Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 25 Φεβρουαρίου 2018, Α΄ Νηστειῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας (Ἑβρ. ια΄ 24-26, 32-40)
Ἀδελφοί, πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν, μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
«Ἐπειράσθησαν»
Σήμερα, Α´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, γιορτάζουμε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον ὅλων τῶν ἐχθρῶν της, αἱρετικῶν καὶ διωκτῶν της. Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα παρήλασαν μπροστὰ ἀπὸ τὰ μάτια μας οἱ μορφὲς τῶν δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης – γιατὶ σ᾿ αὐτοὺς ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος – ἀλλὰ καὶ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ κράτησαν ἀνόθευτη τὴν πίστη τους ἀπὸ ὁποιαδήποτε πλάνη, ἀλλὰ καὶ ἔδειξαν ἀξιοθαύμαστη πίστη, ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ εὐαρέστησαν ἀπέναντί Του. Ἀπόδειξη; Τὰ θαυμαστὰ κατορθώματα ποὺ ἐπιτέλεσαν μὲ τὴν πίστη τους, καὶ ἡ θαυμαστὴ ὑπομονὴ ποὺ ἔδειξαν σὲ μεγάλες δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπισαν, ἀκριβῶς λόγῳ τῆς πίστεώς τους στὸν ἀληθινὸ Θεό. Μεταξὺ τῶν ἄλλων δυσκολιῶν ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ἀναφέρει ὅτι «ἐπειράσθησαν», δηλαδὴ ὅτι δοκίμασαν πολλοὺς πειρασμούς. Ἂς δοῦμε λοιπὸν σήμερα γιατί ὁ Θεὸς παραχωρεῖ πειρασμοὺς στὴ ζωή μας καὶ πῶς πρέπει νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε.
1. Μᾶς ὠφελοῦν πάρα πολὺ
Πρῶτα-πρῶτα πρέπει νὰ διευκρινίσουμε ὅτι ὑπάρχουν δύο εἰδῶν πειρασμοί, οἱ ἁμαρτητικοί (φιληδονίας, φιλαργυρίας, φιλοδοξίας) καὶ οἱ πειρασμοὶ τῶν θλίψεων. Μὲ τοὺς πρώτους δὲν ἔχει καμία σχέση ὁ ἅγιος Θεός. Ἡ διεφθαρμένη φύση μας αἰσθάνεται ἕλξη καὶ δίνει ὑπόσταση σ᾿ αὐτοὺς τοὺς πειρασμούς. Τὶς θλίψεις ὅμως, ποὺ κατ᾿ ἀρχὴν δὲν τὶς θέλει ὁ Θεός, τὶς ἐπιτρέπει γιὰ τὸ καλό μας.
Γιατί ὅμως ὁ Θεὸς εἴτε στέλνει τὶς θλίψεις εἴτε παραχωρεῖ στὸν πονηρὸ καὶ τὰ ὄργανά του νὰ μᾶς πειράζουν; Διότι οἱ πειρασμοὶ μᾶς ὠφελοῦν πάρα πολύ. Εἶπε ὁ Μέγας Ἀντώνιος: «Οὐδεὶς ἀπείραστος δυνήσεται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἔπαρον γὰρ, φησί, τοὺς πειρασμοὺς, καὶ οὐδεὶς ὁ σωζόμενος»1. Κανεὶς ποὺ δὲν δοκίμασε πειρασμούς, δὲν θὰ μπορέσει νὰ εἰσέλθει στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι ἔχει λεχθεῖ: Πάρε τοὺς πειρασμοὺς καὶ τότε δὲν πρόκειται κανεὶς νὰ σωθεῖ.
Οἱ πειρασμοὶ μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ ἀγωνιστοῦμε. Μέσα στὸν ἀγώνα γνωρίζουμε τὸν ἑαυτό μας, τὴν ἀδυναμία καὶ ἀθλιότητά μας, ταπεινωνόμαστε, καταφεύγουμε στὸν Θεὸ καὶ γνωρίζουμε τὴ δύναμή Του καὶ κυρίως τὴν ἀγάπη Του. Γράφει σχετικὰ ὁ ὅσιος Δωρόθεος ποὺ ἀσκήτευε στὴ Γάζα τῆς Παλαιστίνης: Ἡ ἄνεση ἀποχαυνώνει τὴν ψυχή· «οἱ δὲ πειρασμοὶ συσφίγγουσιν αὐτὴν καὶ ἑνοῦσιν αὐτὴν τῷ Θεῷ»· οἱ πειρασμοὶ τὴ γυμνάζουν, τὴ δυναμώνουν καὶ τὴν ἑνώνουν μὲ τὸν Θεό, ὅπως λέει ὁ προφήτης: «Κύριε, ἐν θλίψει ἐμνήσθημέν σου» (Ἡσ. κς´ [26] 16)2.
2. Μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀγωνιστικότητα
Ὡστόσο γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, εἶναι ἀνάγκη νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε θεάρεστα. Εἰδάλλως γίνονται ἀφορμὴ ἁμαρτίας. Πῶς λοιπὸν ὀφείλουμε νὰ τοὺς δεχόμαστε;
Κατ᾿ ἀρχὰς δὲν πρέπει νὰ τοὺς προκαλοῦμε. «Μὴ δῴης εἰς σάλον τὸν πόδα σου, μηδὲ νυστάξει ὁ φυλάσσων σε», μᾶς διδάσκει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός (Ψαλ. ρκ´ [120] 3). Μὴ βάλεις ἀπὸ μόνος σου τὸν ἑαυτό σου σὲ πειρασμό, καὶ τότε δὲν θὰ νυστάξει αὐτὸς ποὺ σὲ φυλάει, δηλαδὴ δὲν θὰ χάσεις τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ. Καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς τὸ δίδαξε: «Μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν». Μὴν ἐπιτρέπεις, Κύριε, νὰ μπαίνουμε σὲ πειρασμό.
Ὅταν ὅμως ἔρχονται, νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουμε μὲ εἰρήνη, μὲ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἄκαμπτη ἀγωνιστικότητα. Καὶ τοὺς μὲν ἁμαρτητικοὺς πειρασμοὺς νὰ τοὺς ἀποκρούουμε μὲ κάθε ἐπιμέλεια, τὶς δὲ θλίψεις νὰ τὶς ἀντιμετωπίζουμε μὲ πολλὴ ὑπομονή, εἰ δυνατὸν καὶ μὲ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό, ὡς ἐξαιρετικὰ ὠφέλιμα παιδαγωγικὰ μέσα ποὺ συντελοῦν στὴν κάθαρση καὶ τὸν ἐξαγιασμό μας.
Πῶς μποροῦμε νὰ τὸ κατορθώσουμε αὐτό; «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε», προτρέπει ὁ Κύριος. Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε· ὄχι ὅταν ἔλθει ὁ πειρασμός, ἀλλ᾿ «ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. κς´ [26] 41)· γιὰ νὰ μὴν πέσετε σὲ πειρασμό. Δηλαδὴ λόγῳ τῆς ἀδυναμίας μας ὀφείλουμε πάντοτε νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν ψυχή μας, ὄχι μόνο τὴν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ. Νὰ ζοῦμε μὲ συνεχὴ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, μὲ προσευχή, μελέτη τῶν Γραφῶν, τακτικὴ μυστηριακὴ ζωή. Τότε δὲν θὰ μᾶς αἰφνιδιάζουν οἱ πειρασμοί, δὲν θὰ αἰσθανόμαστε τόσο τὸ βάρος καὶ τὴν ἔντασή τους, οὔτε θὰ πέφτουμε εὔκολα σὲ ἁμαρτίες. Γιατὶ θὰ μᾶς σκεπάζει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
***
Σήμερα πανηγυρίζουμε τὴ θριαμβευτικὴ νίκη τῆς Πίστεώς μας κατὰ τῶν ἐχθρῶν της. Καὶ ἀναφωνοῦμε: «Οἱ προφῆται ὡς εἶδον, οἱ ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν… οὕτω φρονοῦμεν…». Χρέος μας ἱερὸ νὰ ἀκολουθήσουμε τὰ βήματά τους, νὰ φυλάξουμε ἀπαραχάρακτη τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν ἐκεῖνοι μέσα ἀπὸ πολλοὺς ἀγῶνες, διώξεις, πειρασμούς. Ἀλλὰ χρέος μας νὰ κρατήσουμε καὶ τὸ Ὀρθόδοξο ἦθος, τὸ πατερικὸ φρόνημα τῆς ἀσκήσεως καὶ αὐταπαρνήσεως γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὶς μικρές μας δυνάμεις. Ὁ Κύριός μας, ὁ Ἀρχηγὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ζωῆς μας, νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ βιώνουμε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι».
1. Ἀποφθέγματα τῶν ἁγίων γερόντων, Ἀββᾶ Ἀντωνίου ε´, PG 65, 77Α.2. Ἀββᾶ Δωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, ἐκδ. Ἑτοιμασία, Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα, 20057, Διδασκαλία ΙΓ´, Περὶ τοῦ ἀταράχως καὶ εὐχαρίστως ὑποφέρειν τοὺς πειρασμούς, § 148, σελ. 322.