ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (19/12)

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Τρ. ιδ΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Μρ. ι΄ 2-12)

2 καὶ προσελθόντες οἱ Φαρισαῖοι ἐπηρώτων αὐτὸν εἰ ἔξεστιν ἀνδρὶ γυναῖκα ἀπο­λῦσαι, πειράζοντες αὐτόν. 3 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐ­τοῖς· τί ὑμῖν ἐνετείλατο Μω­ϋσῆς; 4 οἱ δὲ εἶπον· ἐπέτρεψε Μω­ϋσῆς βιβλίον ἀποστασί­ου γράψαι καὶ ἀπολῦσαι. 5 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πρὸς τὴν σκλη­ροκαρδίαν ὑμῶν ἔγραψεν ὑ­μῖν τὴν ἐντολὴν ταύτην· 6 ἀπὸ δὲ ἀρχῆς κτίσεως ἄρ­σεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ­τοὺς ὁ Θεός· 7 ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα, καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ ἔσο­νται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν. 8 ὥστε οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλ­λὰ μία σάρξ· 9 ὃ οὖν ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω. 10 καὶ εἰς τὴν οἰκίαν πάλιν­ οἱ μαθηταὶ περὶ τούτου ἐ­­­πηρώτων αὐτόν, 11 καὶ λέγει αὐτοῖς· ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐ­τοῦ καὶ γαμήσῃ ἄλλην, μοι­χᾶται ἐπ᾿ αὐτήν· 12 καὶ ἐὰν γυνὴ ἀπολύσα­σα τὸν ἄνδρα γαμηθῇ ἄλ­λῳ, μοιχᾶται.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

2 Τόν πλησίασαν τότε οἱ Φαρισαῖοι καί τόν ρώτησαν ἄν ἐπιτρέπεται στόν ἄνδρα νά χωρίσει τή γυ­ναίκα του. Καί τοῦ ἔκαναν τήν ἐρώτηση αὐτή γιά νά τόν ἐκθέσουν σέ πει­ρασμό καί γιά νά βροῦν ἔτσι ἀφορμή νά τόν κατηγο­ρήσουν ὅτι περιόριζε τήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων στό ζήτημα τοῦ διαζυγίου. Αὐτό ὅμως θά δυσαρεστοῦσε πάρα πολλούς ἀπ’ τό λαό, ἴσως ὅμως θά τόν ἐξέθετε καί στόν Ἡρώδη. 3 Αὐτός ὅμως τούς ἀποκρίθηκε: Ποιά ἐντολή σᾶς ἔδω­σε ὁ Μωυσῆς σχετικά μέ τό θέμα αὐτό; 4 Κι αὐτοί τοῦ εἶπαν: Ὁ Μωυσῆς ἐπέτρεψε στόν ἄν­δρα νά κάνει ἕνα ἔγγραφο πού νά βεβαιώνει ὅτι ἔδωσε διαζύγιο στή γυναίκα του, καί τότε νά τή χωρί­σει. 5 Κι ὁ Ἰησοῦς τούς ἀπάντησε: Ὁ Μωυσῆς γνώριζε τή σκληρότητα τῶν καρδιῶν σας καί τήν ἄξεστη καί ἀπο­λίτιστη φύση σας, καί γι’ αὐτό ἔγραψε τήν ἐντολή αὐτή, γιά νά σᾶς προφυλάξει ἀπό μεγαλύτερα κακά. Διότι καί σέ φόνο ἀκόμη θά ἦταν δυνατόν νά φθάσετε, γιά νά ἀπαλ­λαγεῖτε ἀπό τήν ἀνεπιθύμητη γυναίκα σας. 6 Ἀπ’ τήν ἀρχή ὅμως τῆς δημιουργίας ὁ Θεός ἔκανε τούς πρωτόπλαστους ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα. Συνεπῶς οὔτε ὁ ἄνδρας μποροῦσε νά ἀποκτήσει δεύτερη σύζυγο χωρίζοντας τήν πρώτη, οὔτε ἡ γυ­ναίκα μποροῦσε νά χωρίσει ἀπό τόν πρῶτο σύζυγό της καί νά συνδεθεῖ μέ ἄλλον. Ἐάν ὁ Δημιουργός νομοθετοῦσε τότε καί τό διαζύγιο, δέν θά δημιουργοῦσε μία μόνο γυναίκα γιά τόν ἕναν ἄνδρα, ἀλλά περισσότερες γυναῖκες. 7 Ἐπειδή λοιπόν ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα δημι­ούρ­γη­σε ἐξαρχῆς ὁ Θεός, γι’ αὐτό σύμφωνα μέ τούς λόγους τῆς Ἁγίας Γραφῆς θά ἐγκαταλείψει ὁ ἄνθρωπος τόν πα­τέ­ρα του καί τή μητέρα του καί θά προσκολληθεῖ στή μία καί μοναδική γυναίκα του. Εἶναι λοιπόν ὁ δεσμός τῶν συζύγων στενότερος ἀπ’ τό δεσμό τῶν παι­­διῶν­ πρός τούς γονεῖς τους. Καί οἱ δύο σύζυγοι εἶ­ναι ἀπ’ τήν πρώτη στιγμή τοῦ γάμου τους μία σάρκα, ἕνα σῶμα. 8 Ἄρα λοιπόν στό ἑξῆς δέν εἶναι πλέον δύο, ὅπως ἦταν πρωτύτερα, ἀλλά ἕνα σῶμα. 9 Ἐκεῖνο λοιπόν πού ὁ Θεός ἕνωσε σέ ἕνα σῶμα, ὁ ἄνθρωπος ἄς μήν τό χωρίζει.
10 Γιά τό ἴδιο ζήτημα τόν ρώτησαν πάλι οἱ μαθητές του στό σπίτι. 11 Κι ἐκεῖνος τούς εἶπε: Ὅποιος χωρίσει τή γυναίκα του καί νυμφευθεῖ ἄλλη, διαπράττει μοιχεία σέ βάρος τῆς νόμιμης συζύγου του. 12 Κι ἄν μία γυναίκα χωρίσει τόν ἄνδρα της καί πα-ν­τρευ­τεῖ ἄλλον, διαπράττει μοιχεία, καί λέγεται μοιχαλίδα.