Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 29 Ὀκτωβρίου 2017, ΚΑ΄ ἐπιστολῶν (Γαλ. β΄ 16-20)
Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
1. ΓΙΑΤΙ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ γιατί ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται τηρώντας μόνο τὶς τυπικὲς διατάξεις τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης· καὶ ἀπολογεῖται γιατί ὁ ἴδιος ἐγκατέλειψε τὸν Νόμο αὐτό. Βέβαια ἐμεῖς ἀκούγοντας αὐτὲς τὶς ἔννοιες δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε γιὰ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ γιὰ ἕναν Ἑβραῖο καὶ μάλιστα γιὰ ἕναν τόσο μεγάλο νομοδιδάσκαλο ὅπως ὁ Παῦλος νὰ ἐγκαταλείψει τὸν Nόμο. Αὐτὸ φαινόταν ἀδιανόητο ἢ παράλογο. Μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε ἕνα χαρισματοῦχο νέο μὲ τέτοια μόρφωση, δράση καὶ προοπτική, νὰ τὰ ἐγκαταλείπει ὅλα καὶ νὰ διακηρύττει μὲ θάρρος τὴν ἀνεπάρκεια τοῦ Νόμου; Ἦταν πραγματικὰ ὅλα αὐτὰ ἕνας θάνατος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως περιφρόνησε τὴν κατακραυγὴ τοῦ κόσμου, ἀδιαφόρησε γιὰ τὶς προσωπικὲς συνέπειες καὶ ἔκανε αὐτὸ τὸ ἅλμα.
Καὶ διακηρύττει πλέον ξεκάθαρα: κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς τυπικὲς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Ὁ ἄνθρωπος σώζεται μόνο πιστεύοντας στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ ἐπειδὴ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ πολλοὶ Ἑβραῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ὅσοι ἄφησαν τὸν Νόμο εἶναι ἁμαρτωλοί, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται: Δὲν εἴμαστε ἁμαρ-τωλοὶ ὅσοι ἀφήσαμε τὸν Νόμο, διότι σ’ αὐτή μας τὴν πράξη μᾶς ὁδήγησε ὁ Χριστός. Εἶναι δυνατὸν λοιπὸν κι ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι ὑπηρέτης τῆς ἁμαρτίας;
Ὅμως ὁ ἅγιος Ἀπόστολος προσθέτει κι ἕνα ἀκόμη ἐπιχείρημα: Ὁ Νόμος, λέει, τιμωρεῖ μὲ θάνατο κάθε παραβάτη του. Ἄρα ἐγὼ ποὺ ἐγκατέλειψα τὸν Νόμο εἶμαι καταδικασμένος σὲ θάνατο. Κι ἐφ’ ὅσον εἶμαι νεκρός, πάνω μου δὲν ἔχει καμία ἰσχὺ πλέον ὁ Νόμος. Ἔχω πεθάνει ὡς πρὸς τὸν Νόμο γιὰ νὰ ζήσω γιὰ τὸν Χριστό.
Ἀκούγοντας ὅλα αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ ἱερὰ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος ἂς θέσουμε ἐμεῖς ἕνα ἁπλὸ ἐρώτημα στὸν ἑαυτό μας. Ἐμεῖς ἄραγε ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ μέσα στὴν ἁγία κολυμβήθρα νεκρωθήκαμε ὡς πρὸς τὴν ἁ-μαρτία, ἔχουμε τὴ διάθεση τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ νεκρώνουμε καθημερινὰ τὸν ἑαυτό μας ὡς πρὸς τὸν κόσμο καὶ τὴν ἁμαρτία; Ἔχουμε τὴ δύναμη νὰ περιφρονοῦμε κάθε ἐγκόσμιο, γιὰ νὰ ζοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸν Χριστό;
2. Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΖΩΗ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως δὲν μένει μόνο μέχρι τὸ στάδιο τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ συνεχίζει λέγοντας ὅτι πλέον ζεῖ μιὰ νέα ζωή, ζωὴ ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φυσικὴ ζωὴ ποὺ μέχρι τότε ζοῦσε. Διότι πλέον δὲν ζεῖ ὁ ἴδιος, ὁ παλαιὸς δηλαδὴ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ζεῖ μέσα του ὁ Χριστός.
Βέβαια εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ περιγράψει κανεὶς αὐτὴ τὴ νέα ζωὴ τοῦ Παύλου καὶ κάθε ἀναγεννημένου πιστοῦ. Διότι εἶναι ζωὴ ἀνεξιχνίαστη καὶ ὑπερφυσική. Δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ καλύτερη ζωὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν πολλῶν ἀλλὰ εἶναι ἡ ὄντως ζωή, ζωὴ πίστεως καὶ ἁγιότητος καὶ πλήρους ἀφοσιώσεως στὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ αὐτὴ τὴ νέα ζωὴ ἀγωνίζεται νὰ νεκρώνει μέσα του καθημερινὰ τὴν ἁμαρτία, νὰ νεκρώνει τὸ δικό του θέλημα, γιὰ νὰ ἀφήνει τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ νὰ κυβερνᾶ τὴ ζωή του. Κι ἔτσι μέσα στὴν καρδιά του κατοικεῖ πλέον ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς κυριεύει τὴν ψυχή του καὶ τὴν κινεῖ πρὸς τὸ δικό του θεῖο θέλημα. Τώρα πλέον δὲν ἐνεργεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀλλὰ μέσα του ἐνεργεῖ ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς κάνει τὰ πάντα, ὁ Χριστὸς μιλάει, ὁ Χριστὸς ἀκούει, ἀγαπάει, κυριαρχεῖ καὶ δεσπόζει.
3. ΠΟΣΟ ΜΕ ΑΓΑΠΗΣΕ
Ποιὰ ἦταν ὅμως ἡ κινητήρια δύναμη ποὺ ὁδήγησε τὸν Παῦλο σὲ μία τόσο μεγάλη μεταστροφή; Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος: Ἡ πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος, λέει, τὸν ἀγάπησε προσωπικὰ καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του στὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία του.
Ἐδῶ ὅμως προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Ὁ Χριστὸς μόνο τὸν Παῦλο ἀγάπησε καὶ μόνο γι’ αὐτὸν σταυρώθηκε καὶ πέθανε; Ὁ Χριστὸς ὅλους τοὺς ἀγάπησε καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους θυσιάστηκε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως ἐπειδὴ κατάλαβε ἀπὸ τί μᾶς ἀπάλλαξε ὁ Χριστὸς καὶ ποιὰ ἀγαθὰ μᾶς χάρισε, τόσο πολὺ πυρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὥστε, ὅπως λένε οἱ ἱεροὶ Πατέρες, «τὸ κοινὸν ἴδιον ποιεῖται», αἰσθάνθηκε αὐτὴ τὴν οἰκουμενικὴ κίνηση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο· σὰν νὰ ἀγάπησε ὁ Χριστὸς μόνο τὸν Παῦλο καὶ σὰν νὰ πέθανε μόνο γι’ αὐτόν.
Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς ὅσο μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε αὐτὴν τὴν προσωπικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στὸν καθένα μας. Νὰ συναισθανθοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ἀγάπησε σὰν νὰ ἦταν ὁ καθένας μας τὸ μοναδικὸ πρόσωπο τῆς ἀγάπης του. Καὶ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς προσωπικά. Καὶ μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ χειρότερο δεινό, τὴν ἁμαρτία, τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο. Ἂν τὸ αἰσθανθοῦμε αὐτὸ πραγματικὰ μέσα μας, θὰ γεμίσει ἡ ψυχή μας ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸν Λυτρωτή μας, θὰ ἀλλάξει καὶ ἡ δική μας ζωή. Θὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς τότε νὰ ζοῦμε τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ νὰ λέμε: «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Ἀμήν.