Ἡ θεραπεία τῶν δύο δαιμονιζομένων

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα: Κυριακῆς 1 Ἰουλίου 2018, ε΄ Ματθαίου (Ματθ. η΄ 28 – θ΄ 1)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.

1. Μᾶς μισοῦν

Κάποια ἡμέρα ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐκεῖ Τὸν συνάντησαν δυὸ δαιμονισμένοι ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ μνήματα ὅπου κατοικοῦσαν. Ἦσαν καὶ οἱ δύο τόσο ἐπιθετικοὶ καὶ ἐπικίνδυνοι, ὥστε νὰ μὴ μπορῇ κανεὶς νὰ περάσῃ ἀπὸ κοντά τους. Μόλις ὅμως ἀντίκρυσαν τὸν Κύριο αὐτοὶ ποὺ μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγο τρομοκρατοῦσαν τὸν κόσμο, τώρα φοβισμένοι ἐκραύγασαν πρὸς τὸν Κύριο λέγοντας: Ποιὰ σχέσι ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ σὲ σένα, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα, πρὶν ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς Κρίσεως νὰ μᾶς βασανίσῃς;

Ποιὸ ὅμως εἶναι τὸ βάσανο στὸ ὁποῖο ἀναφέρονται τὰ δαιμόνια αὐτά; Πῶς θὰ βασανίζονταν;

Ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ὀδύνη τῶν δαιμονίων ἦταν ἡ θέα καὶ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τοὺς ἐμάστιζε. Μόλις τὰ δαιμόνια ἀντίκρυσαν τὸ θεϊκὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἄντεχαν νὰ ὑποφέρουν τὴν ἀόρατη δύναμί του ποὺ τοὺς ἐφλόγιζε. Γι’ αὐτὸ καὶ κραυγάζουν: Τί κοινὸ ἔχουμε ἐμεῖς μὲ Σένα; Ἐσὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς εἴμαστε ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς ἄφησε ἐλεύθερους στὸν κόσμο μέχρι τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως. Ὁμολογοῦν τὴν ἀπελπισία τους καὶ τὴν δαιμονικὴ ἀποστροφή τους πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὰν νὰ λένε: Δὲν θέλουμε νὰ ἔχουμε καμμία σχέσι μαζί Σου· μᾶς ἀρκοῦν οἱ ἄνθρωποι ποὺ κυβερνοῦμε καὶ τυραννοῦμε.

Τὸ δεύτερο μαρτύριο καὶ βάσανο γιὰ τοὺς δαίμονες ἦταν τὸ νὰ μὴ τοὺς ἐπιτρέψῃ πλέον ὁ Κύριος νὰ παραμείνουν στὰ σώματα τῶν δύο δαιμονισμένων. Διότι, ὅπως λέγει κάποιος ἑρμηνευτής, «εἶναι βάσανο γιὰ τὸν διάβολο νὰ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων, τὰ ὁποῖα διαπύρως ἐπιθυμεῖ νὰ κατέχῃ, διότι ἔτσι σβήνει κάπως τὴν φωτιὰ ποὺ τὸν κατακαίει μέσα του». Ἐπιπλέον τὰ δαιμόνια, ἐπειδὴ μισοῦν τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς θεωροῦν ἐχθρούς τους, βασανίζονται ὅταν ἀναγκάζωνται νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ αὐτούς, διότι καταλαβαίνουν ὅτι τελείωσε ἡ μισάνθρωπη κυριαρχία τους σ’ αὐτούς. Διότι δὲν μποροῦν πλέον νὰ τοὺς πολεμοῦν καὶ νὰ τοὺς ἐξουσιάζουν.

2. Μᾶς ἐκδικοῦνται

Ὑπῆρχε κάπου μακριὰ ἀπὸ αὐτοὺς ἕνα κοπάδι μὲ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκε ἐκεῖ. Καὶ οἱ δαίμονες παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο λέγοντας: Ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς βγάλῃς ἔξω ἀπὸ ἐδῶ, ἐπίτρεψέ μας νὰ πᾶμε στὸ κοπάδι τῶν χοίρων. Καὶ ὅταν ὁ Κύριος τοὺς ἔδωσε τὴν ἄδεια, ἔγινε κάτι τὸ συγκλονιστικό: Μόλις τὰ δαιμόνια βγῆκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ εἰσῆλθαν στοὺς χοίρους, ἀμέσως ὅλο τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ὥρμησε μὲ μανία πρὸς τὸν γκρεμό, ἔπεσε καὶ πνίγηκε στὰ νερὰ τῆς λίμνης. Γιατί ὅμως τὰ δαιμόνια ἐζήτησαν νὰ εἰσέλθουν στοὺς χοίρους; Διότι οἱ δαιμονισμένοι θεωροῦσαν ὅτι εἶχαν κάποιο δικαίωμα στοὺς χοίρους ἐκείνους. Καὶ τὸ δικαίωμά τους αὐτὸ τὸ ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ χοιροβοσκοὶ ἔκαναν κάτι τὸ παράνομο κατὰ τὸ νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ ὁποῖος ἀπαγόρευε τὸ χοιρινὸ κρέας ὡς ἀκάθαρτο. Καὶ ὁ Κύριος κάνει δεκτὸ τὸ αἴτημα τῶν δαιμονίων τιμωρῶν-τας τὴν παρανομία αὐτή. Ἔτσι τὰ δαιμόνια εἰσέρχονται στοὺς χοίρους, γιὰ νὰ ζημιώσουν τοὺς παράνομους κατόχους τῶν χοίρων. Ἀκόμη περισσότερο ὅμως γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν ἀποπομπή τους στὸν ἅδη καὶ νὰ μπορέσουν ἀργότερα νὰ πολεμήσουν πάλι τοὺς ἀνθρώπους.

3. Ἔχουν καὶ ὅρια

Ἐδῶ ὅμως θὰ πρέπει νὰ προσέξουμε κάτι πολὺ σημαντικό: Τὰ δαιμονόπληκτα ζῶα δὲν μπόρεσαν νὰ ζήσουν οὔτε στιγμή. Ἐὰν λοιπὸν αὐτὸ συμβαίνῃ στὰ ζῶα, γιατί οἱ δαιμονόπληκτοι ἄνθρωποι δὲν πεθαίνουν ἀμέσως; Τὰ δαιμόνια ποὺ δὲν λυπήθηκαν τοὺς χοίρους ἀλλὰ ἀστραπιαῖα τοὺς ὡδήγησαν στὸν γκρεμό, θὰ ἤθελαν ἀσφαλῶς πολὺ περισσότερο νὰ κάνουν κάτι παρόμοιο στοὺς ἀνθρώπους, ὁδηγῶντας τους στὸν θάνατο. Αὐτὸ ὅμως, ἐξηγοῦν οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευταί, δὲν συμβαίνει, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει κάτι τέτοιο περιορίζοντας τὴν δύνα-μι τῶν δαιμόνων. Δὲν εἶναι λοιπὸν ἀπεριόριστη ἡ δύναμι τοῦ διαβόλου. Μπροστὰ στὸν Χριστὸ παραλύει ἡ δύναμί του. Κι ὅταν ἀκόμη ὁ Χριστὸς τὴν ἐπιτρέπῃ, τὴν ἐλέγχει καὶ τὴν περιορίζει τόσο, ὥστε νὰ μᾶς ὠφελῇ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγῇ σὲ μετάνοια.

4. Βόσκουμε χοίρους;

Στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευταὶ δίνουν καὶ μία ἀλληγορικὴ σημασία στὴν παρανομία τῶν χοιροβοσκῶν. Μᾶς λέγουν ὅτι σὲ κάθε ἐποχὴ ὑπάρχουν ἄλλοι χοιροβοσκοί, ὄχι στὰ βοσκοτόπια τῶν Γαδαρηνῶν, ἀλλὰ στὸ γεώργιον τῆς ψυχῆς, ὅπου βόσκουν ἄλλους χοίρους, τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες. Καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ποὺ καλλιεργοῦν στὴν ψυχή τους πάθη καὶ ἁμαρτίες συνειδητά, συστηματικὰ καὶ παράνομα, εἶναι εὐπαθεῖς στὶς ἐνέργειες τῶν δαιμόνων. Διότι ἀκριβῶς τὰ πάθη αὐτὰ τοὺς γκρεμοτσακίζουν καὶ τοὺς ὁδηγοῦν στὴν αἰώνια ἀπώλεια. Ἂς φοβηθοῦ-με λοιπόν, ἀδελφοί, κι ἂς εἴμαστε προσεκτικοί. Διότι ναὶ μὲν ὁ Θεὸς προστατεύει, ἀλλὰ ὅταν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δίνουμε δικαίωμα στοὺς δαίμονες, τότε διώχνουμε τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπογράφουμε τὴν καταστροφή μας. Λοιπὸν «στῶμεν μετὰ φόβου».