα τῆς ὁμολογίας τοῦ τυφλοῦ καὶ πῶς θὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς νὰ ὁμολογοῦμε θεάρεστα τὴν πίστη μας.
1. Τὰ γνωρίσματα τῆς ὁμολογίας τοῦ τυφλοῦ
Ἡ ὁμολογία τοῦ τυφλοῦ διακρίνεται πρῶτα-πρῶτα ἀπὸ ἀνδρεία. Ὁ τυφλὸς μὲ θάρρος ὁμολόγησε τί εἶχε συμβεῖ, χωρὶς νὰ φοβηθεῖ τοὺς Φαρισαίους καὶ χωρὶς νὰ ὑποκύψει στὶς πιέσεις τους. Οἱ Φαρισαῖοι μισοῦσαν τὸν Κύριο καὶ εἶχαν ἀπειλήσει ὅτι ὅποιος Τὸν ὁμολογοῦσε ὡς Μεσσία θὰ γινόταν ἀποσυνάγωγος. Ἦταν φοβερὴ τιμωρία νὰ γίνει κανεὶς ἀποσυνάγωγος. Θὰ λέγαμε σήμερα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πάει στὴν ἐκκλησία οὔτε νὰ συμμετάσχει στὰ ἱερὰ Μυστήρια· θὰ τὸν κρατοῦσαν ὅλοι σὲ ἀπόσταση σὰν μιασμένο καὶ θὰ τοῦ ἔκλειναν τὴν πόρτα! Οἱ γονεῖς τοῦ πρώην τυφλοῦ φοβήθηκαν, δὲν ὁμολόγησαν· ὁ ἴδιος ἀντίθετα ἔδειξε ἀξιοθαύμαστο θάρρος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος τῆς ἀνακρίσεως ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Κυρίου.
Ἔδειξε θάρρος, ὄχι ὅμως καὶ θράσος. Ἡ ὁμολογία του ξεχωρίζει καὶ γιὰ τὸ ἀνώτερο ἦθος της. Ἂν καὶ κατάλαβε τὴ δολιότητα τῶν Ἰουδαίων, δὲν θύμωσε οὔτε τοὺς ἤλεγξε. Ἀπαντοῦσε σταθερά, μὲ εὐθύτητα καὶ ἠρεμία. Καὶ ὅταν τὸν χλεύασαν καὶ τὸν ἔδιωξαν, δὲν ἀνταπέδωσε.
Τέλος, ἡ ὁμολογία του εἶχε λογικὰ ἐπιχειρήματα. Ὁ συλλογισμός του εἶχε ὡς ἑξῆς: «Ὁ Θεὸς δὲν εἰσακούει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ Ἰησοῦς μοῦ ἔκανε θαῦμα πρωτοφανές, ποὺ μόνο μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ μποροῦσε νὰ γίνει. Ἄρα ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ»! Κρυστάλλινη λογική, στὴν ὁποία οἱ Φαρισαῖοι δὲν μπόρεσαν νὰ ἀντιτάξουν παρὰ μόνο ὕβρεις καὶ βία.
2. Πῶς θὰ κατορθώσουμε τὴ σωστὴ ὁμολογία
Ἂς ἔρθουμε τώρα σὲ μᾶς. Πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας στὸν Κύριο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι πολὺ ἁπλή: Θὰ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας, ἐὰν τὴν ζοῦμε. Ὁ Κύριος σὲ ἄλλη περίσταση εἶχε πεῖ: Ὅποιος ὁμολογήσει «ἐν ἐμοί»· ὅποιος μὲ ὁμολογήσει ἑνωμένος μαζί μου (βλ. Ματθ. ι´ [10] 32)· δηλαδὴ ὁμολογεῖ κανεὶς τὸν Χριστὸ ὄχι μὲ τὴ δική του δύναμη ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τῆς θείας Χάριτος. Ἀντίστοιχα ὁ τυφλὸς ὁμολόγησε αὐτὸ ποὺ ἔζησε, ἡ ὁμολογία του ἦταν κατάθεση τῆς ἐμπειρίας του. Εἶπε: «Ἂν εἶναι ἁμαρτωλὸς ὁ Ἰησοῦς, δὲν τὸ ξέρω. Ἕνα πράγμα ξέρω, ὅτι ἤμουν τυφλὸς καὶ τώρα βλέπω»!
Νὰ συνδεθοῦμε λοιπὸν στενὰ μὲ τὸν Κύριο. Νὰ Τὸν γνωρίσουμε ἀληθινά. Νὰ ἐπιδιώκουμε νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του. Νὰ γίνει ἡ θεία Κοινωνία τὸ κέντρο τῆς ζωῆς μας. Ὅταν γνωρίσουμε τὸν Χριστό, τότε ἡ πίστη μας σ᾿ Ἐκεῖνον θὰ γίνει τόσο δυνατὴ καὶ ἡ ἀγάπη μας τόσο φλογερή, ὥστε δὲν θὰ μποροῦμε νὰ μὴν Τὸν ὁμολογοῦμε. Δὲν θὰ ἀμφιταλαντευόμαστε προκειμένου νὰ Τὸν ὑπερασπισθοῦμε, ἀκόμη κι ἂν μᾶς ἀπειλοῦν μὲ θάνατο. Ἀφοῦ θὰ ποθοῦμε νὰ ζήσουν καὶ οἱ ἄλλοι τὴ χαρὰ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, αὐθόρμητα θὰ τὴν ὁμολογοῦμε.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ πολὺ βασικό – τὴ βίωση τῆς Πίστεώς μας – νὰ προσθέσουμε καὶ κάτι ἄλλο: νὰ μαθαίνουμε τὴν Πίστη μας. Νὰ ἔχουμε ἐνδιαφέρον ν᾿ ἀκοῦμε κηρύγματα καὶ ὁμιλίες, νὰ διαβάζουμε πνευματικὰ βιβλία. Οἱ αἱρετικοὶ γνωρίζουν τόσο καλὰ τὴ Βίβλο τους καὶ τὶς πλάνες τους, κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, ποὺ ἔχουμε τὴν ἀλήθεια, νὰ τὴν ἀγνοοῦμε καὶ νὰ μὴν μποροῦμε νὰ τὴν ὑπερασπισθοῦμε; Εἶναι κρίμα. Ἔχουμε εὐθύνη. Νὰ καταρτιζόμαστε λοιπὸν ὅσο μποροῦμε.
***
Ζητεῖται Χριστιανὸς ποὺ ζεῖ τὸν Χριστὸ καὶ ἔχει τὸ θάρρος νὰ Τὸν ὁμολογεῖ. Τὸ ἔχει ἀνάγκη ἡ κοινωνία μας, ἀκόμη καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα· ἡ κοινωνία μας ἡ τόσο ἀποστατημένη, στὴν ὁποία ὑπάρχει τόση ἄγνοια καὶ τόση ἐχθρότητα ἐναντίον τῆς Πίστεως. Ποιὸς θὰ ἀντέξει νὰ ὁμολογήσει τὸν Χριστό; Ποιὸς θὰ βαστάσει τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; Αὐτὸς θὰ ὠφελήσει πολλὲς καλοπροαίρετες ψυχὲς ποὺ ζοῦν μέσα στὸ σκοτάδι. Αὐτὸς θὰ στηρίξει καὶ τοὺς ἀδύναμους πιστούς. Θὰ ὑποστεῖ ἴσως τὴν ἀπόρριψη ὅσων ἀγαποῦν τὸ σκοτάδι. Ἀλλὰ ἂς μὴ φοβηθεῖ! Ὁ Κύριος θὰ τοῦ χαρίσει τὸν στέφανο τῆς Βασιλείας Του, Αὐτὸς ποὺ γνωρίζει νὰ τιμᾶ ὅσους ὑποφέρουν γιὰ τὴν ἀγάπη Του.