Ἀπόστολος: ἡμέρας, Δευτ. δ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Ῥωμ. θ΄ 18-33)
18 ἄρα οὖν ὃν θέλει [ὁ Θεὸς] ἐλεεῖ, ὃν δὲ θέλει σκληρύνει. 19 Ἐρεῖς οὖν μοι· τί ἔτι μέμφεται; τῷ γὰρ βουλήματι αὐτοῦ τίς ἀνθέστηκε; 20 μενοῦνγε, ὦ ἄνθρωπε, σὺ τίς εἶ ὁ ἀνταποκρινόμενος τῷ Θεῷ; μὴ ἐρεῖ τὸ πλάσμα τῷ πλάσαντι, τί με ἐποίησας οὕτως; 21 ἢ οὐκ ἔχει ἐξουσίαν ὁ κεραμεὺς τοῦ πηλοῦ, ἐκ τοῦ αὐτοῦ φυράματος ποιῆσαι ὃ μὲν εἰς τιμὴν σκεῦος, ὃ δὲ εἰς ἀτιμίαν; 22 εἰ δὲ θέλων ὁ Θεὸς ἐνδείξασθαι τὴν ὀργὴν καὶ γνωρίσαι τὸ δυνατὸν αὐτοῦ ἤνεγκεν ἐν πολλῇ μακροθυμίᾳ σκεύη ὀργῆς κατηρτισμένα εἰς ἀπώλειαν; 23 καὶ ἵνα γνωρίσῃ τὸν πλοῦτον τῆς δόξης αὐτοῦ ἐπὶ σκεύη ἐλέους – ἃ προητοίμασεν εἰς δόξαν; 24 οὓς καὶ ἐκάλεσεν ἡμᾶς οὐ μόνον ἐξ Ἰουδαίων, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἐθνῶν, 25 ὡς καὶ ἐν τῷ Ὡσηὲ λέγει· καλέσω τὸν οὐ λαόν μου λαόν μου, καὶ τὴν οὐκ ἠγαπημένην ἠγαπημένην· 26 καὶ ἔσται ἐν τῷ τόπῳ οὗ ἐρρέθη αὐτοῖς, οὐ λαός μου ὑμεῖς, ἐκεῖ κληθήσονται υἱοὶ Θεοῦ ζῶντος. 27 Ἡσαΐας δὲ κράζει ὑπὲρ τοῦ Ἰσραήλ· ἐὰν ᾖ ὁ ἀριθμὸς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης, τὸ κατάλειμμα σωθήσεται· 28 λόγον γὰρ συντελῶν καὶ συντέμνων ἐν δικαιοσύνῃ, ὅτι λόγον συντετμημένον ποιήσει Κύριος ἐπὶ τῆς γῆς. 29 καὶ καθὼς προείρηκεν Ἡσαΐας, εἰ μὴ Κύριος Σαβαὼθ ἐγκατέλιπεν ἡμῖν σπέρμα, ὡς Σόδομα ἂν ἐγενήθημεν καὶ ὡς Γόμορρα ἂν ὡμοιώθημεν. 30 Τί οὖν ἐροῦμεν; ὅτι ἔθνη τὰ μὴ διώκοντα δικαιοσύνην κατέλαβε δικαιοσύνην, δικαιοσύνην δὲ τὴν ἐκ πίστεως, 31 Ἰσραὴλ δὲ διώκων νόμον δικαιοσύνης εἰς νόμον δικαιοσύνης οὐκ ἔφθασε. 32 διατί; ὅτι οὐκ ἐκ πίστεως, ἀλλ᾿ ὡς ἐξ ἔργων νόμου· προσέκοψαν γὰρ τῷ λίθῳ τοῦ προσκόμματος, 33 καθὼς γέγραπται· ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον προσκόμματος καὶ πέτραν σκανδάλου, καὶ πᾶς ὁ πιστεύων ἐπ᾿ αὐτῷ οὐ καταισχυνθήσεται.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
18 Συνάγεται λοιπόν καί ἀπό τό νέο αὐτό παράδειγμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅτι ἐλεεῖ ὁ Θεός ἐκεῖνον πού θέλει, ἀλλά καί ὅποιον θέλει τόν ἐγκαταλείπει καί σκληρύνεται. Πάντοτε ὅμως ἡ θέληση καί ἡ προτίμηση αὐτή τοῦ Θεοῦ στηρίζεται στήν πρόγνωσή του καί τή δικαιοσύνη του. 19 Ὕστερα λοιπόν ἀπ’ αὐτά θά μοῦ προβάλεις τήν ἔνσταση: Ἀφοῦ ὅποιον ὁ Θεός θέλει τόν ἐγκαταλείπει καί σκληρύνεται, γιατί πλέον ἀποδοκιμάζει καί κατακρίνει αὐτούς πού σκληρύνονται; Ποιός μπόρεσε ποτέ νά ἀντισταθεῖ στό θέλημά του; 20 Βεβαίως κανείς ποτέ δέν μπόρεσε νά ἀντισταθεῖ στό θέλημά του. Ἀλλά ποιός εἶσαι ἐσύ, ἀνόητε ἄνθρωπε, πού ἀντιμιλᾶς στό Θεό; Μήπως μπορεῖ τό πήλινο ἀγγεῖο νά πεῖ σ’ ἐκεῖνον πού τό ἔπλασε, γιατί μέ ἔκανες γι’ αὐτήν ἤ γιά τήν ἄλλη χρήση; 21 Ἤ δέν ἔχει ὁ ἀγγειοπλάστης ἐξουσία στόν πηλό νά κατασκευάσει ἀπό τό ἴδιο ζυμωμένο ὑλικό ἄλλο ἀγγεῖο γιά χρήση τιμητική καί ἄλλο γιά χρήση εὐτελή; Ἔτσι καί ὁ Θεός, χωρίς νά ἐκμηδενίζει τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει τάξει τόν καθένα γιά κάποιο σκοπό πού ἐξυπηρετεῖ τό σχέδιό του. 22 Ἐάν λοιπόν, θέλοντας ὁ Θεός νά δείξει τήν ὀργή του καί νά καταστήσει γνωστό τί μπορεῖ νά κάνει, ἀνέχθηκε μέ πολλή μακροθυμία ἀγγεῖα καί σκεύη ἄξια νά ἐπισύρουν τήν ὀργή του, τά ὁποῖα μόνα τους κατάρτισαν τόν ἑαυτό τους γιά τήν ἀπώλεια, τί μπορεῖς νά πεῖς ἐσύ πού τολμᾶς νά ἀντιμιλᾶς στό Θεό; 23 Καί τί πάλι μπορεῖς νά πεῖς, ἐάν ὁ Θεός ἀνέχθηκε μέ πολλή ἀγαθότητα σκεύη ἄξια τοῦ ἐλέους του, γιά νά καταστήσει γνωστό τόν πλοῦτο τῶν ἔνδοξων καί λαμπρῶν ἰδιοτήτων του στά σκεύη αὐτά, δηλαδή στούς ἀνθρώπους πού ἦταν ἄξιοι τοῦ ἐλέους του, τούς ὁποίους ἀπό πρίν ἑτοίμασε γιά νά τούς δοξάσει; 24 Καί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἴμαστε ἐμεῖς, πού μᾶς κάλεσε ὁ Θεός ἀνεξάρτητα ἀπό τήν καταγωγή μας, ὄχι μόνο ἀπό τούς Ἰουδαίους ἀλλά καί ἀπό τούς ἐθνικούς, 25 σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού εἶπε διαμέσου τοῦ προφήτη Ὡσηέ: Θά ὀνομάσω λαό μου τούς ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι τώρα δέν εἶναι λαός μου, καί θά ὀνομάσω ἀγαπημένη τήν Ἐκκλησία τῶν εἰδωλολατρῶν, ἡ ὁποία τώρα δέν εἶναι ἀγαπημένη μου. 26 Καί θά συμβεῖ αὐτό: Στόν τόπο καί τή χώρα τῶν εἰδωλολατρῶν ὅπου τούς εἶπα «ἐσεῖς δέν εἶστε λαός μου», ἐκεῖ θά βρεθοῦν καί θά ὀνομασθοῦν παιδιά τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. 27 Ἀλλά καί ὁ Ἡσαΐας φωνάζει γιά τόν ἰσραηλιτικό λαό: Ἐάν τό πλῆθος τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰσραήλ εἶναι ἀναρίθμητο, σάν τήν ἄμμο τῆς θαλάσσης, δέν θά σωθοῦν ὅλοι αὐτοί, ἀλλά μόνο ἕνα μικρό ὑπόλοιπο τῶν καλοπροαίρετων ἀνθρώπων πού ἐκλέχθηκε ἀπό τό πλῆθος αὐτό. 28 Διότι ὁ Θεός πραγματοποιεῖ σύντομα μέ δικαιοσύνη τήν ἀπόφαση πού πρίν ἀπό πολύ καιρό προειδοποίησε ὅτι θά λάβει. Διότι θά πραγματοποιήσει ὁ Κύριος στή γῆ ἀπόφαση πού σύντομα θά ἐκτελεσθεῖ. 29 Κι ὅπως ὁ ἴδιος ὁ προφήτης Ἡσαΐας ἔχει προφητεύσει: Ἐάν ὁ Κύριος ὁ παντοκράτωρ δέν διέσωζε τούς καλοπροαίρετους καί δέν μᾶς ἄφηνε ἐκλεκτούς ἀπογόνους, θά εἴχαμε γίνει σάν τά Σόδομα καί θά εἴχαμε ἐξομοιωθεῖ μέ τά Γόμορρα. 30 Τί λοιπόν θά ποῦμε; Ποιό εἶναι τό συμπέρασμα ὅλων αὐτῶν; Ὄχι, δέν ἔχασε τή δύναμή της ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ οὔτε διαψεύσθηκε, ἀλλά λαοί εἰδωλολατρικοί πού δέν ἐπεδίωκαν νά δικαιωθοῦν, κατέκτησαν τή δικαίωση, καί δικαίωση μάλιστα πού προέρχεται ἀπό τήν πίστη, κι ἔτσι ἐπαληθεύθηκε καί πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ. 31 Ἐνῶ οἱ Ἰσραηλίτες πού κατεῖχαν τό νόμο καί ἐπεδίωκαν τή δικαίωση μέ τήν τήρηση τοῦ νόμου, δέν κατόρθωσαν νά πετύχουν τρόπο πού νά ὁδηγεῖ στή δικαίωση. 32 Γιατί; Διότι ἐπεδίωξαν τή δικαίωση ὄχι μέσα ἀπό τήν πίστη, ἀλλά μέσα ἀπό τά ἔργα τοῦ νόμου, σάν νά ἦταν δυνατόν νά τήν πετύχουν μέ τήν τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Κι ἔτσι ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας τους στό Χριστό σκόνταψαν στό γνωστό ἀπό τίς προφητεῖες λίθο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στόν ὁποῖο σκοντάφτουν οἱ τυφλωμένοι ἀπό τήν ἀπιστία. 33 Καί γίνεται αὐτό σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού ἔχει γραφεῖ στό βιβλίο τοῦ Ἡσαΐα: Ἰδού ἐγώ ὁ Θεός θά θέσω στή Σιών τόν Ἰησοῦ Χριστό σάν λίθο πολύτιμο καί στερεό, στόν ὁποῖο θά σκοντάφτουν πολλοί, καί σάν πέτρα, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας θά πέφτουν κάτω ὅσοι θά ἀπιστοῦν. Κάθε ἄνθρωπος ὅμως πού πιστεύει σ’ αὐτόν δέν θά ντροπιασθεῖ.