ΟΛΟΦΩΤΕΙΝΑ ΟΠΛΑ

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 18 Φεβρουαρίου 2018, Τυροφάγου (Ρωμ. ιγ΄ 11 – ιδ΄ 4)

Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

«Ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτὸς»

Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου σήμερα. Αὔριο εἰσ­ερχόμαστε στὸ στάδιο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἐντείνουμε τὸν ἀγώνα τῆς μετανοίας καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βιώσουμε τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἤχησε σὰν ἐγερτήριο σάλπισμα. Ἀκούσαμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ μᾶς λέει ὅτι τώρα βρισκόμαστε πιὸ κοντὰ στὴ σωτηρία παρὰ ὅταν εἴχαμε πιστέψει. Ἡ νύχτα τῆς παρούσης ζωῆς προχώρησε, ἡ ἡμέρα τῆς ἄλλης ζωῆς ἔχει πλησιάσει. Ἂς ἀποθέσουμε λοιπόν, μᾶς εἶπε, σὰν ἄλλα νυχτερινὰ ἐνδύματα «τὰ ἔργα τοῦ σκότους», δηλαδὴ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, «καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός»· καὶ ἂς ἐνδυθοῦμε τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Εἶναι οἱ ἀρετές: ἡ μετάνοια, ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ἀνεξικακία…

Θὰ μᾶς βοηθήσει ἑπομένως στὸν ἀγώνα αὐτῆς τῆς περιόδου νὰ δοῦμε σήμερα πολὺ σύντομα γιατί οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅπλα φωτός».

1. Μᾶς ἀσφαλίζουν

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρ­μηνεύον­τας τὸ χωρίο σημειώνει ὅτι ὅταν ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μίλησε γιὰ τὴν κακία, τὶς πράξεις της τὶς ὀνόμασε ἔργα, ἐνῶ ὅταν μίλησε γιὰ τὴν ἀρετή, δὲν ὀνόμασε τὶς πράξεις τῆς ἀρετῆς ἔργα ἀλλὰ ὅ­πλα. Γιατί; «Ὅτι ἐν πάσῃ ἀσφαλείᾳ καθίστησιν ἡ ἀρετὴ τὸν ἔχον­τα αὐτήν, καὶ ἐν πάσῃ λαμπρότητι»1. Διότι, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Πατήρ, ἡ ἀρετὴ προστατεύει ὁλοκληρωμένα αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, τὸν ἀσφαλίζει τελείως· ἀπὸ τί; ἀπὸ τὶς ἐπι­θέσεις τοῦ πονηροῦ, ἀπὸ τὴν πτώση στὴν ἁμαρτία. Ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ τέλεια πανοπλία, ὁ πλήρης καὶ ὁλοκληρωμένος ἐξοπλισμὸς τοῦ πιστοῦ.

Γιὰ παράδειγμα, τὸ κατάλληλο ὅπλο μὲ τὸ ὁποῖο μπορεῖ κανεὶς νὰ νικήσει τὴ λαιμαργία του, εἶναι ἡ ἐγκράτεια. Αὐτὸς πάλι ποὺ θέλει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, πρέπει νὰ ἀ­ποφασίσει νὰ καλλιεργήσει τὴν ἐλεημοσύνη. Ἡ κάθε ἀρετὴ εἶναι τὸ κατάλληλο ὅπλο γιὰ νὰ ἐξουδετερώσει ὁ Χριστια­νὸς τὸ ἀντίστοιχο πάθος. Καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τὸ πανίχυρο ὅπλο, τὸ κατάλληλο γιὰ τὴν κατανίκηση τῆς ὑ­περηφάνειας καὶ ὁποιουδήποτε πάθους. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες τὴν ὀνομάζουν «ἀπώλειαν τῶν παθῶν», καταστροφὴ τῶν παθῶν2.

Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν πολεμεῖται ἔντονα ἀπὸ κάποιο ἔντονο πάθος, ἀ­σκώντας τὶς ἀρετές, δηλαδὴ ἐπιστρατεύοντας τὶς δυνάμεις του γι᾿ αὐτές, δὲν δίνει περιθώριο στὸν πονηρὸ νὰ τὸν πειράξει. Ἐξάλλου ὁ σκοπὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ μὴν ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ νὰ ἁγιαζόμαστε. Τελικὸς σκοπός μας εἶναι ἡ θέωση, νὰ γίνουμε ὅμοιοι μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατόν. Καὶ ὁ μόνος τρόπος γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ ἡ προσοικείωση τῶν ἀρετῶν. Ὁ πιστὸς ποὺ ἔχει φθάσει νὰ ζεῖ μὲ συνεχὴ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, ζεῖ σὲ ἀδιάλειπτη κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἔχει ἐνδυθεῖ τὸν Χριστό. Τὸν σκεπάζει ἡ θεία Χάρις, ἡ ὁποία κατακαίει τοὺς δαίμονες καὶ διαλύει ὅλες τὶς παγίδες τους. Εἶναι πάνοπλος, ἀπλησίαστος ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς σωτηρίας μας.

2. Μᾶς καθιστοῦν φωτεινοὺς

Οἱ ἀρετὲς ὅμως δὲν ὀνομάζονται μόνο ὅπλα ἀλλὰ «ὅπλα φωτός». Δηλαδὴ φωτεινὰ ὅπλα. Γιατί; Ἔδωσε μία ἐξήγηση ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στὸ χωρίο ποὺ παραθέσαμε· διότι, γράφει, καθιστᾶ τὸν ἐνάρετο «ἐν πάσῃ λαμπρότητι». Ἡ ἀρετή, ἡ ὁποιαδήποτε ἀρετή, εἶναι φῶς τῆς ψυχῆς. Ἡ ἀρετὴ δίνει σύνεση καὶ σοφία στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἐνάρετος εἶναι φωτισμένος ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀντίθετα ἡ κακία, τὸ πάθος, τὸ ὁποιοδήποτε πάθος, εἶναι σκότος. Σκοτίζει τὸν νοῦ καὶ παρασύρει τὸν ἐμπαθὴ ἄνθρωπο σὲ πράξεις σκοτεινές, παράλογες, ἀπάνθρωπες καὶ αὐτοκαταστροφικές. Μέσα σὲ πόσο σκοτάδι ζεῖ ὁ φιλάργυρος, ὁ ἄσωτος, ὁ μέθυσος, ὁ κλέφτης, ὁ λαίμαργος!…

Ἐπιπλέον οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅ­πλα φωτός», διότι χαρίζουν στὴν ψυχὴ τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μεγαλύτερη εὐτυχία τοῦ ἀν­θρώπου εἶναι ὁ ἔπαινος τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖο ἀπολαμβάνει ὁ πιστὸς ποὺ ἔχει ἀγαθὴ συνείδηση. Ἡ καρδιά του εἶναι ὁλοφώτεινη ἀπὸ χαρά, καὶ αὐτὸ ἀποτυπώνεται καὶ στὸ πρόσωπο καὶ σὲ ὅλες τὶς κινήσεις καὶ δραστηριότητές του.

Τέλος οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅπλα φωτός», διότι ἀποτελοῦν τὸν στολισμὸ τῆς ψυχῆς, τὸν μόνο ἀληθινὸ στολισμὸ τοῦ πιστοῦ. Οἱ ἀρετὲς εἶναι τὸ ἔνδυμα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, τῆς ἀνέσπερης ἡμέρας ποὺ ἔρχεται. Εἶναι ἔνδυμα γάμου. Χωρὶς αὐτὸ τὸ ἔνδυμα δὲν μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι, ὅπως διαβάζουμε στὴν Ἀποκάλυψη, ὁ Παράδεισος αὐτὸ θὰ εἶ­ναι στὴν οὐσία του: γάμος τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν Χριστό, καὶ γάμος τῆς καθεμιᾶς ψυχῆς μὲ Ἐκεῖνον.

***

Ἀκούσαμε στὸν Ὄρθρο σήμερα: «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται. Οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε…». «Ἔχει ἀνοίξει τὸ στάδιο τῆς ἀθλήσεως στὶς ἀ­ρετές. Ὅσοι θέλετε νὰ ἀγωνισθεῖτε, ἂς εἰσέλθετε…». Ἂς μὴ σταθεῖ ἡ σκέψη μας στὸν κόπο αὐτῆς τῆς περιόδου ὅσο στὸ ὅτι στὸ τέλος της μᾶς περιμένει ὁ Κύριος, ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς μας, μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς ἀγάπης Του πρὸς ἐμᾶς, τὰ ἐνδύματα καὶ τὰ σκεύη τοῦ ἐμπαι­γμοῦ: τὴν κόκκινη χλαμύδα, τὸν ἀκάνθι­νο στέφανο, τὸν κάλαμο, τὶς πληγές… Ἐ­μεῖς μὲ τί ἔνδυμα θὰ παρουσιασθοῦμε μπροστά Του στὴ φετινὴ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑ­βδομάδα; Μὲ ποιοὺς κόπους, μὲ ποιὲς θυ­σίες γιὰ τὴν ἀγάπη Του; Ἂς ἀναλογισθοῦμε πόσα ὑπέμεινε Ἐκεῖνος γιὰ νὰ μᾶς σώσει, καὶ ἂς ἀποφασίσουμε τί θὰ Τοῦ δώσουμε.

1. PG 60, 623-624.

2. Βλ. Κλῖμαξ, Λόγος ΚΕ΄, Τίτλος.