Ἀπόστολος: ἡμέρας, Σάβ. β΄ ἑβδ. Πράξεων (Πραξ. ε΄ 21-32)
21 ἀκούσαντες δὲ εἰσῆλθον ὑπὸ τὸν ὄρθρον εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἐδίδασκον. παραγενόμενος δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ συνεκάλεσαν τὸ συνέδριον καὶ πᾶσαν τὴν γερουσίαν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ ἀπέστειλαν εἰς τὸ δεσμωτήριον ἀχθῆναι αὐτούς. 22 οἱ δὲ ὑπηρέται παραγενόμενοι οὐχ εὗρον αὐτοὺς ἐν τῇ φυλακῇ, ἀναστρέψαντες δὲ ἀπήγγειλαν 23 λέγοντες ὅτι τὸ μὲν δεσμωτήριον εὕρομεν κεκλεισμένον ἐν πάσῃ ἀσφαλείᾳ καὶ τοὺς φύλακας ἑστῶτας πρὸ τῶν θυρῶν, ἀνοίξαντες δὲ ἔσω οὐδένα εὕρομεν. 24 ὡς δὲ ἤκουσαν τοὺς λόγους τούτους ὅ τε ἱερεὺς καὶ ὁ στρατηγὸς τοῦ ἱεροῦ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς, διηπόρουν περὶ αὐτῶν τί ἂν γένοιτο τοῦτο. 25 παραγενόμενος δέ τις ἀπήγγειλεν αὐτοῖς ὅτι ἰδοὺ οἱ ἄνδρες, οὓς ἔθεσθε ἐν τῇ φυλακῇ, εἰσὶν ἐν τῷ ἱερῷ ἑστῶτες καὶ διδάσκοντες τὸν λαόν. 26 τότε ἀπελθὼν ὁ στρατηγὸς σὺν τοῖς ὑπηρέταις ἤγαγεν αὐτοὺς οὐ μετὰ βίας· ἐφοβοῦντο γὰρ τὸν λαόν, ἵνα μὴ λιθασθῶσιν· 27 ἀγαγόντες δὲ αὐτοὺς ἔστησαν ἐν τῷ συνεδρίῳ. καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ ἀρχιερεὺς 28 λέγων· οὐ παραγγελίᾳ παρηγγείλαμεν ὑμῖν μὴ διδάσκειν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τούτῳ; καὶ ἰδοὺ πεπληρώκατε τὴν Ἱερουσαλὴμ τῆς διδαχῆς ὑμῶν, καὶ βούλεσθε ἐπαγαγεῖν ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ αἷμα τοῦ ἀνθρώπου τούτου. 29 ἀποκριθεὶς δὲ Πέτρος καὶ οἱ ἀπόστολοι εἶπον· πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις. 30 ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν ἤγειρεν Ἰησοῦν, ὃν ὑμεῖς διεχειρίσασθε κρεμάσαντες ἐπὶ ξύλου· 31 τοῦτον ὁ Θεὸς ἀρχηγὸν καὶ σωτῆρα ὕψωσε τῇ δεξιᾷ αὐτοῦ δοῦναι μετάνοιαν τῷ Ἰσραὴλ καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. 32 καὶ ἡμεῖς ἐσμεν αὐτοῦ μάρτυρες τῶν ρημάτων τούτων, καὶ τὸ Πνεῦμα δὲ τὸ Ἅγιον ὃ ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς πειθαρχοῦσιν αὐτῷ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
21 Ὅταν λοιπόν τά ἄκουσαν αὐτά οἱ ἀπόστολοι, μπῆκαν πρωί-πρωί, πρίν ἀπό τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, στό ἱερό τοῦ ναοῦ καί δίδασκαν. Στό μεταξύ ὅμως ἦλθε ἀπό τό σπίτι του στόν τόπο τῶν συνεδριάσεων, πού δέν ἦταν μακριά ἀπό τό ναό, ὁ ἀρχιερέας μέ τούς φίλους του καί τούς συγγενεῖς του πού συνήθιζαν νά τόν ἀκολουθοῦν, καί συγκάλεσαν τό συνέδριο καί ὅλη τή γερουσία τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ἔστειλαν τότε ἀνθρώπους στό δεσμωτήριο γιά νά ὁδηγήσουν τούς ἀποστόλους ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου καί νά δικαστοῦν. 22 Ὅταν ὅμως οἱ ὑπηρέτες καί κλητῆρες τοῦ συνεδρίου πῆγαν, δέν τούς βρῆκαν στή φυλακή· κι ἀφοῦ ἐπέστρεψαν, τό ἀνέφεραν αὐτό στό συνέδριο 23 λέγοντας: Τή φυλακή τήν βρήκαμε κλεισμένη καί καλά ἀσφαλισμένη, καί τούς φρουρούς νά στέκονται ὄρθιοι μπροστά στίς θύρες· ὅταν ὅμως ἀνοίξαμε τή φυλακή, δέν βρήκαμε κανέναν μέσα. 24 Μόλις ἄκουσαν τά λόγια αὐτά καί ὁ ἀρχιερέας πού προήδρευε στό συνέδριο καί ὁ ἱερέας πού ἔφερε τό ἀξίωμα τοῦ στρατηγοῦ τοῦ ἱεροῦ καί εἶχε στή δικαιοδοσία του καί τήν ἐπιτήρηση τῆς φυλακῆς, καθώς κι ἐκεῖνοι πού εἶχαν διατελέσει ἀρχιερεῖς σέ παλαιότερα χρόνια, γέμισαν μέ ἀπορία γι’ αὐτά πού τούς ἀνέφεραν οἱ ὑπηρέτες, ἐπειδή δέν γνώριζαν τί νά κάνουν καί ποιές συνέπειες θά εἶχε ἡ ἐξαφάνιση αὐτή τῶν φυλακισμένων. 25 Στό μεταξύ ὅμως ἦλθε κάποιος καί τούς ἀνήγγειλε ὅτι, νά, οἱ ἄνθρωποι πού βάλατε στή φυλακή, στέκονται στόν ἱερό περίβολο τοῦ ναοῦ καί διδάσκουν τό λαό. 26 Τότε πῆγε ἐκεῖ ὁ στρατηγός τοῦ ἱεροῦ μαζί μέ τούς ὑπηρέτες τοῦ συνεδρίου καί τούς ἔφερε στό δικαστήριο χωρίς νά μεταχειρισθεῖ βία· διότι φοβοῦνταν τό λαό μήπως τούς λιθοβολήσει. 27 Μόλις τούς ἔφεραν, τούς διέταξαν νά σταθοῦν ὡς κατηγορούμενοι ὄρθιοι ἀνάμεσα στό συνέδριο. Καί ὁ ἀρχιερέας τούς ρώτησε: 28 Δέν σᾶς δώσαμε ρητή καί αὐστηρή ἐντολή νά μή διδάσκετε γιά τό ὄνομα αὐτό καί νά μήν τό παρουσιάζετε ὡς ὄνομα λατρευτό καί ἀνώτερο ἀπό κάθε ἄλλο ὄνομα; Καί ὅμως ἐσεῖς ἔχετε γεμίσει τήν Ἱερουσαλήμ μέ τή διδασκαλία σας, καί μέ κακές προθέσεις ζητᾶτε κακόβουλα νά ρίξετε πάνω μας τήν εὐθύνη καί τήν ἐνοχή γιά τόν φόνο τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ. 29 Τότε ἀποκρίθηκε ὁ Πέτρος ἐκ μέρους καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων καί εἶπε: Ὑποχρέωση καί καθῆκον ἔχουμε νά πειθαρχοῦμε πιό πολύ στό Θεό, πού μᾶς διέταξε μέ τόν ἄγγελό του νά ἐξακολουθήσουμε τό δημόσιο κήρυγμά μας, παρά σέ σᾶς τούς ἀνθρώπους, πού μᾶς διατάξατε νά σιωποῦμε. 30 Ὁ Θεός, τόν ὁποῖο λάτρευσαν οἱ πατέρες μας καί ἀπ’ τόν ὁποῖο ἔλαβαν τίς ἐπαγγελίες, ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς τόν Ἰησοῦ, τόν ὁποῖο ἐσεῖς σκοτώσατε, ἀφοῦ τόν κρεμάσατε ὡς καταραμένο πάνω στό ξύλο τοῦ σταυροῦ. 31 Ἀλλά ἐνῶ ἐσεῖς τόσο πολύ τόν ἀτιμάσατε, ὁ Θεός τόν ὕψωσε μέ τήν ἀκαταγώνιστη δύναμή του, γιά νά εἶναι ὁ ἀρχηγός καί ὁ σωτήρας, πού θά δώσει στούς ἀπογόνους τοῦ εὐλογημένου Ἰσραήλ τή χάρη του γιά νά μετανοήσουν καί τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τους. 32 Γι’ αὐτό ἀκριβῶς κι ἐμεῖς ἔχουμε κληθεῖ ἀπό τόν Θεό νά εἴμαστε μάρτυρές του, γιά νά διακηρύττουμε μέ τούς λόγους μας καί τή διδασκαλία μας τά σωτηριώδη αὐτά γεγονότα τῆς ζωῆς του. Συγχρόνως ὅμως μαζί μας δίνει τή μαρτυρία του μέ τά θαύματα καί τά χαρίσματά του καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔδωσε ὁ Θεός σ’ ἐκείνους πού πειθαρχοῦν στίς ἐντολές του.