Σήμερα 14/5 εορτάζουν:
- Άγιος Ισίδωρος που μαρτύρησε στη Χίο
- Άγιος Θεράπων επίσκοπος Κύπρου
- Άγιος Λεόντιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων
- Άγιος Αλέξανδρος που μαρτύρησε στις Κεντουκέλλες
- Άγιοι Αλέξανδρος, Βάρβαρος και Ακόλουθος
- Άγιος Μάρκος ο Νεομάρτυρας ο Κρής που μαρτύρησε στη Σμύρνη
- Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυρας ο Βούλγαρος ο χρυσοχόος
- Άγιος Cartage Επίσκοπος Λίσμορ
- Όσιος Νικήτας εκ Κιέβου
- Άγιος Ισίδωρος ο Θαυματουργός ο διά Χριστόν σαλός
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Ιαροσλάβλ
- Άγιος Ανδρέας ηγούμενος της μονής Ραφαήλ (Τομπόλσκ)
- Άγιοι Αριστοτέλης και Λέανδρος οι μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ποὺ μαρτύρησε στὴ Χίο
Ὁ Ἰσίδωρος ἦταν ναύτης τοῦ βασιλικοῦ στόλου, στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Δεκίου, καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Κάποια μέρα ποὺ μοῖρα τοῦ στόλου ἦταν ἀγκυροβολημένη στὴ Χίο, καταγγέλθηκε στὸ Ναύαρχο Νουμέριο ὅτι ὁ Ἰσίδωρος εἶναι χριστιανός. Ὁ Νουμέριος δὲν ἄργησε νὰ ἀκούσει τὸ ἴδιο καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰσίδωρο, ὅταν τὸν προσκάλεσε νὰ ὁμολογήσει. Τότε τὸν ἔδειραν σκληρὰ καὶ κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὁ πατέρας του μόλις ἔμαθε τὸ γεγονὸς αὐτό, ἀμέσως κίνησε γιὰ τὴν Χίο, πολὺ στενοχωρημένος, διότι ὁ γιός του ἐγκατέλειψε τὴν πατροπαράδοτη εἰδωλολατρικὴ θρησκεία. Ὅταν ἔφθασε στὴ Χίο, δὲ δυσκολεύτηκε νὰ δεῖ τὸ γιό του. Ὁ Ἰσίδωρος, μόλις ἀντίκρισε τὸν πατέρα του, μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ στοργὴ τὸν ἀσπάσθηκε συγκινημένος. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὁ πατέρας του, ἀλλὰ δὲν ἄργησε νὰ ἐκφράσει καὶ τὴν θλίψη του γι΄ αὐτόν. Ὁ Ἰσίδωρος τοῦ εἶπε ὅτι μᾶλλον ἔπρεπε νὰ χαίρεται, διότι εἶδε τὸ φῶς ποὺ προσφέρει ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ πατέρας του τὸν παρακάλεσε θερμὰ νὰ ἐπιστρέψει στὴν εἰδωλολατρία, ἀλλὰ ὁ Ἰσίδωρος ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του. Τότε, ὀργισμένος αὐτός, τὸν καταράστηκε καὶ παρότρυνε τὸ Νουμέριο νὰ τὸν θανατώσει τὸ συντομότερο. Καὶ πράγματι, ὁ Ἰσίδωρος μετὰ ἀπὸ διάφορα βασανιστήρια ἀποκεφαλίσθηκε. Ἔτσι, ἐπαληθεύεται ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, ὅτι «παραδώσει εἰς θάνατον πατὴρ τέκνον». Δὲ θὰ εἶναι, δηλαδή, μόνο οἱ ξένοι ἐναντίον τῶν ἀγωνιζομένων χριστιανῶν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ τους. Καὶ θὰ παραδώσει στὸ θάνατο ὁ ἄπιστος πατέρας τὸ πιστὸ παιδί του.
Ὁ Ἅγιος Θεράπων ἐπίσκοπος Κύπρου
Ἀπὸ ποὺ καταγόταν, ποιοὺς εἶχε γονεῖς καὶ σὲ ποιοὺς χρόνους ὁμολόγησε τὸ Χριστὸ καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου δὲν τὸ γνωρίζουμε. Ἡ ἁγιογραφία μας, τὸν ἱστορεῖ ὅτι ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν μοναχῶν, ἐκείνων ποὺ ἀπαρνοῦνται στ΄ ἀλήθεια τὸ δικό τους θέλημα καὶ κουβαλᾶνε εὐχάριστα τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἡ προφορικὴ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεράπων ἔγινε ἐπίσκοπος Κύπρου, καὶ ὅτι ἐκεῖ τελείωσε μαρτυρικὰ τὴν ζωή του. Τὸ τίμιο λείψανό του μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅταν οἱ Τοῦρκοι σχεδίαζαν νὰ λεηλατήσουν τὴν Κύπρο. Τώρα, ἐκεῖ ὅπου βρίσκεται, ἀναβλύζει μύρο καὶ πραγματοποιεῖ θαύματα, σ΄ αὐτοὺς ποὺ προστρέχουν σ΄ αὐτὸ μὲ εἰλικρινὴ πίστη.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ποὺ μαρτύρησε στὶς Κεντουκέλλες
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Γαλερίου Μαξιμιανοῦ (286-305) καὶ ἦταν στρατιώτης στὸ τάγμα τοῦ κόμη Τιβεριανοῦ. Διακρινόταν γιὰ τὸ ὡραῖο του παράστημα καὶ γιὰ τὴν ἄψογη ἠθικὴ ζωή του. Ὅταν κάποτε ὁ Τιβεριανὸς θυσίαζε στὰ εἴδωλα, ὁ Ἀλέξανδρος ἀρνήθηκε νὰ συμμετάσχει στὶς θυσίες αὐτὲς καὶ δήλωσε μὲ θάῤῥος ὅτι ἦταν χριστιανός. Τότε ὑποβλήθηκε σὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Ἡ δὲ μητέρα του Ποιμενία, μόλις πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, ἔτρεξε καὶ ζήτησε τὴν ἄδεια νὰ δεῖ τὸν γιό της. Ὅταν τὸν εἶδε τὸν ἐνθάῤῥυνε νὰ φανεῖ ἀληθινὸς χριστιανὸς καὶ νὰ πεθάνει μὲ τὴν γενναιότητα ποὺ ἁρμόζει στοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ γιὸς δὲν διέψευσε τὶς ἐλπίδες τῆς μητέρας του. Ἀφοῦ τοῦ ἄνοιξαν τὶς πλευρές, κατόπιν τὶς ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, ἀλλ΄ ἐκεῖνος δὲν ὑποχώρησε στὸ τόσο σκληρὸ βασανιστήριο, ἐνισχυόμενος ἀπὸ τὴν θεία χάρη. Τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι κατατάχθηκε στὸν ἔνδοξο χορὸ τῶν μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος, Βάρβαρος, Μάξιμος καὶ Ἀκόλουθος
ΟΙ Ἅγιοι αὐτοί, ἀφοῦ ἔζησαν ζωὴ ἁγία καὶ ἔφεραν στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς εἰδωλολάτρες, μαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἡ Σύναξη καὶ ἡ γιορτὴ τους γίνεται στὸν ναὸ τῆς ἁγίας Εἰρήνης, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴ θάλασσα.
Ὁ Ἅγιος Λεόντιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων
Ἔζησε τὸν 12ο αἰῶνα καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Τιβεριούπολη (Στρώμνιτσα) ἀπὸ πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴν Πάτμο, ὑπὸ τὴν χειραγωγίαν τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς Θεοκτίστου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἐκπαιδεύτηκε στὴ μοναχικὴ ζωή. Ὅταν πέθανε ὁ Θεόκτιστος, μὲ ὁμόφωνη ψῆφο τῶν μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ μὲ γραπτὴ ὑπόδειξη τοῦ ἀποθανόντος Θεοκτίστου, ποὺ βρέθηκε μετὰ τὸν θάνατό του, τὸν διαδέχτηκε ὁ Λεόντιος. Κατόπιν ὁ Λεόντιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ ὑποθέσεις τῆς Μονῆς του, ὅπου ἐξελέγη πατριάρχης Ἱεροσολύμων τὸ 1170. Στὴ νέα του θέση ὁ Λεόντιος διέπρεψε γιὰ τὴν ὁσιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὸν ἀποστολικό του ζῆλο. Πέθανε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1175, ὅταν εἶχε πάει γιὰ ὑποθέσεις τοῦ θρόνου του. Ἀσματικὴ Ἀκολουθία του ἐκδόθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸ 1912.
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Νεομάρτυρας ποὺ μαρτύρησε στὴ Σμύρνη
Ἦταν Κρητικὸς καὶ ἔμενε στὴ Σμύρνη, ὅπου, παιδὶ ἀκόμα ἐξισλαμίστηκε μὲ τὴν βία ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἀργότερα ἔφυγε ἀπὸ τὴν Σμύρνη καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἔτρεξε κοντὰ στὸν ἐνάρετο καὶ πολυμαθῆ διδάσκαλο Μελέτιο Συρίγου, ποὺ τὸν νουθέτησε καὶ τὸν ἐνδυνάμωσε στὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου. Ἐπανῆλθε στὴ Σμύρνη καὶ κήρυξε δημόσια τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸ κριτήριο, ὅπου καὶ ἐκεῖ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Τότε τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ἀφοῦ ἀνελέητα τὸν ἔδειραν. Κατόπιν μὲ κολακεῖες καὶ διάφορα ἄλλα βασανιστήρια προσπάθησαν νὰ κάμψουν τὸ φρόνημά του, ἀλλὰ ὁ Μᾶρκος ἔμεινε ἀμετακίνητος σ΄ αὐτό. Τότε στὶς 14 Μαΐου 1643, στὴ Σμύρνη, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τὸ ἱερό του λείψανο παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ τιμὲς στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Σμύρνης. Τὸ μαρτύριο τοῦ Νεομάρτυρα αὐτοῦ διηγήθηκε ὁ Ἰσουΐτης Ἰσαὰκ α΄.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοχόος
1) Πρόσκληση καί συκοφαντία.
Ἔτσι εἶναι γνωστός ὁ πολύαθλος αὐτός Ἅγιος, ὁ νεομάρτυς Ἰωάννης, ὡς χρυσοχόος. Καί ἀποδείχθηκε καί ὁ ἴδιος στή ζωή του πράγματι χρυσός γνήσιος, πολύτιμος ἀγωνιστής καί παλληκάρι τοῦ Χριστοῦ γνήσιο καί γενναῖο.
Στήν πόλη Σούμνα τῆς Βουλγαρίας γεννήθηκε κι ἐκεῖ μεγάλωσε ὁ Ἰωάννης. Στά πρῶτα ἐφηβικά του χρόνια μαθήτευσε κοντά σέ κάποιον χρυσοχόο, κι ὅταν πλέον ἔμαθε καλά τήν τέχνη, ἄνοιξε δικό του ἐργαστήριο. Καί ἔτσι ὅπως ἦταν ἔξυπνος καί δραστήριος, ἁγνός καί τίμιος, ἀλλά καί εὐπαρουσίαστος, εὐπροσήγορος νέος, τράβηξε τό ἐνδιαφέρον πολλῶν καί γρήγορα δημιούργησε καλή πελατεία.
Ὅμως ἡ εὐγενική καί ἑλκυστική μορφή του, οἱ καλοί του τρόποι, κέντρισαν τό ἁμαρτωλό ἐνδιαφέρον μιᾶς νέας τουρκάλας, τῆς ὁποίας τό σπίτι βρισκόταν πολύ κοντά στό ἐργαστήριο τοῦ Ἰωάννου. Κι αὐτή, ἀδίστακτη καί προπετής, μέ θράσος καί ἐπιμονή, ζήτησε νά τόν κάνει σύζυγό της, καί μάλιστα μέ τή συγκατάθεση καί ἐπιμονή τῶν γονέων της. Καί εἶχε νά τοῦ προσφέρει, ὅπως τοῦ τόνιζε, πολλά πλούτη, μεγάλη περιουσία, μέ τά ὁποῖα νόμιζε ὅτι θά τόν δελεάσει. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ γάμος μέ τή μωαμεθανή θά εἶχε ὡς προυπόθεση τήν ἀλλαξοπιστία τοῦ Ἰωάννου καί τήν προσχώρησή του στόν Μωαμεθανισμό.
Ὅλα ὅμως αὐτά τά δόλια σχέδια ἄφηναν ἀσυγκίνητο τόν νεαρό δεκαοκτάχρονο Χριστιανό χρυσοχόο. Αὐτόν δέν τόν ἐνδιέφεραν τά πλούτη. Διότι θεωρεῖ ὡς τόν μεγαλύτερο πλοῦτο τῆς ψυχῆς του καί εὐτυχία τῆς ζωῆς του τήν ἀρετή τοῦ Χριστοῦ. Καί ὡς θλιβερό κατάντημα, τό θλιβερότερο ἀπό ὅλα, θεωρεῖ τήν ἀλλαξοπιστία. Νά ἀφήσει τόν Χριστό καί νά γίνει μωαμεθανός; Ὡς ἔγκλημα ἀποτροπιαστικό τό αἰσθάνεται καί τό ἀποκρούει μέ ὅλες του τίς δυνάμεις! Αὐτός θά ζήσει μέ τόν Χριστό μέχρι τήν τελευταία του πνοή. Καί ἐπαναλαμβάνει τά λόγια τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Πέτρου: «Κἄν δέῃ με σύν σοί ἀποθανεῖν, οὐ μή σέ ἀπαρνήσομαι» (Ματθ. κστ΄ 35). Ναί, θά ἔλθει ἡ ὥρα νά κάνει κι αὐτός, σάν νέος πού εἶναι, τό σπιτικό του. Τότε ὅμως θά ἀναζητήσει ὡς σύντροφο τῆς ζωῆς του καί μητέρα τῶν παιδιῶν του, μιά Χριστιανή Ὀρθόδοξη νέα, σεμνή καί ἐνάρετη, μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι ἀλλόθρησκη.
Ὑψώνει λοιπόν τό ἀνάστημά του ὁ χρυσός χρυσοχόος Ἰωάννης καί ἀρνεῖται τίς δελεαστικές προτάσεις τῆς μωαμεθανικῆς οἰκογένειας.
Τότε οἱ ἀσεβεῖς Τοῦρκοι ἀλλάζουν συμπεριφορά. Τή συμπάθειά τους τήν μετατρέπουν σέ ἔχθρα καί μίσος ἄσπονδο· καί μέ τό μίσος αὐτό ἀποφασίζουν νά ἐκδικηθοῦν καί μάλιστα σκληρά. Γονεῖς καί κόρη σκέπτονται καί συσκέπτονται νά βροῦν τόν πιό ὀδυνηρό τρόπο γιά τήν ἐκδίκηση. Καί τόν βρίσκουν! Ὁδηγοῦν τόν Χριστιανό χρυσοχόο μέ βία στόν δικαστή καί τόν κατηγοροῦν, τόν συκοφαντοῦν. Λένε ὅτι αὐτός, ὁ Χριστιανός, τολμᾶ νά προκαλεῖ συνεχῶς τή νέα καί ἀπαιτεῖ ἀπ’ αὐτήν νά ἀλλαξοπιστήσει, νά γίνει Χριστιανή. Ζητᾶ νά τήν κάνει σύζυγό του, γιά νά κάνει δική του τήν περιουσία της.
Ὁ ἔμπειρος Τοῦρκος δικαστής ἀντιλήφθηκε ἀμέσως τήν πλεκτάνη, κατάλαβε τήν συκοφαντία καί τήν ἀθωότητα τοῦ Χριστιανοῦ. Ἄλλωστε πολλοί αὐθόρμητοι μάρτυρες κατέθεσαν στόν δικαστή καί βεβαίωσαν γιά τή σεμνότητα καί τήν ἀθωότητα τοῦ Ἰωάννου. Ὅμως, Τοῦρκος καί αὐτός, ἐχθρός τῶν Χριστιανῶν, τό βρῆκε ὡς εὐκαιρία νά κερδίσει ἡ θρησκεία του ἕναν ἀκόμη καί ἀξιόλογο μάλιστα ὀπαδό. Ἔτσι, ἔθεσε μπροστά στόν Ἰωάννη τό δίλημμα: Ἤ θά ἀρνηθεῖς τήν πίστη σου, θά τουρκέψεις καί θά πάρεις γιά σύζυγό σου τήν Τουρκάλα, ἤ θά τιμωρηθεῖς μέ βαρειά βασανιστήρια καί θά πεθάνεις μέ θάνατο μαρτυρικό! Τότε ἀκριβῶς μέ ὑποκριτική μεγαλοψυχία παρενέβη ὁ πατέρας τῆς κόρης καί δήλωσε ὅτι τόν συγχωρεῖ γιά ὅλα ὅσα ἔκανε, ἐάν, ἔστω καί τώρα, δεχθεῖ νά πάρει σύζυγο τήν κόρη του.
Τότε ὁ Ἰωάννης ἀγανακτεῖ μπροστά στήν ἀπροκάλυπτη συκοφαντία καί τήν ἐκπληκτική ἀναισχυντία. Ἀλλά συγχρόνως καί συγκινεῖται βαθειά, διότι ἀντιλαμβάνεται ὅτι ὁδηγεῖται στό μαρτύριο γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Μέ δάκρυα στά μάτια, μέ φωνή παλλόμενη ἀπό συγκίνηση, ὁμολογεῖ καί ἐπαναλαμβάνει πολλές φορές: Χριστιανός εἶμαι καί Χριστιανός θά πεθάνω!
Ὁ εὐγενής αὐτός νέος λοιπόν δέν δελεάσθηκε ἀπό τά πλούτη καί τίς πιέσεις τῆς μωαμεθανῆς νέας, γιά νά τήν κάνει σύντροφό της ζωῆς του. Κριτήρια γιά τήν ἐκλογή συντρόφου ζωῆς εἶχε τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη, τήν ἀρετή ἐν Χριστῷ καί τήν ἠθική ζωή. Μεγάλο δίδαγμα γιά τούς νέους καί τίς νέες, τό ὁποῖο πρέπει νά τούς κάνει προσεκτικούς στήν ἐκλογή συντρόφου ζωῆς. Διότι πολλοί σπεύδουν μέ ἐπιπολαιότητα καί ἀπερισκεψία νά συνάψουν δεσμούς καί νά κάνουν γάμο μέ ἀλλοδόξους καί ἀλλόθρησκους, χωρίς βέβαια στήν περίπτωσή τους νά τούς ζητεῖται, ὅπως ζητήθηκε ἀπό τόν μάρτυρα Ἰωάννη, νά ἀλλαξοπιστήσουν. Κατά κανόνα ὅμως τέτοιες συμβατικές οἰκογένειες δύσκολα ὀρθοποδοῦν. Διότι τίς πρῶτες εὐχάριστες ἴσως ἐντυπώσεις διαδέχονται συχνά ἀσυνεννοησίες, ἀπογοητεύσεις, κάποτε καί διάλυση, ἰσόβια βασανιστικά προβλήματα. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ χρυσοχόος καί στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὑπόδειγμα.
2. Τό Μαρτύριο.
Ὁ Χριστιανός νέος Ἰωάννης ὁ χρυσοχόος ἀρνήθηκε κατηγορηματικά ἀπαρνηθεῖ τόν Σωτήρα τοῦ Χριστό. Ἡρωικός καί μέ πλήρη συναίσθηση τοῦ τί τόν περίμενε, προχώρησε πρός τό μαρτύριο μέ ὑψωμένα τά βλέμματά του πρός τόν οὐρανό καί μέ φωνή ἱκεσίας πρός «τόν Ἀρχηγόν τῆς πίστεως καί τελειωτήν Ἰησοῦν» (Ἑβρ. ιβ΄ 2). Καί ἀρχίζει λοιπόν τό φοβερό μαρτύριό του, τό ὁποῖο ἀπέδειξε καί ἀνέδειξε τόν Ἰωάννη ἔνδοξο Μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ.
Πρῶτα τόν δέρνουν. Καί τόν δέρνουν τόσο πολύ, ὥστε ὅλο τό σῶμα του νά γίνει μία μεγάλη πληγή. Ἀπό τό πολύ ξύλο ἀποσπάσθηκαν καί ἔπεσαν τά νύχια του. Στήν κατάσταση αὐτή τόν δένουν ἀπό τίς μασχάλες καί τόν κρεμοῦν ψηλά γυμνό στή θέα ὅλων ὅσων ἦταν ἐκεῖ μπροστά. Κι ἔτσι ὅπως τό σῶμα του εἶναι γεμάτο πληγές καί αἵματα, τά διάφορα ἔντομα πέφτουν στίς ἀνοικτές πληγές του καί τόν βασανίζουν ἀφάνταστα, χωρίς ὁ ἴδιος νά μπορεῖ νά βοηθήσει στό παραμικρό τόν ἑαυτό του. Γύρω του οἱ δήμιοι καί οἱ περίεργοι φανατικοί Τοῦρκοι ὅλη τή μέρα, ἄλλοτε τόν προτρέπουν μέ κολακεῖες καί ταξίματα νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του καί ἄλλοτε τόν ἀπειλοῦν ὅτι τόν περιμένουν φρικτότερα βασανιστήρια.
Στή συνέχεια τόν φυλακίζουν, γιά νά σκεφθεῖ καλύτερα καί ἀποφασίσει. Δέν γνωρίζουμε βεβαίως, ἐάν καί τή νύκτα ἀκόμη τόν ἄφησαν ἥσυχο. Αὐτό μόνο ξέρουμε, ὅτι τήν ἑπόμενη μέρα θά ἐπαναλάβουν τό ἴδιο πρόγραμμα, μέ σκοπό νά σπάσουν τό ἠθικό του. Ὅμως αὐτός μιμεῖται τούς ἀποστόλους Παῦλο καί Σίλα, οἱ ὁποῖοι, ὅταν δαρμένοι σκληρά βρίσκονταν στή φυλακή τῶν Φιλίππων, «τό μεσονύκτιον προσευχόμενοι ὑμνοῦν τόν Θεόν» (Πράξ. ιστ΄ 23).
Ἀφοῦ τό συνεχές αὐτό μαρτύριο δέν ἔφερε ἀποτέλεσμα, δοκιμάζουν ἄλλο φοβερότερο. Περνοῦν τό σῶμα τοῦ Ἰωάννη ἀπό τόν τροχό, ὁ ὁποῖος, ἔτσι ὅπως περιστρέφεται, ξεσχίζει μέ τίς σιδερένιες λεπίδες του τίς σάρκες τοῦ Μάρτυρος. Νά περιγράψει κανείς τόν πόνο καί τήν ὀδύνη τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ; Εἶναι ἀδύνατον! Νά ἐξηγήσει πῶς ἀντέχει ὁ Μάρτυς; Μόνο μία ἐξήγηση ὑπάρχει: θαῦμα! Στίς δύσκολες αὐτές καί μαρτυρικές στιγμές Ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό τόν ἐνισχύει καί τόν ἐνδυναμώνει (Λουκ. κβ΄ 43) καί μένει ὁ σταθερός καί ἱλαρός!
Τώρα ὅμως παρουσιάζεται ἄλλος πειρασμός: Ἕνας Τοῦρκος ἰατρός τόν πλησιάζει μέ ὑποκριτικό ἐνδιαφέρον καί βεβαιώνει, ὅτι καί στήν κατάσταση αὐτή πού βρίσκεται, δέν ὑπάρχει φόβος θανάτου. Οἱ πληγές μποροῦν νά θεραπευθοῦν, ἀρκεῖ νά δεχθεῖ νά τουρκέψει. Καί ὁ Μάρτυς ἀντί γιά ἄλλη ἀπάντηση φωνάζει δυνατά: Πιστεύω στόν Χριστό. Εἶμαι Χριστιανός!
Καί τό μαρτύριο προχωρεῖ σκληρότερο. Στίς ἀνοικτές πληγές τοῦ σώματος τοῦ Ἰωάννου ρίχνουν ἁλάτι καί μέ ἀναμμένες λαμπάδες ἀπό κάτω τίς καῖνε. Κι ἐνῶ ὁ Μάρτυς σφαδάζει ἀπό τούς πόνους, αὐτοί γύρω του στήνουν χορό, πίνουν, τραγουδοῦν, γελοῦν καί σαρκάζουν. Στή συνέχεια ἐφαρμόζουν στό κεφάλι του ἀστραγάλους, ἕνα σιδερένιο δηλαδή στεφάνι, πού εἶχε ἀπό μέσα κόμπους, καί σφίγγουν δυνατά, τόσο, ὥστε τό κεφάλι νά κινδυνεύει νά σπάσει. Καί πάλι ὁ χριστιανός νέος μένει ἀλύγιστος. Θυμᾶται τόν λόγο τοῦ ἱεροῦ Ψαλμωδοῦ: «Προωρώμην τόν Κύριόν μου ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μου ἐστιν, ἵνα μή σαλευθῶ» (Ψάλμ. ιε΄ [15] 8). Καί πράγματι δέν σαλεύθηκε οὔτε γιά μία στιγμή.
Ὁ Μάρτυς δέν ὑποχώρησε. Δέν ἀπέκαμε, γιά νά πεῖ στούς δημίους του φθάνει πιά, ὑποχωρῶ. Κουράσθηκαν ὅμως καί ἀπέκαμαν οἱ δήμιοι. Τί ἄλλο βασανιστήριο μποροῦσαν νά χρησιμοποήσουν; Τελικά ὁ δικαστής διέταξε νά τόν ἀποκεφαλίσουν. Τό γιαταγάνι κάποιου ἄκαρδου καί αἱμοβόρου Τούρκου ἔριξε στό ἔδαφος κεφάλι τοῦ Ἰωάννου, τό στεφανωμένο μέ τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
14 Μαίου 1802. Ἀνοιξιάτικη ἡμέρα καί ἕνα εὐωδιαστό λουλούδι στήν ἄνοιξη τῆς ζωῆς του κόπηκε ἀπό τή γῆ καί μεταφέρθηκε στόν οὐρανό. Ἦταν ὁ πολυνίκης 18χρονος χρυσοχόος Ἰωάννης ἀπό τή Σούμνα τῆς Βουλγαρίας.
Ἔτσι κράτησαν οἱ Μάρτυρες τήν πίστη τους. Διότι ἡ χριστιανική πίστη εἶναι ἀξία ἀτίμητη καί δέν παραδίδεται. Ἀξία γιά τήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή καί γιά τήν αἰωνιότητα. «Ἐπαγγελίαν ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καί τῆς μελλούσης» (Α΄ Τιμ. δ΄ 8). Ἄς τό ἀκούσουν αὐτό οἱ σημερινοί νέοι ἀπό τόν συνομήλικό τους μάρτυρα Ἰωάννη κι ἄς κρατήσουν τήν πίστη τους ὡς θησαυρό ἱερό καί ἀναντικατάστατο.
Ἀπό τό βιβλίο «Ἔνθεοι Σάλπιγγες»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη