ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (18/11)

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Σαβ. θ΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. θ΄ 57-62)

57 Ἐγένετο δὲ πορευομένων αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ εἶπέ τις πρὸς αὐτόν· ἀκολουθήσω σοι ὅπου ἐὰν ἀπέρχῃ, Κύριε. 58 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχου­σι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρα­νοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔ-χει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ. 59 Εἶπε δὲ πρὸς ἕτερον· ἀκολούθει μοι. ὁ δὲ εἶπε· Κύ­ριε, ἐπίτρεψόν μοι ἀπελ-θόν­τι πρῶτον θάψαι τὸν πατέρα μου. 60 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς· σὺ δὲ ἀπελθὼν διάγγελλε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. 61 Εἶπε δὲ καὶ ἕτερος· ἀκο­λουθήσω σοι, Κύριε· πρῶ­τον δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου. 62 εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτόν· οὐδεὶς ἐπιβαλὼν τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπ᾿ ἄροτρον καὶ βλέπων εἰς τὰ ὀπίσω εὔθετός ἐστιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

57 Καθώς λοιπόν προχωροῦσαν στό δρόμο, τοῦ εἶπε κάποιος: Κύριε, θά σέ ἀκολουθήσω ὅπου κι ἄν πᾶς. 58 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Οἱ ἀλεποῦδες ἔχουν φω-λιές, καί τά πουλιά τοῦ οὐρανοῦ ἔχουν μέρη πού κουρ­νιάζουν, ἐνῶ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου (δηλαδή ἐγώ πού γεννήθηκα χωρίς πατέρα ἀλλά μόνον ἀπό τήν Παρθένο καί εἶμαι ὁ κατεξοχήν ἄνθρωπος, γνωστός ἀπό τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ἀδάμ) δέν ἔχει ποῦ νά ἀκουμπήσει τό κεφάλι του. Μήν περιμένεις λοιπόν κι ἐσύ σωματικές ἀνέσεις καί ἀναπαύσεις, ἀλλά πάρε τίς ἀποφάσεις σου γνωρίζοντας ἀπό πρίν ὅτι ἡ ζωή τῶν πιστῶν μου εἶναι γεμάτη ἀπό στερήσεις καί θυσίες, ὅπως ἡ δική μου. 59 Καί σέ κάποιον ἄλλον εἶπε: Ἀκολούθησέ με. Κι ἐκεῖ­νος τοῦ ἀπάντησε: Κύριε, δῶσ’ μου τήν ἄδεια νά πάω πρῶ­τα καί νά θάψω τόν πατέρα μου καί ὕστερα νά σέ ἀκο­λου­θήσω. 60 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, διαβλέποντας ὅτι ὁ μαθητής ἐκεῖ­νος κινδύνευε νά μπλέξει σέ κληρονομικές διαμάχες πού θά τοῦ ψύχραιναν τό ζῆλο, τοῦ εἶπε: Ἄφησε τούς συγγενεῖς σου, οἱ ὁποῖοι φαίνονται βέβαια ζωντανοί, στήν πραγματικότητα ὅμως λόγῳ τῆς ἀπιστίας τους εἶ­ναι πνευματικά νεκροί, νά θάψουν τούς νεκρούς πού εἶ­­ναι δικοί τους, διότι κι αὐτοί πέθαναν μέσα στήν ἀπι­στία. Ἐσύ ὅμως πήγαινε μαζί μέ τούς μαθητές μου, πού πρόκειται σέ λίγο νά ἀποστείλω. Καί μέ τό κήρυγμά σου νά ἀναγγέλλεις τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού σέ λίγο ἐγ­καθιδρύεται καί πάνω στή γῆ. 61 Κάποιος ἄλλος τοῦ εἶπε: Θά σέ ἀκολουθήσω, Κύριε· ἀλλά δῶσ’ μου πρῶτα τήν ἄδεια νά ἀποχαιρετίσω αὐτούς πού εἶναι στό σπίτι μου. 62 Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Κανένας πού ἔβαλε τό χέρι του πάνω στό ἀλέτρι καί βλέπει πρός τά πίσω κι ὄχι πρός τό μέρος πού πρόκειται νά ὀργώσει δέν εἶναι κα­­τάλληλος γιά γεωργός. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού κλήθηκε στή διακονία τοῦ Κυρίου πρέπει νά βλέπει πάντοτε μπρο­στά στό πνευματικό του ἔργο καί νά ξεχάσει ὁλο­κλη­­ρωτικά τά ἐγκόσμια καί τά ὑλικά. Διότι διαφορετικά δέν θά μπορέσει νά κρατήσει στερεά γιά τόν ἑαυτό του τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά ἐργαστεῖ ἀποτελεσματικά γιά τή διάδοσή της καί στούς ἄλλους.