Σήμερα 21/5 εορτάζουν:
- Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη οι Ισαπόστολοι
- Όσιος Παχώμιος ο Νέος ο Οσιομάρτυρας
- Άγιος Βόρος
- Όσιος Κασσιανός ο Έλληνας και Θαυματουργός
- Άγιος Κωνσταντίνος και οι υιοί αυτού Μιχαήλ και Θεόδωρος οι Πρίγκιπες και Θαυματουργοί
- Άγιος Χριστόφορος Α’ Πατριάρχης Αντιοχείας
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Τρυφερής
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου του Βλαδιμήρου
- Άγιος Κωνσταντίνος ο Νεομάρτυρας και οι συν αυτώ μαρτυρήσαντες
- Αγία Ελένη η πριγκίπισσα
- Όσιος Οσπίτιος ο Ερημίτης
- Άγιος Κωνσταντίνος ο διά Χριστόν σαλός
- Άγιοι Τιμόθεος, Πόλιος και Ευτύχιος οι Ιερομάρτυρες
- Άγιος Κύριλλος Β’ Επίσκοπος Ροστώβ
- Άγιος Αγαπητός ο Οσιομάρτυρας
Οἱ Ἅγιοι Κωνσταντῖνος καὶ Ἑλένη
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος γεννήθηκε τὸ 274 μ.Χ. Πατέρας του ἦταν ὁ Κωνστάντιος ὁ Α´ ὁ Χλωρὸς καὶ μητέρα του ἡ Ἑλένη, ἀπὸ τὸ Δρέπανο τῆς Βιθυνίας. Ὁ Κωνσταντῖνος ἀπὸ 18 χρονῶν ἔγινε στρατιωτικὸς καί, χάρη στὴν ἀνδρεία του, τιμήθηκε μὲ τὰ ἀνώτατα ἀξιώματα τοῦ στρατοῦ. Ἦταν αὐτός, ποὺ μὲ τὸ χριστιανικὸ σταυροειδὲς λάβαρο μὲ τὸ ἑλληνόγραμμα «ἐν τούτῳ νίκα», κατατρόπωσε τὰ στρατεύματα τοῦ Μαξεντίου καὶ ἔπειτα τοῦ Λικινίου. Ἐπίσης, ἦταν ὁ πρῶτος αὐτοκράτωρ ποὺ εὐνόησε τὴν Ἐκκλησία, μετὰ ἀπὸ τρεῖς αἰῶνες ἀνελέητου διωγμοῦ. Μετέφερε τὴν πρωτεύουσα τοῦ κράτους του στὸ ἀρχαῖο βυζάντιο, καὶ ἐκεῖ ἔκτισε τὴν βασίλισσα τῶν πόλεων, τὴν Κωνσταντινούπολη. Στὸ τέλος, ὁ Κωνσταντῖνος ἀξιώθηκε καὶ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, καὶ ἀμέσως μετὰ εἶπε: «Νῦν ἀληθεῖ λόγω μακάριον οἴδ΄ ἑμαυτόν, νῦν τῆς ἀθανάτου ζωῆς πεφάναι ἄξιον, νῦν τοῦ θείου μετειληφέναι φωτὸς πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς ἀλήθειας, ξέρω ὅτι εἶμαι μακάριος, τώρα ἔχω γίνει ἄξιος τῆς ἀθανάτου ζωῆς, τώρα ἔχω πιστέψει πὼς ἔλαβα τὸ θεῖο φῶς. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος πέθανε σὲ ἡλικία 63 ἐτῶν (21 Μαΐου 337). Ἡ δὲ μητέρα του Ἑλένη, ποὺ συνεορτάζεται μὲ τὸ γιό της, ἦταν αὐτὴ ποὺ βρῆκε τὸν Τίμιο Σταυρὸ στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ ἔδωσε στὸ Μ. Κωνσταντῖνο τὴν πρέπουσα διαπαιδαγώγηση. Ἄλλωστε, καὶ ὁ ἴδιος τὴν τίμησε, ὅταν στὴ μεγάλη πλατεῖα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔκτισε δυὸ στῆλες, μία δική του καὶ μία τῆς Ἑλένης, ποὺ ἔφερε τὴν ἐπιγραφή: «Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός, Ἀμήν».
Ὁ Ἅγιος Βόρος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μὲ τὸν Ἰσίδωρο καὶ τὸν Θεόδωρο στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (ἐκδ. Καλλίστου Ἀρχιμανδρίτου σελ. 93). Πιθανῶς νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μ΄ αὐτὸ τοῦ Ἁγ. Βάρα (βλέπε σχετικῶς Α.Χ.Ε.Χ.).
Ὁ Νέος Ὁσιομάρτυς Παχώμιος
Στὶς 21 Μαΐου ἡ ἁγία μας ᾿Εκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῶν ἁγίων θεοστέπτων καὶ ἰσαποστόλων βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ ῾Ελένης. Τὴν ἰδία ἡμέρα προβάλλει ἐμπρός μας καὶ τὴν ἱερὴ μορφὴ τοῦ νέου ἁγίου ὁσιομάρτυρος Παχωμίου.
Ὁ ἅγιος γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς στὰ μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος. ῾Η καταγωγή του εἶναι ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ρωσία. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία δοκιμάζεται. Συλλαμβάνεται αἰχμάλωτος ἀπὸ τοὺς Τατάρους καὶ αὐτοὶ στὴ συνέχεια τὸν πωλοῦν σὲ Τοῦρκο βυρσοδέψη ποὺ κατοικεῖ στὸ Οὐσάκι τῆς Φιλαδελφείας. ᾿Εδῶ δίπλα του θὰ παραμείνει ὁ Παχώμιος σκλάβος του. Χωρὶς διαμαρτυρία, μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμέλεια μαθαίνει ἀπὸ αὐτὸν τὴν τέχνη τοῦ βυρσοδέψου. Ἀντιδρᾶ ὅμως μὲ ἀγανάκτηση καὶ ἀρνεῖται τὸ κήρυγμα τῆς θρησκείας τοῦ Μωάμεθ, ποὺ ὁ ἀφέντης του μὲ ἐπιμονὴ τοῦ σταλάζει στὴν ψυχή! Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δέχεται συχνὰ ἀπ᾿ αὐτὸν ραβδισμούς, ὕβρεις, ἀπειλές, ἀκόμη καὶ στέρηση τῆς ἀναγκαίας του τροφῆς.
Εἴκοσι ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια ὑπομένει… ὅλο μὲ χαρά! Γιὰ τὸν Χριστό! Καὶ ὑπηρετεῖ τὸν ἀφέντη του μὲ κάθε προθυμία καὶ ἐμπιστοσύνη, ἕως ὅτου ἐμφανίζεται καὶ δεύτερος πειρασμός. Ὁ κύριός του τὸν παρακινεῖ νὰ τοῦ δώσει γιὰ σύζυγο τὴν κόρη του μαζὶ μὲ μεγάλη κληρονομιά, ἐφ᾿ ὅσον ὅμως ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό! Ὁ πιστὸς ὅμως νέος — ὁ Παχώμιος — «ὁ τῆς σωφροσύνης ἐραστὴς ἀκρότατος» ἀπορρίπτει τὴν πρόταση. ῞Ενας λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου τὸν συνέχει βαθιά· «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;…» (Ρωμ. η´ 35).
Ὁ ἀφέντης τελικὰ ὑποχωρεῖ. Σεβάσθηκε τὴν γνώμη τοῦ δούλου του. Ἔφθασε μάλιστα στὸ σημεῖο νὰ τὸν ἐλευθερώσει καὶ νὰ τοῦ δώσει τὴν ἄδεια νὰ «ὑπάγῃ ὅπου θέλει».
Συνέβη ὅμως ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸ Οὐσάκι ὁ Παχώμιος ξαφνικὰ νὰ ἀσθενήσει. Καὶ νὰ δεχθεῖ στὸ σπίτι του ἀπρόσμενα ἐπίσκεψι ἀπὸ Ἀγαρηνούς. Αὐτοὶ ἔπλασαν ψευδῆ συκοφαντία λέγοντας· «ὅτι εἶπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ γίνει Τοῦρκος». Καὶ ὅταν ἔγινε καλὰ τοῦ ἐφόρεσαν τὰ μουσουλμανικὰ πράσινα ροῦχα. «Ἀποστρεφόμενος τοῦτο ὁποὺ τοῦ ἔκαναν» φεύγει καὶ ἔρχεται στὴ Σμύρνη μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ πραγματευτοῦ. ᾿Εκεῖ βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ πετάξει τὰ βέβηλα ροῦχα καὶ νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὸ Ἅγιον ῎Ορος. Ἔχει πλέον παραδώσει τὴν ζωή του στὸ σχέδιο τῆς Προνοίας τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα του. Καὶ ὁ φιλόστοργος Θεὸς δὲν θὰ ἐγκαταλείψει τὸ κουρασμένο παιδί του.
Στὰ μέρη τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Παύλου ὁ Παχώμιος ἀνακαλύπτει γέροντα διακριτικὸ καὶ ἐνάρετο, τὸν Ἰωσήφ. Σ᾿ αὐτὸν παραδίδει τὴν κυβέρνηση τῆς ζωῆς του. ᾿Εξομολογεῖται μὲ εἰλικρίνεια, εἰρηνεύει βαθιά, θέτει τὸν ἑαυτό του σὲ ἀδιάκριτη ὑπακοή, γίνεται Μοναχός. Δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια μαθητεύει στὰ πόδια τοῦ Ἰωσήφ. Καὶ ἄλλα ἕξι στὴ συνέχεια χρόνια «εἰς τὸ καυσοκαλύβιον τοῦ ὁσίου Ἀκακίου τοῦ καλυβίτου». Ὁ βιογράφος του ἅγιος Νικόδημος ἔγραψε· «῾Ως φιλόπονος μέλισσα συνέλεγε κάθε ἄνθος ἀρετῆς… ὥστε ἔγινεν εἰς ὅλους τοὺς ἐκεῖ πατέρας τύπος καὶ παράδειγμα τῆς μοναδικῆς πολιτείας… καὶ μάλιστα ἦταν τόσον γλυκὺς καὶ χαριτωμένος, ὥστε ἠγαπᾶτο ἀπὸ ὅλους».
῞Ομως ὁ βαθὺς πόθος τῆς καρδίας τοῦ Παχωμίου ἦταν νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Γιατὶ εἶχε καὶ κάποιο φόβο στὴ συνείδησί του· «μήπως εἰς τὸν καιρὸν τῆς ἀσθενείας του, ἔτυχεν ἀπὸ ἀπροσεξίαν (ἀσυναίσθητα) νὰ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ στόμα του λόγος ἀρνήσεως» καὶ ἑπομένως δικαίως τοῦ ἐφόρεσαν ἐκεῖνα τὰ ροῦχα; Ἔτσι μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ ὁσίου Ἀκακίου καὶ «τῶν ἐναρετωτέρων πατέρων τοῦ ὄρους» ἀνεχώρησε ὁ Παχώμιος μαζὶ μὲ τὸν γέροντά του Ἰωσὴφ γιὰ τὸ Οὐσάκι. ᾿Εκεῖ στὸ παζάρι τὸν ἀνεγνώρισαν οἱ Ἀγαρηνοί. Τὸν ἅρπαξαν καὶ τὸν ὡδήγησαν στὸν Κριτή. Καὶ κατέθεσαν εἰς βάρος του ψευδῆ μαρτυρία ὅτι σὲ καιρὸ ἀσθενείας ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὁ Μάρτυς ὅμως τοῦ Χριστοῦ Παχώμιος μὲ χαρούμενο πρόσωπο ὡμολόγησε πὼς «δὲν ἀρνήθηκε ποτὲ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν οὔτε μὲ τὸν λόγον, οὔτε μὲ τὴν διάνοιάν του». Καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ ὑπομείνει μύρια βάσανα.
Ἀκολούθησαν ὕβρεις, φοβέρες, ἀπειλές. Τὸν ἐπίεσαν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό! νὰ βγάλει ἀμέσως τὰ χριστιανικὰ ροῦχα καὶ νὰ φορέσει τῶν Ἀγαρηνῶν τὴ φορεσιά. Διαφορετικὰ θὰ ἐδοκίμαζε θάνατο!… Καὶ ὁ ῞Οσιος προσηύχετο· «Μὴ γένοιτο, Χριστὲ Βασιλεῦ… νὰ ἀρνηθῶ τὸ πανάγιον ὄνομά σου· ἀλλ᾿ ἕτοιμος εἶμαι διὰ τὴν ἀγάπην σου καὶ εἰς πῦρ καὶ εἰς θάνατον…» νὰ πορευθῶ. Τὸν ἔκλεισαν ἔπειτα «εἰς τὴν πλέον σκοτεινὴν φυλακήν». Τὸν ἄφησαν ἄσιτο, χωρὶς ἀνθρώπινη παρηγορία. Καὶ ὁ ῞Οσιος παρέμεινε ἐκεῖ ἄγρυπνος καὶ προσευχόμενος καὶ ἐτρέφετο «ἀπὸ τὴν θείαν ἐλπίδα».
Μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἐξεδόθη ἡ ἀπόφασις τοῦ θανάτου… Καὶ ὁ ῞Οσιος ὡμολόγησε καὶ πάλι· «᾿Εγώ, ὦ κριτά, οὐδέποτε ἀρνοῦμαι τὸν Χριστόν μου, κἂν εἰς μυρίους θανάτους μὲ παραδώσεις…». Τότε οἱ Ἀγαρηνοί, ἀφοῦ ἔδεσαν τὸν Μάρτυρα, τὸν ἔσυραν στὸν τόπο τῆς καταδίκης ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι, ἐκεῖ ὅπου ἔσφαζαν τὰ πρόβατα. Ἀκολουθοῦσαν μάλιστα κοντά του καὶ ἄλλοι Χριστιανοί, μαζὶ καὶ Τοῦρκοι ποὺ τὸν ἐνέπαιζαν καὶ τὸν ἔπτυαν καὶ ἄλλοι τὸν παρακινοῦσαν νὰ ἀλλαξοπιστήσει…
Ὁ ῞Οσιος ὅμως ἔτρεχε σταθερὰ «τὴν ποθουμένην ὁδὸν τοῦ Μαρτυρίου». Καὶ ὅταν ἔφθασαν, ἐγονάτισε καὶ ἔκλινε τὴν κεφαλή του. Καὶ μάλιστα ἐνεθάρρυνε τὸν δήμιό του, ποὺ ἐδίσταζε νὰ τὸν σφαγιάσει, λέγοντάς του· «τελείωσον ἐκεῖνο ὁποὺ ἐπροστάχθης». Καὶ ὁ Μάρτυς ἐσφαγιάσθη! ῾Η ἁγία του κεφαλὴ ἐκύλησε στὸ χῶμα. Καὶ ἡ ψυχή του ἐπέταξε στεφανωμένη στὸν οὐρανό. ῏Ηταν ἡμέρα Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως, 21 Μαΐου τοῦ ἔτους 1730.
Στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου ἔφθασε σὲ λίγο καὶ ὁ γέροντας τοῦ Ἁγίου, ὁ Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος μὲ χαρὰ εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ καὶ ἀφοῦ ἀσπάσθηκε μὲ δάκρυα τὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος, τοῦ εἶπε· «Ἔχεις ἐκεῖνο ὁποὺ πάλαι ἐπόθεις, Παχώμιέ μου, καὶ πρέσβευε ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Κύριον, καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν ἐπικαλουμένων σε».
Τὸ τίμιο Λείψανό του μὲ ἱερὴ συγκίνηση τὸ ἐνεταφίασαν οἱ Χριστιανοὶ ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες. Σήμερα φυλάσσεται στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου στὴν Πάτμο. Καὶ τεμάχιο αὐτοῦ παραχωρήθηκε μὲ ἔγκριση τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας στὴν ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Παύλου τοῦ Ἁγίου ῎Ορους.
Περιπετειώδης ὑπῆρξε ἡ ζωὴ τοῦ Ὁσίου μας. Παρέμεινε ὅμως πάντα ὑπομονητικὸς στοὺς πειρασμούς, σταθερὸς στὶς ἀρχές του, λεπτὸς στὴ συνείδηση, συνεπὴς στοὺς μοναχικοὺς καὶ ἀσκητικοὺς ἀγῶνες του. ῏Ηταν ἕνας γνήσιος δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ. ῾Η πορεία του στὴ γῆ εἶναι ἡ πορεία ἑνὸς ἀληθινοῦ Ἁγίου, προτύπου μας, ποὺ γνωρίζει νὰ ἀκολουθεῖ τὸν Νυμφίο του, «ὅπου ἂν ὑπάγῃ» (Ἀποκ. ιδ´ 4). Ἄς ἀφήσουμε καὶ μεῖς, ἀγαπητοί, τὸν Χριστὸ νὰ ὁδηγεῖ καὶ τὴν δική μας πορεία, μένοντας πιστοὶ κοντά Του ἕως θανάτου!
«Ἀπό τό περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ»
Ὁ Ὅσιος Κασσιανός
Κτήτωρ Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Θεράποντος παρὰ τὸν Βόλγα (+ 1504).