Στὴ σημερινὴ ἑορτὴ τοῦ Πρωτοκλήτου ἀποστόλου Ἀνδρέου τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα – ἀποστολικὸ καὶ εὐαγγελικό – εἶναι ἀφιερωμένα στὴ μνήμη του.
1. Σὰν θανατοποινίτες
Στὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή, ὁ ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει μὲ ἔντονο τρόπο τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, καὶ μάλιστα τοὺς θανάσιμους κινδύνους ποὺ διαρκῶς ἀντιμετώπιζαν. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὅτι «ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους»· ὁ Θεὸς ἐμᾶς τοὺς Ἀποστόλους μᾶς παρουσίασε δημόσια καὶ στὰ μάτια ὅλων ὡς τελευταίους, ὡς καταδίκους ποὺ πρόκειται νὰ θανατωθοῦν.
Συγκλονιστικὸ καὶ μόνο νὰ τὸ σκέφτεσαι: Νὰ ζεῖς κάθε ἡμέρα μὲ τὴ σκέψη ὅτι σήμερα μπορεῖ καὶ νὰ σὲ ἐκτελέσουν. Κι ὅμως, ἔτσι ἀκριβῶς, κάτω ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς συλλήψεως καὶ τοῦ θανάτου, ζοῦσαν ὄχι κάποιοι κοινοὶ ἐγκληματίες, ἀλλὰ οἱ ἐκλεκτοὶ ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι. Καὶ τὸ γνώριζαν αὐτὸ πρὶν ἀκόμη ἀναλάβουν τὴν ἀποστολὴ τους, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τούς εἶχε προειδοποιήσει λέγοντας: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι΄ 16).
Ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας, ποὺ τιμοῦμε σήμερα, ἀντιμετώπισε κι αὐτὸς πλείστους ὅσους κινδύνους κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο. Τίποτε ὅμως δὲν ἀνέκοψε τὴν πορεία του. Δὲν φοβήθηκε νὰ κηρύξει ἀκόμη καὶ στὴ Σινώπη, πόλη στὰ παράλια τοῦ Εὐξείνου Πόντου, ὅπου κατοικοῦσε ἕνας βάρβαρος λαὸς ἀνθρωποφάγων. Μάλιστα ἐνῶ διέτρεξε τὸν ἔσχατο κίνδυνο, τελικὰ μὲ τὴν ἐπιμονή, τὴν πίστη καὶ τὴν ὑπομονή του, κατόρθωσε νὰ σαγηνεύσει τὶς ψυχὲς τῶν ἀπολίτιστων αὐτῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν ἀληθινὴ πίστη.
2. Ἀντὶ γιὰ κατάρα, εὐλογία
Ἀνάμεσα στὰ ἄλλα χαρακτηριστικὰ τῶν Ἀποστόλων ποὺ ἀναφέρει ὁ θεόπνευστος Παῦλος εἶναι καὶ τὸ ὅτι γνωρίζουν νὰ δέχονται ταπεινὰ τὶς ὕβρεις καὶ τὶς συκοφαντίες, καὶ ὄχι μόνο νὰ μὴν ἀντιδροῦν στοὺς διῶκτες, ἀλλὰ νὰ προσεύχονται γιʼ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς φέρονται μὲ ἀγάπη καὶ κατανόηση. Γράφει: «λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν»· τὴν ὥρα ποὺ μᾶς βρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ ἀπιστοῦν στὸ Εὐαγγέλιο καὶ μᾶς περιγελοῦν, ἐμεῖς εὐχόμαστε τὸ καλό τους. Ἐνῶ μᾶς καταδιώκουν, δείχνουμε ἀνοχὴ στοὺς διῶκτες μας. Ἐνῶ μᾶς δυσφημοῦν καὶ μᾶς συκοφαντοῦν, ἀπαντοῦμε μὲ λόγια γλυκὰ καὶ παρηγορητικά.
Μὲ τέτοια μακροθυμία καὶ συγχωρητικότητα φερόταν κι ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας. Ἀναφέρεται στὸν βίο του ὅτι προσευχήθηκε θερμὰ καὶ θεράπευσε ἀπὸ ἀνίατη, θανατηφόρα ἀσθένεια τὸν ἀνθύπατο Λέσβιο, ὁ ὁποῖος εἶχε στείλει ἐκτελεστικὸ ἀπόσπασμα γιὰ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν σκοτώσουν. Αὐτὴ ἡ στάση του ἔγινε ἀφορμὴ ὥστε ὁ ἀνθύπατος νὰ γίνει χριστιανὸς καὶ πιστὸς ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου.
Περισσότερο ἀπὸ τὰ λόγια καὶ τὰ κηρύγματα οἱ ἄνθρωποι πείθονται ἀπὸ τὸ παράδειγμα. Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ ὑπομένουμε ὕβρεις καὶ ἀδικίες μὲ σιωπὴ καὶ ὑπομονή, μὲ μακροθυμία καὶ συγχωρητικότητα, καὶ τότε ἐμεῖς μὲν θὰ προοδεύουμε στὴν ταπείνωση, οἱ ἄλλοι δὲ πολὺ θὰ ὠφελοῦνται καὶ θὰ διδάσκονται.
3. Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἑλλήνων
Μὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη ἀπευθύνεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς Κορινθίους, διότι τοὺς θεωρεῖ πνευματικά του παιδιά. Ἐὰν ἔχετε πάρα πολλοὺς παιδαγωγοὺς καὶ διδασκάλους «ἐν Χριστῷ», τοὺς λέγει, δὲν ἔχετε ὅμως πολλοὺς πατέρες. Ἕναν καὶ μόνο πνευματικὸ πατέρα ἔχετε, ἐμένα. «Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα»· σᾶς γέννησα πνευματικὰ κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὴ χάρη ποὺ μοῦ ἔδωσε ἡ κοινωνία καὶ ἡ σχέση μου μὲ τὸν Χριστό.
Τὰ ἴδια λόγια θὰ μποροῦσε νὰ ἐπαναλάβει κι ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας σὲ πολλὲς περιοχὲς τῆς πατρίδας μας, καθὼς κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὸν Πόντο, τὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία, τὴν Ἤπειρο, τὴ Θεσσαλία, τὴν Πελοπόννησο. Μάλιστα αὐτὸς εἶναι ποὺ χειροτόνησε τὸν πρῶτο ἐπίσκοπο γιὰ τὸ Βυζάντιο, τὴν μετέπειτα Βασιλεύουσα Πόλη, καθὼς ἐπίσης γιὰ τὴν πόλη τῶν Πατρῶν, ὅπου μαρτύρησε. Γιʼ αὐτὸ καὶ τιμᾶται ἰδιαιτέρως τόσο στὴ Μητέρα Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσο καὶ στὴν πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας, τὴν Πάτρα, ἡ ὁποία διαφυλάσσει ὡς πολύτιμο θησαυρὸ τὴν Τίμια Κάρα του, καθὼς καὶ τμήματα ἀπὸ τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ πάνω στὸ ὁποῖο (σὲ σχῆμα Χ) μαρτύρησε.
Ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἔχουμε χρέος εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν ἀπόστολο Ἀνδρέα, τὸν ὁποῖο αἰσθανόμαστε ὡς τὸν δικό μας Ἀπόστολο. Διότι, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἔτσι κι ἐκεῖνος περπάτησε σὲ τόπους δικούς μας, μᾶς μετέδωσε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μᾶς ἀναγέννησε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἂς παρακαλοῦμε λοιπὸν τὸν Πρωτόκλητο μαθητὴ νὰ πρεσβεύει γιὰ τὴν ταλαίπωρη πατρίδα μας, γιὰ νὰ ἀποστείλει ὁ πανάγαθος Θεὸς ἄξιους ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ἀνθρώπους μὲ φλόγα ἱεραποστολικὴ ποὺ θὰ ἐργάζονται γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ λαοῦ καὶ τὴ σωτηρία ψυχῶν.