Ἡ ἀρρώστια εἶναι ὄχι μόνο πόνος καὶ ταλαιπωρία γιὰ τὸν ἴδιο τὸν πάσχοντα ἀλλὰ στενοχώρια καὶ βάρος καὶ γιὰ τοὺς συγγενεῖς. Ὅταν μάλιστα ἡ πάθηση εἶναι μακροχρόνια, τότε γίνεται ἀκόμα πιὸ βαρὺς ὁ σταυρὸς τῆς δοκιμασίας γιὰ ὅλους.
Ἡ Κατερίνα, ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῆς Ἑλλάδας, πάσχει ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων ἀπὸ χρόνιο νόσημα ποὺ τὴν ἔχει καθηλώσει στὸ κρεβάτι. Οἱ γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια της κάνουν τὰ πάντα μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ φροντίδα γιὰ νὰ τὴν ἀνακουφίσουν, ὅμως δυσκολεύονται νὰ ἀνταποκριθοῦν, καθὼς τὰ μέσα ποὺ διαθέτουν εἶναι λιγοστά.
Ἔτσι, κατόπιν πολλῆς σκέψεως καὶ συζητήσεως ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ πολὺ πόνο ἡ οἰκογένειά της συμφωνεῖ νὰ τὴν μεταφέρουν σὲ κάποιο Ἵδρυμα γιὰ παιδιὰ μὲ παρόμοιες ἀνάγκες, προκειμένου νὰ τύχει μιᾶς καλύτερης ἰατρικῆς περίθαλψης καὶ πιὸ εἰδικευμένης φροντίδας.
Στὴν ἀρχή, ὅλοι ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τὴν ἐπισκέπτονται συχνά, κι ἐκείνη τοὺς περιμένει πάντοτε μὲ χαμόγελο κι ἕνα βλέμμα ποὺ λέει περισσότερα ἀπ᾿ ὅσα ἡ γλώσσα. Ἡ μητέρα της μάλιστα, ἔπειτα ἀπὸ κάθε της ἐπίσκεψη ἐκεῖ, παρακαλεῖ μὲ βουβὸ κλάμα τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τὴν Παναγία κι ὅλους τοὺς Ἁγίους γιὰ τὸ παιδί της.
Κι ἐνῶ οἱ καθημερινὲς ἰατρικὲς φροντίδες τὴν ἀνακουφίζουν ἀρκετά, πολλὲς πληγὲς ἐμφανίζονται στὸ σῶμα της καὶ οἱ γιατροὶ κρίνουν σκόπιμο νὰ μεταφερθεῖ σ᾿ ἕνα κεντρικὸ Νοσοκομεῖο. Ἐκεῖ νοσηλεύεται στὸν ἴδιο θάλαμο μὲ μία ἄλλη ἀσθενή. Αὐτὴ ἔχει δίπλα της δύο κυρίες, τὴν Ἑλένη καὶ τὴ Μαρία ἀπὸ τὴ φιλανθρωπικὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τὴ συντροφεύουν. Ἡ Κατερίνα ἄκουσε τὴν ἄρρωστη νὰ τὶς παρακαλεῖ νὰ ποῦν στὸν Ἱερέα τοῦ Νοσοκομείου ὅτι θέλει νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ νὰ κοινωνήσει. Τὸ πονεμένο κορίτσι τὶς παρακολουθεῖ μὲ ἐνδιαφέρον καὶ ἐπιδιώκει νὰ ἔχει ἐπικοινωνία μαζί τους. Τοὺς ἀνοίγει τὴν καρδιά της κι ἐκεῖνες τὴν συμπονοῦν πολύ.
Σὲ λίγο μπαίνει στὸ θάλαμο μία ἀδελφὴ μὲ τὸ καροτσάκι καὶ τὸ νοσηλευτικὸ ὑλικό. Ἡ μία ἀπὸ τὶς δύο κυρίες, ποὺ ἦταν παλαιότερα νοσηλεύτρια, θέλει νὰ τὴν βοηθήσει κι ἀρχίζει νὰ περιποιεῖται τὶς πληγὲς τοῦ κοριτσιοῦ. Ἀμέσως ἡ Κατερίνα ἀνακουφίζεται ἀπὸ τοὺς δριμεῖς πόνους καὶ τὴν εὐχαριστεῖ μὲ ἕνα πονεμένο χαμόγελο καὶ δάκρυα στὰ μάτια. Μάλιστα τὴν ὥρα ποὺ ἀναχωροῦν οἱ κυρίες καρφώνει τὸ βλέμμα πάνω τους ρωτώντας ἂν θὰ ξανάρθουν· καὶ ὁ τρόπος ποὺ τὸ λέει, τοὺς ραγίζει τὴν καρδιά.
Μόλις οἱ δύο διακόνισσες τῆς ἀγάπης βγαίνουν ἀπὸ τὸ Νοσοκομεῖο, συνεννοοῦνται νὰ ἐπιστρέψουν καὶ πάλι, ἀφοῦ πρῶτα τακτοποιήσουν ὅ,τι χρειάζονται οἱ οἰκογένειές τους. Τὰ λόγια τῆς Κατερίνας ἔχουν καρφωθεῖ πολὺ δυνατὰ στὴν καρδιά τους!
Ἔτσι κι ἔγινε! Ἡ Ἑλένη ἔχοντας μαζί της ὅ,τι χρειάζεται ἀπὸ τὸ φαρμακεῖο ἐπιστρέφει, ὅπως κάνει σὲ λίγο καὶ ἡ Μαρία. Μόνες τώρα περιποιοῦνται τὶς πληγὲς τῆς Κατερίνας· τὴν πλένουν, τῆς φοροῦν καινούργια καθαρὰ ροῦχα καὶ ἡ Κατερίνα δὲν ἔχει λόγια νὰ τὶς εὐχαριστήσει γιὰ τὴν ἀνακούφιση ποὺ τῆς προσφέρουν.
Ἡ ὥρα περνάει· ἔχει πιὰ σκοτεινιάσει. Ἡ ἐπιχείρηση ἀγάπης τελειώνει γιὰ σήμερα, ἀλλὰ ὄχι καὶ γιὰ τὶς ἑπόμενες ἡμέρες, μιᾶς καὶ τὰ σπίτια τους εἶναι πολὺ κοντὰ στὸ Νοσοκομεῖο καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ πηγαίνουν καθημερινά.
Ἄγγελοι τῆς ἀγάπης, εὐλογημένες. Ἡ ζωή τους εἶναι γεμάτη χαρὰ ποὺ ἀξιώνονται νὰ ὐπηρετοῦν τοὺς πονεμένους. Καὶ ἡ μικρὴ Κατερίνα μὲ τὶς φροντίδες τους καλυτερεύει καὶ βρίσκει μέσα στὸ Νοσοκομεῖο τὸ φωτεινὸ παράδειγμα, ποὺ θὰ τὴν ἐμπνέει σ᾿ ὅλη της τὴ ζωή.