Χριστιανοὶ χωρὶς κρατούμενα

Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Ὀκτωβρίου 2017, στ΄ Λουκᾶ (Λουκ. η΄ 26-39)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γα­δαρη­νῶν, ὑπήν­τησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. ἰδὼν δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βα­­σανίσῃς. παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀ­κα­θάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀν­­θρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συν­ηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρή­μους. ἐ­πη­ρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαι­μόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκα­νῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐ­τοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. ἰδόντες δὲ οἱ βόσκον­τες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πό­δας τοῦ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. καὶ ἠρώτησαν αὐ­τὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φό­βῳ μεγάλῳ συν­είχοντο. αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς.

«Ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν»

Ἡ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν ἦταν τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἀνάστατη. Τὴν ἐπισκέφθηκε ὁ Θεάνθρωπος φανερώνοντας τὴ θεϊκή Του δύναμη: Ἐλευθέρωσε ἕνα δαιμονισμένο ἀπὸ τὰ δαιμόνια ποὺ τὸν εἶχαν κυριεύσει, καὶ συγχρόνως ἔδωσε στὰ πνεύματα αὐτὰ τὴν ἄδεια νὰ εἰσέλθουν σ᾿ ἕνα μεγάλο κοπάδι χοίρων ποὺ ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά. Οἱ χοῖροι ὑπὸ τὴ δαιμονικὴ ἐπήρεια ὅρμησαν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγηκαν στὴ λίμνη. Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε αὐτὴ τὴν καταστροφή, διότι ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος ἀπαγόρευε στοὺς Ἰσραηλίτες νὰ τρῶνε χοιρινὸ κρέας – καὶ ἑπομένως ἡ ἐκτροφὴ χοίρων ἦταν παράνομη. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη ἡ ἀντίδραση τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς ἀπέναντι στὰ ὅσα συνέβησαν: Παρακάλεσαν ὅλοι τους μὲ μιὰ γνώμη τὸν Κύριο νὰ φύγει ἀπὸ τὴ χώρα τους. Αἴτημα παρανοϊκό. Ἂς δοῦμε ὅμως τί σημαίνει αὐτὸ τὸ αἴτημα καὶ πῶς ἀφορᾶ στὸν καθένα μας.

1. Αἴτημα ποὺ δείχνει ἀμετανοησία

Γιατί οἱ κάτοικοι τῶν Γαδαρηνῶν παρακάλεσαν τὸν Κύριο νὰ φύγει ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορά τους; Ἐπειδὴ φοβήθηκαν – τὸ ἀναφέρει σαφῶς τὸ ἱερὸ κείμενο: «ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο»· κυριεύθηκαν ἀπὸ μεγάλο φόβο. Ἀλλὰ δὲν τρόμαξαν ἁπλῶς ἀπὸ ἕνα παράδοξο θαυμαστὸ γεγονός, ἀπὸ τὸ ὅτι ἐξοντώθηκε ὁλοσχερῶς ἕνα μεγάλο κοπάδι χοίρων σὲ ἐλάχιστο χρόνο, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ στὴ χώρα τους.

Εἶδαν τὸν περιβόητο ἐκεῖνο δαιμονισμένο, ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς, νὰ κάθεται «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν» στὰ πόδια τοῦ Κυρίου. Ἄκουσαν ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες μάρτυρες «πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς». Κατάλαβαν δηλαδὴ ὅτι ὁ παράδοξος αὐτὸς ἐπισκέπτης, ὁ Κύριος, ἦταν ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ διαχειριζόταν θεϊκὴ δύναμη. Κατάλαβαν ὅτι ἡ ἐξόντωση τοῦ κοπαδιοῦ τους ἦταν δίκαιη τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ θεληματικὴ παρανομία τους. 

Ἀναγνώρισαν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ δὲν τὴν ἀποδέχθηκαν. Ἦλθε ὁ Θεάνθρωπος στὸν τόπο τους νὰ τοὺς καλέσει σὲ μετάνοια καὶ σωτηρία, ἀλλὰ ἐκεῖνοι προτίμησαν τοὺς χοίρους τους, τὸ δικό τους θέλημα, ὄχι τὸ θέλημα καὶ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ. Κυριεύθηκαν ὄχι ἀ­πὸ τὸν εὐλαβὴ φόβο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ­δηγεῖ σὲ μετάνοια καὶ ἀλλαγὴ ζωῆς· κυριεύθηκαν ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ ἀμετανόητου ἐνόχου ποὺ δὲν θέλει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἁμαρτία του. Τὸ αἴτημά τους λοιπὸν πρὸς τὸν Κύριο δείχνει τὴν πεισματικὴ ἀμετανοησία τους.

2. Ὁλοκληρωτικὰ παραδομένοι στὸν Κύριο

Τὸ τραγικὸ παράδειγμα τῶν κατοίκων τῶν Γαδαρηνῶν δὲν ἀφορᾶ μόνο σὲ ὅσους συνειδητὰ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἀφορᾶ καὶ σ᾿ ἐμᾶς τοὺς πιστούς. Μὲ ποιὰ ἔννοια;

Εἶναι ἐνδεχόμενο κάποιος πιστός, ἂν καὶ ἀγωνίζεται νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἴσως ἔχει καὶ κάποιες ἐπιδόσεις στὴν πνευματι­κὴ ζωή, ὅμως συνειδητὰ νὰ μὴ συμμορ­φώνεται τελείως μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· νὰ ὑπάρχουν μέσα του κάποιες περιοχές, ἢ ἔστω μία, σὰν τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ὅπου θέλει νὰ βόσκει ἀνενόχλητος τοὺς χοίρους του, νὰ κάνει τὸ δικό του θέλημα.

Πιὸ συγκεκριμένα, εἶναι πρόθυμος νὰ κάνει νηστεῖες, προσευχές, ἐλεημοσύνες, νὰ διακονεῖ στὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν θέλει π.χ. νὰ συγχωρήσει τὸν ἀδελφό του ποὺ τὸν ἀδίκησε στὴ δια­νομὴ τῆς πατρικῆς κληρονομιᾶς, δὲν ἀποφασίζει νὰ φροντίσει τὸ ἀδύνατο σημεῖο του καὶ νὰ πολεμήσει ἀποφασιστικὰ τὸ πάθος ποὺ κυρίως τὸν πολεμᾶ, τὸν θυμό, τὴν κατάκριση, τὴ λαιμαργία ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο. Καὶ ὅταν ὁ Θεὸς τὸν ἐλέγχει καὶ τοῦ ὑποδεικνύει τὴν ἁμαρτία του, εἴτε διὰ τοῦ Πνευματικοῦ εἴτε διὰ θλίψεων ἢ δι᾿ ἄλλου τρόπου, ἀντιδρᾶ, ταράζεται, ἀρνεῖται.

Ἀλίμονο στὸν πιστὸ ποὺ γνώρισε τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν παραδόθηκε στὸ Χριστὸ μὲ ὅλη του τὴν καρδιά, χωρὶς κρατούμενα! Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει μέρος στὴ Βασιλεία Του; 

***

Τελικὰ οἱ κάτοικοι τῶν Γαδαρηνῶν καὶ ὄχι ὁ δαιμονισμένος ἔπασχαν ἀπὸ τὴν πιὸ ἐπικίνδυνη δαιμονικὴ ἐπήρεια, διότι αὐτοὶ ἁμάρταναν μὲ τὴ θέλησή τους, ἐνῶ ὁ δαιμονισμένος ἦταν ἁπλῶς θύμα τῶν δαιμόνων. Ἂς φοβηθοῦμε λοιπὸν τὸν ἑαυτό μας, μήπως ἔχουμε κρατούμενα ἀπέναντι στὸν Κύριό μας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂς θαυμάσουμε τὴν ἀκατανίκητη δύναμη τοῦ Κυρίου ἀπέναντι στοὺς δαίμονες καὶ κυρίως τὴν ἄφατη ἀγάπη καὶ ἀνεξικακία Του, ὁ Ὁποῖος σεβάστηκε μὲν τὸ αἴτημα τῶν κατοίκων ἐκείνης τῆς περιοχῆς, ἀλλὰ καὶ δὲν παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία Του νὰ τοὺς σώσει: Ἄφησε στὰ μέρη τους κήρυκα τῶν θαυμασίων Του τὸν πρώην δαιμονισμένο.

Ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριός μας εἶναι ἕτοιμος, ἂν τὸ θέλουμε καὶ τὸ προσπαθοῦμε, νὰ ἐκμηδενίσει καὶ στὴ δική μας ζωὴ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὥστε νὰ ἐνωθοῦμε μαζί Του καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε στοὺς αἰῶνες.