Οἱ πύρινες γλῶσσες τοῦ Πνεύματος

Τὸ περίμεναν ὅλοι μαζὶ οἱ Μαθητὲς τοῦ Κυρίου χωρὶς τὴν παραμικρὴ ἀμφιβολία τὸ Πανάγιο Πνεῦμα. Δὲν ἤξεραν ὅμως τὴν ἡμέρα ἀλλὰ οὔτε καὶ τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἔκανε αἰσθητὴ τὴν παρουσία Του. Καὶ ἦρθε ξαφνικά, τὴν πεντηκοστὴ ἡμέρα ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἀκούστηκε πρῶτα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ φοβερὴ βοή, δυνατή, σὰν νὰ ἦταν ἰσχυρὸς καὶ ὁρμητικὸς ἄνεμος. Καὶ μετὰ εἶδαν μπροστά τους οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παράδοξο θέαμα: Μιὰ γλώσσα πύρινη κάθισε στὴν κεφαλὴ κάθε Ἀποστόλου ξεχωριστά (βλ. Πράξ. β΄ 3). Ὅλο αὐτὸ δὲν ἦταν μόνο μιὰ ἁπλὴ ἐξωτερικὴ εἰκόνα. Ἀλλὰ καὶ μιὰ βεβαίωση. Ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο εἶναι δραστικὸ σὰν τὴ φλόγα τῆς δυνατῆς φωτιᾶς.

Καὶ πρῶτα ἔνιωσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τὴν ἡμέρα ἐκείνη τὴ φωτιστικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ξαφνικὰ ἔ­φυγαν τὰ σκοτεινὰ νέφη ποὺ ἔπνιγαν τὸ νοῦ τους καὶ ἁπλώθηκε ἕνα οὐράνιο γαλήνιο φῶς ποὺ ἔφερε τέτοια διαύγεια κρυστάλλινη στὴν ἀδύνατη καὶ πτωχὴ μνήμη τους, ὥστε θυμήθηκαν μὲ θαυμαστὴ ἀκρίβεια ὅλα ὅσα εἶχαν ζήσει καὶ ἀκούσει κοντὰ στὸ θεῖο Διδάσκαλο. Καὶ ὅσα ἀπὸ αὐτὰ τοὺς ἦταν ἀκατάληπτα ἢ αἰνιγματικά, τώρα γίνονταν μέσα τους σαφὴ καὶ κατανοητά. Τώρα ἀντιλήφθηκαν τὸ βάθος καὶ τὴ λυτρωτικὴ σημασία τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου μας. Τώρα ἐκπληρωνόταν ἡ μεγάλη ὑπόσχεση ποὺ εἶχαν ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο θὰ τοὺς «ὑπομνήσει», θὰ τοὺς θυμίσει καὶ θὰ τοὺς «διδάξει» τὰ πάντα (Ἰω. ιδ΄ [14] 26).

Πόσο εὐτυχισμένη κατάσταση βιώνουν τώρα οἱ Μαθητές! Δὲν φοβοῦνται νὰ μὴ λαθεύσουν ἢ ἀστοχήσουν στὰ θεῖα τους σωτήρια κηρύγματα. Σὲ λίγο θὰ ἀρχίσουν νὰ μιλοῦν χαρισματικὰ καὶ νὰ σαγηνεύουν καὶ νὰ φωτίζουν τὸν κόσμο μὲ τὸ φῶς τῆς θεογνωσίας τοῦ Χριστοῦ. Θὰ προχωροῦν μὲ χαρά, διότι ἔχουν πλέον ὁδηγό – φῶς τὸ ἀλάνθαστο Πανάγιο Πνεῦμα. Αὐτὸ ποὺ ὁδηγεῖ εἰς «πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω. ις΄ [16] 13)· καὶ θὰ τοὺς ἀσφαλίζει ἀπὸ κάθε πλάνη ἢ αἵρεση καὶ θὰ τοὺς ὑπαγορεύει μυστικὰ τὶς ἀπαντήσεις ποὺ θὰ ἔδιναν στοὺς πολέμιους διῶκτες τους.

Τὴν ἡμέρα ὅμως τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς οἱ Μαθητὲς τοῦ Κυρίου γεύθηκαν καὶ τὴν καθαρτικὴ ἐμπειρία τῆς φλόγας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ φωτιὰ ἔχει δύναμη καθαρτική. Ἀπ’ ὅπου περάσει καθαρίζει, ἐξαγνίζει καὶ ἀπολυμαίνει τὰ πάντα. Τὴ γῆ τὴν κάνει καινούργια, ἕτοιμη νὰ δεχθεῖ τὴ σπορά. Τὰ μέταλλα τὰ κάνει νὰ λάμπουν καὶ τὸ νερὸ νὰ πίνεται ἄφοβα, διότι τὸ καθαρίζει ἀπὸ τὰ μικρόβια.

Μιὰ τέτοια καθαρτικὴ φωτιά, πνευματικὴ στὴ φύση της, ἄγγιξε τὶς καρδιὲς τῶν Μαθητῶν τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Καὶ ὅ­λα τὰ παλαιὰ τὸ «πῦρ» τῆς Πεντηκο­στῆς τὰ ἔκαψε, τὰ ἐξαφάνισε. Ἐπέφερε ὁλοκληρωτικὴ ἀλλαγή. Καὶ ἀφοῦ καθάρισε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, τοὺς ἀ­νέδειξε νέες ὑπάρξεις, «καινοὺς» ἀν­θρώπους, ἀναγεννημένους. Καὶ τοὺς πα­ρέ­δωσε στὴν Ἐκκλησία ἐξαγνισμένους, «λάμποντας, ἀστράπτοντας, ἠλ­λοι­ωμένους».

Μὲ νέα φρονήματα οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ξεκινοῦν πλέον τὸ μεγάλο τους ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ψυχῶν μέχρι τὶς ἐσχατιὲς τῆς γῆς. Ζοῦν τὴ νέα ζωὴ τοῦ Πνεύματος μὲ αὐστηρὴ συνέπεια. Ζοῦν μὲ καθαρότητα καὶ ἁγιότητα, μὲ ὁ­λοκληρωτικὴ αὐταπάρνηση καὶ βαθιὰ ταπεινοφροσύνη. Γίνονται ἐκπληκτικὰ ἀντίγραφα τοῦ θείου Διδασκάλου, αὐθεντικὰ πρότυπα ἀρετῆς. Ὁδηγοὶ ποὺ ζοῦν μέσα στὴν ἔνθεη Χάρι τῆς «ἄλλης βιοτῆς».

Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο!

Θεῖο ζωοποιὸ δῶρο στὴ βασανισμένη γῆ μας. Δὲν συγκροτεῖ μόνο τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ συγκροτεῖ καὶ συγ­κρατεῖ καὶ τὴν πνευματικὴ ὕπαρξη καθενὸς Χριστιανοῦ ξεχωριστά. Αὐτὴ τὴ θεϊκὴ πύρινη φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κρύβεται στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ ποὺ μᾶς δόθηκε δωρεὰν ἀπὸ τὸν φιλάνθρωπο Κύριο τὴν ἡμέρα ποὺ βαπτισθήκαμε καὶ χρισθήκαμε μὲ τὸ ἅγιο Χρίσμα, ἂς μὴν τὴν σβήνουμε ποτέ. «Τὸ Πνεῦμα μὴ σβέννυτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 19), μᾶς προτρέπει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Σβήνει καὶ ἀδυνατίζει ἡ φλόγα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος παραδίδει τὸν ἑαυτό του ἑκούσια στοὺς ἀνέμους τῶν πειρασμῶν καὶ ἀφήνεται νὰ ἁλυσοδένεται μὲ τοὺς κρίκους τῶν παθῶν.

Ἂς δεχθοῦμε λοιπὸν μὲ εὐγνωμοσύνη τὸ θεῖο δῶρο τῆς πύρινης φλόγας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἂς τὴν ἀφήσουμε νὰ ἐνεργεῖ τὰ δραστικά της θαύματα μὲ τὴ φωτιστικὴ καὶ καθαρτική της δύναμη. Καὶ πορευόμενοι πάντοτε «τῷ πνεύματι ζέοντες» (Ρωμ. ιβ΄ [12] 11), νὰ ἀποδεικνυόμαστε καθημερινὰ ἄξιοι πιστοὶ δοῦλοι Του.