Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ

Εὐαγγέλιον Κυριακῆς 21 Ἰανουαρίου 2018, ΙΕ΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιθ΄ 1-10)

Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ­διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ῾Ιεριχώ· καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλού­μενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν ­πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. καὶ προδραμὼν ­ἔμπροσθεν ἀ­­­νέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴ­­­­­δῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ­ἤμελλε διέρχεσθαι. καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τό­πον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· ­Ζα­κ­χαῖε, σπεύσας ­κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτω­λῷ ἀν­δρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. ­σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύ­­ριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκο­φάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿­Ιησοῦς ὅτι σήμερον ­σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ­ἀπολωλός.

1. Κλήση προσωπικὴ

Μία ἑβδομάδα πρὶν ἀρχίσει ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου, ἡ Ἐκκλησία προβάλλει ἕνα συγκλονιστικὸ παράδειγμα μετανοίας, τὸν Ζακχαῖο.

Ὁ Ζακχαῖος ἦταν προϊστάμενος τοῦ κεν­τρικοῦ τελωνείου στὴν Ἱεριχώ, θέση ποὺ τοῦ ἐξασφάλιζε ὄχι μόνο κοινωνικὴ ἀναγνώριση ἀλλὰ καὶ πολλὲς εὐκαιρίες γιὰ πλουτισμὸ μὲ ἀθέμιτα μέσα. Καὶ πράγματι, μὲ τὶς συνεχεῖς ἀπάτες καὶ ἐκβιασμοὺς ὁ ἀρχιτελώνης αὐτὸς εἶχε κατορθώσει νὰ γίνει πολὺ πλούσιος.

Ὡστόσο δὲν ἦταν ἱκανοποιημένος. Κάτι ἄλλο ἀναζητοῦσε. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν ἄκουσε ὅτι ἐπρόκειτο νὰ περάσει ἀπὸ τὴν πόλη τους ὁ Κύριος, βγῆκε νὰ Τὸν δεῖ. Ἀλλὰ τί κόσμος ἦταν αὐτὸς ποὺ εἶχε συγκεντρωθεῖ! Πλῆθος ἀνθρώπων περίμεναν τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν περικύκλωναν ὅπου περνοῦσε. Κι ὁ Ζακχαῖος, ποὺ ἦταν κοντόσωμος, ἦταν ἀδύνατον μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ πλήθη νὰ κατορθώσει νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ ἔστω καὶ ἀπὸ μακριά. Τί νὰ κάνει;…

Τότε σκέφθηκε κάτι τολμηρό: Νὰ ἀνεβεῖ σ’ ἕνα δέντρο ποὺ ἦταν στὸ δρόμο ἀπ’ ὅπου θὰ περνοῦσε ὁ Κύριος. Βέβαια ὁ κόσμος ἀσφαλῶς θὰ τὸν σχολίαζε γιὰ τὴν κίνησή του αὐτή. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε ὅμως. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἀπασχολοῦσε ἦταν νὰ δεῖ τὸν Χριστό. Καὶ ἦταν βέβαιος ἀπὸ ἐκεῖ θὰ Τὸν ἔβλεπε καλά. Ἔτρεξε λοιπὸν ἀμέσως, ἀνέβηκε σὰν μικρὸ παιδὶ πάνω σὲ μιὰ συκομουριὰ καὶ περίμενε.

Κάποια στιγμὴ ὁ Κύριος ἔφτασε στὸ σημεῖο ἐκεῖνο. Σταμάτησε, σήκωσε τὰ μάτια Του καὶ εἶδε τὸν Ζακχαῖο πάνω στὸ δέντρο· χωρὶς νὰ τὸν γνω­ρίζει ἀπὸ πρίν, τὸν φώναξε μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τοῦ εἶπε: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα! «Σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι». Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου.

Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ Κύριος κάλεσε τὸν Ζακχαῖο μὲ τὸ ὄνομά του. Εἶναι δεῖγμα ὅτι τὸν ξεχώρισε ἀπὸ τὰ πλήθη καὶ τὸν κάλεσε προσωπικὰ σὲ συνάντηση μαζί Του προετοιμάζοντας ἔτσι τὴ σωτηρία του.

Αὐτὴ τὴν κλήση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν προσωπικὴ κοινωνία ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι πράγματι θαυμαστὸ καὶ συγκινητικὸ νὰ σκέπτεται ὁ καθένας μας ὅτι ὁ Κύριος μᾶς γνωρίζει καὶ μᾶς καλεῖ μὲ τὸ ὄνομά μας. Εἶναι τὸ ὄνομα μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μᾶς κάλεσε ὅταν βαπτιστήκαμε καὶ μυρωθήκαμε καὶ μᾶς μνημονεύει στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες καὶ ἰδιαιτέρως στὴ θεία Λειτουργία. Καὶ τὸ πιὸ συγκλονιστικό: τὸ ὄνομά μας αὐτὸ θὰ μείνει ἀνεξάλειπτο στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καί, ἂν μείνουμε πιστοὶ στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ, θὰ τὸ ὁμολογήσει ὁ Κύριος Ἰησοῦς μπροστὰ στὸν Πατέρα Του καὶ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους. Ἀσύγκριτη τιμὴ καὶ δόξα στὴν ὁποία ὁ Κύριος καλεῖ ὅλους μας! Τὸ ποιὸς τελικὰ θὰ δεχθεῖ καὶ θὰ ἀξιοποιήσει τὴν κλήση αὐτή, ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν καθένα μας. Πάντως κανεὶς δὲν ἀποκλείεται, ἀκόμα καὶ ὁ πλέον ἁμαρτωλός. Αὐτὸ ἀποδείχθηκε καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ­Ζακχαίου.

2. Ἄδικες κρίσεις

Συγκλονισμένος ἀπὸ τὴν πρόταση ποὺ τοῦ ἔκανε ὁ Κύριος, ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε γρήγορα, πῆγε στὸ σπίτι του καὶ γεμάτος χαρὰ ὑποδέ­χθηκε τὸν Χριστό.

Ὅλος ὁ κόσμος ὅμως, ὅταν εἶδε ὅτι ὁ Ἰησοῦς προτίμησε τὸ σπί­τι τοῦ Ζακχαίου, Τὸν σχολίαζε ἀρνητικὰ λέγοντας ὅτι «παρὰ ἁ­­μαρ­τωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι». Τὸν κατηγοροῦσαν δηλαδή, ἐπειδὴ ἐπέλεξε νὰ μεί­νει καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ στὸ σπίτι ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου.

Στὸ μεταξὺ ὁ Ζακχαῖος ­στάθηκε μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ Τοῦ εἶπε: Ἰδού, Κύριε, τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου τὰ δίνω ἐλεημοσύνη στοὺς ­φτωχούς, κι ἂν τυχὸν ὡς τελώνης μεταχειρίστηκα συκοφαντίες, ψεύτικες καταγγελί­ες καὶ ἀναφορὲς γιὰ νὰ ἀδικήσω κάποιον σὲ κάτι, τοῦ τὸ γυρίζω πίσω τετραπλάσιο.

Τότε ὁ Χριστὸς στράφηκε πρὸς αὐτὸν καί, δίνοντας ἀπάντηση στὰ ἄδικα σχόλια τοῦ κόσμου, εἶπε: «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο»· σήμερα μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου στὸ σπίτι αὐτὸ ἦλθε ἡ σωτηρία τόσο στὸν οἰκοδεσπότη ὅσο καὶ στοὺς δικούς του. Καὶ ἔπρεπε νὰ σωθεῖ καὶ ὁ ἀρχιτελώνης αὐ­τός, διότι κι αὐτὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ σ’ αὐτὸν λοιπὸν ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας. Ἄλλωστε ὁ «υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐ­ρανὸ στὴ γῆ γιὰ ν’ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει ὅλη τὴν ἀν­θρω­πό­τη­τα, ποὺ σὰν χαμένο πρόβατο κινδύνευε νὰ πεθάνει μέ­σα στὴν ἁμαρτία.

Πόσο λάθος κάνουμε οἱ ἄνθρωποι στὶς κρίσεις μας! Ὅλοι ἔσπευσαν νὰ κατακρίνουν τὸν Κύριο ποὺ εἰσῆλθε στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιτελώνη, χωρὶς νὰ ὑποψιάζον­ται τὴν κοσμογονία ποὺ γινόταν τὴν ἴδια ὥρα μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ Ζακχαίου. Καὶ ἀμέσως διαψεύσθηκαν. Πρῶτα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ζακχαῖο, ὁ ὁποῖος ὁμολόγησε δη­μοσίως τὶς ἀδικίες ποὺ εἶχε ­διαπράξει καὶ ὑποσχέθηκε τὴν ἐπανόρθωσή τους· κι ἔπειτα ἀπὸ τὸν Σωτήρα Χριστό, ὁ Ὁ­­­ποῖος φανέρωσε τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας ὄχι ἁπλῶς ἑνὸς ἀνθρώπου ἀλλὰ μιᾶς ὁλόκληρης οἰκογένειας ποὺ γνώρισε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ἂς μὴ βιαζόμαστε λοιπὸν στὶς ­κρίσεις μας. Καί, τὸ σπουδαιότερο, ἂς μὴν κατακρίνουμε κανένα, διότι δὲν ­μποροῦ­με νὰ γνωρίζουμε οὔτε τὰ βάθη τῆς ­ψυ­χῆς του οὔτε τὴ μελλοντική του ­ἐξέλιξη. Αὐ­τὰ τὰ γνωρίζει μόνο ὁ ­παντογνώστης ­Κύ­ριος, ὁ Ὁποῖος θέλει τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν παύει νὰ δίνει ­εὐκαιρίες στὸν καθένα γιὰ μετάνοια. Καὶ ὁ Ζακχαῖος μετανόησε πραγματικὰ καὶ τὸν ἑορτάζουμε ὡς Ἅγιο στὶς 20 Ἀπρι­λίου.