Εὐαγγέλιον Κυριακῆς 18 Ἰουνίου 2017, Β΄ Ματθαίου (Ματθ. δ΄ 18-23)
Τ ῷ καιρῷ ἐκείνῳ, περιπατῶν ὁ ᾿Ιησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς· καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, ᾿Ιάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ ᾿Ιησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
Μὲ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα σήμερα μεταφερθήκαμε σὲ μιὰ ἀκρογιαλιὰ τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. Κάποιοι ψαράδες ἔριχναν δίχτυα στὴ θάλασσα, δυὸ ἀδέλφια, ὁ Σίμων καὶ ὁ Ἀνδρέας, καὶ ἄλλα δύο, οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Ἦταν μιὰ συνηθισμένη ἡμέρα, ποὺ ὅμως τὴν ἔκανε πολὺ διαφορετικὴ ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου. Οἱ ἁπλοϊκοὶ αὐτοὶ ἄνθρωποι γνώριζαν τὸν Κύριο καὶ εἶχαν συζητήσει μαζί Του. Ἀλλὰ τώρα ὁ Κύριος τοὺς ἀπευθύνει κλήση ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεως: «Ἀκολουθῆστε με ὡς μαθητές μου, κι Ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω τὴ Χάρι νὰ ἁλιεύετε ἀνθρώπους ἀντὶ γιὰ ψάρια». Κι ἐκεῖνοι τὰ ἄφησαν ὅλα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε γιατί ὁ Κύριος κάλεσε τέτοιους ἁπλοὺς ἀνθρώπους στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα καὶ τί σημασία ἔχει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
1. Ἐκλεκτὰ σκεύη τῆς Χάριτος οἱ ταπεινοὶ
Ὁ Κύριος ζητοῦσε μαθητές, ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου οἱ ὁποῖοι, ἀπερίσπαστοι ἀπὸ κάθε ἄλλη μέριμνα, θὰ ἐκπαιδεύονταν κοντά Του γιὰ νὰ γίνουν Ἀπόστολοι· δηλαδὴ αὐθεντικοὶ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, ἀξιόπιστοι μάρτυρες τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου Του, στύλοι τῆς Ἐκκλησίας Του. Θὰ ἀποστέλλονταν νὰ ἀλλάξουν τὸν κόσμο, ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουν ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο γιὰ τὸν Κύριο καὶ τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἀλλὰ αὐτὴ τὴ μοναδικὴ ἀποστολὴ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τὴν φέρουν σὲ πέρας ἄνθρωποι. Καμία ἀνθρώπινη δύναμη δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ κερδίσει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, νὰ τοὺς πείσει νὰ ἐγκαταλείψουν τὶς συνήθειές τους, νὰ ἀφήσουν τὴ ζωὴ τῶν παθῶν καὶ νὰ ζήσουν ζωὴ ὑψηλή, τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητος. Αὐτὸ τὸ ἔργο θὰ τὸ ἐπιτελοῦσε οὐσιαστικὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἁπλῶς ἔπρεπε νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι κατάλληλοι νὰ γίνουν φορεῖς τῆς θείας Χάριτος.
Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος δὲν πῆγε στὰ παλάτια τῆς ἐποχῆς νὰ καλέσει πρίγκιπες ἐκπαιδευμένους νὰ ἐξουσιάζουν λαούς, οὔτε κατέφυγε στὶς σχολὲς τῶν ραββίνων, τὶς θεολογικὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς, γιὰ νὰ ζητήσει τοὺς καλύτερους γνῶστες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δὲν ζήτησε ἀνθρώπους μὲ ἱκανότητες, γνωριμίες, χρήματα· ζήτησε ἀνθρώπους μὲ ἁπλὴ καὶ ταπεινὴ καρδιά, μὲ καθαρότητα καὶ εὐθεία προαίρεση, ὅπως ἦταν αὐτοὶ οἱ Γαλιλαῖοι ψαράδες. Γιατὶ σὲ τέτοιες καρδιὲς ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καὶ τέτοιοι ἄνθρωποι γίνονται ἐκλεκτὰ σκεύη τῆς Χάριτος, ἄξιοι νὰ φανερώνουν μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸν λόγο τους τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ.
2. Οἱ Ἅγιοι δοξάζουν τὴν Ἐκκλησία
Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν δὲν καταξιώνεται ὅταν διαφημίζεται ἀπὸ τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, οὔτε ὅταν τιμᾶται μὲ προνόμια καὶ ἰδιαίτερες ἐξουσίες. Οὔτε εὐημερεῖ ὅταν ἔχει πιστοὺς μὲ ἐξαιρετικὲς ἱκανότητες καὶ σπουδές, μὲ θέσεις στὰ Ὑπουργεῖα ἢ μὲ μεγάλες περιουσίες ποὺ θὰ μποροῦν νὰ κάνουν δωρεές. Ἡ Ἐκκλησία προοδεύει ὅταν ἔχει μέλη ταπεινά, δεκτικά. Τότε ἡ θεία Χάρις κατασκηνώνει σ᾿ αὐτούς, τοὺς καθιστᾶ θεοφόρους καὶ μέσῳ αὐτῶν ἐπιτελεῖ μεγάλα καὶ θαυμαστά.
Ἕνας ἀγράμματος μοναχός, ὁ Μέγας Ἀντώνιος, μὲ τὴ φλόγα του γιὰ τὸν Χριστὸ «ἐπόλισε τὰς ἐρήμους», ἔκανε τὶς ἐρήμους πόλεις, ἐνέπνευσε χιλιάδες πιστοὺς νὰ γίνουν μοναχοί· ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας μορφωμένος καὶ ἱκανότατος ἱερέας, ὁ Ἄρειος, τάραξε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἔγινε πρόξενος ἀπωλείας πολλῶν ψυχῶν. Δύο ὀλιγογράμματοι ἀσκητὲς τῆς ἐποχῆς μας, ὁ ὅσιος Παΐσιος καὶ ὁ ὅσιος Πορφύριος, δόξασαν τόσο πολὺ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ὠφέλησαν τόσες ψυχές, ὅσες δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ὠφελήσουν πολλοὶ ταλαντοῦχοι συγγραφεῖς, σπουδασμένοι θεολόγοι καὶ ἱκανοὶ ἱεροκήρυκες.
Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ἡ εὐφυΐα, ἡ μόρφωση καὶ ὁποιοδήποτε ἄλλο ἀνθρώπινο προσὸν εἶναι κακό. Ὅλα δῶρα τοῦ Θεοῦ εἶναι, καὶ ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔχει, τὰ ἀξιοποιεῖ μὲ τὸν καλύτερο τρόπο ὅταν τὰ χρησιμοποιεῖ ταπεινά, ὑποτασσόμενος στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὑπάρχουν ἐξάλλου καὶ μορφωμένοι Ἅγιοι, ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ἢ πρόσφατα ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος ἦταν καθηγητὴς Πανεπιστημίου. Ἁπλῶς ἡ πρόοδος τῆς πίστεως δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ κατὰ κόσμον προσόντα ἀλλὰ πρωτίστως ἀπὸ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ.
***
Μιὰ συνηθισμένη μέρα στὴ λίμνη τῆς Γεννησαρὲτ ὁ Θεάνθρωπος πλησίασε κάποιους ἁπλοὺς ψαράδες τὴν ὥρα τῆς δουλειᾶς τους καὶ τοὺς εἶπε: «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἐκεῖνοι ἀμέσως Τὸν ἀκολούθησαν. Τόσο ἁπλά. Δὲν φαίνεται νὰ ἔδωσε κανεὶς ἄλλος ἰδιαίτερη σημασία στὸ περιστατικό. Καὶ ὅμως, ἡ ἡμέρα αὐτὴ τῆς κλήσεώς τους ἐπρόκειτο ν᾿ ἀλλάξει τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἡ πίστη μας εἶναι μυστήριο ποὺ κατακτᾶ ἀθόρυβα τὸν κόσμο, εἶναι μυστήριο ποὺ ἐπιτελεῖται στὶς καλοπροαίρετες καρδιές· στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀρνοῦνται ὅλα τὰ ἀνθρώπινα στηρίγματα καὶ μὲ ἁπλότητα ἐμπιστεύονται τὸν Θεό. Αὐτὴ τὴν ἁπλότητα, αὐτὴ τὴν ταπείνωση νὰ ποθήσουμε καὶ ἐμεῖς, γιὰ νὰ ζήσουμε τὸν Θεό, γιὰ ν᾿ ἀλλάξει ἡ ζωή μας, γιὰ ν᾿ ἀλλάξει ὁ κόσμος.