Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Τετ. ε΄ ἑβδ. Ματθαίου (Ματθ. ιβ΄ 38-45)
38 Τότε ἀπεκρίθησάν τινες τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἀπὸ σοῦ σημεῖον ἰδεῖν. 39 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰμὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου. 40 ὥσπερ γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας. 41 ἄνδρες Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε. 42 βασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτήν, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν Σολομῶνος, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Σολομῶνος ὧδε. 43 Ὅταν δὲ τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα ἐξέλθῃ ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου, διέρχεται δι᾿ ἀνύδρων τόπων ζητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ οὐχ εὑρίσκει. 44 τότε λέγει· εἰς τὸν οἶκόν μου ἐπιστρέψω ὅθεν ἐξῆλθον· καὶ ἐλθὸν εὑρίσκει σχολάζοντα καὶ σεσαρωμένον καὶ κεκοσμημένον. 45 τότε πορεύεται καὶ παραλαμβάνει μεθ᾿ ἑαυτοῦ ἑπτὰ ἕτερα πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ, καὶ εἰσελθόντα κατοικεῖ ἐκεῖ, καὶ γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων. οὕτως ἔσται καὶ τῇ γενεᾷ τῇ πονηρᾷ ταύτῃ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
38 Τότε πῆραν τό λόγο μερικοί ἀπό τούς γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους καί εἶπαν: Διδάσκαλε, θέλουμε νά δοῦμε ἀπό σένα κάποιο ἐξαιρετικό καί καταπληκτικό θαῦμα, πού νά μαρτυρεῖ τήν ἀποστολή σου. 39 Κι ὁ Ἰησοῦς τούς ἀποκρίθηκε: Γενιά πονηρή καί μοιχαλίδα, πού πρόδωσε τήν πίστη της πρός τόν οὐράνιο Νυμφίο, ἐπιμένει νά ζητᾶ θαῦμα πού νά δείχνει ξεκάθαρα τήν ἀποστολή μου. Ἀλλά τέτοιο θαῦμα δέν θά τῆς δοθεῖ, παρά τό θαῦμα πού προτυπωνόταν καί προεικονιζόταν ἀπό τό θαῦμα τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ προφήτη. 40 Ὅπως δηλαδή τότε ὁ Ἰωνᾶς ἦταν τρεῖς ἡμέρες καί τρεῖς νύχτες μέσα στήν κοιλιά τοῦ κήτους, ἔτσι θά εἶναι καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν τάφο καί τά βάθη τῆς γῆς ἐπί τρία μερόνυχτα. 41 Οἱ Νινευΐτες θά ἀναστηθοῦν στήν τελική κρίση μαζί μέ τή γενιά αὐτή καί θά τήν κατακρίνουν. Διότι ἐκεῖνοι, ἄν καί ἦταν ἀλλοεθνεῖς καί εἰδωλολάτρες, μετανόησαν στό κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ξένος καί δέν ἔκανε κανένα θαῦμα σ’ αὐτούς. Καί νά, ἐδῶ πολύ περισσότερα συντελοῦν στό νά γίνει δεκτό τό δικό μου κήρυγμα ἀπό ὅσα συντελοῦσαν στό κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ. Διότι πρίν ἀπό ἐμένα οἱ προφῆτες σᾶς γνωστοποίησαν τόν ἀληθινό Θεό καί σᾶς προανήγγειλαν τήν ἔλευσή μου· κι ἐγώ τόσο καιρό σᾶς κηρύττω καί σᾶς ἀποδεικνύω μέ θαύματα καταπληκτικά ὅτι δέν εἶμαι ἁπλός προφήτης. 42 Ἡ βασίλισσα τῆς νοτιοδυτικῆς Ἀραβίας, τῆς χώρας Σαβά, θά ἀναστηθεῖ τήν ὥρα τῆς τελικῆς κρίσεως μαζί μέ τή γενιά αὐτή καί θά τήν κατακρίνει. Διότι ἡ βασίλισσα αὐτή ἦλθε ἀπό τήν ἄκρη τοῦ κόσμου ν’ ἀκούσει τή σοφία τοῦ Σολομῶντος, ἐνῶ ἦταν γυναίκα καί δέν γνώριζε τόν ἀληθινό Θεό. Καί νά, ἐδῶ πρόκειται γιά κάτι ἀνώτερο ἀπό τόν Σολομώντα, ἀφοῦ ἐγώ δέν εἶμαι ἁπλῶς σοφός, ὅπως ἦταν ἐκεῖνος, ἀλλά εἶμαι ἡ ἴδια ἡ ἐνσάρκωση τῆς θείας σοφίας. 43 Καί θά εἶναι πάρα πολύ κακό τό τέλος τῆς ἄπιστης καί σκληρόκαρδης αὐτῆς γενιᾶς. Διότι ὅταν τό ἀκάθαρτο πνεῦμα βγεῖ ἀπ’ τόν ἄνθρωπο πού μετανόησε, περνᾶ ἀπό τόπους πού δέν ἔχουν νερό καί ζητᾶ ἀνάπαυση, ἀλλά δέν τή βρίσκει. Ἀνάπαυση βρίσκει ὅταν κακοποιεῖ καί κυριεύει τόν ἄνθρωπο. 44 Τότε λέει: Θά γυρίσω πάλι στό σπίτι μου, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ τήν ὁποία βγῆκα. Κι ὅταν ἔλθει, βρίσκει τό σπίτι ἀδειανό καί σκουπισμένο καί στολισμένο, ἕτοιμο γιά ἐπίσκεψη. Βρίσκει δηλαδή τόν ἄνθρωπο ἀμέριμνο, χωρίς νά ἐργάζεται, καί διατεθειμένο νά δεχθεῖ πάλι τόν παλιό καί γνώριμο ἐπισκέπτη. 45 Τότε πηγαίνει καί παίρνει μαζί του κι ἄλλα πολλά πνεύματα πονηρότερα ἀπ’ τόν ἑαυτό του, κι ἀφοῦ μπεῖ πάλι μαζί μ’ αὐτά, κατοικεῖ πλέον μόνιμα ἐκεῖ. Καί γίνεται ἡ τελευταία αὐτή κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χειρότερη ἀπ’ τήν πρώτη. Ἔτσι θά συμβεῖ καί στήν πονηρή αὐτή γενιά, ἡ ὁποία φάνηκε γιά κάποια στιγμή ὅτι μετανόησε ἀπό τό κήρυγμα τῶν προφητῶν καί τοῦ Ἰωάννη, ἀλλά ὅταν ἀκούστηκε τό κήρυγμα τοῦ Μεσσία ἔδειξε πάλι τήν ἴδια ἀδιόρθωτη γνώμη.