Ἡ ὁλομέλεια τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὑπὸ τὸν πρόεδρό του κ. Νικόλαο Σακελλαρίου ἔκανε δεκτὴ στὶς 20-3-2018 τὴν προσφυγὴ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς, τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, τῆς «Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν», ἀλλὰ καὶ γονέων οἱ ὁποῖοι διατύπωναν σφοδρὲς ἀντιδράσεις γιὰ τὶς ἀλλαγὲς στὴ διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν ποὺ εἶχαν γίνει ἐπὶ ὑπουργίας κ. Νίκου Φίλη στὶς 7-9-2016.
Συγκεκριμένα τὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας μὲ τὴν ὑπ᾿ ἀριθμ. 660/2018 ἀπόφασή του, μὲ ψήφους 20 ὑπὲρ καὶ 5 κατά, ἀκυρώνει τὴν ἐπίμαχη ἀπόφαση τοῦ πρώην Ὑπουργοῦ Παιδείας. Τὸ σκεπτικὸ τῆς ἀποφάσεως εἶναι ἰδιαιτέρως ἐπικριτικὸ ὡς πρὸς τὴν ὑπουργικὴ ἀπόφαση. Μεταξὺ τῶν ἄλλων οἱ Σύμβουλοι Ἐπικρατείας ἐπισημαίνουν ὅτι ἡ προβλεπόμενη ἀπὸ τὴν ὑπουργικὴ ἀπόφαση διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀναπτύξει, ἐμπεδώσει καὶ ἐνισχύσει, ὅπως ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὴ διάταξη τοῦ ἄρθρου 16 τοῦ Συντάγματος, τὴν ἐθνικὴ καὶ θρησκευτικὴ συνείδηση τῶν μαθητῶν, καθὼς εἶναι ἐλλιπής. Ἀκόμη δὲν εἶναι αὐτοτελής, ἀμιγὴς καὶ διακριτικὴ σὲ σχέση μὲ τὴ διδασκαλία στοιχείων ἀναφερομένων σὲ ἄλλα δόγματα καὶ θρησκεῖες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προκαλεῖται σύγχυση στοὺς μαθητές. Ἐπιπλέον δὲν εἶναι ἐπαρκὴς ὡς πρὸς τὸν χρόνο ποὺ διατίθεται γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.
Σὲ ἄλλο σημεῖο οἱ Ἀνώτατοι Δικαστὲς ἐπισημαίνουν ὅτι «φαλκιδεύεται» (=διαστρεβλώνεται καὶ ὑπονομεύεται) ὁ σκοπὸς τῆς ἀνάπτυξης τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς συνειδήσεως τῶν μαθητῶν.
Συγκεκριμένα οἱ Σύμβουλοι Ἐπικρατείας ἀποφάνθηκαν ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ κ. Νίκου Φίλη:
1) εἶναι ἀντίθετη στὸ ἄρθρο 16 τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖο ὁρίζει ὅτι ἡ Παιδεία ἀποτελεῖ βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ Κράτους καὶ ἔχει σκοπὸ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνειδήσεως·
2) ἀντίκειται στὸ ἄρθρο 13 τοῦ Συντάγματος ποὺ κατοχυρώνει ὡς ἀπαραβίαστη τὴν ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως. Ἡ προσβαλλόμενη ἀπόφαση, ἐφόσον ἀπευθύνεται ἀποκλειστικὰ στοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς μαθητές, θὰ ἔπρεπε νὰ κατατείνει στὴν ἐμπέδωση καὶ συνέχιση τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς συνειδήσεως. Ἀντίθετα ὅμως κλονίζει τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ συνείδηση ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη τοῦ σχολικοῦ βίου διαμορφώνουν οἱ μαθητὲς στὸ πλαίσιο τοῦ οἰκογενειακοῦ τους περιβάλλοντος. Μάλιστα ἡ εἰσαγόμενη μὲ τὴν προσβαλλόμενη ὑπουργικὴ ἀπόφαση διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἱκανὴ νὰ παρέμβει στὸν εὐαίσθητο ψυχικὸ κόσμο τῶν μαθητῶν ποὺ δὲν διαθέτουν τὴν κριτικὴ ἀντίληψη τῶν ἐνηλίκων καὶ νὰ τοὺς ἐκτρέψει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ συνείδηση· καὶ
3) στερεῖ ἀπό τοὺς μαθητὲς τοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανικοῦ δόγματος τὸ δικαίωμα νὰ διδάσκονται ἀποκλειστικὰ τὰ δόγματα, τὶς ἠθικὲς ἀξίες καὶ τὶς παραδόσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ἡ νομοθεσία προβλέπει γιὰ μαθητὲς Ρωμαιοκαθολικούς, Ἑβραίους καὶ Μουσουλμάνους νὰ διδάσκονται τὸ μάθημα αὐτὸ κατὰ τὶς ἐπιταγὲς τῆς θρησκείας τους.
Ὅπως ἐπισημαίνουν τέλος οἱ Σύμβουλοι τῆς Ἐπικρατείας, στὸ νέο βιβλίο γιὰ τὴν Γ΄ Δημοτικοῦ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς παρουσιάζεται «ὡς δάσκαλος ποὺ ὅλοι θαυμάζουν, ὡς ἀγαπημένος φίλος, ὄχι ὅμως ὡς Σωτήρας τοῦ κόσμου».
Εὐχαριστοῦμε θερμότατα τοὺς Ἀνώτατους Δικαστές μας γιὰ τὴν ἱστορικὴ ἀπόφασή τους.